«Φράκο» ή «φουστανέλα»; Τίποτα απ΄ τα δύο

Με το άρθρο αυτό επιστρέφω μετά από καιρό στο ιστολόγιο της Αναμόρφωσης προκειμένου να κλείσω την συμμετοχή μου σε αυτό ως συγγραφέας με έναν λίγο πιο κανονικό τρόπο. Ευχαριστώ τους συντελε­στές για την φιλοξενία και την ανταλλαγή θέσεων, μέσα από την οποία αναδείχθηκαν ουσιαστι­κές και υφολογικές διαφορές. Με την πεποίθηση ότι η κριτική πρέπει να είναι προσανατολι­σμένη περισσότερο προς τα πάνω (στους θεσμούς και στις διάφορες «ελίτ» που τους διαμορφώνουν) ο γράφων θα ιστολογεί στο εξής σποραδικά εδώ.

Όταν κανείς χτίζει ένα κτίσμα, είθισται η ανέγερσή του να ξεκινά από τα θεμέλια και να προχω­ρά στην ανωδομή. Το αντίθετο, το να στήσει, δηλαδή, κανείς τις σκαλωσιές για να χτίσει πρώτα τους επάνω ορόφους, ώστε να «κατηφορίσει» εν συνεχεία προς το ισόγειο και τα θεμέλια, είναι κάτι που ίσως απαντά μόνο σε κάποιο ποντιακό ανέκδοτο. Κι όμως, συναντάται και σε μία ακόμη ιδιά­ζουσα περίπτωση: αυτήν του νέου ελληνικού κράτους. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό;

Με αφορμή την τρέχουσα οικονομική κρίση, η οποία παράλληλα με τον διεθνή διασυρμό της χώρας έχει ουσιαστικά οδηγήσει στην πέμπτη χρεοκοπία του ελληνικού κράτους από τον 19ο αιώνα ως σήμερα, ήρθε ξανά στην επιφάνεια ένα περίεργο δίλημμα. Ένα υπαρξιακό ερώτημα που εδώ και περίπου έξι αιώνες απασχολεί σε διάφορες μορφές και με έντονο τρόπο τους Έλληνες: παπική τιάρα ή τουρκικό φακιόλιο; Δύση ή Ανατολή; Φράκο ή Φουστανέλα; Ανά­λογα με τις περιστάσεις το ερώτημα αναδιατυπώνεται, αλλά μοιάζει να παραμένει ίδιο. Στις μέ­ρες μας, π.χ. θα μπορούσε να διατυπωθεί ως «Τρόικα, μνημόνιο και ευρώ ή βαλκά­νια υπανάπτυξη εκτός ευρωζώνης;». Οι ακραίες τάσεις και πάλι παρούσες: οι πιο δογματικοί δυτι­κό­φρονες μοιάζουν σχεδόν να βλέπουν στην τρόικα τους επιγόνους της (επίσης τριμελούς) αντι­βασιλείας του Όθωνα τον 19ο αιώνα, αυτούς, δηλαδή, που θα ολοκληρώσουν ό,τι άρχισαν οι Βαυαροί, μετατρέποντας επιτέλους τους ευρωανώριμους Έλληνες σε σωστούς Δυτικοευρωπαίους. Πιθανώς, μάλιστα, να μην κακοβλέπουν εντελώς και την επιστροφή στο 1941 μέσω της δημοσιονομικής και πολιτικής ένωσης της ευρωζώνης υπό την Γερμανία. Οι αντιμνημονιακές φωνές, από την άλλη μεριά, αντιμετωπίζονται συχνά συλλήβδην σαν η έκφραση των νοοτροπιών εκείνων που κρατούν την χώρα στην βαλκανική (ή ίσως και οθωμανική) Ανατολή, μακριά από το αυτονόητα δυτικό της πεπρωμένο.

Δυστυχώς αρκεί μόνο μια απλή ερώτηση για να καταδείξει ότι κάτι δεν πάει καλά σε αυτή την διαχρονική, γηπεδικού τύπου αντιπαράθεση: κατά την Ύστερη Αρχαιότητα – για να επιλέξουμε μια περίοδο στην τύχη – τι ήταν ο ελληνικός κόσμος, Ανατολή ή Δύση; Φράκο ή Φουστανέλα; Θα αντιτείνει ίσως κανείς ότι δεν μπορούμε να θέσουμε ένα τέτοιο ερώτημα, διότι έτσι υπερπη­δάμε τους έξι τελευταίους αιώνες, αυτούς, δηλαδή, στους οποίους ως αποτέλεσμα της τουρκι­κής προώθησης προς δυσμάς προέκυψε το όλο ζήτημα. Με αυτό τον τρόπο, ωστόσο, είναι σαν να θεωρούμε ότι κατά τους έξι αυτούς αιώνες συνέβησαν εξελίξεις, οι οποίες όχι μόνον οδήγη­σαν σε σημαντικές ανακατατάξεις (που είναι αναμφισβήτητο), αλλά και «έσβησαν» πλήρως την πολιτιστική υπόσταση του «προ της Ανατολής και της Δύσεως» ελληνικού κόσμου. Σαν αποτέλεσμα της Τουρκοκρατίας ο τελευταίος μετατράπηκε πλέον σε «Ανατολή» ή σε «φουστανέλα», μια ταυ­τότητα που κατά τους υποστηρικτές του «φράκου» πρέπει κάποια στιγμή να αποβάλλει εξ ολο­κλήρου, προκειμένου να γίνει «Δύση».

Φουστανέλα και «φράκο»: σουρεαλιστικός συνδυασμός ελληνικής παραδοσιακής ενδυμασίας και δυτικοευρωπαϊκών ασκήσεων ακριβείας. Στο σύνολο θα ταίριαζαν, επίσης, ένα ιαπωνικό κιμονό και μάσκα αστροναύτη...

Πού εδράζεται, όμως, η τόσο απόλυτη άποψη της εξαφάνισης του παλαιού πολιτιστικού υπο­βάθρου; Γιατί μοιάζουν να την συμμερίζονται ακόμη και μερικοί από τους γνωρίζοντες ότι κατά την Τουρκοκρατία στις περιοχές που παρέμειναν ελληνόφωνες και χριστιανικές (π.χ. τμήματα της ηπειρωτικής Ελλάδας) τα βασικά στοιχεία της προϋπάρχουσας πολιτιστικής ανθρωπολο­γίας (γλώσσα, σύστημα ηθών, εθίμων και παραδόσεων, κλίμακα των μονάδων οργάνωσης) συ­νέχισαν να υφίστανται, αν και αλληλεπιδρώντας με το αλταϊκό ή οθωμανικό πολιτιστικό υπέρ­στρωμα (superstratum); Εδώ το όλο πράγμα αρχίζει να γίνεται πραγματικά ενδιαφέρον. Και αυτό γιατί φαίνεται ότι πίσω από την ανωτέρω παραδοχή κρύβεται μια παρωχημένη, για την ακρίβεια σχεδόν προεπιστημονική αντίληψη του χρονικού βάθους της πολιτιστικής εξέλιξης.

Ο υπερτονισμός των στοιχείων ασυνέχειας έναντι αυτών της συνέχειας έχει στην ρίζα της την ισχυρή εστίαση (ζουμάρισμα) της προσοχής του ιστορικού στους τελευταίους πέντε-έξι αιώνες. Εξαιτίας αυτού του μικροϊστορισμού η απόσταση που χωρίζει π.χ. τον ελληνισμό του 17ου αιώνα από αυτόν του 4ου αιώνα μ.Χ. ή π.Χ. γίνεται αντιληπτή περίπου με γεωλογικούς όρους. Και ο λόγος, για τον οποίον αυτού του είδους η μικροϊστορική εστίαση φαντάζει αυτο­νόητη και καθόλου προβληματική, είναι διότι απλούστατα δεν εκλαμβάνεται ως τέτοια. Το πόσο μεγάλη ή μικρή είναι η εκάστοτε εστίαση είναι, δηλαδή, συνάρτηση του μεγέθους της ευρύτερης εικόνας. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο, στην «ευρύτερη εικόνα», κρύβεται η μοιραία περιπλοκή μιας ολόκληρης αλυσίδας υποθέσεων και παραδοχών, η οποία καταλήγει στο να αντιλαμβάνε­ται κανείς την Ελλάδα και τους Έλληνες με όρους «φράκου» και «φουστανέλας».

Η μικροϊστορική προσέγγιση που αναφέραμε δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά και την Ευ­ρώπη. Στηρίζεται στην άποψη ότι η ιστορία της πρώτης αρχίζει στην αρχαιότητα (αρχή, αρχ-αίος), δηλαδή στην 1η χιλιετία π.Χ., και της δεύτερης στην Αναγέννηση. Και στις δύο περιπτώ­σεις, βέβαια, έχει συνειδητοποιηθεί ότι υπήρξαν και κάποια «πρόδρομα» στάδια (Μυκηναϊκή εποχή και πρώιμοι ιστορικοί χρόνοι στην πρώτη περίπτωση, Μεσαίωνας στην δεύτερη). Όμως η συνήθης αντίληψη συμφωνεί ότι πριν από αυτά τα στάδια και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει το χάος: μια μάλλον νεφελώδης, προκατακλυσμιαία περίοδος, η οποία δεν χρειάζεται να μας απα­σχολεί πολύ, αφού σίγουρα δεν μπορεί να έχει οποιαδήποτε σχέση με το παρόν και το κοντινό παρελθόν.

Ευρωπαϊκή Δύση (αριστερά) και αλταϊκή Ανατολή (δεξιά): πού «ανήκει» το ελληνικό τοπίο;

Όσο εύλογη κι αν ακούγεται, η ανωτέρω άποψη διασώζει μια αντίληψη περί ιστορικού χρόνου, όπως αυτή αναπτύχθηκε κατά τους προεπιστημονικούς χρόνους της δυτικής Ευρώπης. Τότε που η βιβλική, από Κτίσεως Κόσμου χρονολόγηση με αφετηρία το έτος 4004 π.Χ. αποτελούσε τον μοναδικό οδηγό ταξινόμησης του χάους της προϊστορίας. Από τα μέσα του 19ου αιώνα τα πράγματα, όμως, άλλαξαν δραματικά. Η γεωλογία και η αρχαιολογία άρχισαν να ανακαλύπτουν την πραγματική αρχαιότητα του φυσικού κόσμου και του ανθρώπου. Από τότε ως σήμερα η πολιτι­στική εξέλιξη στις διάφορες περιοχές της Ευρώπης έχει μελετηθεί σε ένα βάθος χρόνου που έχει διευρύνει ριζικά την «ευρύτερη εικόνα», εντός της οποίας εστιάζει ο ερευνητής της κάθε περιό­δου. Και, όπως γίνεται αντιληπτό, άλλη οντότητα αποκτούν τα εκάστοτε 500-600 χρόνια, εάν ο προϊστορικός και ιστορικός χρόνος έχει διάρκεια μόλις 6000 έτη, και τελείως διαφορετική, εάν ο χρόνος αυτός και μαζί με αυτόν η σχεδόν αδιάλειπτη πολιτιστική εξέλιξη σε συγκεκριμένες περιοχές εκτείνεται σε πενταπλάσιο ή δεκαπλάσιο χρονικό βάθος.

Στην πρώτη, βιβλική εκδοχή τα 6000 χρόνια αφήνουν ένα μάλλον περιορισμένο χρονικό περιθώριο για την ανάπτυξη πολιτιστικών διαφοροποιήσεων μεταξύ των κοινωνιών. Ενισχύουν, έτσι, την πεποίθηση ότι «όλοι κατά βάσιν ίδιοι είμαστε» (μπορούμε π.χ. να έχουμε το ίδιο νόμισμα, τους ίδιους θεσμούς, τις ίδιες πολιτικές θεωρίες, κλπ.), όσες διαφορές κι αν έχουμε. Αντιθέτως, η αποφασιστική διεύρυνση του χρονολογικού ορίζοντα οδηγεί σε μάλλον αντίθετα συμπεράσματα. Σαν αποτέλεσμα, η σχέση «θεμελίων» και «ανωδομής» ή αλλιώς του εκάστοτε πολιτιστικού υποστρώματος με τα πιο εφήμερα ιστορικά υπερστρώματα μπορεί πλέον να μελετηθεί εκ νέου σε τελείως διαφορετικές και σαφώς πιο μακροϊστορικές βάσεις. Με αυτό τον τρόπο μπορεί ίσως να αρχίσει να γίνεται κατανοητό το τι σημαίνει να χτίζεις ένα κράτος ξεκινώντας όχι από το υπόστρωμα, αλλά από το αποτέλεσμα της επιλογής («σωστής» ή «λανθασμένης») μεταξύ υπερστρωμάτων.

Πώς μεταφράζονται, όμως, ειδικότερα τα ανωτέρω στην περίπτωση του νεοελληνικού κράτους; Ποιο είναι το πραγματικό χρονικό βάθος της πολιτιστικής εξέλιξης στην γηραιά ήπειρο και ποιες συνέπειες μπορεί να έχει η συνειδητοποίησή του; Τι νόημα έχουν οι παρατηρήσεις αυτές στην παρούσα (οικονομική) κρίση της Ελλάδας και της Ενωμένης Ευρώπης εν γένει; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα, τα οποία τους προσεχείς μήνες θα γίνει προσπάθεια να απαντηθούν στο πλαίσιο μιας καινούριας οπτικής.

16 thoughts on “«Φράκο» ή «φουστανέλα»; Τίποτα απ΄ τα δύο”

  1. Δύση ή Ανατολή; Φράκο ή Φουστανέλα; Ανά­λογα με τις περιστάσεις το ερώτημα αναδιατυπώνεται, αλλά μοιάζει να παραμένει ίδιο.

    Το ερώτημα είναι ηλίθιο. Και δε νομίζω να τίθεται πλέον πέρα απ’τα καφενεία ή αμπελοφιλοσοφικές συζητήσεις. Πρέπει να ξεφύγουμε επιτέλους απ’αυτούς τους φαύλους κύκλους βλακείας και ελληνοφρένειας.

    Γιατί να διαλέξουμε; Η ιστορία παίρνει τη μέση οδό.

    Reply
  2. Πρέπει να ξεφύγουμε επιτέλους απ’αυτούς τους φαύλους κύκλους

    Αυτό ακριβώς λέει και το κείμενο. Το ερώτημα πάντως τίθεται και διαρκώς επανέρχεται. Δες π.χ. πρόσφατα εδώ ή ας θυμηθούμε την Βερεμιάδα περί του 1821. Αν τώρα πρέπει να ψάξουμε την μέση οδό ή απλώς μια άλλη οδό, αυτό είναι μάλλον το ζητούμενο…

    Reply
  3. Ακριβώς. Πρέπει να ξεφύγουμε απ’αυτόν τον τρόπο σκέψης. Το να «ανήκουμε» κάπου θυμίζει τα παλιότερα (19ου αιώνα) σενάρια περί εθνοτικού προσδιορισμού. Πόλεμοι γινόντουσαν για αυτά τα πράγματα. Πρέπει οι σύγχρονοι άνθρωποι να μάθουν να είναι κοσμοπολίτες, πολίτες της ανθρωπότητας, όχι κάποιου κράτους, ιδεολογίας ή άλλης τεχνητά προσδιοριστικής συνομοταξίας.

    Όλοι οι καλοί χωράνε..

    Reply
  4. Θεόδωρε, καλή αρχή λοιπόν με το νέο σου ιστολόγιο.

    Και περιμένω με πολύ ενδιαφέρον την συνέχεια, όπου θα καταδειχθή ελπίζω η συσχέτιση του βαυαρικού υπερστρώματος με την ανάγκη να πληρώνουμε μισθούς και συντάξεις από δανεικά.

    Reply
  5. Και μια πιο προσεκτική απάντηση:

    Μοιάζεις να αποδίδης σε οντόητες όπως τα έθνη διαχρονικές σταθερές, υπερχρονικές ουσίες, αχρονικές συνιστώσες. Όσα χιλιάδες χρόνια και να περάσουν, το ελληνικό (και το σλοβακικό και το τουρκμενικό και το ιαπωνικό κ.τ.τ.) υπόστρωμα μένει πάντα εκεί, ίσως επηρεάζεται λίγο, ίσως μεταλλάσσεται, αλλά είναι πάντα ευδιάκριτο [υπάρχουν άραγε και τόσα υποστρώματα όσοι λαοί;]

    Κάθε πολιτική πρέπει να στοιχήται προς το υπόστρωμα, που θυμίζει λίγο ιδιοπροσωπία, λίγο ανάδελφον, λίγο ρωμέικη ιδιαιτερότητα. Άνωθεν ενώσεις πολιτικές ή οικονομικές είναι καταδικασμένες να αποτύχουν για λόγους πολιτισμικούς [και οι αυτοκρατορίες πώς εξηγούνται; Κατέρρευσαν και αυτές βέβαια, αλλά μακροπρόθεσμα όλοι θα είμαστε νεκροί]

    Οπότε αναμένω η ανθρωπολογική, ό,τι και αν είναι αυτό, ανάλυσή σου να σε προφυλάξη στην συνέχεια από τέτοιου είδους κατηγορίες. Πράγμα δύσκολο.

    Θα αντιτείνει ίσως κανείς ότι δεν μπορούμε να θέσουμε ένα τέτοιο ερώτημα, διότι έτσι υπερπη­δάμε τους έξι τελευταίους αιώνες, αυτούς, δηλαδή, στους οποίους ως αποτέλεσμα της τουρκι­κής προώθησης προς δυσμάς προέκυψε το όλο ζήτημα.

    Μμμμμ, όχι μόνο αυτό. Η Ανατολή ως πολιτικός όρος, και μάλιστα κακόσημος, γνωρίζεις ότι επινοείται μετά τις Θερμοπύλες. Ακόμη και στην Ύστερη Αρχαιότητα υπάρχει, νομίζω, απλώς τα όριά της αρχίζουν ανατολικώτερα.

    Το θέμα αρχίζει να μας αφορά όταν με την επέλαση των Τούρκωνε η Ελλάδα ξαφνικά τοποθετείται στο γεωγραφικό σύνορο των δύο κόσμων.

    Reply
  6. Αθανάσιε,

    Το θέμα αρχίζει να μας αφορά όταν με την επέλαση των Τούρκωνε η Ελλάδα ξαφνικά τοποθετείται στο γεωγραφικό σύνορο των δύο κόσμων.

    Στην αρχαιότητα οι έννοιες δύση και ανατολή δεν έχουν το ίδιο περιεχόμενο με τη «δύση» και την «ανατολή» του σύγχρονου διλήμματος. Το θέμα προέκυψε όταν εκ δυσμών και εξ ανατολάς του ελληνικού κόσμου αναδύθηκαν κάποια στιγμή δύο πολιτιστικές οντότητες, με τις οποίες ως τότε αυτός είχε ελάχιστη επαφή: η αλταϊκή ανατολή (με την αναπάντεχη διείσδυση του δυτικότερου εκπροσώπου της ως την Μικρά Ασία και την συνακόλουθη γλωσσική αντικατάσταση) και η βορείως των Άλπεων ευρωπαϊκή δύση. Η πρώτη μας έσπρωξε στη δεύτερη…

    Μοιάζεις να αποδίδης σε οντόητες όπως τα έθνη διαχρονικές σταθερές, υπερχρονικές ουσίες, αχρονικές συνιστώσες.

    Ώπα, ποιος μίλησε για έθνη; Ο λόγος είναι για πολιτιστικές ομάδες. Εντός μιας τέτοιας ομάδας μπορούν να υπάρχουν περισσότερα του ενός έθνη (δηλαδή υποκειμενικά αισθήματα του συνανήκειν), π.χ. Αυστριακοί και Βαυαροί ή Γάλλοι και Βέλγοι. Κατά τα άλλα η «υπερχρονική ουσία» δεν είναι τίποτα παραπάνω από το γεγονός ότι κάθε ομάδα δεν κατοικεί σε κάποιον διαστημικό σταθμό σε τροχιά γύρω από τη γη, αλλά σε συγκεκριμένους τόπους. Και αν η ζύμωση και αλληλεπίδρασή της με τον (εκάστοτε) συγκεκριμένο τόπο και τα χαρακτηριστικά του έχει πολύ μεγαλύτερο χρονικό βάθος από ό,τι συνήθως φανταζόμαστε, τότε έχουμε κάποια ζητήματα…

    Όσον αφορά τέλος τις αυτοκρατορίες, η ιστορία διδάσκει ότι μακροβιότερες υπήρξαν όσες διακρίνονταν από πολιτιστική ευελιξία, δηλ. σέβονταν σε σημαντικό βαθμό τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των υποτελών λαών.

    Reply
  7. Το θέμα προέκυψε όταν εκ δυσμών και εξ ανατολάς του ελληνικού κόσμου αναδύθηκαν κάποια στιγμή δύο πολιτιστικές οντότητες, με τις οποίες ως τότε αυτός είχε ελάχιστη επαφήκλπ

    Εξομοιώνεις την ιστορική επαφή με την Δύση, με την οποία ας πούμε έχουμε χίλια χρόνια κοινού χριστιανικού βίου, με αυτούς τους περίεργους ιππείς από την Ανατολή. Δεν είναι ίσα κι όμοια.

    Και επιμένω, η πολιτική “Ανατολή” είναι αρχαία επινόηση.

    Εντός μιας τέτοιας ομάδας μπορούν να υπάρχουν περισσότερα του ενός έθνη (δηλαδή υποκειμενικά αισθήματα του συνανήκειν), π.χ. Αυστριακοί και Βαυαροί ή Γάλλοι και Βέλγοι. Κατά τα άλλα η «υπερχρονική ουσία» δεν είναι τίποτα παραπάνω από το γεγονός ότι κάθε ομάδα δεν κατοικεί σε κάποιον διαστημικό σταθμό σε τροχιά γύρω από τη γη, αλλά σε συγκεκριμένους τόπους.

    Εντάξει, τα έχουνε πει κι άλλοι ότι η ΕΕ δεν έπρεπε να επεκταθή σε ορθόδοξους λαούς. Τι να πω, εγώ δεν βρίσκω τόση διαφορά.

    Όσον αφορά τέλος τις αυτοκρατορίες, η ιστορία διδάσκει ότι μακροβιότερες υπήρξαν όσες διακρίνονταν από πολιτιστική ευελιξία, δηλ. σέβονταν σε σημαντικό βαθμό τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των υποτελών λαών.

    Ακριβώς. Όπως η ΕΕ ας πούμε. :-)

    Reply
  8. Εντάξει, τα έχουνε πει κι άλλοι ότι η ΕΕ δεν έπρεπε να επεκταθή σε ορθόδοξους λαούς.

    Άλλοι μπορεί να τα είπαν, εγώ πότε το είπα; Ο χριστιανισμός είναι κι αυτός υπέρστρωμα, Θανάση. Σε μόλις 2000 χρόνια ιστορίας στην Ευρώπη κατακερματίστηκε σε τόσες επιμέρους ομάδες και υποομάδες, που αναδεικνύεται ανάγλυφα το πόσο βαθιές και συμπαγείς ήταν οι πολιτιστικές καταβολές στα διάφορα σημεία της ηπείρου ήδη την εποχή της εξάπλωσής του (μη ρωτήσεις πόσο βαθιές, δεν κάνει να πω ακόμα ;)).

    Ακριβώς. Όπως η ΕΕ ας πούμε.

    Χαίρομαι που διακρίνεις το στοιχείο της αυτοκρατορίας στην περίπτωση της Ε.Ε. Μόνο που σε ό,τι αφορά την ευελιξία, άστο καλύτερα…Θα μας κοροϊδεύουν και στην Αφρική σε λίγο.

    Reply
  9. Πολύ ενδιαφέρον άρθρο και εξίσου ενδιαφέρουσα συζήτηση! :)

    Ας μου επιτραπεί να διατυπώσω κάποιες παρατηρήσεις.

    1. Καταρχάς η σύγκριση που αντιπαραβάλλει μια ελληνική Ιστορία που αρχίζει από την κλασσική αρχαιότητα και μια ευρωπαϊκή που ξεκινά από την Αναγέννηση είναι, φοβούμαι, εντελώς ανιστορική, για να μην πω τερατώδης (συγγνώμη για τους βαρείς χαρακτηρισμούς). Τι μας οδηγεί να αποδεχθούμε τόσο μεγάλη περίοδο ιστορικής συνέχειας στην ελληνική περίπτωση; Η, κατ’ ανάγκη ψευδοϊστορική, εθνική αφήγηση του νεοελληνικού εθνικού κράτους που αντικατοπτρίζεται στη σχολική “ιστορία” και μας βάζει να περνάμε από την Αθήνα του Περικλή με ολίγο Μεγαλέξανδρο στην επανάσταση του ’21; Αφήγηση η οποία δεν είναι παρά η βαλκανική μετάφραση δυτικών αντιλήψεων του 19ου αι.; Όσο για τη Δύση, οι προκρούστειες περικοπές είναι συγκλονιστικού μεγέθους. Για μεγάλο τμήμα της ευρωπαϊκής Δύσης τα θεμέλια έχουν μπει από τους ρωμαϊκούς χρόνους. Και για το σύνολό της δεν υπάρχει πιο καθοριστική περίοδος, όσον αφορά τη διαμόρφωση κοινωνιών, νοοτροπιών, πολιτικών και οικονομικών δομών, από τον Μεσαίωνα.

    2. Το ερώτημα “παπική τιάρα ή τουρκικό φακιόλιο” μετρά σαφώς περισσότερους από 6 αιώνες έντονης ύπαρξης. Σε αντίθεση όμως προς αρκετούς που εξηγούν την αντιπαράθεση Βυζαντίου και καθολικής Δύσης με όρους πολιτιστικής αντίθεσης ή ακόμη και θρησκευτικού μυστικισμού, η δική μου εντύπωση είναι ότι έχουμε να κάνουμε πρωτίστως με διαφορές σχετικές με ζητήματα νομής και άσκησης εξουσίας.

    3. “Το θέμα προέκυψε όταν εκ δυσμών και εξ ανατολάς του ελληνικού κόσμου αναδύθηκαν κάποια στιγμή δύο πολιτιστικές οντότητες, με τις οποίες ως τότε αυτός είχε ελάχιστη επαφή: η αλταϊκή ανατολή (με την αναπάντεχη διείσδυση του δυτικότερου εκπροσώπου της ως την Μικρά Ασία και την συνακόλουθη γλωσσική αντικατάσταση) και η βορείως των Άλπεων ευρωπαϊκή δύση”.
    Χμ… όχι απαραίτητα. Τα περί ελάχιστης επαφής δεν ανταποκρίνονται καθόλου στα ιστορικά δεδομένα. Για τις επαφές ελληνικού κόσμου και Δύσης θαρρώ ότι οι αναφορές παρέλκουν. Επίσης η περιχαράκωση της Δύσης στα πέραν των Άλπεων εδάφη είναι αυθαίρετη: αγνοεί τις συνεχείς σχέσεις μεσογειακής και μη μεσογειακής Ευρώπης, την πολιτική “διαπλοκή” Ιταλίας και Γερμανίας, τις εμπορικές σχέσεις Ιταλίας και Βορρά κ.ο.κ. Όσο για το σκέλος των ελληνοτουρκικών σχέσεων, υπάρχει μια μακρά παράδοση που ξεκινά από τον 6ο-7ο αι. (ναι, τότε έχουμε τις πρώτες ανταλλαγές πρεσβειών μεταξύ Βυζαντίου και Τούρκων ηγεμόνων που ήλεγχαν εδάφη στο σημερινό κινεζικό Σινκιάνγκ!). Τούρκοι μισθοφόροι υπηρετούν στον βυζαντινό στρατό από τον 9ο αι., ενώ οι Ογούζοι Τούρκοι βρίσκονται ως κυρίαρχοι στα παράλια του Αιγαίου ήδη από το τελευταίο τέταρτο του 11ου αι. Κι έπειτα είναι λίγο παράξενο να δεχτούμε ότι αμιγώς αλταϊκοί πληθυσμοί διακτινίσθηκαν αίφνης στη Μεσόγειο προερχόμενοι απευθείας από τη στέππα του Ορχόν. Οι Τούρκοι που συναντούμε πια ως διεκδικητές του ευρύτερου ελληνικού χώρου είναι φορείς του ισλαμικού πολιτισμού και κοινωνοί σε σημαντικό βαθμό τόσο της ιρανικής όσο και της αραβικής κουλτούρας.

    4. Μένει να ορίσουμε τις δύο έννοιες, Ανατολής και Δύσης. Ακόμη κι αν υποτεθεί ότι αυτό το αντιστικτικό δίδυμο έχει την ιστορία του, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι πρόκειται για έννοιες με μεταβλητό και διαρκώς μεταβαλλόμενο περιεχόμενο, στοιχείο που πρέπει να περιορίσει τη διαδικασία σύγκρισης κι επιλογής σε ένα σαφώς πιο βραχύ χρονικό διάστημα.

    Από την άποψη αυτή, το ζήτημα της επιλογής μεταξύ Ανατολής και Δύσης μπορεί να τεθεί λυσιτελώς μόνο σε σχέση με το νεότερο ελληνικό κράτος. Είναι επιθυμητή η ευθυγράμμιση με τις δυτικές πολιτικές και πολιτιστικές παραδόσεις και η αντίστοιχη κάθαρση από στοιχεία που πιθανώς ανάγονται σε ένα οθωμανικό και, κυρίως, βαλκανικό παρελθόν; Εάν ναι, ο δρόμος για την ολοκλήρωση της μετάλλαξης αυτής είναι ακόμη μακρύς, ιδίως αν αναλογισθούμε τη φύση των σχέσεων εξουσίας στη χώρα μας (πολιτική ελίτ που νέμεται την εξουσία βάσει αμιγώς παλαιοβαλκανικών προτύπων).

    Reply
  10. Ρογήρε,

    Καταρχάς η σύγκριση που αντιπαραβάλλει μια ελληνική Ιστορία που αρχίζει από την κλασσική αρχαιότητα και μια ευρωπαϊκή που ξεκινά από την Αναγέννηση είναι, φοβούμαι, εντελώς ανιστορική, για να μην πω τερατώδης (συγγνώμη για τους βαρείς χαρακτηρισμούς). Τι μας οδηγεί να αποδεχθούμε τόσο μεγάλη περίοδο ιστορικής συνέχειας στην ελληνική περίπτωση;

    Η λέξη «ιστορία» στο σημείο εκείνο του κειμένου μου δηλώνει περισσότερο ό,τι αποδίδεται με την αγγλική «tale», δεν έχει τόσο σχέση με το «history», όπως αντιλαμβάνεται την έννοια ένας ιστορικός. Το κείμενο αναφέρεται κυρίως στις πολιτιστικές καταβολές, παρόλα αυτά η σχετική διατύπωση είναι όντως παρεξηγήσιμη από έναν τρίτο, οπότε δεν αντέδρασες εντελώς αδίκως.

    Τα περί ελάχιστης επαφής δεν ανταποκρίνονται καθόλου στα ιστορικά δεδομένα. Για τις επαφές ελληνικού κόσμου και Δύσης θαρρώ ότι οι αναφορές παρέλκουν.

    Αυτό ισχύει σαφώς από την σκοπιά της δικής σου ειδίκευσης. Απλώς το κείμενο κάνει λόγο για μια πιο μακροϊστορική προσέγγιση, η οποία θέλει να ενσωματώσει κάποιους επιπλέον προβληματισμούς: πώς μπορούμε π.χ. να ισχυριστούμε ότι τα 600 ή τα 1000 έτη επαφών μεταξύ δυο πολιτιστικών ομάδων είναι «πολλά» ή «σημαντικά», αν δεν έχουμε σαφή εικόνα για το πόσα έτη οι δυο αυτές ομάδες υπήρχαν ήδη πριν χωρίς να έχουν ιδιαίτερη επαφή; Πότε ξεκινά ο ελληνικός κόσμος και πότε η Δύση; Σε πρώτη φάση ας μην σκεφτούμε τόσο την πιθανή απάντηση όσο την τύχη ενός προβληματισμού, όπως ο ανωτέρω, που είναι καταδικασμένος να διαμορφώνεται χωρίς αυτήν.

    Reply
  11. Και επειδή είναι ενδιαφέρον ότι τόσο εσύ Ρογήρε όσο και ο Θανάσης πιο πάνω θεωρήσατε ότι η ανάρτηση αναφέρεται πιθανώς σε έθνη, εθνικές ιστορίες ή συγκεκριμένες θρησκείες, παραθέτω πάλι τον αληθινό πυρήνα του προβληματισμού:

    τα βασικά στοιχεία της προϋπάρχουσας πολιτιστικής ανθρωπολο­γίας (γλώσσα, σύστημα ηθών, εθίμων και παραδόσεων, κλίμακα των μονάδων οργάνωσης)

    Πρόκειται για τα στοιχεία εκείνα που βρίσκονται σε ένα βαθύτερο επίπεδο από τις εθνικές συνειδήσεις ή τις θρησκείες, αφού π.χ. η γλώσσα ενός λαού μπορεί να γίνει φορέας περισσοτέρων της μιας αντιλήψεων περί εθνικής συνείδησης του λαού αυτού στην πορεία του χρόνου, ενώ και ένα σύστημα εθίμων και παραδόσεων μπορεί να ενσωματωθεί σε περισσότερες της μιας θρησκείες (του ίδιου πάντα λαού ή πολιτιστικής ομάδας). Κατά συνέπεια, ενώ για ζητήματα εθνικής συνείδησης, πολιτικών και θρησκευτικών ανακατατάξεων, κλπ. τα 1000 ή 2000 έτη είναι πράγματι ένα μεγάλο διάστημα – αφού μπορούμε επιστημονικά να τεκμηριώσουμε πόσο ευμετάβλητα είναι αυτά τα μεγέθη, καθώς μεταλάσσεται η εκάστοτε πολιτική, πνευματική και εθνική συνάφεια κάθε εποχής -, όταν αναφερόμαστε σε ζητήματα πολιτιστικής ανθρωπολογίας η κλίμακα του χρόνου αλλάζει αισθητά.

    Κι έπειτα είναι λίγο παράξενο να δεχτούμε ότι αμιγώς αλταϊκοί πληθυσμοί διακτινίσθηκαν αίφνης στη Μεσόγειο προερχόμενοι απευθείας από τη στέππα του Ορχόν. Οι Τούρκοι που συναντούμε πια ως διεκδικητές του ευρύτερου ελληνικού χώρου είναι φορείς του ισλαμικού πολιτισμού και κοινωνοί σε σημαντικό βαθμό τόσο της ιρανικής όσο και της αραβικής κουλτούρας.

    Ο όρος «αλταϊκός» του κειμένου (δανεισμένος από την ιστορικοσυγκριτική γλωσσολογία) στοχεύει ακριβώς στο να παραπέμψει στις βαθύτερες πολιτιστικές καταβολές των εν λόγω πληθυσμών. Σε ένα βάθος χρόνου της «αλταϊκής» τους ταυτότητας που πιθανώς ξεπερνά δραστικά την όψιμη «θητεία» τους ως φορέων του Ισλάμ και της ιρανικής και αραβικής κουλτούρας. Άλλωστε, ένας λαός που ανήκει σε διαφορετική γλωσσική οικογένεια από την σημιτική (αραβική) και ινδοϊρανική (ιρανική) ομάδα, προφανώς δεν θα ήταν δυνατόν να διαμορφώσει το ίδιο ακριβώς πολιτιστικό προφίλ με αυτές, ακόμα και μετά την προσχώρησή του στο ισλάμ. Άρα το να βλέπουμε τους Τούρκους αποκλειστικά ως μουσουλμάνους είναι μάλλον λίγο περισσότερο λανθασμένο απ΄το να μην τους βλέπουμε καθόλου ως τέτοιους.

    Reply
  12. Αγαπητέ Θεόδωρε, χαίρω που επανήλθες κι ελπίζω ν’αφήσεις τη σαμιά σου.
    Το δίλημμα του τίτλου: τίθεται δεοντικώ τω τρόπω: τι δέον γενέσθαι;
    Η εμπειρική πραγματικότητα, η ιστορία δηλ.του νεοελληνικού κράτους, μας πείθει για τη σύνδεση των δύο όρων: και φράκο και φουστανέλα (χωρίς φράγκο, συνήθως). Πανουσικώς χύδην ειπείν, θέλω να γίνω σαν Αμερικάνος, μ’αρέσει στα κρυφά κι ο Μητροπάνος..

    Reply
  13. Φίλε Μύρωνα,

    Μου δίνεις την πάσα για μια ακόμα χρήσιμη διευκρίνηση σε ένα θέμα, βέβαια, που δεν μπορεί να εξαντληθεί στα όρια μιας ανάρτησης. Το κρίσιμο πρόβλημα με το εν λόγω δίλημμα είναι δυστυχώς ότι αφορά τα θεμέλια του «κτίσματος». Διότι κατά τα άλλα, πολύ λίγοι θα ισχυρίζονταν ότι ένα κράτος όπως η Ελλάδα, όπως και κάθε άλλο κράτος στον κόσμο σήμερα, θα έπρεπε να τηρήσει κάποιου είδους…σοβιετική εσωστρέφεια έναντι των ανεπτυγμένων δυτικών κρατών και των σύγχρονων τάσεων σε όλα τα επίπεδα που διαμορφώνονται εκεί. Στην ανωδομή του «κτίσματος» είναι προφανές ότι έχουν θέση στοιχεία που προέρχονται από όσες κοινωνίες είναι πιο μπροστά σε κάποια πράγματα σε μια δεδομένη εποχή. Άρα, σαφώς το «φράκο» θα (πρέπει να) διεισδύσει ως έναν βαθμό. Το θέμα είναι αν κανείς προσπαθεί να αφομοιώσει ή προσπαθεί ματαίως να αφομοιωθεί. Αν δηλ. έχει μελετήσει το έδαφος κι έχει θεμελιώσει σωστά το «κτίσμα» που θα μείνει ο ίδιος, για να μπορεί να διαλέξει μετά άφοβα «κουφώματα», «πλακάκια», «έπιπλα», κλπ. από όποια σφαίρα επιρροής κρίνει πιο επωφελή.

    Υ.Γ. Τι είναι η «σαμιά» (!);

    Reply
  14. H σαμιά, αγαπητέ μου Θεόδωρε, είναι το σημάδι, το διακριτικό γνώρισμα το οποίο χαράσσει έκαστος βοσκός στα αιγοπρόβατά του, πολύ πριν μας επιβληθούν τα σκουλαρίκια της ΕΕ, ένεκα οι επιδοτήσεις και τα ζα (τα ζώα δηλ.) πρέπει να καταμετρώνται.

    Το ότι η σαμιά είναι η δωρική εκδοχή του σήματος μόλις χρειάζεται να τονισθεί.

    Αυτά σού κάνει η αργόσυρτη διάρκεια της ελληνικής….

    Reply
  15. Ευχαριστώ πολύ για την πληροφορία! Βλέπω ότι το δωρικό ιδίωμα στην Κρήτη επεβίωσε Αράβων, Ενετών, Τούρκων, κλπ. Αν τη γλυτώσει και τώρα με την τρόϊκα…

    Reply

Leave a Comment