Κακώς μας ήλθε και η Χρυσή Αυγή στα κοινοβουλευτικά τα έδρανα λοιπόν.
Ο σοφός ελληνικός λαός έστειλε λοιπόν ως αντιπροσώπους του στην Βουλή ένα θίασο ανθρώπων που συνηθίζουν να γνωρίζουν τον Ποινικό Κώδικα βιωματικά.
Από το να βλέπουμε τα μούτρα τους όμως μήπως θα ήταν καλύτερα να τους απαγορεύσουμε την λειτουργία του κόμματος; Να διαλύσουμε το κόμμα; Να μην επιτρέψουμε την συμμετοχή του στις εκλογές; Τόσες επιλογές υπάρχουν: στην Σχεδονδημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα!
[Μικρό παιδάκι θυμάμαι ότι ήμουνα στην σχολή και το αίτημα περί απαγορεύσεως της Χρυσής Αυγής το διεκήρυττε ήδη η δημοκρατική και σοσιαλιστική ΠΑΣΠ. Εγώ, αφελές παιδάριον ήμην, αλλά με είχε παραξενέψει το πράγμα: να απαγορευτούν κόμματα; Μα καλά, αυτά γίνονται μόνο στις Σχεδονδημοκρατίες! Δεν ψήφισα ποτέ μου ΠΑΣΠ.]
Ας αρχίσουμε πρώτα από το Σύνταγμά μας. Προβλέπεται λοιπόν στο άρ. 29 παρ. 1 Σ, στην όχι ασήμαντη ενότητα με τον τίτλο “Σύνταξη της Πολιτείας” [στην ίδια ας πούμε όπου περιέχεται η διάκριση των λειτουργιών και οι σχέσεις εθνικού και διεθνούς δικαίου]:
Έλληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Πολίτες που δεν απέκτησαν ακόμη το δικαίωμα να εκλέγουν μπορούν να συμμετέχουν στα τμήματα νέων των κομμάτων.
Τα κόμματα λοιπόν είναι συστατικοί θεσμοί του κοινοβουλευτικού μας πολιτεύματος. Δεν είναι σωματεία και, άρα, δεν εφαρμόζεται σε αυτά ο θεσμός της διάλυσης του σωματείου με απόφαση του Πρωτοδικείου κατ’ άρ. 105 ΑΚ. Είναι δε τόσο σημαντικά, ώστε το Σύνταγμα σιωπά εντελώς ως προς την δυνατότητα απαγόρευσής τους. Και αφού σιωπά, την απαγορεύει: ο κοινός νομοθέτης δεν έχει εξουσία να προβλέψη διαδικασία απαγόρευσης.
Και πράγματι, ο κοινός νομοθέτης δεν διανοήθηκε να προβή σε τέτοια πρόβλεψη. Ο περί κομμάτων νόμος, ο Ν. 3023/2002, προβλέπει στο άρ. 29:
1. Το πολιτικό κόμμα πριν αναλάβει δραστηριότητα καταθέτει ιδρυτική δήλωση στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Τη δήλωση καταθέτει ο Πρόεδρος ή η Διοικούσα Επιτροπή του και σε αυτή αναφέρεται ότι η οργάνωση και η δράση του εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
2. Στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου γνωστοποιούνται επίσης το όνομα, το έμβλημα και η έδρα του πολιτικού κόμματος και υποβάλλονται το καταστατικό ή η ιδρυτική του διακήρυξη, που υπογράφονται από διακόσιους, τουλάχιστον, πολίτες με δικαίωμα ψήφου.
3. Η χρήση των συμβόλων του άρθρου 37 παρ. 5 του π.δ. 55/1999 (ΦΕΚ 58 Α’), ως ονόματος και εμβλήματος πολιτικού κόμματος, απαγορεύεται.
[…]
6. Το πολιτικό κόμμα αποκτά με την ίδρυσή του νομική προσωπικότητα για την εκπλήρωση της συνταγματικής αποστολής του.
Από αυτά προκύπτουν τα εξής:
Η δήλωση του άρ. 1 ότι η οργάνωση και η δράση του πολιτικού κόμματος εξυπηρετούν την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος απαιτείται αποκλειστικά και μόνο για την νομιμότητα της δραστηριότητας του κόμματος. Δεν αφορά την ίδρυσή του ούτε η μη κατάθεσή της έχει ως συνέπεια να θεωρήται ότι το κόμμα δεν έχει ιδρυθή ή ότι διαλύθηκε. Στο κάτω κάτω, είναι μια απλή δήλωση ότι θα είμαστε καλά παιδιά και τίποτε παραπάνω. Για την ίδρυσή του απαιτούνται μόνο όσα ορίζει η παρ. 2, βασικά οι 200 υπογραφές. Άπαξ και ιδρυθή το κόμμα, η εσωτερική του ζωή ρυθμίζεται μόνο από το ίδιο και, φυσικά, μόνο το ίδιο αποφασίζει αν θα αναστείλη την δράση του, πότε και υπό ποιους όρους. Όπως προκύπτει από τις παρ. 2 και 6, το πολιτικό κόμμα δεν υπόκειται σε αναγνώριση ή αδειοδότηση, αλλά απλώς γνωστοποιούνται τα απαραίτητα στοιχεία στην Εισαγγελία ΑΠ. Νομική προσωπικότητα αποκτά αυτομάτως από την ίδρυσή του. Μόνος περιορισμός, αμφιλεγόμενος για εμένα, είναι αυτός της παρ. 3, που αναφέρεται πλέον στο άρ. 37 παρ. 5 π.δ. 26/2012:
Απαγορεύεται η χρήση ως ονόματος και εμβλήματος ή σήματος κόμματος:
α) συμβόλου θρησκευτικής λατρείας, της σημαίας της πατρίδας ή άλλου παρόμοιου συμβόλου ή σημείου ιδιαίτερης ευλάβειας,
β) του στέμματος,
γ) συμβόλων ή εμβλημάτων του δικτατορικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967 ή φωτογραφιών προσώπων που έχουν καταδικαστεί για τη συμμετοχή τους σ’ αυτό.
[Είναι προφανές ότι το β και το γ έχουν ξεμείνει από την δεκαετία του 70. Καλύτερα να καταργηθή όλο το άρθρο.]
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι και ο συντακτικός και ο κοινός νομοθέτης ρύθμισαν τα της ίδρυσης και λειτουργίας των πολιτικών κομμάτων με ιδιαίτερη ελευθεροφροσύνη και σεβασμό στην άσκηση των πολιτικών ελευθεριών των Ελλήνων. Τυχόν προώθηση μέσα από συνταγματική αναθεώρηση κάποιας διαδικασίας απαγόρευσης θα συνιστούσε οφθαλμοφανώς οπισθοδρόμηση του επιπέδου προστασίας του status activus των πολιτών, οπισθοδρόμηση ολοταχώς στα επίπεδα του Α.Ν. 509/1947 περί προστασίας του κοινωνικού καθεστώτος. Του νόμου που απαγόρευσε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας.
Είναι αλήθεια βέβαια ότι υπάρχουν κάποιες χώρες όπου προβλέπεται διαδικασία απαγορεύσεως κομμάτων, συνήθως με απόφαση ενός Συνταγματικού Δικαστηρίου. Οι χώρες αυτές βέβαια παράγουν και άλλα δυσεδώδιμα συνταγματικά προϊόντα, όπως ποινική απαγόρευση εμβλημάτων/ύμνων/χαιρετισμών, ειδική υπηρεσία προστασίας του πολιτεύματος, που παρακολουθεί τα κόμματα που θεωρούνται ακραία κ.λπ. Να προσέχουμε τι ευχόμαστε μερικοί.
Για να γελάσουμε λοιπόν, ας παραδειγματιστούμε από την πιο κλασσική σχετική απόφαση, την πρώτη και μοναδική μέχρι σήμερα απαγόρευση στην Γερμανία, την απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού με την οποία απαγορεύθηκε το KPD (Αυγ 1956) [για να μην ξεχνάμε ότι όποιος σκάβει τον λάκκο του αλλουνού, ενδέχεται να πέση ο ίδιος μέσα].
8. Eine Partei ist schon dann verfassungswidrig, wenn sie eine andere soziale und politische Ausprägung der freiheitlichen Demokratie als die heutige in der Bundesrepublik deshalb erstrebt, um sie als Durchgangsstadium zur leichteren Beseitigung jeder freiheitlichen demokratischen Grundordnung überhaupt zu benutzen, mag diese Beseitigung auch erst im Zusammenhang mit oder nach der Wiedervereinigung stattfinden sollen.
9. Zu den Absichten, die eine Partei verfassungswidrig im Sinne des Art. 21 Abs. 2 GG machen, gehören nicht nur diejenigen, die sie auf jeden Fall auszuführen gedenkt, sondern auch diejenigen, die sie nur verwirklichen will, wenn die Situation dafür günstig ist.
[Δεν μπορώ να μετρήσω καν πόσα ελληνικά κόμματα θα μπορούσαν να έχουν απαγορευτή με κριτήρια σαν κι αυτά…]
Υπόψιν ότι η απαγόρευση στηρίχθηκε στην αγωνιστική και μαχητική στάση του Καπεντέ κατά του γερμανικού πολιτεύματος. Παρ’ ημίν, η Χρυσή Αυγή δεν πιστεύει στην Δημοκρατία μας, σαν τον Μάκη τον Μαΐλλη ας πούμε, αλλά μέχρι τώρα η αγωνιστικότητά της διοχετεύεται στις δολοφονικές επιθέσεις κατά μεταναστών και όχι κατά των θεσμών. Απεναντίας, φρόνιμα φρόνιμα βγάλανε τα μαύρα μπλουζάκια με τα αρχαία γράμματα, φορέσανε τα κουστουμάκια τους και ωρκιστήκανε σαν καλά παιδιά στην Βουλή των 48 Ωρών.
Λίγα χρόνια μετά βέβαια το καπεντέ έβαλε τα ρούχα του αλλιώς και επανιδρύθηκε ως ντεκαπέ. Προς δόξαν της αβελτερίας των απαγορευτών.
Δεν ήταν “η πρώτη και μοναδική μέχρι σήμερα απαγόρευση στην Γερμανία”. Είχε προηγηθεί η απαγόρευση του SRP (1952): http://www.extremismus.com/dox/srpverbot.pdf
Α ευχαριστώ, δεν το ήξερα.
Ίσως αλλάζει κάπως το σχετικό κλίμα στην Γερμανία, δεδομένου ότι η διαδικασία εναντίον του NPD σταμάτησε λίγα χρόνια πριν.
Ή μπορεί απλά το NPD να παραήταν μεγάλο.
Σε συνταγματικό επίπεδο συμφωνώ με την ανάλυση. Έχω μια απορία σε ποινικό, μιας και είστε ποινικολόγος: είναι νοητό κάποιο κόμμα να διαλυθεί με την εφαρμογή διατάξεων του ΠΚ περί συμμορίας; Αυτονοήτως αν διαπράττονται εγκλήματα και έχει καταβληθεί από το κράτος η ενδεδειγμένη έρευνα για να δειχθεί η διασύνδεση και ο σχεδιασμός.
Δηλαδη για να γυρίσουμε στη ΧΑ, διάλυση με αστική απόφαση δεν τίθεται.
Ποινικά, αν θεωρηθεί συμμορία τι γίνεται με την οργάνωση? υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι έχει καταβληθεί η αντίστοιχει δικαστική και αστυνομική προσπάθεια.
Πάντα αναρωτιόμουν με το ισχύον νομικό πλαίσιο τι θα κάναμε π.χ. με τα SA ως οργάνωση…
Καλή ερώτηση.
Οι συμμορίες δεν διαλύονται, διότι δεν υπάρχουν νομικά. Η συγκρότηση και η ένταξη σε εγκληματική οργάνωση τιμωρείται ως ποινικό αδίκημα, με υπερβολικά αυστηρούς όρους, αν θες την γνώμη μου.
Παραθέτω την διάταξη και επανέρχομαι:
Και υπάρχει και η συμμορία:
Ας υποθέσουμε χάριν της συζήτησης ότι συντρέχουν οι σκοποί του άρ. 187, αν και αυτό δεν είναι καθόλου αναμφισβήτητο, αφού ας πούμε η ΧΑ δεν ιδρύθηκε “για να” διαπράττη σοβαρές σωματικές βλάβες. Εκτός οτι οι περιπτώσεις που έχουν αναφερθή είναι μάλλον απλές ή επικίνδυνες, πλην Κουσουρή ας πούμε. Επίσης, το στοιχείο της δομής ή της διάρκειας απαιτεί τα εν λόγω κακουργήματα να μην είναι απλά συνοδευτικά φαινόμενα, αλλά κύριες επιδιώξεις της οργάνωσης. Δεν νομίζω ότι συμβαίνει ούτε αυτό.
Καταρχάς λοιπόν, οι διατάξεις αυτές είναι ερμηνευτέες υπό το φως της ευρείας συνταγματικής προστασίας του πολιτικού κόμματος. Αυτό συνεπάγεται όμως ότι η απλή ιδιότητα του μέλους της ΧΑ δεν μπορεί να θεωρηθή αδίκημα καθαυτήν, διότι θα ισοδυναμούσε πρακτικά με απαγόρευση του κόμματος, πράγμα που απαγορεύεται. Δεν μπορείς δηλαδή να βάλης από το ποινικό παράθυρο την απαγόρευση που σου απαγορεύει η συνταγματική πόρτα.
Από κει και πέρα, κάθε μέλος της ΧΑ φέρει την ευθύνη των πράξεών του και δικάζεται ανάλογα με αυτές.
Αυτά έχω να πω λίγο πρόχειρα.
Ενόψει των τελευταίων εξελίξεων, παραπέμπω στα εξής:
Η Λίνα Παπαδοπούλου αποτόλμησε πρώτη να υποστηρίξη την συνταγματική δυνατότητα απαγόρευσης κόμματος:
Δεν πειράζει που δεν το θέλησε ο συνταγματικός νομοθέτης, αρκεί που το θέλει η Παπαδοπούλου.
Και εδώ του Τσακυράκη για την σχέση πολιτικού κόμματος με εγκληματική οργάνωση.
Για μένα είναι σαφές ότι άλλο το πολιτικό κόμμα ΧΑ, που είναι νόμιμο και εκφράζει μέχρι νεωτέρας 423.000 συμπολίτες μας, και άλλο η εγκληματική οργάνωση ΧΑ, για την οποία ασκήθηκαν διώξεις, έγιναν συλλήψεις και απαγγέλθηκαν προσωρινές κρατήσεις.