Κυκλοφορείται ότι η Χρυσή Αυγή διατυπώνει την πολιτική απειλή της προσφυγής στις κάλπες λόγω της παραίτησης των βουλευτών της. Στον αγύριστο, προφανώς, αλλά έχει η απειλή αυτή συνταγματικό έρεισμα;
Το άρ. 104 π.δ. 26/2012 προβλέπει τα εξής:
1. Οι βουλευτικές έδρες που κενώνονται για οποιοδήποτε λόγο κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου σε κάποια εκλογική περιφέρεια, πληρώνονται από τους αναπληρωματικούς του ίδιου συνδυασμού στην ίδια εκλογική περιφέρεια, που τυχόν έχουν ανακηρυχθεί, οι οποίοι καλούνται από τον Πρόεδρο της Βουλής για την πλήρωση έδρας που κενώθηκε κατά τη σειρά της ανακήρυξής τους.
2. Αν δεν υπάρχουν αναπληρωματικοί που προβλέπει η προηγούμενη παράγραφος ή ο αριθμός τους έχει εξαντληθεί, προκηρύσσεται αναπληρωματική εκλογή στην εκλογική περιφέρεια, στην οποία κενώθηκαν οι βουλευτικές έδρες.
“Εξάντληση” των αναπληρωματικών βουλευτών υπάρχει παραδειγματικά αν αρνηθούν να πληρώσουν την κενή έδρα.
[Αυτό είχε γίνει το 1992, όταν ο Τσοβόλας είχε εκπέσει του βουλευτικού αξιώματος λόγω της καταδίκης του στο Ειδικό Δικαστήριο. Το ΠΑΣΟΚ είχε υπαγορεύσει στους βουλευτές του να αρνηθούν την πλήρωση της έδρας, επειδή επεδίωκε “εδώ και τώρα εκλογές”. Η ΝΔ είχε αρνηθή να συμμετάσχη στην αναπληρωματική εκλογή που προκλήθηκε έτσι (λέγεται όμως ότι έπεσε γραμμή να ψηφίσουν οι δικοί της Ένωση Κεντρώων). Αντί του Τσοβόλα εξελέγη ο ημέτερος Γ.Α. Μαγκάκης. Το ΠΑΣΟΚ θριάμβευσε με σχεδόν 400.000 ψήφους. Μεγάλες στιγμές του κοινοβουλευτισμού].
Αυτά φυσικά είναι για μένα στρεψοδικίες και ατιμίες, καθώς διαστρέφουν την έννοια του αναπληρωματικού βουλευτή, απαξιώνουν την προσωπικότητά του και εργαλειοποιούν για μικροκομματική ωφέλεια την κορυφαία στιγμή των εκλογών.
Αλλά είναι πολιτική πρακτική, παρά ταύτα.
Το ουσιωδέστερο ζήτημα είναι αν για την αναπλήρωση του βουλευτή Επικρατείας πρέπει να διεξαχθούν εθνικές εκλογές, με αντικείμενο την πλήρωση αυτής της μίας και μόνης έδρας.
Το άρ. 2 π.δ. 26/2012 ορίζει ότι
Ο αριθμός των βουλευτών για όλη την επικράτεια ορίζεται σε τριακόσιους. […] Οι υπόλοιποι δώδεκα εκλέγονται ενιαίως σε ολόκληρη την επικράτεια, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο επόμενο άρθρο.
300 λοιπόν, όχι 299. Η Βουλή δεν συγκροτείται νομίμως με λιγώτερους από 300 βουλευτές. Το λέει ο εκλογικός νόμος, τελεία. Οι αριθμοί, ως εννοιες περιγραφικές και όχι αξιολογικές, δεν υπόκεινται εύκολα σε τελεολογικές αναγνώσεις, πολλώ δε μάλλον σε πολιτική χειραγώγηση. Αν αρχίσουμε να διαβάζουμε το 300 ως 299, δεν απομένει κανένα μεθοδολογικό φράγμα και για άλλες τολμηρές ερμηνείες των συνταγματικών διατάξεων:
Η προοπτική μιας Βουλής 299 βουλευτών δεν μένει φυσικά χωρίς συνέπειες: για παράδειγμα η απόλυτη πλειοψηφία είναι πλέον 299/2 = 149,5 = 150 έδρες. Η πλειοψηφία των 3/5 που απαιτούν διάφορες συνταγματικές διατάξεις δεν είναι πλέον 180 έδρες, αλλά 299/5 = 179,4 ίσον 179 έδρες. Και τα λοιπά και τα λοιπά. Όλα αυτά θέλουν προσοχή.
Ο Σταύρος Τσακυράκης επιχειρηματολόγησε εδώ προς την αντίθετη κατεύθυνση, λέγοντας ότι δεν χάνει και η Βενετιά βελόνι σε μια Βουλή 299 εδρών. Αντίθετα, την ορθή άποψη υποστήριξε ο Κώστας Χρυσόγονος.
Μπορούμε άλλωστε να παίξουμε με τα βελόνια μας όσο θέλουμε: αν ολόκληρη η Αντιπολίτευση και όχι μόνο η ΧΑ έκανε το ίδιο, η άποψη Τσακυράκη οδηγεί σε μια Βουλή, ούτε λίγο ούτε πολύ, 293 βουλευτών. Αν το 300 μπορεί να είναι και 299 όμως, δύσκολα το 300 μπορεί να είναι ταυτόχρονα και 293.
Επειδή όμως στην Δημοκρατία και στην δικονομία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, εκείνο που προφανώς θα μπορούσε να συμβή είναι η τροποποίηση του εκλογικού νόμου στο σημείο αυτό, ώστε να αρκούν οι 299.
Προβλέπει βέβαια το αναθεωρημένο άρ. 54 παρ. 1 Σ:
Το εκλογικό σύστημα και οι εκλογικές περιφέρειες ορίζονται με νόμο που ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός και αν προβλέπεται η ισχύς του άμεσα από τις επόμενες εκλογές με ρητή διάταξη που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών.
Ε, αν δεν μπορεί το συνταγματικό τόξο να πετύχη ούτε αυτό, είμαστε ούτως ή άλλως άξιοι της μοίρας μας.
Προσθέτω επίσης ότι η περί βελονιών της Βενετιάς άποψη συνεφέλκεται προφανή οφέλη για την κυβέρνηση. Υπό το παρόν καθεστώς, θα μπορούσε θεωρητικά να σταθή μια Βουλή 293 εδρών. Στην υποθετική αυτή Βουλή το όριο της δεδηλωμένης θα ήταν στις μόλις 147 έδρες αντί των 151. Όχι μικρό κέρδος.
Λοιπόν, γράψτε λάθος σε (σχεδόν) όλα τα παραπάνω. Υπάρχει ειδική διάταξη στην εκλογική νομοθεσία, το άρ. 3 παρ. 6 π.δ. 26/2012, την οποία έμαθα από σχετικό σχόλιο του Χαράλαμπου Ανθόπουλου (υποθέτω του Αναπλ. Καθηγητή στο ΕΑΠ) στο φατσαμπούκι:
Από αυτό προκύπτει ότι:
α. ο εκλογικός νομοθέτης δεν επιθυμεί εκλογές σε όλην την χώρα για την πλήρωση μιας θέσης βουλευτή επικρατείας.
β. οι βουλευτές πρέπει πάντα να παραμένουν 300, σαν τους Σπαρτιάτες του Λεωνίδα.
Στην προκειμένη περίπτωση, η περιφέρεια που ενδιαφέρει είναι η Β’ Αθηνών. Αν όλοι οι αναπληρωματικοί της ΧΑ στο Επικρατείας και όλοι στην Β’ Αθηνών παραιτηθούν, η λογική λύση είναι η διενέργεια πρόσθετης αναπληρωματικής εκλογής στην Β’ Αθηνών για μία ακόμη έδρα.
Μάλλον δηλαδή. Μια τέτοια εκλογή θα ήταν κατ’ ουσίαν πλειοψηφική, ενώ το νόημα των βουλευτών επικρατείας είναι ακριβώς να εκπροσωπούν τα κόμματα κατ’ αναλογίαν της συνολικής εκλογικής τους δύναμης.
Αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο.
Συγγνώμη, αλλά σε αυτό το τελευταίο περί αλλαγής του εκλογικού νόμου κάτι δεν καταλαβαίνω: ναι, με αυξημένη πλειοψηφία μπορούν οι διατάξεις του νέου νόμου να ισχύσουν από τις επόμενες εκλογές. Τις επόμενες όμως. Αλλά είναι δυνατόν να δεχτούμε ότι ο αριθμός των εδρών της Βουλής στην τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο μπορεί να αλλάξει με συνταγματικά επιτρεπτό τρόπο διαρκούσης της περιόδου;
Καλή παρατήρηση.
Αν η πλειοψηφία των δύο τρίτων επιτρέπεται να ψηφίση ό,τι θέλη για τις επόμενες εκλογές, δεν μπορεί τάχα να το πράξη και για την παρούσα βουλευτική περίοδο; Η συνταγματική διάταξη αποσκοπεί στην αποφυγή αιφνιδιασμών και καταστρατηγήσεων, πράγμα που δεν νομίζω ότι συντρέχει εν προκειμένω.
Από την άλλη μεριά βέβαια, η εντολή δόθηκε για 300 βουλευτές και όχι για όσους θα αποφάσιζε εν συνεχεία η Βουλή.
[Από την παράλλη μεριά, η εντολή δόθηκε επίσης για 4 έτη και όχι για όσα θα αποφάσιζε εν συνεχεία η Βουλή, άλλο τι γίνεται στην πράξη…]
Ένα άλλο πράγμα που με προβληματίζει είναι ότι η συνταγματική διάταξη είναι περιοριστική ως προς το εκλογικό σύστημα και τις εκλογικές περιφέρειες, άρα όχι συνολικά ως προς την εκλογική νομοθεσία. Ο αριθμός των βουλευτών σίγουρα δεν ανήκει στο εκλογικό σύστημα, αλλά προκύπτει έμμεσα από τις εκλογικές περιφέρειες. Αναμφισβήτητα όμως δεν ταυτίζεται με αυτές, γιατί η ρύθμιση των εκλογικών περιφερειών μπορεί να αφορά τα γεωργαφικά τους όρια ή την κατανομή των εδρών σε αυτές με δεδομένο τον συνολικό αριθμό τους. Μήπως λοιπόν δεν απαιτείται ούτε η αυξημένη πλειοψηφία των 2/3;
Τέλος πάντων, ενόψει της ειδικής διάταξης που είδα από τον Ανθόπουλο, αυτή η συζήτηση μάλλον είναι άνευ αντικρίσματος.
Εν τω μεταξύ, ο Δημητρόπουλος ισχυρίζεται κάτι δικά του:
Ο Χριστόπουλος το τελικιάζει όμως (με τη επιφύλαξη ότι μεταφέρθηκαν σωστά όσα απίθανα φέρεται να είπε):
Εδώ ο Ανθόπουλος συνηγορεί στο ότι