Και για να μην με λέτε δικαστομάχο, διαβάστε πώς τα έλεγε ένας παλιός στοχαστής:
J’allai l’autre jour dîner chez un homme de robe, qui m’en avait prié plusieurs fois. Après avoir parlé de bien des choses, je lui dis: Monsieur, il me paraît que votre métier est bien pénible. Pas tant que vous vous imaginez, répondit-il: de la manière dont nous le faisons, ce n’est qu’un amusement. Mais comment! n’avez vous pas toujours la tête remplie d’affaires d’autrui? n’êtes-vous pas toujours occupé de choses qui ne sont point intéressantes? Vous avez raison: ces choses ne sont point intéressantes, car nous nous y intéressons si peu que rien; et cela même fait que le métier n’est pas si fatigant que vous dites. Quand je vis qu’il prenait la chose d’une manière si dégagée, je continuai, et lui dis: Monsieur, je n’ai point vu votre cabinet. Je le crois, car je n’en ai point. Quand je pris cette charge, j’eus besoin d’argent pour payer mes provisions; je vendis ma bibliothèque; et le libraire qui la prit, d’un nombre prodigieux de volumes, ne me laissa que mon livre de raison. Ce n’est pas que je les regrette: nous autres juges ne nous enflons point d’une vaine science. Qu’avons-nous affaire de tous ces volumes de loi? Presque tous les cas sont hypothétiques et sortent de la règle générale. Mais ne serait-ce pas, monsieur, lui dis-je, parce que vous les en faites sortir? Car enfin pourquoi chez tous les peuples du monde y aurait-il des lois si elles n’avaient pas leur application? et comment peut-on les appliquer si on ne les sait pas? Si vous connaissiez le Palais, reprit le magistrat, vous ne parleriez pas comme vous faites: nous avons des livres vivants, qui sont les avocats; ils travaillent pour nous, et se chargent de nous instruire. Et ne se chargent-ils pas aussi quelquefois de vous tromper? lui repartis-je. Vous ne feriez donc pas mal de vous garantir de leurs embûches; ils ont des armes avec lesquelles ils attaquent votre équité; il serait bon que vous en eussiez aussi pour la défendre, et que vous n’allassiez pas vous mettre dans la mêlée, habillés à la légère, parmi des gens cuirassés jusqu’aux dents.
Λοιπόν, από ποιον προέρχεται το ανωτέρω, εμ, επιστημολογικό παράθεμα;
[Εννοείται χωρίς διαδικτυακή αναζήτηση, παρά μόνο με αγνό παρθένο εγκυκλοπαιδισμό! :-)]
Προσθήκη 14Ιαν13 15:12
Ε ναι λοιπόν, φυσικά και είναι ο παππούλης ο Μοντέσκιος ο συγγραφέας του αποσπάσματος. :-) Πρόκειται συγκεκριμένα για την 68η περσική επιστολή.
Στο συγκεκριμένο χωρίο νομίζω ότι ο εν ανσιάν ρεζίμ στοχαστής προδίδεται με αρκετή ασφάλεια από την αποστροφή του περί του μη αναγκαίου της ερμηνείας, τι τις θέλουμε τις πολύτομες βιβλιοθήκες κ.λπ. Ο δικαστής, φαίνεται να λανθάνη η σκέψη, δεν πρέπει να ερμηνεύη, πρώτα και κύρια επειδή η ερμηνεία είναι περιττή (οπωσδήποτε όμως και επιβλαβής). Ο δικαστής είναι ένα απλό αυτόματον, ήτοι la bouche qui prononce les paroles de la loi.
Αφελές, αλλά τόσο γλυκό!
Δεν είναι δικαστομαχικό αλλά είναι σαφώς φιλοδικηγορικό!
Το ύφος είναι κλασσικό, η συλλογιστική το ίδιο και στο πλαίσιο της κρίσιμης εποχής οι υποψήφιοι δεν είναι πολλοί (κι ο βασικός λόγω οικογενειακής παράδοσης και επαγγέλματος είναι μάλλον ένας). Οπότε να μην το πούμε! Άλλωστε ως έργο ανωνύμου δεν πρωτοδημοσιεύθηκε και το παρατιθέμενο απόσπασμα; ;)
Λόγος γοητευτικός αλλά και απλουστευτικός… Όπως και η εποχή του.
Γεια σου βρε Ρογήρε, εσένα δεν σου ξεφεύγει τίποτα! :-)
:)
Το χωρίο όμως που πραγματικά προδίδει τον συγγραφέα, τώρα που το σκέφτομαι, είναι το εξής:
Τι τους θέλουμε τους τόμους των βιβλιοθηκών, τόμοι επί τόμων ερμηνείας; Όλα άχρηστα. Αφού όλα (πρέπει να) προκύπτουν από τον νόμο. Ο δικαστής δεν χρειάζεται να ερμηνεύη, όχι, ο δικαστής είναι απλώς…
Τι είναι; ;-)