Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ επιδιώκει να καταβιβάση το κατώτατο όριο του δικαιώματος του εκλέγειν στα 17 έτη (από 18 που είναι σήμερα). Πρόκειται φυσικά για μια πρόταση απολύτως σύμφωνη με την σοσιαλεθνικιστική ιδεολογία της, αλλά και με τους ειδικώτερους εκλογικούς και μικροκομματικούς σχεδιασμούς της. Το γλείψιμο στους πιτσιρικάδες αποτελεί προνομιακό πεδίο για τον ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον από τότε που η κομματική τους φυλλάδα κυκλοφορούσε το 2008 με χριστουγεννιάτικο ημερολόγιο με την καμμένη Αθήνα και “αντικάλαντα”.
Τι δέον ψηφίζειν όμως επί της προτάσεως αυτής; Ιδού μερικές σκέψεις:
Καταρχάς, να βάλουμε κάτω τα δεδομένα. Σήμερα ζουν στην Ελλάδα περί τους 100.000 17ρηδες (γεννήσεις 1999: 100.643). Αυτή είναι η νέα εκλογική πελατεία που θέλει να κολακεύση ο Τσίπρας και οι συν αυτώ, προσδοκώντας γύρω στις 30.000-40.000 ψήφους για το κόμμα τους, αν αφαιρέσουμε την αποχή και τις ψήφους των άλλων κομμάτων. Συγκριτικά, δεν είναι κάτι το πολύ σπουδαίο εκλογικά, αν αναλογιστούμε ότι τις εκλογές του Σεπτ 2015 τις κέρδισαν οι ΣΥΡΙΖΑίοι με περιθώριο 400.000 ψήφους.
Εξάλλου, η διαφοροποίηση ειδών ενηλικότητας δεν είναι κάτι το παράξενο. Ήδη στον νόμο προβλέπονται διαφορετικά όρια για την γενετήσια ενηλικότητα (: 15 στο άρ. 339 ΠΚ), την εργασιακή (: καταρχήν επίσης 15 στο άρ. 136 ΑΚ) και την ποινική (: 18 στο άρ. 121 ΠΚ). Η διαφοροποίηση και η αποσύνδεση συνεπώς την πλήρους δικαιοπρακτικής ικανότητας (που στοιχείται με το 18ο έτος της ηλικίας κατ’ άρ. 127 ΑΚ) με το προς ψήφο δικαίωμα δεν είναι εξ αυτού του λόγου απορριπτέα.
Εν τούτοις, η χορήγηση δικαιώματος ψήφου σε περιωρισμένα ικανούς για δικαιοπραξία, τους 17χρονους ανηλίκους, είναι ύποπτη αντισυνταγματικότητας. Κατά πρώτον λόγο, για να έχουμε επίγνωση για τι μιλάμε, ψήφος στα 17 σημαίνει για μερικές χιλιάδες εφήβους ψήφος στα 16 συν μερικές ημέρες. Αυτό συμβαίνει επειδή κατά την εκλογική νομοθεσία (άρ. 4 παρ. 2 π.δ. 26/2012):
Για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου η 1η Ιανουαρίου θεωρείται ως ημερομηνία γέννησης όλων όσοι γεννήθηκαν μέσα στο χρόνο.
Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι ο γεννηθείς τα Χριστούγεννα του 2000, που συμπληρώνει το 17 έτος τα Χριστούγεννα του 2017, θεωρείται ήδη 17ετής από την Πρωτοχρονιά του 2017, ήτοι από την τρυφερή ηλικία των 16 ετών και ολίγων ημερών.
Το Σύνταγμα τώρα ορίζει στο άρ. 51 παρ. 3:
Οι βουλευτές εκλέγονται με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία από τους πολίτες που έχουν εκλογικό δικαίωμα, όπως νόμος ορίζει. Ο νόμος δεν μπορεί να περιορίσει το εκλογικό δικαίωμα παρά μόνο αν δεν έχει συμπληρωθεί κατώτατο όριο ηλικίας ή για ανικανότητα δικαιοπραξίας ή ως συνέπεια αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για ορισμένα εγκλήματα.
Εδώ υπάρχει προφανώς ένα συνεχές, εντός του οποίου κάποια στιγμή η ποσοτική διαφορά γίνεται ποιοτική, με άλλα λόγια όπου ο λαός εν ευρεία εννοία (: εκλογείς και μη εκλογείς) δεν μπορεί να ταυτιστή με τον λαό εν στενή εννοία, δηλαδή τους εκλογείς. Νόμος π.χ. που θα επεξέτεινε το εκλογικό δικαίωμα μέχρι και στους 7χρονους θα κρινόταν ομόφωνα αντισυνταγματικός (γιατί όμως;). Δεν μπορώ βέβαια να μην παραβλέψω ότι η γραμματική διατύπωση του Συντάγματος δεν μοιάζει να καθιστά υποχρεωτική την εξαίρεση των ανηλίκων από το εκλογικό σώμα, παρά μόνο δυνητική. Και γενικώτερα, είναι αναμφίλεκτο ότι η εξαίρεση από τον κανόνα του εκλέγειν ερμηνεύεται πάντα στενά και δύσπιστα.
Πράγματι, η επέκταση του δικαιώματος του εκλέγειν, ως απονομή πολιτικών δικαιωμάτων σε δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, έχει αναμφισβήτητα κάτι το θελκτικό. Βαθαίνει και πλαταίνει την λαϊκή κυριαρχία και αυξάνει την ελευθερία πολιτικού αυτοκαθορισμού της συγκεκριμένης πληθυσμιακής μερίδας. Χωρίς να βλάπτη, νομίζω, τον υπόλοιπο εκλογικό πληθυσμό, από την στιγμή που προστίθεται μία εκλογική τάξη στις υπόλοιπες περίπου 70.
Υπό αυτήν την έποψη, και λαμβανομένης υπόψιν και της αυστριακής πρωτοπορίας στο ζήτημα εντός της ΕΕ, δεν μπορώ τελικά να ταχθώ υπέρ της αντισυνταγματικότητας της προτεινόμενης ρύθμισης.
Δεν υποτιμώ άλλωστε καθόλου τους 17ρηδες. Για να λέμε την αλήθεια βέβαια, στα 17 ήξερα καλύτερα αρχαία. Αλλωστε, την πρώτη φορά που ψήφισα ήμουν 17 ετών και 11,5 μηνών. Και ψήφισα σωστά! :-)
Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι η καταβίβαση του ορίου του εκλέγειν στα 17, χωρίς προσαρμογή των ισχυόντων στο Αστικό Δίκαιο, δημιουργεί προφανείς θεσμικές αντιφάσεις.
Μια χαριτωμένη αξιολογική αντινομία που δημιουργήθηκε το 2003 με τον Ν. 3189/2003 είναι η εξής: το έτος εκείνο αναβιβάστηκε το όριο της ποινικής ενηλικότητας στα 18 έτη συμπληρωμένα. Αυτό σημαίνει ότι όποιος διανύει το 18ο έτος της ηλικίας του είναι πλήρως ικανός προς δικαιοπραξία, μπορεί βεβαίως να ψηφίζη, αλλά εκ του νόμου δεν είναι πλήρως καταλογιστός! Ο 17χρονος λοιπόν είναι ποινικά ανήλικος. Αλλά και ο 18χρονος επίσης!
Οι υπόλοιπες αξιολογικές αντιφάσεις είναι προφανείς και έχουν προκαλέσει ήδη την γενική θυμηδία. Ο 17χρονος ψηφίζει μεν, αλλά δεν μπορεί να αγοράση μια μπίρα, να οδηγήση, να δανειστή ή να παντρευτή (καταρχήν, βλ. άρ. 1350 ΑΚ). Όσο και αν η ψήφος δεν συνιστά δικαιοπραξία, αλλά πολιτειακή λειτουργία, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψη εδώ την τρικυμία εν νομοθετικώ κρανίω, ο οποίος νομοθέτης άγεται και φέρεται μεταξύ δύο κοσμοειδώλων, αφενός μεν του ξύπνιου εφήβου του 21ου αιώνα, που γνωρίζει πολύ περισσότερα από όλες τις γενιές των προπαππούδων του, και αφετέρου του νεοηθικιστικού αείπαιδος, που δεν αναλαμβάνει ποτέ τις ευθύνες του, αλλά ζη και αναπνέει μέσα στην γυάλα του κρατικού προστατευτισμού.
Και τα δύο δεν γίνεται όμως. Η πρόταση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν συνιστά μια συνεκτική πρόταση προς την ελληνική κοινωνία να επανακαθορίση την σχέση της με τους εφήβους της, όπως ήταν ο καταβιβασμός της ενηλικίωσης από τα 21 στα 18 με την κατάργηση της χειραφεσίας ανηλίκου 30τόσα χρόνια πριν. Αποτελεί απλώς και μόνο ένα κομματικό ελιγμό αυτής της άθλιας συγκυβέρνησης και ως τέτοιον πρέπει να τον αντιμετωπίσουμε.
Λόγω του δημογραφικού προβλήματος που αντιμετωπίζει η χώρα, η γενιά των 40 και άνω υπερεκπροσωπείται στο εκλογικό σώμα (δεν έχω δει δημογραφικά στοιχεία αλλά φαντάζομαι πως αυτό ισχύει), σε σχέση με τους κάτω των 40 που είναι και το μέλλον της κοινωνίας. Συνεπώς, δεν είμαι αρνητική στην απόκτηση δικαιώματος ψήφου από τους 17άρηδες, ώστε η νεολαία να αποκτήσει μεγαλύτερη δυνατότητα επηρεασμού του εκλογικού αποτελέσματος και κατ’ επέκταση της τύχης της. Δεν είναι άραγε εκλογικός πατερναλισμός να καθορίζεται το μέλλον των νέων αυτών από τους γηραιότερους με το επιχείρημα που προβάλλουν πολλοί ότι οι τελευταίοι έχουν μεγαλύτερη εμπειρία στη ζωή ενώ οι νέοι είναι ανώριμοι κ.λπ.;
Η διάμεση ηλικία στην Ελλάδα είναι στα 41, δυστυχώς. Οπότε, σε κάθε περίπτωση το εκλογικό κλάσμα 17/18-41 είναι αρκετά μικρότερο από το κλάσμα 41-90.
Πρέπει να μου θέσης όμως και ένα όριο: αν λες ναι στα 17 (που είναι 16), λες ναι και στα 13 ας πούμε; Γιατί ναι ή γιατί όχι;
Εάν συνυπολογισθούν και οι θάνατοι ηλικιωμένων που με τα Μνημόνια αυξήθηκαν (και θα συνεχίσουν να αυξάνονται), το ισοζύγιο γίνεται θετικότερο!