Σχολίαζα μεταξύ άλλων λίγες ημέρες πριν τα του προκομμένου μας κατά Σκανδαλίδη και Παυλόπουλο εκλογικού νόμου. Του νόμου της υπερενισχυμένης αναλογικής, που τάχα θα διασφάλιζε κυβερνητική σταθερότητα. Την είδαμε την προκοπή του.
Είπαμε λοιπόν τότε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα δικαιούτο το περιβόητο βραβείο των 50 εδρών, γιατί δεν είναι κόμμα ενιαίο, αλλά συνασπισμός κομμάτων, των περιώνυμων συνιστωσών.
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι της πολιτικής και εκλογικής σκοπιμότητας. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον ένα ολοκαίνουργιο ενιαίο κόμμα, που διατελεί ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως ηνωμένος ενώπιον Αρείου Πάγου και εκλογικού σώματος.
Προβλήθηκε η προσπάθεια να δικαιολογηθή η προφανής και πρωτοφανής ιδεολογική κυβίστηση των τέως πρωταθλητών της απλής αναλογικής με το επιχείρημα ότι το βραβείο των 50 εδρών απονέμεται οπωσδήποτε από τον εκλογικό νόμο. Αν όχι δηλαδή στο πρώτο κόμμα, τότε στο δεύτερο.
Διαφωνώ με την ερμηνεία αυτή.
Υπενθυμίζω καταρχάς την διάταξη:
Σύμφωνα με το άρ. 99 παρ. 3 π.δ. 26/2012
3.α. Στο αυτοτελές κόμμα, που συγκέντρωσε το μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψηφοδελτίων στο σύνολο της Επικράτειας, παραχωρούνται, επιπλέον των εδρών που λαμβάνει, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, πενήντα (50) ακόμη έδρες, οι οποίες προέρχονται από εκλογικές περιφέρειες στις οποίες έχουν παραμείνει αδιάθετες έδρες μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 100, παρ. 4,5,6,7 και 8. Η επιπλέον παραχώρηση πενήντα (50) εδρών γίνεται, επίσης, σε συνασπισμό συνεργαζόμενων κομμάτων, εφόσον ο μέσος όρος της δύναμης των κομμάτων, που τον απαρτίζουν, είναι μεγαλύτερος από τη δύναμη του αυτοτελούς κόμματος, που συγκέντρωσε το μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψηφοδελτίων. Ο μέσος όρος προκύπτει από τη διαίρεση του ποσοστού που έλαβε ο ανωτέρω συνασπισμός διά του αριθμού των΄κομμάτων που τον αποτελούν. β. Το Α΄ Τμήμα του Αρείου Πάγου, σε συμβούλιο, κατά την ανακήρυξη των εκλογικών συνδυασμών, αποφαίνεται, αμετακλήτως, για το χαρακτήρα κάθε κόμματος, ως αυτοτελούς ή ως συνασπισμού συνεργαζόμενων κομμάτων. Η κρίση του διαμορφώνεται, χωρίς δικονομικούς περιορισμούς, από τα υπάρχοντα στοιχεία, τα οποία μπορούν να συμπληρωθούν με υπόμνημα των κομμάτων και των υποψηφίων.
Το νομικό ερώτημα που τίθεται είναι αν το “αυτοτελές κόμμα, που συγκέντρωσε το μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψηφοδελτίων στο σύνολο της Επικράτειας” απαιτείται να τερμάτισε και πρώτο στον εκλογικό μαραθώνιο ή μήπως όχι.
Η γραμματική διατύπωση της διάταξης μάλλον ευνοεί την αρνητική απάντηση.
Άλλα κελεύει όμως ο νομοθετικός σκοπός. Δεδηλωμένος σκοπός του εκλογικού νόμου ήταν η ενίσχυση του πρώτου κόμματος, ώστε να διευκολύνεται ο σχηματισμός σταθερών κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων.
Αν όμως δεν απαιτείται να είναι πρώτο, τότε μπορεί να είναι και το δεύτερο κόμμα. Και αν ούτε το δεύτερο, τότε το τρίτο; Και αν όχι το τρίτο, τότε το τέταρτο; Το absurdum αρχίζει να γίνεται εμφανές: ο έμφρων νομοθέτης, που αποσκοπεί στην δημιουργία σταθερών κυβερνήσεων, δεν είναι δυνατόν να θέλησε ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή την απονομή του βραβείου σε μικρότερα κόμματα, τα οποία αποδοκιμάστηκαν από το εκλογικό σώμα και δεν θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία ούτε με το βραβείο.
Αριθμητικό και επίκαιρο παράδειγμα: αν ο ΣΥΡΙΖΑ έμενε συνασπισμός και η ΝΔ κατέβαινε ως συνασπισμός με την ΔΗΜΣΥΜΜ, το βραβείο θα πήγαινε στο ΠΑΣΟΚ ως τρίτο και λαχανιασμένο κόμμα. Με 15% το ΠΑΣΟΚ θα εξέλεγε αναλογικά 45 βουλευτές. Συνεπώς, οι επιπλέον 50 του βραβείου, το όλον 95, σε τίποτε δεν θα εξυπηρετούσαν τον διακεκηρυγμένο σκοπό της κυβερνητικής σταθερότητας, αφού το ΠΑΣΟΚ δεν θα εξασφάλιζε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία ούτε έτσι. Αντιθέτως, θα υπέσκαπταν τον σκοπό αυτό, διότι θα δημιουργούσαν μια βουλή σε έντονη δυσαρμονία με την λαϊκή ψήφο.
Ανατρέχοντας στα συνοδευτικά κείμενα του Ν. 3636/2008, το θέμα που απασχόλησε τον νομοθέτη ήταν κυρίως αν είναι συνταγματικώς ανεκτή η διάκριση κομμάτων αφενός με συνασπισμούς κομμάτων αφετέρου. Εμμέσως όμως δίδεται απάντηση και στο ζήτημα που μας απασχολεί, ας πούμε από αυτό εδώ το χωρίο της Αιτιολογικής Έκθεσης:
Το πρόσφατο αποτέλεσμα των εκλογών της 16ης Σεπτεμβρίου [2007] απέδειξε, κατά τρόπο αναμφισβήτητο, ότι ο ισχύων εκλογικός νόμος δεν πραγμάτωσε τον ένα εκ των δύο βασικών στόχων του, ήτοι τη διασφάλιση ικανής πλειοψηφίας εδρών για το πρώτο κόμμα, παρά το γεγονός ότι τούτο υπερτέρησε του επόμενου, σε αριθμό ψήφων, κατά ποσοστό σχεδόν 4%
Προκύπτει λοιπόν ότι όλο το άγχος και ο καημός ήταν για τον πρώτο των πρώτων και όχι ασφαλώς για τον δεύτερο ή τον τρίτο των πρώτων. H causa legislandi, η νομοθετική αφορμή, ανάγεται αδιστάκτως στο πρώτο στην λαϊκή ετυμηγορία κόμμα.
Ακόμη σαφέστερο γίνεται αυτό από την ανάγνωση του εξής παραθέματος της έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής:
Η διάταξη αυτή, όπως σημειώνεται και στην Αιτιολογική Έκθεση που συνοδεύει το Νομοσχέδιο, συμπορεύεται με την προϊσχύσασα ρύθμιση του άρ. 1 περ. ε’ και στ΄ του Ν. 1907/1990, συμφώνως προς την οποία, στην τρίτη κατανομή (καθώς και τις τυχόν απομένουσες αδιάθετες ύστερα και από την τρίτη κατανομή έδρες) μετείχε το κόμμα που προηγείτο σε ψήφους, μόνον εφόσον ήταν αυτοτελές, αποκλειομένου του συνασπισμού των συνεργαζομένων κομμάτων
.
Τώρα το πράγμα είναι λοιπόν ολοφάνερο. Πρόδρομος της ρύθμισης Παυλόπουλου είναι ο εκλογικός νόμος Κούβελα επί Μητσοτάκη, αυτόν αντιγράφει. Τότε ωριζόταν ότι προϋποθέσεις εισόδου στην τρίτη κατανομή ήσαν δύο: α) κόμμα που να προηγήται στην λαϊκή ψήφο [πράγμα τότε, και το 2008 επίσης, αυτονόητο], και β) το κόμμα να είναι αυτοτελές [αυτό ήταν τότε το novum και περί αυτό επεκράτησε διχοστασία].
Επειδή όμως από τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε αξιωματική αντιπολίτευση, τα αυτονόητα σταμάτησαν να είναι αυτονόητα, τα πόδια σηκωθήκανε να βαρέσουν το κεφάλι, οι γάιδαροι πετάνε και οι γυναίκες μας μας δέρνουν, χρειάστηκε να γράψω και εγώ αυτήν την ανάρτηση:
Η ορθή έννοια της επίμαχης διάταξης της εκλογικής νομοθεσίας, που ακόμη δυστυχώς ισχύει, είναι ότι το βραβείο των 50 εδρών ανήκει πάντα στον πρώτο σε αποτέλεσμα εκλογικό σχηματισμό, εάν μεν είναι αυτοτελές κόμμα πάντοτε, εάν δε είναι συνασπισμός κομμάτων υπό τους όρους που προβλέπονται.
Αν κανένα από τα δύο αυτά σκέλη δεν αληθεύει, το εκλογικό σύστημα μετατρέπεται κατ’ αποτέλεσμα σε απλή αναλογική.
Σε κάθε περίπτωση, όπως ορθά τονίζει ο Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Παντελής στην σελ. 3 της έκθεσης, κάθε εκλογικός νόμος, άρα και ο παρών, αναγιγνώσκεται υπό το φως του άρ. 52 Σ, το οποίο δεν επιτρέπει σε καμία περίπτωση ο δεύτερος [ή ο τρίτος, προσθέτω εγώ] εκλογικός σχηματισμός στην καλπη να μεταμορφωθή σε πρώτο στο Κοινοβούλιο μέσω του εκλογικού συστήματος [πράγμα που επιτρέπουν τα πλειοψηφικά εκλογικά συστήματα προσθέτω εγώ]. Η πλειονότητα ψήφων δεν μπορεί να γίνη μειονότητα εδρών [μπορεί όμως να γίνη υπερπλειονότητα εδρών!].
Αβάντι μαέστρο λοιπόν το άρ. 52 Σ:
Η ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, ως έκφρασης της λαϊκής κυριαρχίας, τελεί υπό την εγγύηση όλων των λειτουργών της Πολιτείας, που έχουν υποχρέωση να τη διασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση. Νόμος ορίζει τις ποινικές κυρώσεις κατά των παραβατών της διάταξης αυτής.
Ένα εκλογικό σύστημα που θα καταδώριζε 50 έδρες στον δεύτερο και καταϊδρωμένο εκλογικό σχηματισμό δεν το λες και “άνοθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης” (μεταξύ μας, ούτε και αν πήγαιναν στον πρώτο). Το ισχύον εκλογικό δίκαιο είναι ερμηνευτέο ενόψει του άρ. 52 Σ, ιδίως δε η εφαρμογή του δεν επιτρέπεται να νοθεύση την λαϊκή θέληση (περισσότερο τέλος πάντων παρά όσο συνηθίζεται).
Άλλο υπερενισχυμένη αναλογική, αναλογική που προσθέτει στο τάλαντο του πρώτου κόμματος άλλο ένα, και άλλο αντίστροφη αναλογική, αναλογική που δίνει τόσες περισσότερες έδρες, όσες λιγώτερες είναι οι ψήφοι.
Το πρώτο βουλήθηκε ο νομοθέτης, όχι το δεύτερο.
Επομένως, κατά την ερμηνεία σας Αθανάσιε, αν, αν λέμε, πρώτος σε ψήφους εκλογικός σχηματισμός τερματίσει η ΝΔ+ΔΗΣΥ, τότε δεν δικαιούται το bonus των 50 εδρών το οποίο βεβαίως δεν θα δικαιούται ούτε ο δεύτερος εκλογικός σχηματισμός, ο ΣΥΡΙΖΑ μάλλον, καίτοι φρόνισε να μετατραπεί σε ενιαίο, αδιαίρετι και ομοούσιο κόμμα! Δεν τολμώ να φανταστώ τι θα γίνει στο εκλογοδικείο όπου ο σ. Αλέξιος και οι συν αυτώ σσ. θα διεκδικούν για το, κόμμα τους πλέον, το bonus των 50 εδρών!!!!
Υ.Γ. Τώρα, πόσο ανόθευτη είναι η λαϊκή θέληση όταν απόλυτη πλειοψηφία εδρών αποκτά στη Βουλή ένα κόμμα που η πλειοψηφία του λαού δεν το (προ)τίμησε είναι άλλη συζήτηση…
Στο πραγματικό εκλογικό σκηνικό, η ΝΔ κατεβαίνει ως αυτοτελές κόμμα, άρα θα επιβραβευθή με τις 50 έδρες της καλπονοθείας.
Δεν θα είχε όμως μεγάλη πλάκα αν ο ΣΥΡΙΖΑ έφτανε στο σημείο να διεκδική για τον εαυτό του στο Εκλογοδικείο τις 50 έδρες;
Εγώ νομίζω ότι θα είχε περισότερη πλάκα ο Σύριζα να παρέμενε ως είχε, να έβγαινε πρώτος και ο νομοθέτης να απέδιδε τις έδρες στο δευτερο κόμμα.
Πλάκα όχι, φρίκη ναι.
Ωστόσο ακόμη κι αν το δώρο των 50 δεν περνάει στο δεύτερο κόμμα, το πού ακριβώς πάει δεν είναι τόσο αυτονόητο. Κατά την κοινή λογική πράγματι θα έπρεπε να διαχυθεί αναλογικά σε όλα τα κόμματα (όπως λέτε: “το εκλογικό σύστημα μετατρέπεται κατ’ αποτέλεσμα σε απλή αναλογική”), αλλά η γραμματική διατύπωση του νόμου (άρθρο 99 παρ. 2 της τελευταίας κωδικοποίησης, π.δ. 26/2012) δεν μας διευκολύνει, αφού κάνει λόγο για κατανομή των 250 και μόνον αυτών, ρυθμίζοντας αντίστοιχα και το εκλογικό μέτρο. Φοβούμαι ότι ούτε η Ανώτατη Εφορευτική ούτε το ΑΕΔ θα τολμούσαν να παρακάμψουν αυτό το εμπόδιο, κατανέμοντας αναλογικά (ή καταργώντας!) τις τυχόν υπολειπόμενες 50 για τις οποίες ο νόμος σιωπά.
Προφανώς χρειάζεται ερμηνεία και δουλειά τους είναι να ερμηνεύουν (ειδικά το ΑΕΔ έχει παρακάμψει κι έχει παρακάμψει…). Και σε αυτό προσπαθώ να βοηθήσω.
Το π.δ. αναφέρει τις 250 έδρες έχοντας κατά νου το βραβείο. Έχουμε δύο επιλογές: ή να θεωρήσουμε ότι το βραβείο θα δοθή ο κόσμος να χαλάση, ακόμα και στο τρίτο ή τέταρτο κόμμα, ακόμα και αν σε τίποτε δεν εξυπηρετεί την δημιουργία αυτοδύναμης κυβέρνησης. Ή να θεωρήσουμε ότι, αν το βραβείο δεν απονέμεται στον δεύτερο ή πιο κάτω, προφανώς οι 250 έδρες γίνονται 300, χάριν της ανόθευτης έκφρασης του εκλογικού σώματος.
Διαλέγουμε και παίρνουμε την πιο πειστική ερμηνεία.
Με τα επιχειρήματά σου γίνεται σαφές πως δεν θα ήταν σωστή η ερμηνεία του νόμου πως το μπόνους μεταφέρεται στο δεύτερο κόμμα, αποκλειόμενου του πρώτου ως συνασπισμού κομμάτων ή απλά αρνούμενου να συμπράξει στην πολιτική αυτή ατιμία, γιατί η παραχάραξη της εκφρασμένης λαϊκής βούλησης είναι για εμένα ατιμία.
Ύστερα από αυτό, όπως σου είπα τελικά και στου κ.Ροϊδη, προσχωρώ και εγώ στην άποψή σου πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα οφείλε, δίνοντας μάθημα δημοκρατικής συνέπειας να έχει ήδη δηλώσει ότι αποποιείται το προνόμιο, ώστε οι έδρες να μοιραστούν με απλή αναλογική για τα κόμματα που θα μπουν στη Βουλή.
Δεν το εχει κάνει δυστυχώς.
Το μόνο ελαφρυντικό που του αναγνωρίζω είναι πως θα κατηγορηθεί σίγουρα πως το κάνει φοβούμενος την ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών και όχι για λόγους αρχής.
Είμαι πάντως βέβαιος πως αν καταλάβει την εξουσία θα ψηφίσει την απλή αναλογική, αν φυσικά του δοθεί ο απαραίτητος χρόνος.
Λασκαράτε,
χαίρομαι που σε έπεισα. Να πω την αλήθεια, ούτε που το είχα φανταστή ότι μπορεί κάποιος να θεωρούσε ότι το βραβείο θα απονεμηθή στο δεύτερο κόμμα, αν το πρώτο είναι συνασπισμός. Ούτε το έχω διαβάσει να υποστηρίζεται κάπου, μπορεί βέβαια να μου έχη διαφύγη. Αλλά ίσως είναι αυτονόητη η νόθευση για κάποιους, όπως για σένα και για μένα η μη νόθευση.
Μου το είπε και ένας φίλος αυτό και πραγματικά δεν το καταλαβαίνω. Να κατηγορηθή επειδή εφαρμόζει τις αρχές του και την ιδεολογία του; Αυτά που επί δεκαετίες υποστηρίζουν; Και να μην κατηγορηθή τώρα που κάνει ακριβώς τα αντίθετα;
Ότι κιοτεύει μπροστά στην ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών, μπορεί να κιοτεύη, αλλά το θέμα του εκλογικού συστήματος δεν έχει καμία σχέση.