Μια φορά κι έναν καιρό ήταν το Όμορφο Ψαράκι. Το Όμορφο Ψαρακι ζούσε με τον μπαμπά του και την μαμά του στην θάλασσα και έπαιζε με τους φίλους του τα άλλα ψαράκια ανάμεσα στις πέτρες, με τους αχινούς και τους αστερίες. Πιο πολύ παίζανε κρυφτό μέσα στα φύκια.
Ώσπου μια μέρα, το Όμορφο Ψαράκι, εκεί που κολυμπούσε, είδε από πάνω του τον Παράξενο Άνθρωπο. Πρώτη φορά έβλεπε τέτοιο πράγμα το Όμορφο Ψαράκι! Γιατί ο Παράξενος Άνθρωπος φορούσε μάσκα και κρατούσε απόχη. Αλήθεια, τι παράξενος! Πιο πολύ έμοιαζε με κλόουν, σκέφτηκε το Όμορφο Ψαράκι.
Ο Παράξενος Άνθρωπος όμως δεν το έβαλε κάτω. Παρακολουθούσε το Όμορφο Ψαράκι από πολύ κοντά και όλο έπαιζε την απόχη του. Ώσπου κάποια στιγμή, κατέβασε την απόχη του σιγά σιγά σιγά σιγά πάνω στο Όμορφο Ψαράκι και, χραπ, το έκλεισε μέσα της!
Το Όμορφο Ψαράκι τρόμαξε πάρα πολύ! Πρώτη φορά του συνέβαινε αυτό και φοβήθηκε ότι ο Παράξενος Άνθρωπος ήθελε να το τηγανίση ή να το φάη στον φούρνο με πατάτες. Δεν θα ξαναέβλεπε την μαμά του και τον μπαμπά του ούτε θα ξαναέπαιζε κρυφτό μέσα στα φύκια με τα άλλα ψαράκια!
Ο Παράξενος Άνθρωπος όμως το έπιασε με προσοχή και το έβαλε μέσα σε ένα ροζ κουβαδάκι. Αμέσως μαζευτήκανε γύρω του όλα τα παιδάκια της παραλίας, το κοιτάζανε και βγάζανε χαρούμενες φωνούλες. Ανάμεσά τους ήτανε και το Χαρούμενο Παιδάκι, που φώναξε δυνατά δυνατά:
Κοιτάξτε τι μεγάλο και όμορφο ψαράκι έπιασε ο μπαμπάς μου!
Το Όμορφο Ψαράκι είχε φοβηθή πολύ όμως, γιατί δεν ήξερε τι ήθελαν από αυτό όλα αυτά τα τεράστια παιδάκια, που προσπαθούσαν να το πιάσουνε μάλιστα με τα χέρια τους. Γιαυτό τους μίλησε στην γλώσσα των ψαριών και τους είπε:
Καλά και τεράστια παιδάκια, αφήστε με σας παρακαλώ να γυρίσω πίσω στην θάλασσα και να πάω στον μπαμπά μου και στην μαμά μου και να παίζω κρυφτό στα φύκια με τους φίλους μου τα άλλα ψάρια!
Όλα τα παιδάκια ακούσανε το Όμορφο Ψαράκι, αλλά κανένας από τους μεγάλους. Τότε είπε πάλι το Χαρούμενο Παιδάκι:
Πρέπει τώρα να χαϊδέψουμε το Όμορφο Ψαράκι, να του μιλήσουμε και μετά να το αφήσουμε πάλι στην θάλασσα, για να πάη στον μπαμπά του και στην μαμά του!
Και τότε το Όμορφο Ψαράκι κατάλαβε ότι τα καλά και τεράστια παιδάκια δεν θέλανε να το τηγανίσουνε ούτε να το φάνε στον φούρνο με πατάτες, αλλά μόνο να το χαϊδέψουνε και να γίνουν φίλοι του. Χάρηκε λοιπόν πάρα πολύ και, για να το καταλάβουνε όλοι, τίναξε δυνατά την ουρά του!
Και τότε ο Παράξενος Άνθρωπος πήρε στα χέρια του το ροζ κουβαδάκι και έχυσε το Όμορφο Ψαράκι στην θάλασσα, για να πάη πια στον μπαμπά του και στην μαμά του και να παίξη κρυφτό στα φύκια με τους φίλους του τα ψάρια.
Και ζήσαν αυτοί καλά και μεις καλύτερα!
Αφιερωμένο σε όσους εορτάζουν σήμερα, έτσι; ;-)
βεβαια το τι τραυμα επαθε το ψαρακι και εαν θα αναγκαστει να ξοδεψει ολα τα λεφτα των γονιων του στους ψυχιατρους, εν μεσω κρισης, δεν το ξερουμε ακομα.
ΥΓ ευχαριστω :)
Ωχ, είσαι και συ; :-Ρ
Σήμερα έχει γενέθλια η μαμά του Χαρούμενου Παιδακίου, οπότε είπα, αφού, εχμ, δεν της πήρα [πάλι] δώρο, να πω τουλάχιστον ένα παραμύθι!
μπορεις παντα να δικαιολογηθεις λεγοντας οτι φταιει η κριση, οτι τα καλα μαγαζια ειναι κλειστα λογω Αυγουστου, οτι προτιμας να ξοδεψεις το ιδιο χρημα σε ενα ειδικο κεφαλαιο για τις σπουδες του Χαρουμενου Παιδιου κτλ :)
Χρονια της Πολλα!
Χρόνια πολλά στην σύζηγο. Πολύ ωραίο το φωτο-παραμύθι, μήπως να γράψεις βιβλίο? :)
Το προσπαθώ ρε γαμώτο, αλλά δεν μου βγαίνει!
Επιτρέπεται να καρπωθούμε το δώρο κι εμείς που γιορτάζουμε σήμερα; (Δηλαδή γιορτάζαμε τότε που η 6η Αυγούστου ήταν “σήμερα”, δηλαδή βασικά είχε γενέθλια η κόρη μου).
Χαχα, να την χαίρεσαι Αόρατη Μελάνη, του χρόνου θα της συντάξω χωριστό παραμύθι! :-)