Περί του δικαιώματος αυτοδιάθεσης

Με αφορμή την έξαρση του κριμαϊκού ζητήματος, εκθέτω κάποιες σκέψεις περί του δικαιώματος των λαών να αυτοδιατίθενται, ήτοι του δικαιώματός τους σε απόσχιση, ένωση, ανεξαρτησία, αυτονομία, ομοσπονδιοποίηση ή ότι άλλο.

Πρώτον

Το δικαίωμα αυτοδιάθεσης είναι ένα συλλογικό δικαίωμα, που κατοχυρώνεται νομικά στο άρ. 1 του Διεθνούς Συμφώνου Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων (ΔΣΑΠΔ), κυρωτικός νόμος 2462/1997:

Όλoι oι λαoί έχoυv τo δικαίωμα της αυτoδιάθεσης. Σύμφωvα με τo δικαίωμα αυτό καθoρίζoυv ελεύθερα τo πoλιτικό καθεστώς τoυς και εξασφαλίζoυv ελεύθερα τηv oικovoμική, κoιvωvική και μoρφωτική αvάπτυξή τoυς.

Αλλά και ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών καθορίζει την αυτοδιάθεση ως σκοπό στο πρώτο άρθρο του:

To develop friendly relations among nations based on respect for the principle of equal rights and self-determination of peoples, and to take other appropriate measures to strengthen universal peace.

Δεύτερον

Τα σύνορα υπάρχουν για τους ανθρώπους και όχι αντίστροφα. Δεν υπάρχει τίποτε το ιερό σε μια γραμμή στον χάρτη, ειδικά αν οι άνθρωποι που την υφίστανται έχουν άλλη γνώμη. Οι άνθρωποι άλλωστε δεν αλλάζουν τόσο εύκολα γνώμη για τα σύνορά τους (αν είναι χαραγμένα σωστά βέβαια και όχι αν έχουν επιβληθή από κάποιο δικτάτορα που ένιωθε ενοχές για την συμμετοχή του σε μια γενοκτονία). Αλλά αν αλλάξουν, φταίει το μέχρι τώρα κράτος τους που δεν τους πρόσεξε και όχι εκείνοι.

Τρίτον

Το φάντασμα της αυτοδιάθεσης στοιχειώνει εδώ και μια γενιά την Ευρώπη: Κύπρος, Υπερδνειστερία, Αμπχαζία, Κροατία, Βοσνία, Κοσσυφοπέδιο, Μαυροβούνιο, Ν. Οσετία, Κριμαία, Σκωτία, Καταλωνία. Το εθνικό κράτος καλά κρατεί, καλώς ή κακώς, και δεν ζούμε ακόμη στο στρουμφοχωριό της ιλαρής ομοιομορφίας.

Πέραν τούτου, μονάδα μέτρησης του ιστορικού χρόνου δεν είναι ο εφήμερος βίος μας. Οι άνθρωποι έρχονται και παρέρχονται, οι ιδεολογίες αλλάζουν, η εθνογένεση συντελείται αδιάκοπα. Όταν όμως αλλάζει το περιεχόμενο, λέγε με εθνικό φρόνημα, αλλάζει και το δοχείο, λέγε με καθεστημένα σύνορα. Πρέπει λοιπόν να έχουμε μια θεωρία για τη αυτοδιάθεση και όχι να φετιχιζώμαστε με την εδαφική ακεραιότητα και το αμετακίνητο των συνόρων.

Read moreΠερί του δικαιώματος αυτοδιάθεσης

9 συν 1 σκέψεις περί κηδεμονισμού

Με αφορμή την προ ημερών εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και ζωηρή εκδήλωση του Ερευνητικού Ομίλου John Stuart Mill στην Νομική, όπου έλαμψαν διά της παρουσίας τους οι ομιλητές Αντώνης Καραμπατζός, Επ. Καθηγητής της Νομικής μας, και Κωνσταντίνος Καλλίρης, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας Δικαίου της Οξφόρδης, καταγράφω κάποιες σκέψεις, αξιοποιώντας όσα μας δίδαξαν οι καλοί φίλοι (χωρίς να συμφωνούν βέβαια απαραίτητα με όλα όσα γράφω, αυτοί χάνουν και ντροπή δικιά τους):

1.

Αρχής σοφίας, ξέρετε τι. Το θέμα μας είναι ο κηδεμονισμός, που κάτι παλιοχαρακτήρες τον λένε πατερναλισμό. Ο όρος αυτός έχει δύο κακά: είναι πρώτον ξενόγλωσσος και δεύτερον φαλλοκρατικός. Οπότε εγώ προτιμώ δυνατά κι ελληνικά να τον λέω κηδεμονισμό, που επιτρέπει και την χρήση όλης της οικογένειας λέξεων κηδεμών, κηδεμονεύω, κηδεμονευτικός, ακηδεμόνευτος κ.λπ.

Κηδεμόνας είναι λοιπόν κάποιος που παίρνει τις αποφάσεις (που δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε ή δεν ξέρουμε να πάρουμε εμείς) για λογαριασμό μας και πάντα για το καλό μας. Ο κηδεμονισμός συνεπώς 1) περιορίζει την ελευθερία μας, αλλά 2) πάντοτε επ’ αγαθώ: ο κηδεμών είναι αγαθόβουλος. Θυσιάζει ελευθερία για να κερδίση ευημερία. Προωθεί μια αντίληψη του αγαθού δαπάναις του ορθού. Αντιλαμβάνεται την ελευθερία και τις περί αγαθού αντιλήψεις ως ανταγωνιστικά προϊόντα σε ένα αλγεβρικό άθροισμα.

Να και ένας ακόμη αγαθόβουλος κηδεμόνας.
Να και ένας ακόμη αγαθόβουλος κηδεμόνας.

2.

Κηδεμονισμού υπάρχουν κάμποσες ποικιλίες. Σημειώνω εδώ την διάκριση ανάμεσα σε σκληρό και ήπιο κηδεμονισμό, όπου σκληρός και άτεγκτος είναι ο κηδεμών που μας υποκαθιστά κατά τας βουλάς του, ενώ ήπιος είναι ο κηδεμονισμός που συγχωρείται μόνο αφού διαγνωστή κάποιο γνωστικό ή βουλητικό ελάττωμα.

Μια άλλη σημαντική διάκριση είναι μεταξύ θετικού και αρνητικού κηδεμονισμού, όπου ο θετικός κηδεμονισμός εννοεί το αγαθό του κηδεμονευομένου ως προσθήκη, επαύξηση, βελτίωση κάποιου θετικού ιδιώματος, την στιγμή που αρνητικός είναι ο κηδεμονισμός όταν αποτρέπει, παρεμποδίζει, διακωλύει την επέλευση κάποιας βλάβης.

Ο κηδεμών πράττει επίσης αμέσως ή εμμέσως. Άμεσο κηδεμονισμό έχουμε όταν επιβάλλεται κάτι ευθέως στον κηδεμονευόμενο, ενώ έμμεσο όταν η επιταγή απευθύνεται σε τρίτο που έρχεται σε επαφή με τον κηδεμονευόμενο, τυπικά στον προμηθευτή κάποιου προϊόντος ή κάποιας υπηρεσίας.

Εδώ κυρίως ενδιαφέρει ο ήπιος και αρνητικός κηδεμονισμός, άμεσος και έμμεσος.

Read more9 συν 1 σκέψεις περί κηδεμονισμού

Υπόθεση Βαλλιανάτος και λοιποί κατά Ελλάδος: η ουσία

Λέγαμε στην προηγούμενη ανάρτηση για τα προκαταρκτικά της πολύ σημαντικής υπόθεσης Βαλλιανάτου και λοιπών κατά Ελλάδος. Περισσότερο σημαντική όμως από τα προκαταρκτικά είναι η ουσία.

Γρηγόρης Βαλλιανάτος
Γρηγόρης Βαλλιανάτος

Read moreΥπόθεση Βαλλιανάτος και λοιποί κατά Ελλάδος: η ουσία

Υπόθεση Βαλλιανάτος και λοιποί κατά Ελλάδος: τα προκαταρκτικά

Ποτέ μου δεν κατάλαβα τι είναι το σύμφωνο συμβίωσης και τι το χρειαζόμαστε: επειδή υπάρχουν κάποιοι που θέλουν να είναι έγγαμοι, αλλά να μην το λένε γάμο; Για ποιο λόγο χρειαζόμαστε μια οικογενειακή σύμβαση που να είναι κάτι παραπάνω από μνηστεία και κάτι λιγώτερο από γάμος; Γιατί τότε να μην εισαγάγουμε και καναδυό βαθμίδες ημιγάμων ακόμη;

Τέλος πάντων, ο νόμος είναι νόμος. Και εν προκειμένω νόμος είναι ο Ν. 3719/2008, ο οποίος προβλέπει τα εξής στο άρ. 1:

Η συμφωνία δύο ενήλικων ετερόφυλων προσώπων με την οποία οργανώνουν τη συμβίωσή τους (σύμφωνο συμβίωσης) καταρτίζεται αυτοπροσώπως με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Η ισχύς της συμφωνίας αρχίζει από την κατάθεση αντιγράφου του συμβολαιογραφικού εγγράφου στον ληξίαρχο του τόπου κατοικίας τους, το οποίο καταχωρείται σε ειδικό βιβλίο του Ληξιαρχείου.

Οι συμβαλλόμενοι συμβιωτές συνεπώς πρέπει να είναι ετερόφυλοι κατά νόμον. Αυτό συνιστά εξόφθαλμη διάκριση λόγω φύλου, φανταστήτε μόνο να επιτρεπόταν η πώληση κάποιου εμπορεύματος ή το δάνειο μόνο μεταξύ ετεροφύλων (ή μόνο μεταξύ ομοφύλων, το ίδιο είναι). Αυτά τα έχουμε πει εδώ και χρόνια, τι να λέμε τώρα.

Στην υπόθεση Βαλλιανάτος και λοιποί κατά Ελλάδος (Νοε 13) προσεβλήθη λοιπόν ενώπιον του Στρασβούργου ακριβώς αυτό.

Από την άποψη αυτή, η έκβαση της υπόθεσης ενώπιον του ΕΔΔΑ ήταν απολύτως αναμενόμενη. Το ίδιο και η συντριπτική πλειοψηφία 16-1 της διηυρυμένης σύνθεσης.

Υπήρξε όμως και ένας λέων στην μειοψηφία.

Read moreΥπόθεση Βαλλιανάτος και λοιποί κατά Ελλάδος: τα προκαταρκτικά

Αρχή Προσφυγών, αλλά όχι Προσφύγων;

Προσοχή: ακολουθεί βαρετό νομικό κείμενο. Που όμως κρύβει για κάποιους ανθρώπους ένα ζήτημα σχεδόν ζωής και θανάτου. Κι ας μην του φαίνεται.

Ο Ν. 3907/2011 ίδρυσε στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως, που τώρα κάπως αλλιώς το βαφτίσανε, την Υπηρεσία Ασύλου. Αυτή είναι η υπηρεσία η οποία εξετάζει όλα τα αιτήματα ασύλου, σύμφωνα με σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία (Οδηγία 115/2008). Με την νομοθεσία αυτή η σχετική αρμοδιότητα αφαιρέθηκε από την ΕΛΑΣ, όπου τα πράγματα ήταν κάπως, εμ, αντιπροσφυγικά. Δημιουργήθηκε, με τα χρήματα των μερκελιστών βεβαίως, μια αξιόλογη υποδομή, προσελήφθησαν παιδιά με μεταπτυχιακά, διατέθηκαν διερμηνείς (ακόμη και των λινγκάλα) και τα λοιπά. Μια σαφής πρόοδος.

Η αίτηση ασύλου τώρα εξετάζεται σε δύο βαθμούς. Αρχικά την κρίνει ως αποφαινόμενη αρχή ένας χειριστής (χειρίστρια συνήθως, ξέρετε τώρα). Αν απορριφθή, υπάρχει δικαίωμα προσφυγής προς την Αρχή Προσφυγών, που είναι ανεξάρτητη υπηρεσία, χωριστή από την Υπηρεσία Ασύλου. Στην Αρχή λειτουργούν κάμποσες τριμελείς επιτροπές. Η προσφυγή αυτή, για να έχη νόημα, όπως κάθε διοικητική προσφυγή, πρέπει να είναι αποτελεσματική (effective remedy κατ’ άρ. 13 της Οδηγίας) και να μην εξαντλήται σε ένα τυπικό επανέλεγχο. Ο χειριστής (πρέπει να) κρίνεται και ελέγχεται.

Μάλιστα, ο Ν. 3907/2011 χρησιμοποιεί ασυνήθιστα έντονη γλώσσα σχετικά. Στο άρ. 3 παρ. 4 αναφέρει:

Τα μέλη των Επιτροπών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους απολαμβάνουν προσωπικής ανεξαρτησίας.

Read moreΑρχή Προσφυγών, αλλά όχι Προσφύγων;

Υπέρ του δικαιώματος πληροφορήσεως του κατηγορουμένου

Ευχαριστώ τον φίλο ποινικολόγο Αντώνη Μπαλτά για σκέψεις, επιχειρήματα και υλικό σχετικά με το σημερινό άρθρο μου.

Είναι δύσκολο πράγμα να είσαι κατηγορούμενος. Ειδικά στην Ελλάδα Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το άρ. 12 Ν. 4236/2014 επέφερε πριν λίγες ημέρες, για νιοστή φορά, αλλαγές στον πολύπαθο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

Ειδικώτερα, εισήγαγε τις νέες παραγράφους 3, 4 και 5 στο άρ. 101 ΚΠΔ, το οποίο πλέον έχει ως εξής:

1. Ο ανακριτής, μόλις μετά την κλήτευσή του εμφανιστεί ή οδηγηθεί σ’ αυτόν ο κατηγορούμενος για ν’ απολογηθεί, του ανακοινώνει το περιεχόμενο του κατηγορητηρίου και των άλλων εγγράφων της ανάκρισης. Επιτρέπεται επίσης στον κατηγορούμενο να μελετήσει ο ίδιος ή ο συνήγορός του το κατηγορητήριο και τα έγγραφα της ανάκρισης. Με γραπτή αίτηση του κατηγορουμένου και με δαπάνη του χορηγούνται σε αυτόν αντίγραφα του κατηγορητηρίου και των εγγράφων της ανάκρισης.
2. Την ίδια υποχρέωση έχει ο ανακριτής, και τα ίδια δικαιώματα ο κατηγορούμενος, όταν κληθεί ξανά σε συμπληρωματική απολογία, πάντως μετά το τέλος της ανάκρισης και προτού διαβιβαστεί η απολογία στον εισαγγελέα (άρθρο 308 παρ. 1), καλείται πάντοτε ο κατηγορούμενος να μελετήσει όλη τη δικογραφία. Αν όμως η ανάκριση εξακολούθησε περισσότερο από μήνα μετά την πρώτη ή κάθε μεταγενέστερη απολογία, δικαιούται ο κατηγορούμενος να ασκεί τα δικαιώματά του μια φορά το μήνα, και κάθε φορά ο ανακριτής συντάσσει σχετική έκθεση κάτω από την απολογία του κατηγορουμένου.
3. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2, εφόσον δεν θίγεται το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, οι αρμόδιες αρχές, κατά την ανάκριση, προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση, δεν επιτρέπουν την πρόσβαση σε τμήμα του υλικού, αν αυτή ενδέχεται να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο τη ζωή ή τα θεμελιώδη δικαιώματα άλλου προσώπου ή αν τέτοια άρνηση είναι απολύτως απαραίτητη για την προστασία σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, όπως στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η πρόσβαση θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη διεξαγωγή έρευνας ή να βλάψει σοβαρά την εθνική ασφάλεια.
4. Για την παροχή πληροφοριών στον κατηγορούμενο, σύμφωνα με τα παραπάνω, συντάσσεται έκθεση ή γίνεται ειδική μνεία στην έκθεση που συντάσσεται αρμοδίως.
5. Ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του έχει το δικαίωμα να υποβάλει αντιρρήσεις κατά της ενδεχόμενης παράλειψης ή άρνησης της αρμόδιας αρχής να παράσχει τις κατά τα ανωτέρω πληροφορίες. Η παράγραφος 3 του άρθρου 236Α εφαρμόζεται αναλόγως.

Read moreΥπέρ του δικαιώματος πληροφορήσεως του κατηγορουμένου

Μικρό κανονολογικό ΙΙ

Σε συνέχεια όσων είχα υποστηρίξει εδώ και με αφορμή την πρόσφατη παραπομπή από το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο στο Δικαστήριο της ΕΕ στο Λουξεμβούργο του προδικαστικού ζητήματος αν είναι σύμφωνο με τις ευρωπαϊκές συνθήκες ή μήπως υπερβαίνει τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων, έστω και από την δευτερεύουσα αγορά, θυμήθηκα και κάτι άλλο.

Σύμφωνα με το άρ. 123 παρ. 1 και 125 παρ. 1 της Συνθήκης για την Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ):

Απαγορεύονται οι υπεραναλήψεις ή οποιουδήποτε άλλου είδους πιστωτικές διευκολύνσεις από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή από τις κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών, οι οποίες εφεξής αποκα­λούνται «εθνικές κεντρικές τράπεζες», προς θεσμικά και λοιπά όργανα ή οργανισμούς της Ένωσης, κεντρικές κυβερνήσεις, περιφερειακές, τοπικές ή άλλες δημόσιες αρχές, άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή δημόσιες επιχειρήσεις των κρατών μελών απαγορεύεται επίσης να αγοράζουν απευθείας χρεόγραφα, από τους οργανισμούς ή τους φορείς αυτούς, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή οι εθνικές κεντρικές τράπεζες. […]

Η Ένωση δεν ευθύνεται για τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν οι κεντρικές κυβερνήσεις, οι περιφερειακές, τοπικές ή άλλες δημόσιες αρχές, άλλοι οργανισμοί δημοσίου δικαίου ή δημόσιες επιχειρήσεις των κρατών μελών, ούτε τις αναλαμβάνει, με την επιφύλαξη των αμοιβαίων χρηματοοικονομικών εγγυήσεων για την από κοινού εκτέλεση ενός συγκεκριμένου έργου. Κανένα κράτος μέλος δεν ευθύνεται για τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν οι κεντρικές κυβερνήσεις, οι περιφερειακές, τοπικές ή άλλες δημόσιες αρχές, άλλοι οργανισμοί δημοσίου δικαίου ή δημόσιες επιχειρήσεις άλλου κράτους μέλους, ούτε τις αναλαμβάνει, με την επιφύλαξη των αμοιβαίων χρηματοοικονομικών εγγυήσεων για την από κοινού εκτέλεση ενός συγκεκριμένου έργου.

Read moreΜικρό κανονολογικό ΙΙ