Πριν από καιρό είχα αναρτήσει στην κατηγορία «Ηθικά» σύντομο post που αφορούσε υποψηφίους διδάκτορες. Εκεί συμμεριζόμουν την αμφιβολία γύρω από την σημασία της απόκτησης διδακτορικού τίτλου που είχε εκφράσει με ωραίο τρόπο σε έναν από τους Στοχασμούς του ο Ιταλός ποιητής Leopardi. Με την παρούσα ανάρτηση ολοκληρώνω τους συνιστολογικούς μου στοχασμούς γύρω από την απόκτηση του διδακτορικού τίτλου.
Κάποτε συνάντησα τυχαία έναν Ακαδημαϊκό και παλαιό Καθηγητή Νομικής σε μια διάλεξη και πλησίασα για να τον γνωρίσω. Όταν του συστήθηκα ως υποψήφιος διδάκτωρ Νομικής και αφού ανταλλάξαμε μια δυο κουβέντες, μου είπε: «Σου εύχομαι καλή επιτυχία με την διατριβή σου. Αν και σήμερα, το διδακτορικό έχει πια χάσει την αξία του. Όλοι παίρνουν διδακτορικό αγαπητέ μου! Και όλοι γράφουν διδακτορικό. Δηλαδή: Όλοι με τον Πίλαβο, και μια μακαρονάδα!»…
Καταλαβαίνοντας ο Καθηγητής ότι δεν κατενόησα την τελευταία του πρόταση, μπήκε στον κόπο να μου την εξηγήσει. Μου είπε ότι ο «Πίλαβος» ήταν ένα πλοίο που –χρόνια πριν- έκανε το δρομολόγιο Πειραιάς-Ερμιόνη. Ο ιδιοκτήτης του, λοιπόν, προκειμένου να κάνει το συγκεκριμένο ταξίδι ελκυστικό στο επιβατικό κοινό και να αυξήσει τον κόσμο και το κέρδος, είχε μια φαεινή ιδέα: Εγκατέστησε στο πλοίο έναν σεφ και τον έβαλε να μαγειρεύει και να προσφέρει ένα πιάτο μακαρονάδας εν πλω στον καθέναν. Το σχετικό διαφημιστικό σλόγκαν ήταν εύλογο και αναμενόμενο: «Όλοι με τον Πίλαβο και μια μακαρονάδα!»
Η αναλογία του Πίλαβου, του καπετάνιου και της μακαρονάδας με το Πανεπιστήμιο, τους καθηγητές και το διδακτορικό μπορεί να αναπτυχθεί στις λεπτομέρειές της –δεν είναι όμως αυτό που με απασχολεί. Θα προχωρήσω καταγράφοντας και άλλα επεισόδια από την εμπειρία μου. Όλα έχουν ένα κοινό σημείο: Δείχνουν μια προϊούσα απαξίωση του διδακτορικού τίτλου μεσω του υπερπληθωρισμού διδακτόρων και της παροχής αρκετών «ευκολιών» για την εκπόνησή του. Αυτή πρέπει να πονάει όλους όσοι κουράστηκαν πραγματικά για να γράψουν ευσυνείδητα διατριβή.
Ένας συνομίληκος μου νομικός και πολυάσχολος σήμερα δικηγόρος με ρώτησε πριν από λίγον καιρό ανερυθρίαστα, ξέροντας ότι τελειώνω τη διατριβή μου: «Δεν μου λες ρε Κώστα; Πόσον ακριβώς χρόνο χρειάζομαι για να γράψω ένα διδακτορικό; Δεν έχω καιρό λόγω γραφείου να διαβάσω και πιέζομαι. Θέλω να μου πεις πόσες ώρες θα μου πάρει να το γράψω και σε πόσον καιρό θα το ολοκληρώσω. Πες μου όμως συγκεκριμένα πράγματα, όχι θεωρίες!». Ο γνωστός μου αυτός φαίνεται ότι έχει στο μυαλό του ένα είδος διδακτορο-χρονοχρέωσης, επηρεασμένος από το δικηγορικό περιβάλλον στο οποίο εργάζεται. Πρέπει όμως να καταλάβει ότι δουλειά και διδακτορικό δεν γίνονται μαζί (και όσοι δεν έχουν τα οικονομικά μέσα ή τον χρόνο να αφιερώσουν στη συγγραφή διατριβής βρίσκονται εξαρχής σε μειονεκτική θέση). Γιατί το διδακτορικό είναι από μόνο του μια πολύ σοβαρή δουλειά.
Ένας άλλος πάλι στενός φίλος μου, μου εξιστορούσε πρόσφατα την ιστορία ενός συγγενούς του (ας τον ονομάσουμε Χ) που είναι βαθιά μπλεγμένος σε κομματικά γρανάζια και έχει μεγαλεπήβολους πολιτικούς στόχους για το μέλλον: Ο Χ τρώγεται να κάνει ένα διδακτορικό στη Νομική, σχολή στην οποία μπήκε με αμφίβολες κατατακτήριες, γιατί –λέει- είναι απαραίτητο για μελλοντική πολιτική καριέρα: Προσδίδει status και κύρος. Και έτσι ο Χ, στα διαλείμματά από το καθάρισμα καρεκλών σε κομματικές συγκεντρώσεις και μολονότι τα χέρια του έχουν πονέσει από το χειροκρότημα, πιάνει τον υπολογιστή του και γράφει και πεντε-έξι αράδες στην διδακτορική διατριβή που ανέλαβε. Κάποτε μάλιστα, τον βοηθά σε αυτό και ο ιδίων φρονημάτων «επιβλέπων» Καθηγητής του. Αυτός προσβλέπει με την σειρά του σε προσωπικά οφέλη από την διαφαινόμενη πολιτική ισχύ του φοιτητοπατέρα υποψηφίου του. Και του υπόσχεται ότι θα τον «σπρώξει» στην τελική ευθεία απόκτησης του τίτλου, ακόμη κι αν οι αράδες που έγραψε είναι για πέταμα… «Έτσι γίνονται οι δουλειές σήμερα», λέει ο Χ στον φίλο μου –και ο τελευταίος μεταφέρει τα παραπάνω και σε μένα και ρωτάει: «Μήπως να γράψω κι εγώ καμιά διατριβή;»
Σε όλη αυτή την κατάσταση έρχονται να προστεθούν πολλοί ακόμη: Αιώνιοι υποψήφιοι διδάκτορες που ουδέποτε γράψανε έστω και μια γραμμή διατριβής αλλά παραμένουν (τιμής ένεκεν; ) γραμμένοι στην Σχολή μέχρι να τα καταφέρουν. Οι πιο επίμονοι από αυτούς θα βρουν –συνήθως μετά από χρόνια- την κατάλληλη ευκαιρία να αλλάξουν το αρχικό θέμα της διατριβής τους σε κάτι εύκολο ή τρέχον που τους απασχολεί στα δικηγορικά τους γραφεία και να ολοκληρώσουν τελικώς το διδακτορικό κάπου στα πενήντα τους. Αιώνοι ωρομίσθιοι μεταπτυχιακοί φοιτητές (ΩΜΦ) που δεν ντρέπονται να καρεκλοκενταυρίζουν στο Πανεπιστήμιο για δεκαετίες μολονότι τα λεφτά είναι αστεία, εμποδίζοντας νεότερους με διάθεση για δουλειά να προσφέρουν κι αυτοί με τη σειρά τους. Οι αιώνιοι ΩΜΦ (θέμα που θα με απασχολήσει και σε άλλο Post) είναι ασφαλώς στην συντριπτική τους πλειονότητα υποψήφιοι διδάκτορες (ή αιώνιοι μεταπτυχιακοί πρώτου κύκλου): Γιατί μόνον με αυτό το τέχνασμα μπορούν να κρατούν τις θεσούλες τους διατηρώντας την γλυκιά ψευδαίσθηση ότι είναι και αυτοί «άνθρωποι του Πανεπιστημίου». Και, ασφαλώς, ουδείς εξ αυτών έχει σοβαρό σκοπό να γράψει διατριβή: Οι γυναίκες κάνουν συνήθως οικογένειες και ανατρέφουν παιδιά, οι άντρες μπλέκονται με τα επαγγελματικά και χώνονται βαθιά στην δικηγορία, η ζωή προχωράει και η διατριβή παραπέμπεται στις Καλένδες…
Οι κύριοι Καθηγητές σιωπούν απέναντι σε όλα αυτά…. Και όταν χτυπήσει την πόρτα τους κανείς για διδακτορικό, τον καλωσορίζουν ως άλλοι σεφ και του δίνουν κι αυτού την «μακαρονάδα» του. Μερικές φορές μάλιστα αδιαφορούν ακόμη και για την πιθανή σύμπτωση των θεμάτων με εκείνα που μόλις ανέλαβαν άλλοι. Αφήνουν τους υποψηφίους να ρουφούν ηδονικά το ίδιο μακαρόνι μέχρι να συγκρουστούν τα κεφάλια τους… Άλλοτε πάλι ο διδακτορικός τίτλος απαξιώνεται e contrario από εκείνους που θα μας έλεγαν το διαφημιστικό «Είμαι μακαρονάς, τί να κάνουμε;» και θα πέφτανε με τα μούτρα σε περισσότερες της μίας διατριβές….Στους τελευταίους βέβαια συγκαταλέγονται και φωτεινές εξαιρέσεις ή δυνατά μυαλά, που δεν μπορεί κανείς παρά να τα συγχαρεί για το κουράγιο και για το «στομάχι» τους!
Θα είχα πολλά να γράψω ακόμη, αλλά θα σας κούραζα. Περνάω λοιπόν στις (ουτοπικές ίσως) προτάσεις μου και την γενικότερη αιτιολόγησή τους.
- Σοβαρότητα εκ μέρους των καθηγητών όταν δίνουν διδακτορικά. Ας αναζητήσουν οι διδάσκοντες κάποια τυπικά κριτήρια (λ.χ. το Αριστα στον μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών ή την βαθμολογία σε σχετικά μαθήματα) ή –επειδή τα τυπικά κριτήρια είναι κάποτε επικίνδυνα- ας κρίνουν εξονυχιστικά και υπεύθυνα (ερωτήσεις επί του θέματος!) τον υποψήφιο σε συνέντευξη προτού του δώσουν την μακαρονάδα του. Δεν είναι όλοι γερά πηρούνια για να την καταφέρουν…
- Σοβαρότητα εκ μέρους των υποψηφίων όταν αναλαμβάνουν διατριβές. Ας σκεφτούν λιγάκι, όσοι θέλουν τον τίτλο, γιατί τον θέλουν: Για την αγορά εργασίας, για ακαδημαική καριέρα, για πολιτική καριέρα, για κοινωνικό κύρος; Ας ξεκαθαρίσουν στο μυαλό τους, ότι ο μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών είναι υπερεπαρκής για τα περισσότερα από τα παραπάνω. Τόσο για την δικηγορική πράξη (στην οποία έτσι κι αλλιώς αυτός δεν καλοπληρώνεται) όσο και για τις κοινωνικές μας συναναστροφές (για εκείνον που θεμιτώς τον μοστράρει στην κάρτα του). Αν κάποιος δεν θέλει να γίνει Καθηγητής, δεν έχει κατά την γνώμη μου επαρκές κίνητρο για να εμπλακεί στην διδακτορική περιπέτεια. Αφήνω, που χάνει πολυτιμότατο χρόνο από την είσοδό του στην αγορά εργασίας (τουλάχιστον τέσσερα χρόνια με τον στρατό αν πρόκειται για άντρα). Κλείνω με την εξής παρατήρηση: Αυτά που κάποτε προβάλλονται ως πλεονεκτήματα του διδακτορικού συστεγαζόμενα υπό τη γενικόλογη ονομασία «εμπειρία ζωής» κ.λπ. είναι βαθιά παραπλανητικά -ιδίως όταν συνδυάζονται με την προτροπή να ζήσουμε στο εξωτερικό ως υποψήφιοι διδάκτορες, παρατείνοντας την φοιτητική μας ζωή (και χρεώνοντας συνήθως τους γονείς). Το διδακτορικό είναι πράγματι μια «εμπειρία ζωής» αλλά υπό την έννοια μιας σκληρής άσκησης σε αυτοπειθαρχία, συστηματική αυτόνομη δουλειά, κοπιαστικό και πολύωρο διάβασμα και αναζήτηση των προσωπικών μας αντοχών και ορίων. Στο εξωτερικό πρέπει κανείς να υπερβεί και άλλα εμπόδια παλεύοντας λ.χ. με τα αισθήματα (αρχικής ή μόνιμης) μοναξιάς και νοσταλγίας που προκαλεί το ξένο περιβάλλον και η ξένη γλώσσα. Μην παρασύρονται λοιπόν οι νεότεροι από τις κορώνες πολλών περί φοιτητικής ζωής στο εξωτερικό και μην πλανώνται άλλοι, ότι ο Έλληνας υποψήφιος διδάκτωρ είναι ένας απλός φοιτητής που πίνει καφέδες στην Σκουφά καθημερινά. Τα πράγματα δεν έχουν έτσι.
- Χρονικά όρια για την εκπόνηση διδακτορικού: Όχι περισσότερα από έξι χρόνια (δηλαδή τα διπλάσια των προβλεπομένων). Στα εφτά να καίγονται οι υποψήφιοι διδάκτορες, με την επιφύλαξη του σοβαρού λόγου, της ανωτέρας βίας κ.λπ.
- Υποτροφίες για τους διδάκτορες (χρηματική ενίσχυση). Αν ο αριθμός τους μειωθεί, είμαι βέβαιος ότι θα υπάρξουν χρήματα για να δοθούν σε όσους κάνουν σοβαρή έρευνα. Είναι άδικο να μην ενισχύονται χρηματικώς όσοι δουλεύουν σκληρά.
Το ερώτημα που απομένει είναι: Γιατί όλα τα παραπάνω; Δεν είναι καλύτερο να αφήσουμε κι εδώ την αγορά να λειτουργήσει ελεύθερα με όρους προσφοράς και ζήτησης; Τί μας πειράζει ο υπερπληθωρισμός διδακτόρων ή, πολύ περισσότερο, υποψηφίων διδακτόρων; Έτσι κι αλλιώς, όποιος είναι ικανός τελικώς θα διακριθεί και θα ξεχωρίσει, ενώ όποιος είναι τενεκές θα τραπεί απλώς σε έναν τενεκέ-Δόκτορα… Η απάντησή μου σε μια τέτοια αντίρρηση είναι η εξής. Δεν προτείνω να γίνουν οι διδάκτορες μια συσπειρωμένη «συντεχνία» ελιτίστικου ή συνδικαλιστικού χαρακτήρα ούτε θέλω να εξασφαλιστεί ένα είδος numerus clausus στα υψηλά επίπεδα ακαδημαϊκής παιδείας. Το ζήτημα για μένα έχει να κάνει με την ουσία της εκπόνησης διατριβής ως προσωπικής μοναχικής πορείας ωρίμανσης, ουσία την οποία έπιασε ο Leopardi στον στοχασμό του που ήδη έχω παραθέσει: Το κύρος του διδακτορικού τίτλου είναι αναγκαίο μόνον, προκειμένου να μπορούν να το απομυθοποιούν πλήρως εκεί στα σαράντα τους ή και νωρίτερα, όλοι οι κάτοχοί του που είναι σοβαροί άνθρωποι και τους νοιάζει η ουσία των πραγμάτων και όχι το σπουδαιοφανές τους περιτύλιγμα!
Όταν τώρα οι διδάκτορες πληθαίνουν ανεξέλεγκτα και το διδακτορικό γίνεται μια κοινή μακαρονάδα που δίνεται σε όλους και τρώγεται από όλους, τότε χάνεται δυστυχώς η σχετική ευκαιρία ωρίμανσης: Κάτι που αποκτάται από όλους εύκολα απομυθοποιείται την ίδια την στιγμή της απόκτησής του εξίσου εύκολα. Το ότι απομυθοποιείται βεβαίως είναι πολύ καλό! Η απομυθοποίηση του ευκόλως αποκτηθέντος όμως συμβάλλει στην ωρίμανση των ανωρίμων υποψηφίων διδακτόρων πολύ λιγότερο από την απομυθοποίηση του δυσκόλως και αξίως αποκτηθέντος. Και κάποτε, ξέρετε όλοι πρέπει να ωριμάσουμε…
Αυτή πρέπει να πονάει όλους όσοι κουράστηκαν πραγματικά για να γράψουν ευσυνείδητα διατριβή. Η πίκρα που βγαίνει από αυτήν την φράση είναι δυστυχώς γνωστή σε πολλούς της γενιάς μας (ημερομηνία γεννήσεως δεύτερο μισό των 70ς). Εσύ μιλάς ειδικά για το διδακτορικό, φοβάμαι όμως ότι το πρόβλημα έχει μεγαλύτερες διαστάσεις. Ουσιαστικά είναι ο θυμός και η αγανάκτηση του έντιμου και υπεύθυνου ατόμου που βλέπει ότι τα πάντα (από τις σχέσεις μέχρι το διδακτορικό και την επαγγελματική επιτυχία) στην χώρα μας μπορούν να γίνουν με τον *εύκολο* τρόπο. Υπάρχουν όμως κάποιοι που μόνο ένα τρόπο ξέρουν – ακόμα και αν ήθελαν να κάνουν τα γνωστά κόλπα, θα το έκαναν με τρόπο τόσο αδέξιο που θα γίνονταν ο περίγελος των *καταφερτζήδων* . Δεν έχω καταλήξει ακόμα αν η ωρίμανση (που αναφέρεις) περιλαμβάνει και την σιωπήρη αποδοχή αυτής της κατάστασης. Διαφωνώ με την φράση σου: Το διδακτορικό είναι πράγματι μια «εμπειρία ζωής» αλλά υπό την έννοια μιας σκληρής άσκησης σε αυτοπειθαρχία, συστηματική αυτόνομη δουλειά, κοπιαστικό και πολύωρο διάβασμα και αναζήτηση των προσωπικών μας αντοχών και ορίων. Το διδακτορικό δεν νομίζω ότι είναι εμπειρία ζωής, ούτε όλα τα υπόλοιπα που περιγράφεις. Για το διδακτορικό πιστεύω ό,τι και για το εκπαιδευτικό σύστημα/πανεπιστήμιο: αποτελούν, μαζί με την ανάγκη βιοπορισμού, τα μεγαλύτερα εμπόδια στην προσπάθεια κάποιου να μορφωθεί και να καλλιεργηθεί. Τέλος έχω την εντύπωση ότι παρανόησες την εξαιρετική φράση του Λεοπάρντι.Η φράση έχει θέμα την ωρίμανση, όχι το διδακτορικό – αυτό το αναφέρει σαν παράδειγμα. Δεν προκύπτει από την φράση ότι το διδακτορικό έπαιξε ρόλο στην ωρίμανση του Goldsmith, όπως υπονοείς στην πρώτη παράγραφο της ανάρτησης σου.]]>
Τα λες πολύ ωραία για τις διατριβές. Αλλά λάβε και κάτι άλλο υπόψιν σου: ΔΕΝ παίρνουν διτριβή όλοι. Αν δεν σε πάει ο καθηγητής δεν παίρνεις με τίποτα όσο καλός/η και να είσαι. Εμένα μου έτυχε να θέλω διακαώς να κάνω διδακτορικό και συνάντησα τείχος. Ήταν δίκαιο αυτό;
ΠΑΙΔΙΑ ΕΓΩ ΒΑΣΑΝΙΖΟΜΑΙ ΜΕ ΤΟ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟ 2002. ΟΧΙ ΔΕΝ ΞΥΝΟΜΑΙ, ΤΟ ΕΧΩ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ ΑΠΛΑ ΜΕ ΑΠΟΦΕΥΓΕΙ Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΟΡΙΣΕΙ ΑΚΟΜΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΩ. ΛΕΤΕ ΝΑ ΤΟ ΕΧΩ ΧΑΣΕΙ? ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΡΙΟ?