Έστω ο Α. Ο Α διαθέτει κάποιο ακίνητο προς ενοικίαση, ας πούμε ένα δυάρι στην Κυψέλη.
Έστω ο Β. Ο Β αναζητεί ακίνητο προς ενοικίαση, ας πούμε ένα δυάρι στην Κυψέλη.
Στον βαθμό που οι δικαιοπρακτικές τους βουλήσεις κατατείνουν στην αυτή έννομη συνέπεια, έστω και από αντίθετες οδούς, μπορεί να συναφθή μια μισθωτική σύμβαση.
Για μισό λεπτό όμως: ο Α τυγχάνει Έλλην, ο Β όμως Πακιστανός. Για την ακρίβεια, ο Β είναι ένας Πακιστανός εργάτης του μεροκάματου, φτωχός άνθρωπος, εργατικός, αλλά ταλαιπωρημένος.
Ο Έλλην Α αρνείται την μίσθωση στον Πακιστανό Β.
Είναι ο Α ρατσιστής;
Για να είναι ρατσιστής ο Α, που δεν βάζει τον Πακιστανό μέσα στο σπίτι του, αν μιλάμε στα σοβαρά και δεν χαζολογούμε σαν τίποτα δικαιωματιστές δικηγόρους, απαιτείται ο ρατσισμός να είναι η αιτία της άρνησης της μίσθωσης και, αντιστρόφως, η άρνηση μίσθωσης να προκλήθηκε αιτιωδώς από τον ρατσισμό. Αν, αφαιρουμένου του ρατσισμού, η μίσθωση δεν θα συναπτόταν για κάποιον άλλο λόγο, ήτοι εξαιτίας κάποιας άλλης αιτίας, τότε η άρνηση δεν είναι ρατσιστική.
Αυτό προκύπτει και από την διατύπωση του άρ. 2 παρ. 2 Ν. 4443/2016:
2. Για τους σκοπούς των διατάξεων του Μέρους Α’:
α) ως «άμεση διάκριση» νοείται όταν ένα πρόσωπο υφίσταται, για λόγους φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν της οποίας τυγχάνει, έτυχε ή θα ετύγχανε άλλο πρόσωπο, σε ανάλογη κατάσταση, β) ως «έμμεση διάκριση» νοείται όταν μία εκ πρώτης όψεως ουδέτερη διάταξη, κριτήριο ή πρακτική μπορεί να θέσει πρόσωπα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου, σε μειονεκτική θέση συγκριτικά με άλλα πρόσωπα.
Ένας πολύ απλός τρόπος να ελέγξουμε την αιτιώδη συνάφεια είναι να ασκηθούμε με την υποθετική αιτιότητα: τι θα συνέβαινε αν απολειπόταν ο κρίσιμος όρος, εν προκειμένω ο ρατσισμός; Αν τίποτε δεν θα άλλαζε, τότε ο όρος τον οποίο εξετάζουμε συνιστά όντως και αιτία του αποτελέσματος. Διαφορετικά, δεν είναι. Κάπου αλλού πρέπει να τον αναζητήσουμε.