Στις 15 Νοεμβρίου 1967 η Εθνική Φρουρά υπό τις διαταγές του (παρόντος) Γρίβα Διγενή εισβάλλει στο τουρκοκυπριακό χωριό της Κοφίνου της Επαρχίας Λάρνακας, στα νότια της Κύπρου. Ακολουθεί σύντομη μάχη, μετά το πέρας της οποίας καταμετρούνται 26 (ή 24) νεκροί Τ/Κ και ένας δικός μας. Μετά την επιχείρηση όλο το χωριό είναι καμένο.
Μερικές παρατηρήσεις:
1. Η επιχείρηση ήταν στρατιωτικώς αναγκαία. Η Κοφίνου τελούσε υπό την κατοχή της τουρκοκυπριακής παραστρατιωτικής οργάνωσης ΤΜΤ, εξωπλισμένης και χρηματοδοτούμενης από την Άγκυρα. Οι άνδρες της ΤΜΤ επιχειρούσαν να επεκτείνουν τον θύλακά τους (όπως έγινε και σε άλλα σημεία της Κύπρου, π.χ. με τον θύλακα Λευκωσίας-Αγύρτας) βάσει εντολών. Ελπίζω να γνωρίζετε ποια υπήρξε η στρατιωτική σημασία των εν λόγω θυλάκων το 1974.
Πολλοί επιρρίπτουν τις ευθύνες στον τοπικό διοικητή της ΤΜΤ, έναν υπολοχαγό ονόματι Τσετίν ή Μεχμέτ ή με όποιο άλλο πολεμικό ψευδώνυμο χρησιμοποιούσε. Φιλοτεχνείται το πρόσωπο ενός ημίτρελου, ακραίου εθνικιστή, που ανελάμβανε προκλητικές πρωτοβουλίες, απαγόρευε στους ντόπιους Τ/Κ να μιλούν ελληνικά, έκλεινε τους δρόμους ιδία πρωτοβουλία κλπ. Ανοησίες. Ο Τσετίν δεν ήταν αιτία, ήταν σύμπτωμα των κεντρικών εντολών της Άγκυρας για αυτοαπομόνωση των Τ/Κ και δημιουργία αυτόνομων θυλάκων.
Εκ του αποτελέσματος δεν απεδείχθη ότι η επιχείρηση δεν ήταν στρατιωτικώς αναγκαία και ότι μπορούσε τάχα να επιλυθή το πρόβλημα με πολιτικά μέσα (όπως λύθηκε άραγε και στους άλλους Τ/Κ θυλάκους;). Απεδείχθη μόνο ότι δεν ήταν αναγκαίες οι δολοφονίες αμάχων και η καταστροφή ενός ολόκληρου χωριού. Που ποτέ δεν είναι.
2. Η Κοφίνου είχε σπουδαία γεωγραφική θέση, διότι το 1967 βρισκόταν εν τριπλαίς αμαξιτοίς, πάνω στον τρίστρατο των δρόμων που ωδηγούσαν στην Λευκωσία, στην Λάρνακα και στην Λεμεσό. Ο έλεγχός της από τους Τ/Κ είχε λοιπόν μεγάλη στρατιωτική σημασία. Ήδη οι Τ/Κ είχαν απαγορεύσει στην Αστυνομία Κύπρου την είσοδο στον θύλακα, παρενωχλούσαν δε επί μήνες κάθε Ε/Κ όχημα με εκφοβιστικούς πολυβολισμούς. Οι Ε/Κ για να διέλθουν υποχρεώνονταν να συνοδεύωνται από άνδρες και οχήματα της ΟΥΝΦΙΚΥΠ.
Στην ως άνω εκπομπή του ΡΙΚ 1 μιλά, μεταξύ άλλων, ο απόστρατος στρατηγός Κωνσταντίνος Αχιλλείδης, που είχε άμεση εποπτεία των πραγμάτων τότε. Επιβεβαιώνει ότι, όχι μόνο στην Κοφίνου, αλλά και στο Μαρί μερικούς μήνες πριν, οι Τ/Κ πολυβολούσαν διερχόμενα αυτοκίνητα. Επίσης, από άλλον συμμετέχοντα αναφέρεται ότι κατά τις έρευνες που ακολούθησαν ανευρέθησαν 20 επιθετικά τυφέκια, 10 κυνηγετικά και 3-4 πολυβόλα και οπλοπολυβόλα. Αυτά, τονίζω, είναι όσα βρέθηκαν.
3. Ο πληθυσμός του χωριού ήταν περί τα χίλια άτομα τότε, εκ των οποίων περί τα 25 έχασαν την ζωή τους κατά την κατάληψη. Αυτό σημαίνει ότι η Εθνική Φρουρά δεν είχε εντολές να δολοφονήση όλους τους κατοίκους, γιατί, αν είχε, οι απώλειες του εχθρού δεν θα ήταν μόνο 2,5%. Για τον ίδιο λόγο, προκύπτει ότι η ΕΦ είχε εντολές να καταστρέψη εξ ολοκλήρου το χωριό, καθώς μετά το πέρας της επιχείρησης όλοι οι κάτοικοι ήταν πλέον άστεγοι. Βασικά, η ΕΦ εφήρμοσε τυπικές τακτικές αντιανταρτοπολέμου, ίδιες με εκείνες του ΕΣ στην Μικρασία και στα ορεινά της χώρας κατά το 1946-49 ή του αμερικανικού στρατού στο Βιετνάμ.
4. Δεν προκύπτει πόσοι εκ των 26 νεκρών Τ/Κ ήσαν ένοπλοι που σκοτώθηκαν κατά την διάρκεια της μάχης. Διότι υπήρξαν προφανώς και ένοπλοι Τ/Κ, οι οποίοι σκότωσαν τον δικό μας στρατιώτη, τον καταδρομέα λοχία Ευμένιο Παναγιώτου. Αναφέρονται από Τ/Κ πλευράς μερικά δολοφονημένα γυναικόπαιδα και άμαχοι (5 συνολικά, ήτοι 2 γυναίκες και 3 ηλικιωμένους αναφέρει ο Ιός της Κυριακής). Πρόκειται φυσικά για εγκλήματα και η σημερινή Κυπριακή Δημοκρατία θα έπρεπε να ζητήση συγνώμη και να αποζημιώση τους κληρονόμους τους.
5. Για να έχουμε την σωστή κλίμακα: τον Αύγουστο 1974 οι εοκαβίτες δολοφόνησαν περίπου 200 αμάχους Τ/Κ στην Τόχνη και σε τρία χωριά της Αμμοχώστου. Στις διακοινοτικές συγκρούσεις του 1963-1964 οι νεκροί υπολογίζονται σε περίπου 500 Τ/Κ και 200 Ε/Κ. Το 1958, στην πρώτη πρώτη διακοινοτική σφαγή, Τ/Κ σφάζουν, ήτοι δολοφονούν με μαχαίρια, 8 Ε/Κ από τον Κοντεμένο. Έτσι μοιάζουν οι σφαγές. Η Κοφίνου ήταν μια τεράστια επικοινωνιακή επιτυχία της Τουρκίας.
6. Την επιχείρηση Γρόνθος, όπως προείπα, διεξήγαγε η Εθνική Φρουρά υπό τον Γρίβα, που ήταν παρών επιτόπου, στελεχωμένη με Ελλαδίτες αξιωματικούς και Κυπρίους οπλίτες. Δεν την διεξήγαγε ούτε η ΕΛΔΥΚ ούτε η ΕΛΔΥΚ/Μ (Μεραρχία). Το αίτημα για την διεξαγωγή της υπέβαλε η Αστυνομία Κύπρου, μόλις διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να αντεπεξέλθη στα πολυβόλα των ανδρών της ΤΜΤ. Το σχέδιο καταρτίστηκε στο ΓΕΕΦ και υποβλήθηκε ακολούθως για έγκριση στην Αθήνα, για τον λόγο ότι την ανώτατη διοίκηση των πολεμικών επιχειρήσεων είχε η Ελλάδα, ως εικός, λόγω του κινδύνου ελληνοτουρκικού πολέμου.
7. Συνέπεια της διεθνούς κατακραυγής για τους 5 (;) αμάχους νεκρούς ήταν η αποχώρηση της ελληνικής Μεραρχίας από την Κύπρο (ΕΛΔΥΚ/Μ), που είχε αποσταλή κρυφίως και παρανόμως το 1964. Μιας Μεραρχίας που ήταν αμέτοχη στην επιχείρηση.