Στην Μ.Ρ., που αγαπάει την άσωτη θυγατέρα μου!
Εντάξει, τον αγαπάμε τον νεώτερο υιό, τον άσωτο. Τα έχουμε πει αυτά.
Αλλά κάποιος πρέπει να υπερασπιστή και τον πρεσβύτερο, διάολε.
Κατά πρώτον, κανείς δεν αδίκησε τον κοπρίτη τον μικρό. Ίσα ίσα, με δική του πρωτοβουλία ζήτησε και έλαβε εις το άρτιον τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. Ο πατέρας τους διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον ακριβοδίκαια. Από εκείνη την στιγμή και πέρα, κανείς δεν του χρωστά τίποτα, ειδικά δε ο μεγάλος του αδελφός. Η άλλη όψη της ελευθερίας είναι η ευθύνη, ναι;
Ο νεώτερος κατασώτευσε την περιουσία του, όπως όλοι γνωρίζουμε: διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. Δικαίωμά του: δική του ήταν και ό,τι ήθελε την έκανε.
Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι.
Και ποιος του έφταιγε; Το κακό του το κεφάλι.
Αλλά το νόημα της παραβολής δεν είναι η μομφή και η τιμωρία, όλοι το ξέρουμε αυτό και όλοι ξέρουμε ποιος έφταιξε. Και πράγματι, θα ήταν μια υπέροχη ιστορία συγχώρησης, αν τελείωνε εδώ:
εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, 23 καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, 24 ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι.