Η είδηση για τους ντοπέ αρσιβαρίστες έπεσε σαν κεραυνός και οι πανηγυρισμοί από την ‘μάχη του Βουκουρεστίου’ έδωσαν την θέση τους στην εθνική κατάθλιψη. Το θέμα εδώ δεν είναι η ευκολία με την οποία υιοθετούμε μια πανηγυρική διάθεση ούτε η εξαιρετικά προβληματική στάση της ‘θετής’ εθνικής υπερηφάνειας μέσω των αθλητικών επιδόσεων κάποιου (όχι απαραίτητα) συμπατριώτη μας. Το πρόβλημα που αξίζει να εξετάσουμε είναι η συζήτηση περί ντόπινγκ στον αθλητισμό η οποία αέναα και ακούραστα περιστρέφεται γύρω από τον ηθικό στιγματισμό του φαινομένου. Η κεντρική ιδέα αυτού εδώ του κειμένου είναι ότι πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε το ‘πρόβλημα’ χωρίς ηθικολογικές απλουστεύσεις και να εξετάσουμε μια ολική μεταστροφή στην αντιμετώπιση του θέματος. Πιο συγκεκριμένα προτείνω την απελευθέρωση της χρήσης ιατρικών και φαρμακευτικών ‘βελτιωτικών’ στον χώρο του πρωταθλητισμού.
Η άποψή μου αυτή δεν στηρίζεται στην κυνική διαπίστωση ότι ‘όλοι ντοπάρονται’. Φυσικά η ευρέως αυτή αποδεκτή αντίληψη σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στον χώρο του πρωταθλητισμού, δεν είναι μια ψευδαίσθηση. Παρά το ότι η άποψη ‘όλοι ντοπάρονται’ στηρίζεται πολλές φορές σε μια αφανή διάσταση, στην ‘κρυμμένη’ επιφάνεια του παγόβουνου, υπάρχουν αρκετά καταγεγραμμένα περιστατικά από τον χώρο του πρωταθλητισμού ώστε να μπορεί να υποστηριχθεί με αρκετή βεβαιότητα ότι οι σημερινοί πρωταθλητές είναι οι αυριανοί πρωταγωνιστές ιστοριών ντόπινγκ στις σελίδες των εφημερίδων. Από αυτή την οπτική το μότο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Αντι-ντόπινγκ (WADA), ‘play true’ παίρνει ένα εντελώς διαφορετικό νόημα: ‘παίξε ντοπέ’.
Η άποψή μου υπέρ της απελευθέρωσης των βελτιωτικών ουσιών και άλλων ιατρικών μεθόδων στηρίζεται στην θετική αποδοχή τους στον χώρο του πρωταθλητισμού.
Πρώτα από όλα ο διαχωρισμός των ιατρικών και φαρμακευτικών ‘βελτιωτικών’ είναι αυθαίρετος. Βασίζεται πολύ σε μια ‘προφανή’ και ‘αυτονόητη’ διάκριση η οποία όμως δεν είναι ούτε αυτονόητη ούτε ευδιάκριτη. Το πρόβλημα εμφανίζεται αν αναλογιστούμε γιατί αποδεχόμαστε τις μηχανολογικές βελτιώσεις και απορρίπτουμε τις ιατρικές; Γιατί το μαγνήσιο στην ρακέτα ενός τενίστα, ή το τιτάνιο στο ποδήλατο ενός ποδηλάτη είναι αποδεκτά και οι φαρμακευτικές ουσίες που βελτιώνουν τις αθλητικές επιδόσεις είναι ανάθεμα;
Νομίζω πως η απάντηση που έρχεται στον νου είναι ότι οι φαρμακευτικές ουσίες επεμβαίνουν στο ανθρώπινο σώμα, μετατρέπουν τον ίδιο τον άνθρωπο και το τι σημαίνει να είναι κάποιος μέρος του ανθρώπινου είδους. Ενόψει των επερχόμενων γενετικών παρεμβάσεων και τις αναμενόμενες εφαρμογές των επιστημονικών και τεχνολογικών ανακαλύψεων στο γενετικό ντόπινγκ, η συζήτηση και οι ανησυχίες φαίνονται εύλογες. Ίσως όμως και να μην είναι.
Ας αφήσουμε το γενετικό ντόπινγκ για μια στιγμή διότι είναι ένα θέμα και μια μεγάλη συζήτηση με ξεχωριστή προβληματική. Το επιχείρημα ότι οι φαρμακευτικές ουσίες επεμβαίνουν στο ανθρώπινο σώμα μάλλον δημιουργεί περισσότερα προβλήματα. Διότι και η άσκηση επεμβαίνει στο ανθρώπινο σώμα και δεν φαίνεται να την απορρίπτουμε. Η αλήθεια είναι ότι υπήρχε μια εποχή που στον αθλητισμό επικρατούσε μια πουριτανική προσέγγιση, η οποία απέρριπτε την ‘προπόνηση’ ως μη-τζέντλεμαν, αλλά σήμερα ελάχιστοι φαίνεται να υιοθετούν μια τέτοια στάση.
Ας αναλογιστούμε την περίπτωση των απαγορευμένων ουσιών που αυξάνουν την δυνατότητα μεταφοράς οξυγόνου από το αίμα (ερυθροποιητίνη και τα παράγωγά της). Πρόκειται για μια βελτίωση πολλή χρήσιμη στα αθλήματα αντοχής όπως είναι οι δρομείς μεγάλων αποστάσεων. Η αιματολογική βελτίωση μπορεί όμως να επιτευχθεί και όταν κάποιος αθλητής προπονείται σε υψόμετρο ή αν κοιμάται σε ειδικές ‘κάψουλες’ που μιμούνται συνθήκες έλλειψης οξυγόνου. Και τα δύο μέσα χρησιμοποιούνται από αθλητές μεγάλων αποστάσεων και φυσικά είναι επιτρεπτές πρακτικές.
Τα περισσότερα οφέλη όμως από την απελευθέρωση των ουσιών στον πρωταθλητισμό θα αποκομιστούν από την ελεύθερη επιστημονική έρευνα. Από την μια, οφέλη για τους ίδιους τους αθλητές οι οποίοι για να επιτύχουν στο σημερινό ανταγωνιστικό περιβάλλον του ‘Citius, Altius, Fortius’ είναι αναγκασμένοι να παίζουν τις ζωές τους κορόνα-γράμματα. Και από την άλλη οφέλη για τους δηλητηριασμένους από τις εύλογες υποψίες θεατές, αλλά και για όλη την υπόλοιπη κοινωνία από την επιστημονική και ιατρική έρευνα που πια δεν θα γίνεται σε σφραγισμένα με την σιωπή, σκοτεινά υπόγεια.
Ίσως έχει έρθει η στιγμή να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε το ‘αδιανόητο’;
Γιώργο, με πρόλαβες!
Νομίζω σε κάθε εποχή κάθε άθλημα πρέπει να θέτει τους δικούς του κανόνες και οι εκάστοτε ομοσπονδίες να φροντίζουν με τα μέσα της εποχής όσο περισσότερο μπορούν την υπακοή των παικτών σ’αυτούς τους κανόνες.
Το ζήτημα δεν είναι αν επιτρέπεται το ντοπάρισμα ή όχι. Το ζήτημα είναι ότι κάποιοι έχουν ασύμμετρο πλεονέκτημα που τους ανεβάζει τις πιθανότητες να είναι αυτοί οι νικητές.
Μέχρι να έρθουν οι χαλεποί καιροί του γενετικού doping σε μεγάλη κλίμακα, τέτοιοι έλεγχοι πρέπει να ενταθούν.
Προσωπικά δεν σας κρύβω πως δεν στενοχωριέμαι ιδιαίτερα που κατεβάζουν στόρια ορισμένοι «πρωταθλητές».
Ενδιαφέρουσα η ανάρτησή σου, Γιώργο. Το θέμα με πρωτοαπασχόλησε όταν κάτι παρεμφερές υποστήριξε ο Julian Savulescu σε μία δημοσίευσή του που δεν μπορώ τώρα να βρω σε ελεύθερη μορφή στο διαδίκτυο (κάτι πρόχειρο βρήκα εδώ). Τα επιχειρήματα κατά της απελευθέρωσης της χρήσης ουσιών τα συνοψίζει ικανοποιητικά, νομίζω, και ο Θανάσης στον σύνδεσμο που παραθέτει. Εγώ έχω τα εξής σχόλια:
1) Το επιχείρημα περί “αγωνίζεσθαι χωρίς βοηθήματα” είναι επιεικώς αστείο. Εδώ και πάρα πολύ καιρό (ίσως και από την πρώτη στιγμή, σε κάποιο μικρό βαθμό) οι αθλητές δεν αγωνίζονται με μόνη τη ρώμη των σωμάτων τους. Εκτός αν πιστεύει κανείς ότι ο άνθρωπος μπορεί να τρέξει τα 100μ σε 9 δεύτερα με καλή διατροφή και άσκηση. Το πρώτο βήμα ήταν ο διαχωρισμός σε νόμιμα και παράνομα βοηθήματα – ο οποίος οδήγησε στη νόθευση του ανταγωνισμού καθώς όλοι έψαχναν να βρουν τρόπους να πάρουν τα παράνομα. Μέχρι πρόσφατα, το θέμα μπορούσε να καλύπτεται προσεχτικά μέσω (ναι μέσω!) των τακτικών ελέγχων κατά τη διάρκεια των αγώνων. Φυσικά, όλοι γνώριζαν ότι οι πρωταθλητές δε χρειάζονται τα αναβολικά τόσο για συμμετέχουν με επιτυχία στους αγώνες όσο για να προπονούνται με περισσότερη ένταση και συχνότητα. Όταν οι έλεγχοι έγιναν συχνοί και αιφνίδιοι, οι υπερπρωταθλητές τούτου του κόσμου ανακάλυψαν τη μαγεία της Ασιατικής Ηπείρου. Το να επιτρέπεται να ‘κλέβουμε’ τη φύση λίγο αλλά όχι πολύ καταργεί την αρχή ότι πρέπει να αγωνιζόμαστε χωρίς βοηθήματα.
2) Το ολυμπιακό/αθλητικό/κοκ ιδεώδες σπιλώνεται και υποβαθμίζεται από συμπεριφορές που δεν του αρμόζουν. Αν αναφερόμαστε στο ορίτζιναλ ολυμπιακό/αθλητικό ιδεώδες, μάλλον θυμόμαστε μόνο όσα μας αξυπηρετούν. Αν πρόκειται για κάποια παραλλαγή του ιδεώδους αυτού, ας ορίζει η κάθε αρχή τους κανονισμούς των αγώνων της. Αλλά, πολύ θα ήθελα να δω ποιος θα διεκδικήσει το copyright των Ολυμπιακών Αγώνων και ποιος θα δεχθεί να θυσιάσει τη δημοφιλία των διοργανώσεων για ‘ηθικούς’ αγώνες όπου οι σπρίντερ θα κάνουν τα 100 μ. σε 12 δευτερόλεπτα. Εγώ, προσωπικά, δε θα έιχα πρόβλημα.
3) Κάποιες βελτιωτικές ουσίες είναι, αναμφισβήτητα, ιδιαίτερα επικίνδυνες/βλαπτικές για την υγεία. Το επιχείρημα ‘ενήλικοι είναι οι αθλητές ας επιλέξουν’ είναι ελκυστικό αλλά παραβλέπει δύο πράγματα: α) δεν είναι όλοι οι αθλητές ενήλικοι – ένας πρωταθλητής ξεκινά την σκληρή άθληση από πολύ μικρές ηλικίες. Η άκριτη απελευθέρωση των επικίνδυνων ουσιών μπορεί να έχει επιπτώσεις σε αυτά τα παιδιά που δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα αποτρέψουν οι περί αυτών. Αλλά ακόμα κι αν μπορούμε να το ελπίζουμε μετά λόγου, η θέση μας παραμένει λεπτή. Από την άλλη, (β), η θέση των αθλητών δεν είναι πάντοτε τέτοια που να επιτρέπει την αληθή έκφραση της βούλησής τους. Συμφωνούμε, φαντάζομαι, όλοι ότι για να λειτουργήσει η αρχή ‘εμένα αφορά, ό,τι θέλω κάνω’ θα πρέπει να είναι ο αυτοδιακινδυνέυων/βλαπτόμενος αρκούντως ενημερωμένος και ικανός να λάβει την απόφαση. Η ενημέρωση αυτή είναι ευχερής -και εμπερικά άλλωστε!- στην περίπτωση του χτυπήματος στο κεφάλι (πυγμαχία) αλλά όχι και στην περίπτωση ενός περίπλοκου σκευάσματος. Σίγουρα, κάποιοι θα συνυπολογίσουν όλους τους παράγοντες και θα αποφασίσουν να διακινδυνεύσουν – κανένα πρόβλημα. Αλλά οι περισσότεροι απλά ελπίζουν ότι δε θα συμβεί στους ίδιους κάτι κακό – και στο βαθμό που ισχύει αυτό η πλάνη τους δημιουργεί αμφιβολίες για το αν κάνουν ‘αυτό που πραγματικά θέλουν’. Μία εφαρμογή του λεγόμενου ‘βουλητικού πατερναλισμού’ ίσως αρμόζει εδώ.
Αυτό δεν υπονοεί ότι θα πρέπει να τιμωρούνται οι αθλητές που λαμβάνουν τέτοιες ουσίες – στην καλύτερη (χειρότερη;) περίπτωση θα μπορούσε να απαγορεύεται η ελεύθερη πώληση των πιο επικίνδυνων εξ αυτών. Αν η πρόσβαση σε αυτές τις ουσίες μπορεί αποτελεσματικά να αποτραπεί τότε και τα δύο πράγματα που πραγματικά θέλουν οι αθλητές θα είναι εφικτά χωρίς να αλληλοσυγκρούονται: και πρωταθλητισμός (αν και με χαμηλότερες επιδόσεις) και υγεία.
αυτο δεν το ηξερα και ειναι ενδιαφερον. υπηρχε ομως μια ωραια ιστορια σε ενα λουκυ λουκ καποτε για εναν τυπο που ηταν τρομερα αδυνατος αλλα εξυπνος, οποτε εφηυρε διαφορα μηχανηματα για να κανει ασκησεις (ο πρωτοπορς του μποντυ μπιλντινγκ υποτιθεται). Στο τελος εγινε τρεις φορες καλυτερος απο ολους τους αλλους στην πολη του.
Κατα καποιον τροπο, αυτη η ιστορια δειχνει οτι και η προπονηση, σε παλιοτερες εποχες εδειχνε καπως την αξια του αθλητη. Σημερα ομως που ολα γινονται με πολυ επαγγελματικο τροπο, πισω απο καθε αθλητη ειναι μια μεγαλη μηχανη προετοιμασιας, προπονησης και φαρμακευσης που λεει ο θανασης.
Δεν ξερω τι θα συμβει ακριβως αν η φαρμακευση γινει νομιμη. Ειναι πιθανο να κερδιζει απλα οποιος εχει το καλυτερο φαρμακειο πισω του? Απο την αλλη σημερα συμβαινει το ιδιο, κερδιζει οποιος εχει τα καλυτερα φαρμακα, οπου καλυτερα αυτα που ειναι δυσκολοτερο να ανιχνευθουν?
Γενικα ειναι φανερο οτι η σημερινη κατασταση δεν ειαι διατηρησιμη. Υποκρινομαστε οτι δεν υπαρχει φαρμακευση αλλα χωρις αυτην νομιζω δεν εχεις ελπιδα σε σχεδον κανενα αθλημα (στο γκολφ ισως μονο :-) ). Η προταση του Κωνσταντινου να επιτρεπεται η χρηση αναβολικων στον πρωταθλητισμο, αλλα τα πιο επικινδυνα απο αυτα να απαγορευονται γενικα εχει καποια καλα στοιχεια. ΔΕν ξερω ομως τι θα συμβει αν επιτρεπεται ελευθερα η χρηση οποιουδηποτε αναβολικου, οσο “υγιες” και να φαινεται σημερα. Δεν ειναι σαφες οτι η πιεση του ανταγωνισμου θα οδηγησει σε καταχρηση? Εδω χρειαζομαστε εναν γιατρο νομιζω…
α τελος κατι επι του θεματος που δεν πολυθιξαμε:
το οτι το “θαυμα” της ελληνικης αρσης βαρων στηριζοταν στα αναβολικα, παρομοιως με το “θαυμα” του στιβου, ειναι κατι που νομιζω ολοι υποψιαζομασταν. Πολλοι ομως προτιμουσαν να μιλανε για ελληνικα γονιδια που φερνουν τις νικες και αλλες τετοιες ολιγοφρενεις ιδεες. Για τον μεν στιβο λυπηθηκα, για την δε αρση βαρων δεν με νοιαζει και ιδιαιτερα. Δεν βρισκω οτι ειναι ενα αθλημα που θα επρεπε να βλεπουν και παιρνουν ως προτυπο τα νεα ελληνοπουλα, ακομα λιγοτερο μαλιστα αν πρεπει να φαρμακευομαστε σαν τρελοι για ενα μεταλλιο…
Όντως πολύ ενδιαφέρον ότι εξετάζεις το ‘αδιανόητο’, άλλα δεν ξέρω πόσο εύκολα μπορώ να συμφωνήσω.
Πρώτα από όλα υπογραμμίζω ότι ο Pierre de Coubertin, ο άνθρωπος που πρότεινε το “Citius, Altius, Fortius”, είχε πει και το “The most important thing is not to win but to take part!” κι αυτό δεν πρέπει να το λησμονούμε.
Θα διακινδυνεύσω τώρα να κάνω έναν παραλληλισμό με τις γεωργικές καλλιέργιες, ελπίζω χωρίς να χαθεί η ουσία. Η ομοιότητα έγκειται στην χρήση (φυτο)φαρμάκων. Το αποτέλεσμα στην γεωργία είναι μεγαλύτερη παραγωγή με το ίδιο χωράφι, στον αθλητισμό καλύτερες επιδόσεις με την ίδια προπόνηση. Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν πρέπει να μπει κάποιο όριο και σε ποιο σημείο. Αν κατάλαβα καλά εσύ προτείνεις να μην μπαίνει όριο διότι είναι αδύνατο να το ορίσουμε ικανοποιητικά.
Εγώ πιστεύω ότι μπορούμε να το ορίσουμε, όπως ανάλογα ορίσαμε την βιολογική καλλιέργεια στην γεωργία. Στην βιολογική καλλιέργεια δεν απαγορεύονται όλα τα ραντίσματα, επιτρέπονται για παράδειγμα τα ραντίσματα θείου και γενικότερα όσα έχουν μόνο εντομοαποθητική δράση και δεν συσσωρεύουν χημικά στους καρπούς. Ανάλογα στον αθλητισμό δεν είναι λογικό να απαγορεύσουμε όλα τα συμπληρώματα. Το να παίρνει πχ κάποιος που κάνει εξαντλητικό πρόγραμμα βιταμίνες και μεταλλικά στοιχεία είναι όχι μόνο μη κατακριτέο άλλα επιβεβλημένο για την αποφυγή ανεμιών και άλλων προβλημάτων. Ουσιαστικά επαναφέρουν τον οργανισμό σε ασφαλή κατάσταση. Το όριο πρέπει να μπαίνει όταν τα συμπληρώματα είναι βλαβερά για την υγεία του αθλητή, όταν δηλαδή καταστρέφουν κάποιο όργανο ή συσσωρεύουν χημικά στον οργανισμό. Μπορεί κανείς να πει ότι αυτό θα οδηγήσει σε αγώνα των φαρμακοβιομηχανιών για κατασκευή μη-ανιχνεύσιμων φαρμάκων. Αυτό το επιχείρημα όμως δεν στέκει και πολύ. Αν καταφέρουν να φτιάξουν ένα φάρμακο για το οποίο οι υπερσύγχρονες μεθόδοι ανίχνευσης να μην εντοπίζουν κάποια βλάβη, τότε το πιο πιθανό να μην υπάρχει βλάβη. Από κει και πέρα όποιος το βρει είναι ελεύθερος να το χρησιμοποιήσει (όπως και στα βιολογικά μπορεί να υιοθετηθεί κάποιο εντομοαποθητικό πιο αποτελεσματικό από το θείο, όταν ανακαλυφθεί). Είναι μάλλον δύσκολο τέτοια φάρμακα να δημιουργήσουν ασύμμετρα πλεονεκτήματα, καθώς η εταιρίες θα προτιμούν να τα πουλήσουν σε περισσότερους από έναν πελάτες.
Όσον αφορά το γενετικό ντόπινγκ, συμφωνώ ότι είναι πιο περίπλοκο αντικείμενο συζήτησης ευθέως ανάλογα με την περιπλοκότητα του θέματος των μεταλλαγμένων στην γεωργία.
Από την άλλη θα μου πεις καθένας πρέπει να είναι ελεύθερος να παίρνει ό,τι γουστάρει και μετά να δοκιμάσει να αγωνιστεί, όπως καθένας είναι ελεύθερος να χρησιμοποιήσει ότι φυτοφάρμακα θέλει και μετά να δοκιμάζει να πουλήσει (παραβλέπω εδώ το γεγονός ότι τα φυτοφάρμακα μπορεί να συσσωρεύονται σε ολόκληρο το οικοσύστημα). Εδώ πλέον είναι καθαρά πρόβλημα μονοπωλίου των αγώνων που επιβάλλει αποκλειστικά τη μια ή την άλλη προσέγγιση. Οδηγώντας φυσικά εν τέλει στην διαφθορά και το ψέμα.
Είμαι απόλυτα πεπισμένος ότι πρέπει να υπάρχουν και αγώνες στους οποίους να επιτρέπεται το ελεύθερο ντοπινγκ και μάλιστα θα μπορούσε να είναι δυνατή η μεταπήδηση αθλητών στους αντιντόπινγκ αγώνες, αν στο μεταξύ αθλούνταν για μερικά χρόνια χωρίς φάρμακα.
Δηλαδή, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με τον οποίο γίνεται και για ένα χωράφι η μετάβαση από την συμβατική στην βιολογική καλλιέργεια. :-) :-) :-)
Σωτήρη, είναι υπερβολικά αισιόδοξο αυτό που λες για το γκολφ :) Φοβάμαι πως η επέμβαση λέιζερ (http://findarticles.com/p/articles/mi_m0HFI/is_6_53/ai_86204880) στα μάτια του Tiger Woods δημιουργεί μια από τις πιο δύσκολες περιπτώσεις διαχωρισμού (για όσους θέλουν να ακολουθήσουν αυτόν τον δρόμο).
Το ότι ‘το σημαντικό δεν είναι η νίκη αλλά η συμμετοχή’ είναι αλήθεια ότι συμφωνεί με το ήθος του μοντέρνου ολυμπιακού κινήματος. Εδώ όμως υπάρχει και ο κίνδυνος να ερμηνεύουμε την πρόταση και ειδικά τη ‘συμμετοχή’ μέσα από το πρίσμα των δικών μας εννοιών και πιο συγκεκριμένα μέσα από την εξίσωση του αθλητισμού (και της συμμετοχής) με ‘άσκηση’, την ‘υγεία’ και την ‘μακροζωία’- κάτι το οποίο είναι πολύ 20ος και 21ος αιώνας.
Υπάρχουν αρκετοί λόγοι στην χώρα μας να δίνεται μια έμφαση στην επιρροή που είχε το αρχαίο ελληνικό στοιχείο στην ανάπτυξη του σύγχρονου ολυμπισμού. Φυσικά αυτή η αντίληψη είναι μονομερής και κρύβει τις βικτωριανές επιρροές στην σκέψη του Κουμπερτέν και το μοντέρνο ολυμπιακό ‘κίνημα’. Αυτό που υπήρξε μια από τις κύριες επιρροές στον Κουμπερτέν ήταν το δημόσιο σχολικό σύστημα στην Αγγλία του 19ου αιώνα με έμβλημα το ‘νους υγιής εν σώματι υγιεί’. Το μοντέρνο ολυμπιακό ‘κίνημα’ του Κουμπερτέν γεννήθηκε μέσα από την έννοια του τζέντλεμαν όπως αυτή αναπτύχθηκε από τους βικτωριανούς μικροαστούς. Ο χωρισμός της ‘νίκης’ από την ‘συμμετοχή’ και η ανύψωση του δεύτερου, είναι για τους βικτωριανούς τζέντλεμαν της μεσαίας τάξης κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που σημαίνει για εμάς σήμερα.
Ο ισχυρισμός του τότε τζέντλεμαν δεν ήταν ότι έχει τις καλύτερες επιδόσεις σε ένα συγκεκριμένο άθλημα. Ίσα-ίσα, ο διαχωρισμός του τζέντλεμαν σε σχέση με τον επαγγελματία αθλητή, που άρχισε να κάνει την εμφάνισή του την ίδια πάνω-κάτω περίοδο, βασίζεται σε ακριβώς αυτό. Ένας μη-τζέντλεμαν μπορεί να καταφέρει μέσα από σκληρή προπόνηση να παραβγεί τον τζέντλεμαν αλλά για τον δεύτερο αυτό είναι κλεψιά. Χωρίς κλεψιές (βλ. σκληρή προπόνηση), η έμφυτη υπεροχή του τζέντλεμαν σε όλες τις αθλητικές δραστηριότητες (και όχι σε κάποιο συγκεκριμένο άθλημα) ήταν δεδομένη. Αν ένας τζέντλεμαν προσκαλούσε έναν άλλο σε ένα αγώνισμα που δεν το είχε επιχειρήσει ποτέ πριν, αυτό δεν θα δημιουργούσε κανένα πρόβλημα στο να δεχτεί την πρό(σ)κληση. Από την στιγμή που και ο άλλος ήταν όμοιός του ήταν δεδομένο ότι δεν θα τον έκλεβε με σκληρή προπόνηση.
Η ‘συμμετοχή’ εδώ είναι μια συμμετοχή τζέντλεμαν με τζέντλεμαν, και όταν αλλάζουν αυτοί οι όροι και η συμμετοχή συμπεριλαμβάνει και ‘cheaters’ (επαγγελματίες που προπονούνται σκληρά), το ‘παιχνίδι’ χάνει το νόημά του και το ίδιο και η συμμετοχή.
Ο κόσμος των βικτωριανών μικροαστών τζέντλεμαν, όπου οι ποδοσφαιρικές ομάδες θεωρούσαν ότι δεν έπρεπε να υπάρχει το πέναλτι ή ακόμη και ο διαιτητής, με το σκεπτικό ότι είναι αδιανόητο ένας τζέντλεμαν να κάνει φάουλ επίτηδες και όταν τους έδιναν πέναλτι αρνιόντουσαν να το εκμεταλλευτούν, είναι εξίσου αδιανόητος για εμάς αν δεν τον προσεγγίσουμε προσεκτικά.
Τα περισσότερα από τα παραπάνω είναι μια συνόψιση του υλικού που υπάρχει εδώ http://en.wikipedia.org/wiki/Professional_sports#History και εδώ http://www.elt.britishcouncil.pl/elt/s_vict.htm
Αυτά που αξίζει να προσθέσω προς υπεράσπιση της εγκυρότητας των παραπάνω είναι το παράδειγμα του γνωστού εξερευνητή Scott ο οποίος παρά την αποτυχία του στην κούρσα για την εξερεύνηση της Ανταρκτικής ήταν για την Αγγλία ένας εθνικός ήρωας. Η αποτυχία του μάλιστα για τους βικτωριανούς ήταν ένα από τα μεγάλα επιτεύγματα του Scott καθώς είχε αρνηθεί – ως πραγματικός τζέντλεμαν – να εκμεταλλευτεί τις συμβουλές των Καναδών και Σκανδιναβών. Νομίζω πως αυτό που εννοούσε ένας βικτωριανός σαν τον Scott ή τον Κουμπερτέν όταν ανύψωνε την συμμετοχή πάνω από το αποτέλεσμα της επίδοσης, είναι αυτό που εμείς σήμερα ονομάζουμε αδιόρθωτη ξεροκεφαλιά :)
Εδώ υπάρχουν παραλληλισμοί και με την περίφημη αγγλική ξεροκεφαλιά με τις κόκκινες στρατιωτικές στολές που έκαναν τους βρετανούς στρατιώτες ιδανικούς στόχους για τους εχθρούς τους. Εδώ ο πόλεμος ως το κατεξοχήν σπορ των τζέντλεμαν, όπου δεν μετρά η νίκη αλλά η συμμετοχή :)
Σωτήρη, από το δεύτερο λίνκ παραπάνω (http://www.elt.britishcouncil.pl/elt/s_vict.htm), ένα μικρό απόσπασμα που δείχνει τις τριβές που δημιουργήθηκαν όταν οι ‘ξένοι’ δεν υιοθέτησαν την ‘ξεροκεφαλιά’ του Άγγλου τζέντλεμαν στο θέμα της προπόνησης αλλά και του προπονητή- μια αντιμετώπιση που εμφανίζεται μέχρι και την 4η δεκαετία του 20ου(!):
The Americans [and others, such as the Germans] took their sport seriously, openly acknowledging the importance of winning. Many British administrators and participants, notably in athletics and rowing, considered that excessive training and the use of coaches was tantamount to cheating. Harold Abrahams, who won the 100 metres gold for Britain at the 1924 Olympics in Paris, famously had to leave his coach, Sam Mussabini, outside the stadium while he raced. Twelve years earlier, Granta magazine, a Cambridge University publication, had launched a vitriolic attack on the American Olympic squad for their blatantly unfair employment of coaches. Furthermore [and he appears to be serious] the writer goes on to criticise their insistence on training before any race of great importance’! [In Crump, 52.]
Δυστυχώς με τα παραπάνω φοβάμαι πως έχω εξαντλήσει τη υπομονή των περισσότερων και είμαι αναγκασμένος να παραμελήσω κάποιες σημαντικές ιδέες από τον Αθανάσιο, τον Κωνσταντίνο και τον Kensai αλλά και στο θέμα των βιολογικών-ΓΤΟ από τον Sakoulakis.
Μια διόρθωση: το 1924 είναι φυσικά στην 3η δεκαετία του 20ου !!!
Από παλιότερο άρθρο του Πανούτσου :
Σαν ρωμαϊκός ιππόδρομος (SportDay / Αντώνης Πανούτσος)
Το ερώτημα που έθεσε ο Βίκτορ Κόντε για τη χρήση των αναβολικών στον στίβο είναι δόκιμο. «Γιατί να μην επιτρέπεται η χρήση αναβολικών κάτω από ιατρική παρακολούθηση;». Η απάντηση δεν είναι καθόλου απλή.
Αρχικά πρέπει να γράψω ότι αυτές που αναφέρονται σαν απαγορευμένες ουσίες στον πίνακα της IAAF είναι ένας συνδυασμός από βοηθητικά για αύξηση επιδόσεων στους αθλητές και ουσιών που έρχονται σε σύγκρουση με τις προκαταλήψεις των Αθανάτων. Ωραία, τα αναβολικά, η ερυθροποιητίνη, η αυξητική ορμόνη, η εφεδρίνη μπορούν να βοηθήσουν τους αθλητές να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους. Αντε και η κοκαΐνη, που μπλέχτηκε ο Παπακώστας, να φέρνει τον αθλητή στην τσίτα. Αλλά το χασίς αν βρεθεί γιατρός να μου πει σε τι μπορεί να βοηθήσει έναν αθλητή, θα είμαι υπόχρεος. Απλά το χασίς είναι πολύ μακριά από τον χώρο των Αθανάτων, είναι λίγο δύσκολο ο Ρογκ με τη Madame να στρίβουν τρίφυλλα με το εξώφυλλο από τον Χάρτη της ΔΟΕ για τζιβάνες και το κολλήσανε στα απαγορευμένα. Τέλος πάντων, οι δραστικές ουσίες κοινής χρήσης στον αθλητισμό είναι τρεις. Τα αναβολικά, η αυξητική ορμόνη και η ερυθροποιητίνη. Αν εξαιρέσουμε την αυξητική ορμόνη, που αμφιβάλλω ότι γιατρός θα μπορούσε να δίνει ακριβείς ποσολογίες χωρίς να υπάρξει σωματική παραμόρφωση του αθλητή, γιατί να μη γίνει νόμιμη η κάτω από ιατρική παρακολούθηση χρήση της ερυθροποιητίνης και των αναβολικών.
Πρώτον, γιατί ακόμα και σήμερα ο πρωταθλητισμός βασίζεται στο παραμύθι ότι αντικείμενό του είναι η σωματική υγεία του αθλητή. Το να δέχεσαι ότι ένας υγιής άνθρωπος παίρνει φάρμακα, μόνο για να αυξήσει τις επιδόσεις του, είναι χρεοκοπία της αντίληψης ότι ο αθλητισμός συμβαδίζει με την υγεία.
Δεύτερον και κύριο. Ο γιατρός, εάν τα αναβολικά επιτραπούν, θα είναι απαραίτητος ώστε να ελέγχει την ποσολογία μήπως ο αθλητής κάνει ζημιά. Ο αθλητής, όμως, που θα παίρνει το ρίσκο να κάνει τη ζημιά, θα έχει πλεονέκτημα απέναντι στον αθλητή που θα κινείται συντηρητικά. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και έτσι ερχόμαστε στο μία ή άλλη. Οποιος κλέβει, πάλι, θα έχει το πάνω χέρι. Τρίτο και σημαντικότερο από όλα. Και ποιος θα κλέβει; Οχι φυσικά ο γιος του Ωνάση, αλλά ο γιος του οικονομικού μετανάστη που μπροστά στα λεφτά και τη δόξα θα παίρνει το ρίσκο. Αυτό είναι και το σημαντικότερο επιχείρημα εναντίον του ντόπινγκ στον αθλητισμό. Οτι πειραματόζωα γίνονται αυτοί που χρειάζονται το χρήμα. Οτι με τη νομιμοποίηση του ντόπινγκ θα έχουμε μια καινούργια έκδοση του ρωμαϊκού ιπποδρόμου, με τους μονομάχους να διακινδυνεύουν την υγεία τους. Το ντόπινγκ έχει ομοιότητες με την ευθανασία. Οπως το ξέρουμε ότι υπάρχουν περιπτώσεις που θα την τραβήξεις την πρίζα από το μηχάνημα που κρατάει στη ζωή τη γιαγιά, και στο ντόπινγκ αυτός που θέλει να γίνει πρωταθλητής θα το πάρει το φάρμακό του. Οπως, όμως, αν η ευθανασία νομιμοποιείτο αύριο, 10 χιλιάδες πρίζες θα τραβιόντουσαν από χαρούμενους κληρονόμους. Ετσι και στο ντόπινγκ, με γιατρό ή χωρίς, αν αύριο νομιμοποιείτο, θα λυσσάγανε να καταπίνουν. Sorry, Mr. Balco, αλλά ορισμένα πράγματα ξέρουμε ότι γίνονται, αλλά για να αντέξουν στο σύστημα του αθλητισμού πρέπει να γίνονται διακριτικά.
Μια βροχή μάς σώζει και τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, στη Αθήνα βρέχει. Πιθανότατα λοιπόν η σημερινή εκπαιδευτική διαδήλωση να μη φτάσει τα μεγέθη που οι οργανωτές της περίμεναν (περίπου τέσσερα εκατομμύρια, ένα πάνω-ένα κάτω, δεν παίζει ρόλο) και να μην αναγκαστούν στα κανάλια να κάψουν και πάλι το κουβούκλιο του εύζωνα για να μην αναφερθούν στο μεγαλειώδες μέγεθος της εκδήλωσης. Περιμένοντας λοιπόν τη διαδήλωση και γυαλίζοντας το LP «Τα αντάρτικα» του Τζαβέλα, μια σκέψη μού ήρθε στο μυαλό. Μήπως η ιστορία με τον εμπρησμό του κουβούκλιου είναι μια κυβερνητική συνωμοσία; Γιατί κανένας δημοσιογράφος, ούτε καν ακροατής της εκπομπής του Διονύση, δεν ασχολήθηκε με το τι θερμοκρασία ανεβάζει η Μολότοφ και σε ποια παίρνει φωτιά το μαδέρι; Είναι λογικό η παράγκα να παίρνει έτσι με τη μία μπουρλότο ή έχουμε μια ακόμα περίπτωση συνωμοσίας με τη συνεργασία φυσικά των Αμερικανών; Πώς έκαναν το κόλπο με τους Δίδυμους Πύργους, που ενώ η κηροζίνη καίγεται στους 825 βαθμούς και το ατσάλι λιώνει στους 1.528, η οικοδομή έπεσε. Το ίδιο μπορεί να συμβαίνει και με την παράγκα του εύζωνα. Για να το ψάξουμε. Τώρα θα μου πεις, όσοι το έψαξαν με τους Δίδυμους Πύργους και βρήκαν ότι το ατσάλι μπορεί να λιώνει στους 1.528 βαθμούς, αλλά στους 648 χάνει το 50% της αντοχής τους, άλλαξαν σε κανέναν γνώμη;
Γι’ αυτό όμως υπάρχουν οι θεωρίες συνωμοσίας. Για να τις ψιθυρίζουν οι ψαγμένοι της Κυψέλης και του Αγίου Ιερόθεου και να τις συζητούν οι κυρίες των δημόσιων υπηρεσιών με τις κολλημένες ζωγραφιές των παιδιών τους πίσω από τα γραφεία τους, αφήνοντας να υπονοηθεί ότι, όταν ζούσε ο Αντρέας που τις έβαλε στο Δημόσιο, οι Αμερικανοί δεν θα τολμούσαν να τους ρίξουν τους Πύργους. Τώρα, πώς τα καταφέρνει αυτή η χώρα, η Αμερική, να παραμένει αυτοκρατορία, όταν δεν μπορεί να κρατήσει ένα μυστικό από την προϊσταμένη της ΙΘ Οικονομικής Εφορίας της Κυψέλης, είναι από τα μυστήρια. Περισσότερο μυστήριο από το πού ανήκει καθένας παίκτης του Αρη.
Στην επέτειο της συνεργασίας του Ροναλντίνιο με τον Αρη, η οποία ελπίζω να εορταστεί με λαμπρότητα, ο αδελφός του «Ρόνι», Ρομπέρτο Ασίζ, θα εμφανιστεί στη Θεσσαλονίκη. Αντικείμενο της επίσκεψής του είναι το μέλλον των Τούτα, Τίγκα, Νασιμέντο και Νέγκρι και οι εξελίξεις στην εξεύρεση χορηγιών στις οποίες θα μετέχει και ο «Ρόνι». Αυτό το «μέλλον» που γράφτηκε στο ρεπορτάζ τι σημαίνει; Γιατί δεν πουλήθηκαν ακόμα; Και ας πούμε ότι ο Ρομπερτίνιο έχει τα δίκια του και δεν μπορεί το εμπόρευμά του να μένει στο ράφι με τα χρόνια, ας πούμε ότι κάποιος θα πειστεί να αγοράσει τον Πάουλο Κόστα ή τον Κόκε, ας πούμε ότι πρέπει να πάρει κανένα φράγκο και ο Φερέρ, να χαμογελάσει το χείλι του Κόντη, ας πούμε ότι ψήνεται και ο Σκόρδας να πουλήσει τον Αβραάμ στον Ολυμπιακό για να πάρει κανένα σοβαρό φράγκο ο Αρης, ποιοι θα παίζουν του χρόνου; Και τι θα λέει ο Ροναλντίνιο, που αποδυνάμωσαν την αγαπημένη ομάδα του;
Τέλος πάντων, στον Αρη ό,τι και να κάνουν -και όλους τους παίκτες να πουλήσουν- και του χρόνου η ενδεκάδα να ξεκινάει από τον Πασσαλή και τον Κολτσίδα, δικαίωμά τους. Από κανέναν δεν ζητούν να τους κάνει χάρη.
Στον ΠΑΟΚ, αν πάρουν τη χορηγία με τον τρόπο που γράφτηκε, δεν θα είναι σαν να ζητούν τη χάρη του Δημοσίου; Γιατί άλλο να πληρώσουν τις οφειλές με διακανονισμό, που γίνεται για όλους και θα γίνει και για το χρέος της ΑΕΚ, άλλο να διαγράψουν τις προσαυξήσεις που έγιναν στον Ολυμπιακό όταν τον πήρε ο Κόκκαλης και άλλο να πάρουν χορηγία του Δημοσίου σε ειδική τιμή και με τα λεφτά μπροστάντζα δυόμισι χρόνια. Και θέλω να δω τον ήρωα διευθυντή της ΔΕΚΟ που θα υπογράψει τους όρους της χορηγίας. Γιατί ας πούμε ότι οι όροι δεν τηρούνται στο μέλλον, ας πούμε ότι έχει συμφωνηθεί το σήμα της ΔΕΚΟ να μπαίνει στο μπροστά μέρος της φανέλας και το βάζουν στην κάλτσα, τι θα κάνει η διοίκηση της εταιρείας; Θα ζητήσει τα λεφτά πίσω από τον ΠΑΟΚ; Και να τα ζητήσει, πού θα τα βρουν να τα δώσουν; Αφού την μπροστάντζα την παίρνουν για να ικανοποιήσουν τα άμεσα χρέη και στον ορίζοντα δεν διακρίνονται χρήματα από τον ιδιωτικό τομέα.
Για να δούμε, λοιπόν, αυτά που κυκλοφορεί ο Ορφανός, ότι θα είναι σκληρός απέναντι στις ομάδες της Σούπερ Λίγκας και πως τα λεφτά του ΟΠΑΠ και των δημόσιων οργανισμών είναι κομμένα με εντολή πρωθυπουργού, τα εννοεί πραγματικά μόνο για τις ομάδες του Νότου ή ήταν μία υπουργική παπαρολογία: «κοίτα τι υπέροχος που είμαι, όταν αγριεύω με τον Κατάπτυστο».
Στο μεταξύ, εκεί που ποτέ δεν ψιχαλίζει, στη Συγγρού, ηρεμία επικρατούσε για το ματς με την Τουρκία. Εξωαγωνιστικά, αφού ο Ανατολάκης, όπως έλεγαν στη Συγγρού, τις έκανε τις δηλώσεις στον Τούρκο δημοσιογράφο, ότι είναι ευτυχής σύμπτωση που παίζουμε πριν από την επέτειο της 25ης Μαρτίου σε γήπεδο που έχει το όνομα ήρωα της εποχής, τίποτα δηλαδή το φοβερό. Αλλά ο Τούρκος τού έβαλε το κατιτίς το ηρωικό, τις σηκώσανε στο Ιντερνετ και πήγε να γίνει θέμα, μέχρι που η ιστορία μαζεύτηκε ύστερα από επέμβαση των Τούρκων..
Πώς όμως θα εορταστεί μια πιθανή νίκη; Αρχικά είχε ακουστεί ότι θα ψηθούν 1.000 αρνιά στο πάρκινγκ του Καραϊσκάκη, με το διοικητικό συμβούλιο της ΕΠΟ να τα ψήνει και να τραγουδάει τραγούδια της λεβεντιάς. Το θέμα τώρα είναι αν τα 1.000 αρνιά θα αγοράζονταν με απευθείας ανάθεση ή διαγωνισμό. «Ο,τι μαλακίες θέλετε γράφετε. Κέφια έχεις». Ηταν η πρώτη απάντηση, όταν έθεσα το ερώτημα σε κορυφαίο στέλεχος της ομοσπονδίας.
Επειτα από επανάληψη της ερώτησης προσέθεσε: «Τώρα θέλεις να γράψεις ότι θα αγοράσουμε χίλια αρνιά; Γράψ’ το». «Και από ποιον;». Το «χέσε μας» επαναλήφθηκε. «Ξέρω και εγώ; Από τον Καραμελίδη της Ενωσης Βέροιας». «Και αν δεν κερδίσουμε, τι θα γίνουν τα πρόβατα;». «Θα τα πάρει ο Κατάπτυστος στο κτήμα του στην Εύβοια και θα του τα βοσκάει η πεθερά». Οταν οι παράγοντες διατηρούν το χιούμορ τους, δεν έχουμε τίποτα να φοβόμαστε. Πάμε, ρε παιδιά. Γερά. Για τον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη, τον Πλαπούτα. Για τον Χελάκη, ρε.
Ίσως βέβαια εγώ να μην κατάλαβα καλά, αλλά δίνεται μία εντύπωση από το κείμενο ότι οι ουσίες (έστω οι νόμιμες) είναι αναγκαίες για τον αθλητή. Παλιός αθλητής των 10.000 μέτρων και 6.000 ανωμάλου δρόμου έχω να πω ότι δεν έπραινα τίποτε άλλο παρά πολύ-πολύ άμιλλο και ωογενείς ή κρεατικές πρωτεϊνές και επιζούσα από όλες τις προπονήσεις και αγώνες (προπονήσεις καθημερινές+βάρη μετά στο πανεπιστήμιο). Ζω ακόμη.
Ναι, οι ουσίες είναι αναγκαίες για τον πρωθλητισμό σε παγκόσμιο επίπεδο. Αλλά γιατί; Απλά και μόνο επειδή η δημοκρατία (που τόσο αγαπάς κι εκεθειάζεις έμμεσα) καλλιεργεί την ανάγκη για πρωτιά (και όλα τα οικονομικά οφέλη που χαρίζει σε εταιρείες και αθλητές, κράτος και φορείς υποστήριξης μέσω χορηγιών κτλ κτλ). Κι όμως σκέφτηκε ποτέ κανείς την υγεία ενός πρωταθλητή (χωρίς ουσίες) στην αθλητική σύνταξή του; Εξέτασε κανείς τα γόνατα ή τη μέση του; Δε συζητώ για ουσίες, γιατί τότε η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη από την υπερπροσπάθεια την οποία το οστικό σύστημα δεν επιδέχεται ή ακόμα και ο ίδιος ο εγκέφαλος (βλ. τόσα και τόσα ανευρίσματα αθλητών). Ο ίδιος ο πρωταθλητισμός όχι μόνο είναι η εθνική ντόπα του λαού, αλλά και ο θάνατος του αθλητή (όταν παίρνει ουσίες) και το βασανηστήριό του για μια ζωή (όταν δεν παίρνει).
Και όλα τα αθλήματα ακι οι αγώνες απλά έρχονται να υποστηρίξουν το ψυχαγωγικό θέαμα της δημοκρατίας που τόσο γκεμπελικά προπαγανδίζεται ως η αποκορύφωση του ελεύθερου χρόνου μας. Κάπου λοιπόν μέσα στις [παραγωγικές σχέσεις το όπιο έρχεται να μας στρέψει στη χαρά της επιτυχίας, έρχεται να μας ωθήσει στην κατανάλωση.
Και για όνομα… Λατρεύω τον αθλητισμό και στηρίζω τον ερασιτεχνισμό. Όχι τον πρωταθλητισμό.
Αγαπητέ Δείμο, εγώ υποστηρίζω ότι το αναγκαίο είναι κάτι που πρέπει να είμαστε ελεύθεροι να το προσδιορίσουμε μόνοι μας, είτε είμαστε επαγγελματίες ρέκορντμαν είτε είμαστε ‘ερασιτέχνες’. Από την στιγμή που η ‘βλάβη’ περιορίζεται στον ίδιο τον ‘χρήστη’ και στα ολυμπιακά και αθλητικά ‘ιδεώδη’, δεν βλέπω κάτι προβληματικό σε αυτό.
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει μια πραγματικότητα στην ‘εθνική ντόπα του λαού’ και στην ‘γκεμπελική προπαγάνδα’ με μέσο τις αθλητικές επιδόσεις, είτε το λέμε μεταφορικά είτε ακόμη και κυριολεκτικά (βλ Leni Riefenstahl, Olympia http://en.wikipedia.org/wiki/Olympia_%281938_film%29). Το συνυπογράφω με μεγάλη ευκολία, αλλά νομίζω πως υπάρχουν και άλλες εξίσου υπαρκτές πτυχές που πρέπει να εξεταστούν.
Εκεί που διαφωνώ είναι όταν περιγράφεις την ‘ανάγκη για πρωτιά’ ως λίγο-πολύ μια πάθηση της (αστικής) ‘δημοκρατίας’. Ειλικρινά δεν νομίζω πως υπάρχουν στοιχεία που να μπορεί να υποστηριχθεί κάτι τέτοιο. Αυτό που ίσως θα μπορούσε να υποστηριχθεί με αρκετή ευκολία είναι ότι η ‘αστική δημοκρατία’ ξεκλείδωσε την εγγενή ανάγκη του ανθρώπου να διακριθεί και να συνθλίψει τα φράγματα της αναγκαιότητας, με έναν πρωτόγνωρο τρόπο. Η ‘ανάγκη για πρωτιά’ και για να ξεπεραστούν τα δεδομένα είναι ένα έμφυτο χαρακτηριστικό του ανθρώπου- και ήταν εκεί πολύ πριν την εμφάνιση της αστικής δημοκρατίας. Αν, και όταν, η αστική δημοκρατία το παρουσιάζει ως δικό της δημιούργημα, μάλλον πρέπει να διατηρούμε επιφυλάξεις.
Ο Κωνσταντίνος παραπάνω (στο 2) μας καλεί να φανταστούμε τους ‘ηθικούς’ Ολυμπιακούς Αγώνες όπου οι ‘βελτιωτικές’ πρακτικές έχουν εξαλειφθεί και η υψηλότερη επίδοση στα 100μ είναι 12 δευτερόλεπτα. Είναι πολύ χρήσιμο αυτό το πείραμα σκέψης και δείχνει μια τάση των συνεργών στο ‘έγκλημα’ του ντόπινγκ (κράτος και εμπορικές εταιρείες) να επιθυμούν όλο και πιο θεαματικές επιδόσεις. Συμφωνώ. Ακολουθώντας το μοτίβο του παραδείγματος ας σκεφτούμε όμως και τους ‘ανήθικους’ Ολυμπιακούς Αγώνες με τα αντίστοιχα ντοπαρισμένα υπερ-ρεκόρ. Υπάρχουν πολλοί λόγοι οι ίδιοι ‘συνεργοί’ να μην επιθυμούν να φανούν ότι συνεργάζονται με μια τέτοια κατάσταση. Νομίζω πως υπάρχει μια σύγκρουση στο κεφάλι όλων των CEO και των αρμόδιων υπουργών. Αν τα υπερ-ρεκόρ είναι εντελώς ασυμβίβαστα με την ‘ηθική’, ίσως η δεύτερη επιλογή να έχει περισσότερα εμπορικά οφέλη για μια εταιρεία και περισσότερα πολιτικά οφέλη για έναν υπουργό. Μήπως η σωστή συμβουλή στον ανήσυχο CEO είναι να αποσύρει τις χορηγίες των υπεραθλητών και να τα επενδύσει στην χορηγία της WADA;
Τέλος ένα πολύ πιο γενικό σχόλιο (και τα παραπάνω περιέχουν στοιχεία γενίκευσης). Υπάρχει μια ‘θανάσιμη’ λογική στην υλιστική προσέγγιση του φαινομένου που υιοθετούμε. Αυτό φαίνεται και στο κείμενο του συμπαθέστατου Πανούτσου που στέλνει ο yoyo. Ξεκινάμε από τον απόλυτο και κυνικό υλισμό (τα ‘λεφτά’ πίσω από το ντοπάρισμα ‘του οικονομικού μετανάστη’- Πανούτσος), και τραβώντας το με όλη μας την δύναμη καταλήγουμε στον απόλυτο ιδεαλισμό του αθλητή ο οποίος θα ξεψυχήσει σε λίγα μέτρα μετά την απονομή. Το μόνο που έχει κερδίσει ο ‘υλιστικός’ αθλητής μας είναι μια ιδέα- την υστεροφημία του (αν και αυτή είναι αμφίβολη). Ευτυχώς ο ‘υλιστικός’ μας αθλητής στην πραγματικότητα είναι πιο συνεπής στον υλισμό. Ο μετανάστης από την Αυστρία στην Αμερική, και η μετανάστρια από την Αλβανία στην Ελλάδα, κάποια στιγμή έχουν γίνει ο ένας γερουσιαστής και η άλλη παγκόσμια πρωταθλήτρια με διεθνή φήμη, γεμάτες τσέπες και η ζωή φαίνεται ακόμη πιο γοητευτική- αποκτά μεγαλύτερη αξία. Πήραν ένα ρίσκο (θα μπορούσαν και να είχαν σακατευτεί) αλλά τελικά το κέρδισαν το στοίχημα. Νομίζω πως η συμμετοχή έχει νόημα σε αυτό το ‘παιχνίδι’ μόνο από παίχτες που προσδοκούν ένα ευνοϊκό αποτέλεσμα.
Επίσης Δείμο, κίνδυνοι για την υγεία του αθλούμενου υπάρχουν φυσικά στην περίπτωση του πρωταθλητισμού, διότι εκτός των πρακτικών που συζητούμε η άσκηση γίνεται στα πιο απαιτητικά όρια για τον ανθρώπινο οργανισμό, αλλά υπάρχουν κίνδυνοι και ίσως πιο σοβαροί και από την ατζαμοσύνη του ερασιτέχνη που υπερτιμά τις αθλητικές δυνατότητες του σώματός του. Νομίζω εδώ μπορούμε να πούμε πολλά ακόμη τα οποία θα μας δώσουν και άλλες πτυχές του προβλήματος.
(Επιπλέον, σοβαροί κίνδυνοι για τα γόνατα, αλλά και για την μακροζωία, υπάρχουν και για μια αλβανίδα μετανάστρια που καθαρίζει σκάλες μια ζωή).
Γιώργο, εξέθεσα την άποψή μου κι εσύ τη δική σου. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει περίπτωση να συναντηθούμε κάπου. Το πρόβλημα είναι ότι εσύ δε θέλεις να δεις ότι όσο κι αν δημοκρατία έφερε μια καλύτερη ζωή στους ανθρώπους (και θεωρητικά μακριά από ευγενική καταγωγή), αλλά αυτό δεν είναι πανάκεια, επειδή πάντα υπάρχει κάτι καλύτερο.
Περίμενα από έναν φιλελεύθερο να στηρίζει το νόμο και όχι να τον χτυπά (γιατί αυτό έκανες ουσιαστικά). Βλέπεις όταν ο αθλητής γίνεται ίδαλμα μέσα από την προπαγάνδα των μέσων και των επιχειρήσεων που κρύβονται πίσω του ή τον στηρίζουν φανερά, τότε επηρεάζεται από την ντόπα όλη η κοινωνία και όχι μόνο ο ίδιος. Κάθε κίνηση ενός ιδάλματος διαμορφώνει εντάσεις και παραδειγματίζει (το είδαμε τις τελευταίες 4 δεκαετίες πολλάκις). Δεν είναι λοιπόν μόνο δικό του θέμα.
Η άποψή μου περί ερασιτεχνισμού δεν είναι απλά μία κίνηση μακριά από τη δημοκρατία. Είναι τρόπος ζωής, στάση πνοής που κανένα σύστημα μέχρι τώρα δεν επιθύμησε, επειδή όλα είχαν δημοκρατικά στίγματα. Είμαι υλιστής και μάλιστα διαλεκτικός υλιστής. Η άποψη που εξέφρασες και την έκρινες υλιστική είναι ένα φιλοσοφικό ατόπημα που μόνο ένας φιλελεύθερος θα ταύτιζε το χρήμα με την ύλη, αποτελεί φιλοσοφική προβοκάτσια (χαριτολογώντας βέβαια, εκτός αν δεν κατάλαβα τι έγραφες).
Φίλε Δείμο. Όχι, δεν ήταν μια φιλοσοφική προβοκάτσια οι παρατηρήσεις μου για την ‘υλιστική’ προσέγγιση. Η κριτική μου ξεκινά από εκεί που στέκεσαι και εσύ(!) (δηλαδή, δεν είμαι ‘φιλελεύθερος’- αν εννοείς ‘δεξιός’). Το σίγουρο είναι ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με τον τίτλο διότι είναι αλήθεια ότι είμαι φίλος της ελευθερίας.
Ορισμένα σημεία, χωρίς διάθεση προσωπικής αντιπαράθεσης, με την ελπίδα ότι θα έχουν κάποιο γενικό ενδιαφέρον:
Το βρίσκω αξιοπερίεργο η κοινωνία μας να προσπαθεί να βρει ‘ινδάλματα’ και μοντέλα ηθικής συμπεριφοράς σε έναν ποδοσφαιριστή ή έναν πρωταθλητή του στίβου. Για εμένα η τάση μας να ανυψώνουμε αλάνια όπως ο Μπεστ ή ο Μαραντόνα σε παραδείγματα ‘ηθικής’ και μετά να τους εξορίζουμε όταν μας απογοητεύουν -διότι δεν κατάφεραν να ζήσουν σύμφωνα με τα δικά μας ‘υψηλά’ κριτήρια– είναι ένα αλάνθαστο σημάδι ηθικής πτώχευσης. Όχι του ινδάλματος που ‘αμάρτησε’ αλλά της ίδιας της κοινωνίας μας.
Η ιδέα ότι στον εμπορευματοποιημένο πρωταθλητισμό υπάρχει μόνο η ‘εθνική ντόπα’ κλπ κλπ είναι επίσης περίεργη. Αισθάνομαι πως υποβιβάζει και απαξιώνει πολλούς ανθρώπους που ζητωκραύγασαν πχ τον Κεντέρη, ως ύποπτους εθνικιστές που στενοκέφαλα ντοπάρονται με το εθνικό παραμυθάκι της ψωροκώσταινας. Αναμφίβολα, το έχω παραδεχτεί και παραπάνω, κάποιος ή κάποιοι μέσα από τις νίκες και τις επιδόσεις του Κεντέρη βρίσκουν την ευκαιρία να προβάλουν την υποκειμενική τους στενοκεφαλιά. Είτε μέσα από την εθνική είτε μέσα από τη φυλετική στενότητα των αντιλήψεών τους. Αυτή η στενή αντίληψη των πραγμάτων φοβάμαι ότι υιοθετείται άκριτα και από τους αντιπάλους τους οι οποίοι δέχονται αυτή την μυωπική ερμηνεία του φαινομένου. Την ίδια στιγμή συμπεράσματα πανανθρώπινου κύρους περνούν απαρατήρητα κάτω από την μύτη τους. Ο Κεντέρης όπως και ο Tiger Woods έχουν ένα αντικειμενικό και πανανθρώπινο χαρακτηριστικό: δεν περιορίζονται ούτε από εθνικά ούτε από βιολογικά άβατα. Αξίζουν τον θαυμασμό και τις ζητωκραυγές όλων μας- είτε αγωνίζονται σε ένα εμπορικό περιβάλλον είτε όχι.