Περί των ηθικών αισθημάτων (VI.III.54)

Η μέριμνα για τη δική μας ευτυχία, μας συνιστά την αρετή της σύνεσης· η μέριμνα για την ευτυχία των άλλων ανθρώπων, τις αρετές της δικαιοσύνης και της ευεργεσίας – εκ των οποίων, η πρώτη μας συγκρατεί από το να βλάψουμε αυτή την ευτυχία, [ενώ] η άλλη μας προτρέπει να προάγουμε αυτή την ευτυχία [των άλλων ανθρώπων]. Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε μέριμνα, είτε για το ποια είναι ή ποια θα έπρεπε να είναι, ή ποια – σε μια συγκεκριμένη κατάσταση – θα ήταν, τα συναισθήματα των άλλων ανθρώπων, η πρώτη από τις τρεις αυτές αρετές αρχικά μας συνίσταται από τα εγωιστικά μας αισθήματα, οι άλλες δύο από καλοκάγαθα αισθήματά μας. Η μέριμνα για τα συναισθήματα των άλλων ανθρώπων, όμως, έρχεται στη συνέχεια τόσο για να επιβάλλει και να κατευθύνει την πρακτική όλων αυτών των αρετών· και [δεν υπήρξε] κανένας άνθρωπος που, κατά τη διάρκεια, είτε ολόκληρης της ζωής του, ή ενός σημαντικού μέρους της, διέσχισε σταθερά και ομοιόμορφα στα μονοπάτια της σύνεσης, της δικαιοσύνης, ή της ορθής ευεργεσίας, του οποίου η συμπεριφορά δεν κατευθύνθηκε κατά κύριο λόγο από το ενδιαφέρον για τα συναισθήματα του υποθετικού αμερόληπτου θεατή, του σπουδαίου “επιστήθιου συγκατοίκου”*, του μεγάλου δικαστή και κριτή της συμπεριφοράς. Αν κατά τη διάρκεια της ημέρας έχουμε παρεκλίνει σε τίποτα κατά κάποιο τρόπο από τους κανόνες που αυτός [ο αμερόληπτος θεατής] μας καθορίζει· αν έχουμε είτε υπερβεί ή χαλαρώσει την λιτότητα μας· αν έχουμε είτε υπερβεί ή χαλαρώσει στη δουλειά μας· εάν, λόγω πάθους ή απροσεξίας, έχουμε πλήξει καθ’ οιονδήποτε τρόπο το συμφέρον ή την ευτυχία του γείτονά μας· αν έχουμε παραμελήσει μια απλή και καλή ευκαιρία για την προώθηση αυτού του συμφέροντος και ευτυχίας· είναι ο “συγκάτοικος” ο οποίος, όταν βραδιάσει, μας καλεί να λογαριάσουμε όλες αυτές τις παραλείψεις και τις παραβιάσεις, και οι επιπλήξεις του συχνά μας κάνουν να κοκκινίζουμε ενδόμυχα τόσο για την αφρωσύνη και την απροσεξία μας ως προς την δική μας ευτυχία, και για ακόμα μεγαλύτερη αδιαφορία και απροσεξία, ίσως, ως προς εκείνη των άλλων ανθρώπων. –Άνταμ Σμιθ, Θεωρία των Ηθικών Αισθημάτων, VI.III.54 (Μετάφραση δική μου)

Και στο πρωτότυπο:

“Concern for our own happiness recommends to us the virtue of prudence: concern for that of other people, the virtues of justice and beneficence; of which, the one restrains us from hurting, the other prompts us to promote that happiness. Independent of any regard either to what are, or to what ought to be, or to what upon a certain condition would be, the sentiments of other people, the first of those three virtues is originally recommended to us by our selfish, the other two by our benevolent affections. Regard to the sentiments of other people, however, comes afterwards both to enforce and to direct the practice of all those virtues; and no man during, either the whole of his life, or that of any considerable part of it, ever trod steadily and uniformly in the paths of prudence, of justice, or of proper beneficence, whose conduct was not principally directed by a regard to the sentiments of the supposed impartial spectator, of the great inmate of the breast, the great judge and arbiter of conduct. If in the course of the day we have swerved in any respect from the rules which he prescribes to us; if we have either exceeded or relaxed in our frugality; if we have either exceeded or relaxed in our industry; if, through passion or inadvertency, we have hurt in any respect the interest or happiness of our neighbour; if we have neglected a plain and proper opportunity of promoting that interest and happiness; it is this inmate who, in the evening, calls us to an account for all those omissions and violations, and his reproaches often make us blush inwardly both for our folly and inattention to our own happiness, and for our still greater indifference and inattention, perhaps, to that of other people.” Adam Smith, Theory of Moral Sentiments, VI.III.54

Όλο το βιβλίο μπορείτε να το βρείτε ελεύθερα στα αγγλικά εδώ.

Η ανωτέρω παραγραφος της Θεωρίας των Ηθικών Αισθημάτων του Smith – μέχρι πρόσφατα, έργο σχετικά περιθωριακό ακόμα και σε κύκλους οικονομολόγων – είναι χαρακτηριστική του βιβλίου. Δείχνει σε ένα πρώτο επίπεδο πως ο συγγραφέας του Πλούτου των Εθνών είχε στο μυαλό του μια πολύ διαφορετική προοπτική για τα κίνητρα που καθοδηγούν τον άνθρωπο από αυτήν που τον κατηγορούν συνήθως (πως δημιούργησε δηλαδή μια καρικατούρα του άπληστου ανθρώπου που οφελεί το κοινωνικό σύνολο με το να ενδιαφέρεται για το προσωπικό του συμφέρον εντός ενός ακραίου καπιταλιστικού μοντέλου). O Σμιθ ξεκινά χαρακτηριστικά το βιβλίο του με ένα κεφάλαιο “Περί Συμπόνιας” και την εξής φράση:

Όσο εγωιστής και μπορεί να θεωρηθεί ο άνθρωπος, είναι εμφανές πως υπάρχουν στη φύση του ορισμένες αρχές, που τον κάνουν ενδιαφέρεται για την τύχη άλλων ανθρώπων και που καθιστούν αναγκαία την ευτυχία τους, παρ όλο που απ’ αυτήν δεν εκλαμβάνει τίποτα, παρά μόνο την ευχαρίστηση να την βλέπει.

Κατά την ανάγνωση του βιβλίου βλέπει κανείς να “παρελαύνει” μια μεγάλη γκάμα θεματολογίας που περιλαμβάνει παράγοντες που επηρεάζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά όπως η φήμη, η δόξα, η ενοχή, και αυτοεκτίμηση.

Η Θεωρία ήταν μέρος ενός μεγαλύτερου “ερευνητικού προγράμματος” του συγγραφέα – με στόχο το τοπικό κίνημα διαφωτισμού. Έχοντας συγγραφεί αρκετά χρόνια πριν τον Πλούτο των Εθνών (φτάνοντας στην τελευταία της έκδοση την χρονιά του θανάτου του συγγραφέα), θα περίμενε κανείς λογικά να αποτελέσει εξίσου διάσημο βιβλίο με σημαντική επιρροή για τους αιώνες που ακολούθησαν, οδηγώντας στην ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης πολιτικής οικονομίας που επεξεργάζεται βαθύτερα τον ρόλο συστημάτων ηθικής, ψυχολογίας του ανθρώπου, ιστορίας, θεσμών και κουλτούρας των κοινωνιών. Αρκετοί ερευνητές ισχυρίζονται πλέον πως μια συνολική προσέγγιση στο έργο του Smith, καταρρίπτει εύκολα την ιδέα της σύγκρουσης των δύο μεγάλων έργων του Σμιθ (που αποκαλείται και “Das Adam Smith problem” λόγω της αρχικής ενασχόλησης με το θέμα από Γερμανούς πολιτικούς επιστήμονες). Έτσι, η εικόνα του ατέρμονου και ανελέητου κυνηγιού του προσωπικού συμφέροντος ως η σημαντικότερη παράμετρος για την αύξηση της κοινωνικής ευημερίας – εξετάζοντας τον ρόλο των απρόσωπων αλλά και προσωπικών συναλλαγών – παύει να είναι και η επικρατούσα αφήγηση. Ενώ η Θεωρία, λοιπόν, αγνοήθηκε από αρκετούς μελετητές της δουλειάς του Σμιθ στους πρώτους αιώνες που ακολούθησαν το έργο του, σήμερα παρατηρεί κανείς μια αυξημένη κινητικότητα στην προσπάθεια αναδόμησης μιας ολοκληρωμένης σχολής σκέψης – και μάλλον όχι τυχαία στους καιρούς που βιώνουμε.

Παράδειγμα αυτής της στροφής που εστιάζει στους θεσμούς και το σύστημα ηθικής ως θεμέλιο του καπιταλιστικού συστήματος αποτελούν και κάποια πρόσφατα άρθρα του Amartya Sen ο οποίος σε ένα δοκίμιο για το New York Review of Books έγραψε πρόσφατα:

Smith viewed markets and capital as doing good work within their own sphere, but first, they required support from other institutions—including public services such as schools—and values other than pure profit seeking, and second, they needed restraint and correction by still other institutions—e.g., well-devised financial regulations and state assistance to the poor—for preventing instability, inequity, and injustice. If we were to look for a new approach to the organization of economic activity that included a pragmatic choice of a variety of public services and well-considered regulations, we would be following rather than departing from the agenda of reform that Smith outlined as he both defended and criticized capitalism.

Ενώ συνεπώς ο Smith “εξουσιοδοτεί” την αναζήτηση του έντιμου κέρδους (honest profit, είναι η έκφραση που χρησιμοποιεί) μέσω των αρετών της σύνεσης και της φρόνησης, προσφέρει παράλληλα τις παρατηρήσεις του για ένα σύστημα ηθικής που υποστηρίζει ένα σύνολο ορθών συμπεριφορών που αποτελεί και την βάση για την λειτουργία ενός συστήματος της αγοράς.

Επιστρέφοντας στο πρώτο απόσπασμα από την Θεωρία του Smith, ο συγγραφέας συνεχίζει με τα συμπεράσματα του έκτου κεφαλαίου του βιβλίου κάνοντας αρκετές ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις που παραμένουν σχετικές με τις παγκόσμιες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις των ημερών μας αλλά και για την ιδιαίτερη κατάσταση της χώρας μας σήμερα. Ο Σμιθ μιλάει φυσικά για την συνείδηση των ανθρώπων χρησιμοποιώντας την ιδέα του “αμερόληπτου θεατή” που σύμφωνα με το ηθικό σύστημα του Σμιθ, κουβαλάμε μέσα μας (ως ένα “επιστήθιο συγκάτοικο”*) και λειτουργεί ως ένας εσωτερικός διορθωτικός μηχανισμός όταν παρεκκλίνουμε ιδιαίτερα από μια ιδεατή χρυσή τομή. Ως μη-ειδικός δεν μπορώ να κρίνω εδώ την αξία της συγκεκριμένης σκέψης στην ιστορία της ηθικής φιλοσοφίας ή και της ψυχολογίας. Η ανάγνωση του συγκεκριμένου έργου όμως φέρνει έντονα στο μυαλό στοιχεία του μοντέρνου ελληνικού δράματος αλλά και παραλληλισμούς για την περίοδο της μεταπολίτευσης. Φαίνεται πως ελίτ και το ευρύτερο μέρος του πληθυσμού της χώρας έχει απολέσει (ή καταχωνιάσει κάπου) εδώ και πολλά χρόνια αυτόν τον “αμερόληπτο θεατή” του Σμιθ, με αποτέλεσμα το γενικότερο σύστημα κοινωνικής οργάνωσης να μην λειτουργεί εύρυθμα και αποτελεσματικά. Οι περισσότεροι από εμάς πιστεύουμε πως ηθικές αξίες διαβρώθηκαν με το χρόνο και αναρωτιόμαστε αν μπορούμε πράγματι να αυτο-διορθωθούμε έχοντας παρεκκλίνει σε σημαντικό βαθμό. Προσωπικά αναρωτιέμαι που βρίσκονται σήμερα οι ηθικοί φιλόσοφοι της χώρας (αυτοί οι brokers του χρηματιστηρίου ηθικών αξιών) και πως μπορεί να διεξαχθεί ένας διάλογος μεταξύ τους και ενός μεγάλου κομματιού της κοινωνίας μας.

Κατά δεύτερο λόγο, βρίσκω και την κατάλληλη ευκαιρία να ανεβάσω το συγκεκριμένο απόσπασμα του βιβλίου ως ένα σχόλιο για την όποια επιρροή της αγγλοσαξονικής παιδείας της ελίτ της χώρας στα αποτελέσματα που βιώνουμε (π.χ. δείτε εδώ για ένα πρόσφατο σχόλιο). Αυτό που μπορεί κανείς να συμπεράνει από την ιστορία της δουλειάς του Σμιθ είναι πως η συνολική κριτική μιας παράδοσης σκέψης είναι ένα πολύπλοκο θέμα. Η δική μου αίσθηση είναι πως η ευθύνη μπορεί να πέφτει περισσότερο στην ίδια την ελίτ (πολιτική ή ακαδημαϊκή) που ενσωματώνει ιδέες χωρίς μια ολοκληρωμένη θεώρηση και όχι η γενικότερη προοπτική της θεώρησης.

Το γεγονός πως η Θεωρία και ο Πλούτος των Εθνών του Άνταμ Σμιθ δεν συνδέθηκαν ουσιαστικά από τους άμεσους συνεχιστές της δουλειάς του Σμιθ (καθώς και το κύριο ρεύμα της πολιτικής οικονομίας των περασμένων δεκαετιών), προσφέρει ένα πολύ καλό παράδειγμα για το πως μια ελλιπής κατανόηση του έργου ενός σπουδαίου στοχαστή μπορεί να κρίνει τις τύχες σχεδόν όλων των ανθρώπων, 250 χρόνια μετά την πρώτη δημοσίευση του βιβλίου. Η υπόθεση που κάνω εδώ είναι ο σημαντικός ρόλος του Πλούτου των Εθνών στην ηθική διάσταση συμπεριφοράς που προώθησε την βιομηχανική επανάσταση προς ένα κοινωνικά και πολιτικοοικονομικά μη-βέλτιστο μοντέλο. Ο Σμιθ δείχνει πως το σύστημα ηθικής πάνω στο οποίο μια ελίτ κατευθύνει τις εξελίξεις επιδρά σημαντικά προς την ευημερία ή και την αποτυχία αυτών των κατευθύνσεων. Αντίστοιχα στις μέρες μας, το ορθόδοξο Αγγλοσαξονικό μοντέλο της οικονομικής επιστήμης βάλλεται από πολλές πλευρές – μιας και ένα σημαντικό μέρος της παγκόσμιας ελίτ το έχει υιοθετήσει – ενώ μια ολοκληρωμένη προοπτική αυτής της σχολής σκέψης δίνει μια αρκετά διαφορετική και πιο πλούσια εικόνα για την προσπάθεια εξήγησης της συμπεριφορά του ανθρώπου και των μακρο αποτελεσμάτων στα οποία αυτή η συμπεριφορά οδηγεί.

Εν τέλει, αυτό που προσπαθώ να πω είναι πως, στο βαθμό που μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι έχει συμβάλλει αρνητικά – είτε παγκοσμίως είτε στην Ελλάδα, μια συγκεκριμένη επιστήμη ή σχολή σκέψης, θα πρέπει να κρίνουμε πρώτα αν το βασικό πρόβλημα είναι μια ελλειμματική παιδεία και εφαρμογή πολιτικής και όχι κάποια εγγενή χαρακτηριστικά της Αγγλοσαξονικής σκέψης. Είναι μήπως η αγγλοσαξονική παιδεία του κ. Αλογοσκούφη που τον οδήγησε στην άποψη πως η δημοσίευση ψευδών στατιστικών είναι “δευτερεύον” θέμα για την κρίση που περνάμε στην χώρα μας; Η’ η κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος σε διάφορα επίπεδα διακυβέρνησης; Είναι όντως η παθολογία του συστήματός μας χαρακτηριστική της Αγγλοσαξονικής παράδοσης στην παραγωγή γνώσης και πολιτικής ή είναι αποτέλεσμα σαθρών ηθικών θεμελίων που θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν την επιτυχία κάθε μορφή κοινωνικοοικονομικής οργάνωσης; Πρέπει δηλαδή να σκεφτούμε πως η Ελλάδα (και ίσως το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα) μπορεί να βουλιάζει εν μέρει γιατί δεν έχουν ενσωματωθεί σωστά τα μαθήματα του Αγγλοσαξονικού (Σκοτσέζικου στην συγκεκριμένη περίπτωση) διαφωτισμού στην κοινωνικοοικονομική μας οργάνωση – με βασικό στοιχείο το ευρύτερο ηθικό υπόβαθρο στις ανώνυμες συναλλαγές αλλά και διαπροσωπικές συνδιαλλαγές.

* “επιστήθιου” γιατί “ενδοθωρακικού” μου ακουγόταν περίεργα

6 thoughts on “Περί των ηθικών αισθημάτων (VI.III.54)”

  1. κορυφαιο βιβλιο του smith!!ο homo ecocomicus δεν υπηρξε ποτε σαν εννοια απο σοβαρους στοχαστες οπως ο smith αλλα και ο χαγιεκ! ειδικα στη σκεψη του χαγιεκ θα βρουμε νομιζω πολλα κοινα με το συγκεκριμενο βιβλιο του smith! οι ηθικες παραδοσεις,τα ηθη,τα εθιμα ακομα και οι παραλογες προκαταληψεις παιζουν σημαντικο ρολο στο πώς λειτουργει μια οικονομια.

    εγω προσωπικα δεν πιστευω σε καμια περιπτωση οτι η κριση της ελλαδας οφειλεται στον αγγλοσαξωνικο τροπο σκεψης!!το αντιθετο συμβαινει:η παντελης αγνοια μας για αυτο το μοντελο και οι εφαρμογες πολιτικων ασχετες με αυτο μας οδηγησαν στην κριση.

    Reply
  2. Thano, στο συμπέρασμα που καταλήγεις και εσύ για την σύνδεση με τον Hayek οδηγεί και η πιο πρόσφατη δουλειά του Vernon Smith – το Rationality in Economics (λινκ παραπάνω).
    Όντως κορυφαία η Θεωρία και διαβάζεται εύκολα ακόμα και στο πρωτοτυπο. Εγώ προσδιορίζω την κρίση πλέον περισσότερο στο ηθικό κομμάτι – και στον τρόπο που ο ηθικός ξεπεσμός συνδέεται με τους τυπικούς και άτυπους θεσμούς της χώρας. Αυτοί οι παράγοντες οδηγούν κυρίως στην άσχημη πολιτική οικονομία των πολιτικών διασυνδέσεων και της διαφθοράς.

    Reply
  3. Ωραίο άρθρο

    Πάντως αυτό το αλαλούμ που επικρατεί για τον “φιλελευθερισμό” και το “αγγλοσαξωνικό μοντέλο” προκαλέι μεγάλη ζημιά στην χώρα στην παρούσα συγκυρία.

    Άρθρα και “κριτικές” σαν αυτή στο άρθρο του ξυδάκη (που είναι αντιπροσωπευτικό για το πώς βλέπουν τα πράγματα οι περισσότεροι έλληνες διανοούμενοι) ουσιαστικά κάνουν αυτό που έκανε η ελληνική διανόηση σε όλη την μεταπολίτευση: ασκούν θεωρητικά και στην επιφάνεια μια αρπακολλατζίδικη (βουτάνε λίγο από εδώ, λίγο από εκεί) κριτική του συστήματος, ενώ στην ουσία του βαράνε παλαμάκια με τις απόψεις τους.

    (πιστεύω οφείλεται αυτό στο ότι δεν έχουν ουσιαστικές επαφές με την δύση – εννοώ εμπλοκή στην πραγματική οικονομία και/ή ενεργό συμμετοχή στην ακαδημαϊκή ζωή της (όχι φοιτητής που δίνει exams να πάρει ένα χαρτί να φύγει) – οπότε μη γνωρίζοντας το αντικείμενο κριτικής τους, αναγκαστικά (είτε το συνειδητοποιούν, είτε όχι) αναπαράγουν στην σκέψη τους το μόνο μόντελο που ξέρουν, το ελληνικό.

    Δεν είναι τυχαίο ότι το άρθρο του ξυδάκη γράφει πράγματα που άνετα θα μπορούσαν να εκφράσουν τον πετσάλνικο, τον τσίπρα, την παπαρήγα, τον σαμαρά, τον γιανναρα, όλους όσους γράφουν στην ελευθεροτυπία, τον λαζόπουλο, την κατσέλη, τον τζίμη πανούση, τον νταλάρα, τον λοβερδο, τον πολύδωρα, τον πάνο παναγιωτόπουλο κτλ

    Πώς είναι δυνατόν σε αυτό το κλίμα να πετύχει το σχέδιο διάσωσης; ένα σχέδιο που σαμποτάρουν οι πάντες με πρώτη την κυβέρνηση

    Η ελληνική διανόηση θα επαναλάβει το έγκλημα που έκανε με την χούντα: έπεισε τους πάντες ότι ήταν “αμερικανοκίνητη” με συνέπεια να αθωώσει την ελληνική κοινωνία για την εγκληματική σιωπηρή συγκατάθεση της.

    Γεγονός που δεν είναι άσχετο ούτε με την τωρινή κατάσταση, ούτε με το ποστ αυτό “περί ηθικών αισθημάτων”.

    Διότι αν οι διανοούμενοι είχαν πει την αλήθεια αντί να χαϊδεύουν τα αυτιά του κοινού, ίσως να είχε κάνει και αυτό την αυτοκριτική του και να μην αποδεχόταν τόσο εύκολα την παραβίαση των νόμων από τις πολιτικές ελίτ του στυλ “είπαμε να πάρει ένα δωράκι” που είχε πει ο Ανδρέας.

    Διότι αν αποδείχτηκε κάτι με την χούντα, αυτό είναι ότι οι έλληνες θα σιωπήσουν ακόμα και στην πιο κατάφωρη περιφρόνηση των νόμων από κρατικούς αξιωματούχους. Ότι μπορείς να ξεφτιλήσεις το ίδιο το σύνταγμα και παρόλα αυτά ο κόσμος θα σε χειροκροτεί (δείτε βίντεο από εκδηλώσεις της χούντας στην επαρχία, από ομιλίες παπαδόπουλου στην κατάμεστη ενθουσιασμένη ακαδημία αθηνών κτλ)

    Αντί να επιτεθούν σε τέτοιες συμπεριφορές και νοοτροπίες, οι ελ διανοούμενοι επιτέθηκαν στον …κίσσινγκερ και στην χούντα (και ο λαός κλασικά θύμα και αθώος).

    Φτάσαμε έτσι να κάνουμε γιορτή στο σχολείο όπου τα γεγονότα του πολυτεχνείου ( = το ότι μαζεύτηκαν 10 φοιτητές εκεί) παρουσιάζονται σαν “εξέγερση” ή “επανάσταση” τύπου οκτωβριανής/γαλλικής οπου οι δρόμοι είχαν πλημμυρίσει κόσμο και δεν υπήρχε ένας άνθρωπος κλεισμένος σπίτι του.

    Ακριβώς το ίδιο γίνεται και τώρα…με τα παλαμάκια της διανόησης όλο αυτό το έκτρωμα της μεταπολίτευσης με τους 1.000.000 δ.υ., την φοροδιαφυγή και τα λογής προνόμια θα αθωωθεί και όλοι μαζί θα βρίζουμε το “ανάλγητο ΔΝΤ”, “το αγγλοσαξωνικό μοντέλο” και τον καπιταλισμό που περνάει κρίση επειδή δεν επιτρέπει στους ελ να παράγουν σαν βούλγαροι και να αμοίβονται σαν γερμανοί.

    Reply
  4. Snaporaz,

    για μια ακόμα φορά συμφωνώ απόλυτα. Αντι να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους και να μιλάμε επί της ουσίας, όπως για το πόσα έσοδα χάνονται από το κρατικό μονοπώλιο στην ανώτατη εκπαίδευση, ή για το πώς επιβαρύνονται οι δαπάνες από την πληθώρα των ασφαλιστικών ταμείων και την έλλειψη μηχανοργάνωσης, καθόμαστε και αερολογούμε επί αγγλοσαξωνικού μοντέλου, νεοφιλελευθερισμού-ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού-σοσιαλισμού, και άλλες τρίχες. Τα προβλήματα είναι δεδομένα και οι λύσεις συγκεκριμένες, και αυτό δεν είναι θέμα ιδεολογίας ή μοντέλου. Αλλά επειδή οι λύσεις αυτές θίγουν τα κεκτημένα του ενός ή του άλλου κανείς διανοούμενος ή δημοσιογράφος δεν έχει τα μπαλάκια να βγει και να τα πει. Η κολακία από δημοσιογράφους όπως ο Τριανταφυλλόπουλος ή ο Πρετεντέρης στον “απλό εργαζόμενο” που δήθεν δεν φταίει για την κρίση πάει σύννεφο. Λες και το έλλειμα των δεκάδων δισεκατομμυρίων Ευρώ οφείλεται στο σπάταλο ταξίδι του Σπηλιωτόπουλου στο Λονδίνο ή οι μίζες του Μαντέλη.

    Reply
  5. Καλά τα λέτε και οι δύο… Εγώ βλέπω δύο μέρη στο πρόβλημα: η Ελλάδα δεν βίωσε ποτέ ακόμα και ένα επιφανειακά εφαρμοσμένο Αγγλοσαξωνικό μοντέλο – αλλά ένα βαθιά διαστρεβλωμένο σύστημα πολιτικής οικονομίας της μίζας και την πελατειακής σχέσης. Επίσης, δεν βίωσε ποτέ την βαθύτερη εφαρμογή ενός Αγγλοσαξωνικού μοντέλου που προϋποθέτει και γερές και ορθολογικές θεσμικές βάσεις αλλά και ένα σύστημα αξιών που να υποστηρίζει την εύρυθμη λειτουργία του (regulated) συστήματος της αγοράς. Μην βαράτε τη σχολή σκέψης, βαράτε τους ανήθικους, ασυνείδητους και τους διεφθαρμένους πολίτες και πολιτικούς που μέσα από τις πράξεις τους μας έχουν οδηγήσει σε αυτό το τέλμα.

    Reply

Leave a Comment