“Και δεν φοβηθήκατε; Και πήρατε και τα παιδιά μαζί;” Φυσικά και δεν φοβηθήκαμε, είμαστε πολύ σκληροί άντρες εμείς οι Καλαβρυτινοί. Μα τι βλακείες χαίρουν άκρας υγείας μέσα στον εγκέφαλο του μέσου Έλληνος για την Αλβανία.
Ας παραθέσω μερικούς σταθμούς αυτού του ταξιδιού, μερικά στιγμιότυπα:
1.
Στο Μαυρομάτι, πάνω στα σύνορα, μας υποδέχεται στο φυλάκιο η αλβανική σημαία. Όχι μόνη της όμως: δίπλα της κυματίζει και η ευρωπαϊκή. Η Αλβανία επαίρει μια σημαία που δεν της ανήκει ακόμη. Αυτό λέγεται ήπια ισχύς.
2.
ΑΠΛΗΤΗ-163: Το αλβανικό νόμισμα, το λεκ, πήρε το όνομά του από τον Μ. Αλέξανδρο. Ο οποίος, ξέρετε τώρα, ήταν γυιος της μάγισσας της Ολυμπιάδας, που ήταν κόρη του βασιλιά της Ηπείρου, του Νεοπτόλεμου. Το πιάσατε το υπονοούμενο.
3.
Στον δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης του 2015 η Ελλάδα βρίσκεται στο 29 της παγκόσμιας κατάταξης και η Αλβανία στο 75. Όπως και να το κάνουμε, πρόκειται για πολύ μεγάλη διαφορά, μια διαφορά όμως που ελάχιστα, αν όχι καθόλου, δεν φαίνεται με το μάτι. Τα αυτοκίνητα είναι όλα καινούργια και κατά συντριπτική πλειοψηφία γερμανικά. Όλες οι οικοδομές είναι των τελευταίων 20 ετών, χτισμένες ως επί το πλείστον με εμβάσματα.
Πάσχει βέβαια αρκετά η Αλβανία, όπως και η Ελλάδα, στις δημόσιες υποδομές. Ο δρόμος από Κονίσπολη προς Αγίους Σαράντα και Χειμάρρα είναι βέβαια καινούργιος, καλά συντηρημένος (και κατασκευασμένος από ελληνική εταιρεία). Μέχρι τον Αυλώνα δεν υπάρχει κατ’ ουσίαν σοβαρό λιμάνι ούτε αξιόπιστη μαρίνα. Στην παράλια Χειμάρρα έχεις την αίσθηση ότι ο καθένας έχτισε όσο ήθελε, όπου ήθελε. Υπάρχει ένας μόνο δρόμος που περνάει μέσα από την πόλη, όπου δύο ταλαίπωροι αστυφύλακες εκτελούν καθήκοντα τροχονόμου.
Ο τουρισμός έχει φέρει πολύ χρήμα στην παράλια ζώνη. Στον Βούρκο, την μεσόγεια πεδιάδα με τα ελληνόφωνα χωριά, ο κάμπος δίνει συχνά την αίσθηση της εγκατάλειψης, όπου μεγάλες επίπεδες εκτάσεις μένουν ακαλλιέργητες. Στις πόλεις επικρατούν οι ελληνικές και οι αυστριακές τράπεζες. Στο σούπερμάρκετ βρίσκεις πολλά ελληνικά προϊόντα, πλην όμως κυριαρχεί το κοσοβάρικο και το βορειομακεδονικό κρασί.
4.
Κάθε Αλβανός είναι περήφανος για τη θρησκευτική χαλαρότητα της πατρίδας του, όπου οι μικτοί γάμοι δεν σπανίζουν, όπου τα τζαμιά είναι ως επί το πλείστον άδεια, όπου η εθνική ενότητα προέχει πάντα της θρησκευτικής μερικότητας. Και πραγματικά πιστεύω ότι αυτή η αλβανική ιδιαιτερότητα είναι το πολυτιμώτερο δώρο που κομίζουν οι Αλβανοί στην ευρωπαϊκή οικογένεια, κάτι περισσότερο από την θρησκευτική ανεκτικότητα ή την θρησκευτική ελευθερία.
Τα χωριά μετά τους Αγίους Σαράντα είναι όλα χριστιανικά: Νίβιτσα, Άι-Βασίλης, Λούκοβο, Πικέρμι, Κηπαρός. Εκτός από δύο, σπεύδουν να σου διευκρινίσουν, το Μπόρσι και το Σάσαϊ. Στην μεσημβρινή προσευχή στο αρχαιότερο και κεντρικώτερο τζαμί του Αυλώνα, που ήταν βέβαια κάποτε εκκλησία, ζήτημα να μαζεύωνται 15 άντρες.
Ωστόσο, και η ίδια η διαβεβαίωση ότι δεν τους ενδιαφέρει σχεδόν καθόλου η θρησκεία δεν σημαίνει από μόνη της κάτι; Θα μας διαβεβαίωναν ποτέ ότι δεν τους ενδιαφέρει το ύψος του γείτονά τους; Όχι, γιατί αυτό πράγματι δεν θα τους ενδιέφερε.
5.
Η ευγενέστατη κυρία που μας εξυπηρετούσε στο τουριστικό κατάστημα στα Εξαμίλια είχε μόλις υποδεχθή τα δύο αγόρια της από την θάλασσα. Μια έφηβη, μάλλον η κόρη της, την παράστεκε στο μαγαζί. Αλλά πόση διαφορά!
Η ευγενέστατη κυρία λίγο πριν είχε βγει από το τζαμί, από όπου ο ηχογραφημενος μουεζίνης κάλεσε σε προσευχή (με πενιχρά αποτελέσματα). Ήταν ντυμένη, μέσα στο κατακαλόκαιρο, από κεφαλής έως ονύχων, στα μαύρα, από το οποίο μαύρο μόνο το πρόσωπό της ξεχώριζε. Με παρόμοιο χειριδωτό και ποδήρη χιτώνα ήταν ντυμένη και η κόρη της.
Δεν θέλω να σχηματίσετε εσφαλμένη εντύπωση. Οι πιστές μουσουλμάνες αυτού του είδους, που φέρονται έτσι στον εαυτό τους, είναι μια πολύ μικρή μειοψηφία. Μέσα σε πολλές χιλιάδες γυναίκες όσες εντόπισα ήταν μετρημένες στα δάχτυλα των δύο χεριών. Η μέση Αλβανίδα είναι η Φουρέιρα (ή θέλει να γίνη σαν την Φουρέιρα). Αλλά και πάλι, σε κάνει λίγο να σκέφτεσαι: κι αν η Αλβανία σταματήση κάποτε να είναι ο παράδεισος θρησκευτικής ανεκτικότητας που είναι σε μεγάλο βαθμό; Κι αν οι ευγενέστατες κυρίες πολλαπλασιαστούν; Κι αν οι μπικινοφορούσες αρχίσουν να δυσφορούν με τις μπουρκοφορούσες και τούμπαλιν;
Τότε, δεν ξέρω. Ας πούμε ότι το βόρειο Ιόνιο θα είναι πολύ, πολύ διαφορετικό.
6.
Για το έγκλημα των Αγίων Σαράντα δεν ξέρω ποιος φταίει. Υποψιάζομαι, αλλά δεν ξέρω με ακρίβεια ποιος φταίει που μια μικρή παραθαλάσσια πόλη μετατράπηκε μέσα σε είκοσι χρόνια σε μια πυκνοδομημένη τσιμεντοθάλασσα, όπου φρικτές πολυκατοικίες αναγορεύονται σε ξενοδοχεία.
Δυστυχώς, η ίδια απειλή επικρέμαται, τι επικρέμαται, πραγματώνεται και στην Χειμάρρα. Οι υπέροχες παραλίες του Ιονίου, οι Δρυμάδες, η Παλάσα, το Μπόρσι πολύ φοβάμαι ότι θα είναι αγνώριστες σε λίγα χρόνια. Με την κακή έννοια.
7.
(Κρυφ)ακούγοντας το πρωί τις γριές Χειμαριώτισσες να κουτσομπολεύουν, χαίρεσαι την ομορφιά της γλώσσας τους. Η διάλεκτος τσιτακίζει το “και”, λέει το “χέρι” περίπου “σέρι” και στολίζει το χωριό τους με την ιδιαιτερότητά της. Αλλά οι εγγονές τους μιλάνε αθηναϊκά. Νομίζεις ότι κάνουν διακοπές εκεί, αλλά, όχι, έχουν έρθει από την Αθήνα το καλοκαίρι, για να δώσουν ένα χέρι βοήθειας στο μαγαζί ή στα δωμάτια.
Θα έλεγα ότι το 1/3 των πινακίδων στην Χειμάρρα και τα πέριξ είναι αθηναϊκές. Όχι από Βόρεια Ελλάδα ούτε από τα κοντινά Γιάννενα, αλλά αυστηρά αθηναϊκές. Οι ιδιοκτήτες τους έχουν ανεβεί για το καλοκαίρι και κάνουν τις διακοπές στο χωριό τους. Και όσοι Χειμαρριώτες μένουν μόνιμα εκεί έχουν κάνει όλοι την αθηναϊκή τους θητεία, και όχι μόνο: άλλος στην Αμερική, άλλος στην Γερμανία και πάει λέγοντας. Ένας τόσο γελαστός τόπος που φέρθηκε τόσο σκληρά στα παιδιά του.
8.
Ο κύριος Κλέαρχος σκύβει και μαζεύει τις πέτρες που έχουν πέσει από ένα μισογκρεμισμένο τοίχο. Βρισκόμαστε στο κάστρο της Χειμάρρας, ψηλά πάνω από την καταπληκτική παραλία του Λιβαδιού, με την συγκλονιστική θέα προς την Κέρκυρα και τα Διαπόντια. Το κάστρο, τρόπος του λέγειν, πρόκειται για τα παλιά πέτρινα καστρόσπιτα, που σιγά σιγά ρημαδιάζουν, τώρα που η νεολαία, το χρήμα και η ανοικοδόμηση κατέβηκαν στην παραλία της Χειμάρρας. Αλλά ο κύριος Κλέαρχος, σαν νοικοκύρης που είναι μαζεύει τις πέτρες από τον μισογκρεμισμένο τοίχο. Και θυμάται.
Θυμάται που άνοιξε το ελληνικό σχολείο στην Χειμάρρα. Η χρονιά ήταν το 1937 και ο κύριος Κλέαρχος πήγε στην Α΄ Δημοτικού. Η αλβανική κυβέρνηση είχε κλείσει τα ελληνικά μειονοτικά σχολεία, η Ελλάδα είχε προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο και είχε νικήσει με την σημαντική απόφαση των μειονοτικών σχολείων στην Αλβανία. Θυμάται ακόμη την κατάληψη της Χειμάρρας από την ΙΙΙ Μεραρχία του ελληνικού στρατού, τότε που ο ίδιος σαν ανήλικος εκκενώθηκε στην Κέρκυρα. Ήταν ο Δεκέμβριος του 1940. Θυμάται που άκουγε κρυφά το ραδιόφωνο της Κέρκυρας. Αλλά βρίσκει την εντιμότητα να πη: “Και γω αν ήμουν Τσάμης, τα ίδια θα έκανα. Ήταν αδικημένοι”.
Σήμερα (μετά από όχι λίγες αντιπαραθέσεις βέβαια) στην Χειμάρρα λειτουργεί εννεατάξιο ελληνικό σχολείο: ο “Όμηρος”.
9.
Οι Χειμαρριώτες είναι περήφανοι. Και εννοώ περήφανοι Έλληνες. Έρχονται και σου λένε “όλα αυτά εδώ είναι δικά μας” και εννοούν “δεν είναι δικά τους”. Το πατρικό του Σπυρομήλιου είναι γκρεμίδι, αλλά είναι εκεί. Με τον πλούτο που τους δίνει ο τουρισμός, έχουν μια νέα αυτοπεποίθηση. Στέλνουν τα παιδιά τους στο ελληνικό σχολείο και μιλάνε ελληνικά. Πράγμα που δεν μένει πάντα χωρίς συνέπειες.
Στις 12 Αυγούστου 2010, ο Αριστοτέλης Γκούμας δολοφονήθηκε από τρεις Αλβανούς δι’ ασήμαντον αφορμήν. Η ασήμαντος αφορμή ήταν ότι οι Αλβανοί, που έκαναν τις διακοπές τους στην Χειμάρρα, απαίτησαν να εξυπηρετηθούν στο κατάστημά του στα αλβανικά, ενώ εκείνος επέμενε να τους μιλά στα ελληνικά.
Πάγιο αίτημα και καημός των Χειμαρριωτών είναι να αναγνωριστή στα χωριά τους το μειονοτικό στάτους που αναγνωρίζεται και στον Νότο. Τα χωριά αυτά είναι τρία όλα κι όλα, η Χειμάρρα, οι Δρυμάδες και η Παλάσα. Πράγματι, απέχουν πολύ από την ανεγνωρισμένη μειονοτική περιοχή, κάπου 1 ώρα και 20 λεπτά από τους Αγίους Σαράντα. Αλλά πάλι, σκέφτομαι, υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος να μην ικανοποιηθή το αίτημα αυτό; Τι φοβάται η Αλβανία, την προέλαση του ελληνικού στρατού μέχρι την Χειμάρρα; Υπάρχει ακόμη πικρία και είναι κρίμα. Γιατί δεν υπάρχει και κανένας σοβαρός λόγος.
Η προτομή του Αριστοτέλη Γκούμα στόλισε για λίγους μήνες τον προαύλιο χώρο της κεντρικής εκκλησίας της Χειμάρρας. Μετά από αντιδράσεις, μου είπαν ότι μεταφέρθηκε στο νεκροταφείο. Για να μην προκαλή.
10.
Ανεβαίνοντας, στον δρόμο από Χειμάρρα προς Αυλώνα, προς το πανέμορφο πέρασμα που στα αλβανικά λέγεται Llogara, όπου ο δρόμος ανεβαίνει βίαια από το επίπεδο της θάλασσας στα χίλια μέτρα. Η θέα προς το βόρειο Ιόνιο είναι μαγευτική. Το τοπίο αλλάζει, γίνεται άγριο, περικυκλώνεσαι από τις κορυφές των Ακροκεραυνίων. Και τότε θυμάσαι: μνήμη του λαού μου σε λένε Λογαρά.
Κατόπιν του υπ’ αριθ. […] εγγράφου σας, έχω την τιμήν να γνωρίσω υμίν, ότι ο στρατιώτης Χ.Ι.Α. εκ της υμετέρας Κοινότητος, δέον να συγκαταλέγηται ήδη μεταξύ των λοιπών ηρωικών νεκρών μας, πεσόντων υπέρ της Πατρίδος εν Αλβανίᾳ. Καθόσον σταθεροποιείται ήδη, η σχηματισθείσα εντύπωσίς μας και εκδοχή τότε, ότι εφονεύθη, και κατά τον εξής τρόπον:
– Την 14ην Απριλίου 1941 ώραν 8ην εξώρμησε προς μίαν απότομον κλιτύν υψώματος Λογγαρά (1769), δυτικώς χωρίου Βρανίστης, η διμοιρία του διά ν’ αποκρούσῃ εχθρικήν επίθεσιν, πράγμα το οποίο κατώρθωσε συλλαβούσα και 25 αιχμαλώτους […]
.
11.
Κοροϊδεύουμε την κομμουνιστική Αλβανία για τα πολυβολεία, που σαν δέντρα άκαρπα έσπειρε ο Χότζας σε όλον τον Νότο. Γελάμε τώρα μαζί τους, βγάζουμε τουριστικές φωτογραφίες και στις διαδρομές με το αυτοκίνητο τα παιδιά χαίρονται να τα ανακαλύπτουν και να τα μετράνε εδώ κι εκεί. Παράξενες αλβανικές οπώρες!
Λησμονούμε βέβαια ότι στα ίδια αυτά εδάφη όπου φύτρωσαν μεταπολεμικά τα πολυβολεία της κομμουνιστικής ιδεοληψίας εισέβαλε απελευθερωτής, αλλά και κατακτητής συνάμα ο ελληνικός στρατός τρεις φορές μέσα σε 30 χρόνια: το 1912/13, το 1914-1916 και το 1940/41. Και αυτό ίσως εξηγεί πολλά.
12.
Στον Αυλώνα υπάρχει η οδός Χρίστου Νεγκοβάνη. Χρίστου Χαραλάμπη για την ακρίβεια.
Επί Μακεδονικού Αγώνα δολοφονήθηκαν δύο ορθόδοξοι επίσκοποι: ο Αιμιλιανός Γρεβενών και ο Φώτιος Κορυτσάς. Και καλά ο Αιμιλιανός, που επισκόπευε σε μικτή περιοχή. Τον Φώτιο γιατί τον δολοφόνησαν οι κομιτατζήδες, βαθιά μέσα στην αλβανόφωνη περιοχή;
Πάμε πάλι πίσω στον Νεγκοβάνη.
Ο παπα-Χρίστος γεννήθηκε σε ένα αρβανίτικο ορθόδοξο χωριό της Φλώρινας, το Νεγκοβάνι το 1875. Οι Αρβανίτες της Μακεδονίας ήταν λίγοι μέσα σε μια θάλασσα σλαβοφωνίας και, ίσως από γλωσσική αντίδραση στους εξαρχικούς, ήταν πιστοί πατριαρχικοί. Συντάχθηκαν με τους Έλληνες και ταυτίστηκαν πλήρως μαζί μας. Έτσι και ο μικρός Χρίστος. Κατέβηκε στην Αθήνα, έβγαλε το Γυμνάσιο και ιερώθηκε.
Όταν όμως γύρισε στο χωριό του, διέπραξε ένα θανάσιμο αμάρτημα: άρχισε να λειτουργή στα αλβανικά. Όχι μόνο αυτό, αλλά και άνοιξε δικό του αλβανικό σχολείο, κάτω από την μύτη του ελληνικού σχολείου. Έτσι ο Χρίστος Χαραλάμπη έγινε Κρίστο Νεγκοβάνι.
Στις αρχές του 1905 δολοφονείται για τα εγκλήματά του από κάποιον Μακεδονομάχο. Λένε ότι την δολοφονία διέταξε ο Καστοριάς Γερμανός, αλλά εγώ δεν τα πιστεύω αυτά.
Τον επόμενο χρόνο οι κομιτατζήδες δολοφόνησαν τον Φώτιο. Οι Αλβανοί κομιτατζήδες.
Το Νεγκοβάνι σήμερα το λένε Φλάμπουρο.
13.
Δεν ξέρω αν υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι η Βόρειος Ήπειρος, όποιο και αν είναι το προς Βορράν σύνορό της, έχει πληθυσμό συντριπτικά ελληνόφωνο. Υπάρχουν φυσικά συστάδες ελληνικών χωριών, όπως ακριβώς υπάρχουν και συστάδες αλβανόφωνων (“τσάμικων”) χωριών. Ας πούμε, τα χωριά πάνω και ακριβώς μετά την συνοριακή γραμμή της Θεσπρωτίας είναι τσάμικα: η Κονίσπολη, το Τσιφλίκι, το Μουρσί.
Και δεν θα εκπλαγώ αν μάθω ότι πολλοί άνθρωποι, ορθόδοξοι στο θρήσκευμα και αλβανόφωνοι στην γλώσσα, αμφιταλαντεύονται ή, τέλος πάντων, υποδύονται και τους Έλληνες, όταν τους συμφέρει. Συμβαίνουν αυτά στις μεταβατικές, μικτές ζώνες και δεν είναι και προς θάνατον. Το ίδιο κάνουν και ελληνόφωνοι Αλβανοί πολίτες. Βάζουν και υποψηφιότητα με το Σοσιαλιστικό κόμμα κιόλας. :-)
14.
Ένα ελληνικό, μειονοτικό χωριό είναι ας πούμε η Λιβαδειά. Περνώντας έξω από το κοινοτικό γραφείο της Λιβαδειάς, κάθε σημαιοδίφης θα ενθουσιαστή από το θέαμα: τρεις σημαίες στολίζουν το ταπεινό δημόσιο κατάστημα, η αλβανική, η ελληνική και η ευρωπαϊκή. Δύο στις τρεις σημαίες δηλαδή δεν είναι του κράτους.
Αναρωτιέμαι, δικαίως νομίζω, σε πόσα χωριά της Ελλάδας μπορεί να δη κανείς το ίδιο θέαμα: δίπλα στην σημαία της πλειονότητας, και την σημαία της μειονότητας. Νομίζω ότι και εδώ μπορούμε να πάρουμε ένα δίδαγμα από τους ξαδέρφους μας τους Αλβανούς.
15.
Η Νάρτα είναι το βορειοδυτικώτερο ελληνικό χωριό της Αλβανίας. Βρίσκεται ολομόναχη, μέσα σε μια θάλασσα αλβανοφωνίας, βόρεια και από τον Αυλώνα, δίπλα σε μια γραφική λιμνοθάλασσα. Το τοπίο είναι υπέροχο. Η πινακίδα στην είσοδο του χωριού μάς εύχεται το “καλώς ήλθατε” και στις δύο γλώσσες. Σε πόσα χωριά της Ελλάδας το έχετε δει αυτό;
Μέσα στην λιμνοθάλασσα, πάνω σε ένα γραφικό νησάκι, υπάρχει η ορθόδοξη Μονή της Κοιμήσεως, προσφάτως αναστηλωμένη. Στον περίβολό της, μερικές αμυδρές επιτύμβιες στήλες. Στην μία διαβάζω με δυσκολία: “Ώδε κείται Ιωσήφ Βεζανής… Αγαστός πατήρ και αγαθός πολίτης… Εκ Λέκλης Τεπελένης… Τελευτήσας εν Αυλώνι τη 22 Οκτωβρίου 1901″. Ας σταθούμε για λίγο πάνω από το μνήμα αυτού του καλού πατέρα και πολίτη, που γεννήθηκε στο χωριό του Θανάση Βάγια, έξω από το Τεπελένι, μέσα σε μια παρηκμασμένη αυτοκρατορία, αλβανόφωνος ο ίδιος, σπούδασε στην Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων, εθνοτίστηκε ελληνικά και ήρθε να αναπαύση εδώ το σαρκίο του, σε αυτήν την βόρεια εσχατιά του ελληνισμού, εκεί όπου αναγεννήθηκε το αλβανικό εθνικό αίσθημα, εν Αυλώνι.
16.
Σώζεται στον Αυλώνα καλά διατηρημένη η διώροφη οικία, όπου στις 28 Νοεμβρίου 1912 ο Ισμαήλ Κεμάλμπεης Βλιόρας ύψωσε για πρώτη φορά την σημαία με τον δικέφαλο αετό ως αλβανική σημαία. Η μέρα αυτή αποτελεί δικαίως την ημέρα της εθνικής ανεξαρτησίας των Αλβανών. Ο Ισμαήλ Κεμάλι υπήρξε ο πρώτος Πρωθυπουργός της Αλβανίας και εθνικός ήρωας.
Ένας κάπως ασυνήθιστος εθνικός ήρωας ωστόσο. Ο Ισμαήλ, όπως οι πιο πολλοί εγγράμματοι της Νότιας Αλβανίας, είχε σπουδάσει στην περίφημη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων. Μιλούσε ευφραδώς τα ελληνικά, η γυναίκα του ήταν Ελληνίδα και είχε ζήσει εξόριστος στην Αθήνα επί χρόνια. Επρόκειτο ακριβώς για τα χρόνια των ζυμώσεων λίγο πριν την έκρηξη του Βαλκανικού Πολέμου, τότε που όλα ήταν δυνατά, τότε που ο καθένας χάραζε τα μελλοντικά σύνορα και όλοι μαζί πρετοιμάζονταν να σκυλεύσουν το σεσηπός πτώμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σε έναν από αυτούς τους χάρτες και σε έναν από αυτούς τους πιθανούς μελλοντικούς κόσμους, Ελλάς και Αλβανία εμφανίζονταν ως συνιστώσες του ιδίου κράτους, κάτι σαν μια δυαδική μοναρχία των Βαλκανίων.
Λίγους μήνες μετά την πρωθυπουργοποίησή του ο Ισμαήλ αποπέμφθηκε επί φιλελληνισμώ.
17.
Στα σύνορα πάλι, για την επιστροφή από την Κακαβιά. Όλοι μας περνούν για Αλβανούς που επιστρέφουν στην Αθήνα από τις διακοπές τους. Περνώ από την πεζοδιάβαση, όπου υπάρχει μια μικρή ουρά Αλβανών. Ο αστυνομικός κοιτάζει τα διαβατήρια, σχολιάζει, ζητάει άδειες διαμονής, σε κάποιον κάνει φασαρία, επειδή δεν τα έχει απολύτως εν τάξει. Μόλις φτάνει η σειρά μου και με βλέπει να βγάζω την ταυτότητα, μου λέει απλά “πέρνα”, χωρίς να σπαταλήση δεύτερη ματιά.
Δεν ξέρω, ντράπηκα.
Για το (9), ίσως η πραγματικόταητα είναι κάπως πιο πεζή — βλ. εδὠ έναν ισχυρισμό της Π. Δέλτα ότι η δολοφονία του Φώτιου ουδέν προς το έθνος είχε.
Για το (13) να σημειώσω ότι η κίνηση ήταν αμφίδρομη: θυμίζω κάποιες επικριτικές παρατηρήσεις σε ελληνικά σχολικά εγχειρίδια του ύστερου 19ου αιώνα για μη επαρκή έμφαση του ομοφύλου Ελλήνων και (καταγόμενων εκ Πελασγών) Αλβανών και τη θεώρηση του αλβανικού ως του ελληνικότερου φύλου από “νατσιοναλίστες” του ελληνικού fin de siècle. A road not taken…
Για γράψε κι άλλα για αυτό, με ενδιαφέρει.
Σημειώνω αρχικά ότι εκ παραδρομής γράφηκαν παραπάνω λάθος τα σημεία που αφορούσε το σχόλιό μου· πρόκειται για τα (12) και (16).
Είναι δάνειες οι γνώσεις μου για τα ζητήματα αυτά, όπότε μόνο μια ολιγόλογη επεξήγηση μπορώ να προσφέρω: ήδη από το 18ο αιώνα οι Χριστιανοί αλβανόφωνοι, οι Αλβανοί/Αλβανίτες/Αρβανίτες (σε κλίμακα μειούμενης λογιοσύνης του ελληνικού εξωνυμίου τους), θεωρούνταν από τους Ρωμαίους/Ρωμηούς γλωσσικά αφομοιώσιμοι πληθυσμοί και γι’ αυτό δυνητικά μέλη της εθνοτικής τους ομάδας, όπως και οι Βλάχοι και οι σλαβόφωνοι των νοτίων -ιδίως- περιοχών των Βαλκανίων — θυμίζω την έμμετρη προτροπή του λεξικού του Δανιήλ του Μοσχοπολίτη. Ενώ οι Βλάχοι ήδη από ένα πρώιμο στάδιο εξελληνίζονταν γλωσσικά και με μικρές μόνο αναταράξεις όσοι κατοικούσαν στις χώρες που προσαρτήθηκαν στο ελληνικό κράτος εντάχθηκαν στο ελληνικό έθνος και το ίδιο συνέβη στις νότιες σποράδες της αλβανοφωνίας, δηλαδή στους Αρβανίτες Αττικοβοιωτίας, Αργοσαρωνικού και Πελοποννήσου, η ύπαρξη συμπαγούς αλβανοφωνίας σε μια περιοχή πέραν της εμβέλειας της ελληνικής εθνικής προσηλυτιστικής δράσης (με όλες τις μορφές που είχε προσλάβει από την ίδρυση εκπαιδευτικών δομών ως τις περιοδείες ένοπλων συμμοριών) είχε ως αποτέλεσμα την επιτυχία της προσπάθειας δημιουργίας ενός διακριτού αλβανικού έθνους. Ωστόσο, ως και τη θεσμική κατοχύρωση της πολιτικής ύπαρξής του στη δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα, δεν εγκαταλείφθηκε η προσπάθεια προσεταιρισμού των αλβανοφώνων ως Ελλήνων. Παραθέτω μια παρατήρηση μιας κρατικής επιτροπής για την αναφορά ενός σχολικού εγχειριδίου του 1901 ότι “οι Αλβανοί συγγενεύουσι πολύ με τους Έλληνας”: “Εἶναι ἀνεπαρκῆ ταῦτα καὶ διὰ τὰς ἐθνικὰς βλέψεις καὶ διὰ τὴν ἱστορικὴν ἀκρίβειαν. Ἔπρεπε νὰ λεχθῆ ὅτι ἔχουσι τὴν αὐτὴν καταγωγὴν μὲ τοὺς Ἕλληνας (Πελασγοί) … καὶ ὅτι ἔλαβον μέρος εἰς πάντας τοὺς ὑπὲρ ἐθνικῆς ἀποκαταστάσεως ἀγῶνας τῆς κοινῆς πατρίδος.” Πέρα από ένδειξη της στρατηγικής εθνικής στοχοθεσίας, πρόκειται για ένα ύστερο χρονικά απότοκο της τάσης ταύτισης ως προς την εθνική καταγωγή των Αλβανών του ελλαδικού κυρίως χώρου με τους Έλληνες που απαντάται ήδη στο συγκείμενο της παρασκευής μίας εθνικά ορθής απάντησης στο Φαλμεράγιερ. Αν και δεν πρόκειται για το κυρίαρχο ιδεολογικά ρεύμα κατά τον ύστερο 19ο αιώνα, όταν Έλληνες διανοούμενοι επιχειρούν την ανάγνωση της εθνικής πραγματικότητας μέσα από το πρίσμα των νεοεισαχθεισών φυλετικών θεωριών, οι Αλβανοί εξακολουθούν να μην αντιμετωπίζονται ως εθνικά «άλλοι» των Ελλήνων. Το αντίθετο μάλιστα, σε μια ακραία περίπτωση, του Πέτρου Βλαστού, παρουσιάζονται ως διαθέτοντες “το πιο καθάρια Ελληνικό” αίμα, οι “βουνίσιο[ι] που δεν τους χάλασε ο σημίτης κι ο ψευτοπολιτισμός” και η πρώτη ύλη για τη μελλοντική ευγονική αναμόρφωση της ελληνικής “φυλής”. Όπως και με τους σλαβόφωνους των ελληνικών εδαφών και (με λιγότερη επιμονή) με τους Βλάχους, δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε ως κατάληξη ενός νοητικού πειράματος μια ιστορική διαδρομή που δεν καταλήγει στην ύπαρξη ξεχωριστού αλβανικού έθνους, αλλά στην ενσωμάτωση και αυτού του αλλόφωνου πληθυσμού στο ελληνικό έθνος, οπότε, όπως και στις περιπτώσεις των άλλων «σύνοικων» ετερόγλωσσων στην καταγωγή Χριστιανών, η επιχειρηματολογία αυτή θα είχε γνωρίσει μεγαλύτερη προβολή και διάδοση ως ιστορική νομιμοποίηση της αφομοιωτικής διαδικασίας.
Δάνειος είναι η σοφία όλων μας :-) Ευχαριστώ για το σχόλιο.
Στο γύρισμα του προηγούμενου αιώνα ο όποιος ελληνοαλβανοπελασγικός ενθουσιασμός κατελάμβανε μόνο τους χριστιανούς αλβανόφωνους και όχι τους (τουρκ)αλβανούς. Αν ο αλβανικός εθνικισμός είχε αναπτυχθή σε πιο στενά εθνοθρησκευτικά πλαίσια (υπενθυμίζω ότι το κείμενο της Λίγκας του Πρίζρεν δεν το υπέγραψε ούτε ένας χριστιανός), ήτοι ως ένας μουσουλμανικός εθνικισμός, και μάλιστα έντονα αμυντικός έναντι της τριττής απειλής Ελλήνων, Σέρβων και Βουλγάρων, μια τέτοια εξέλιξη δεν θα ήταν καθόλου απίθανη.
Θα επανέλθω.
Στο Πρίζρεν λοιπόν το 1878 47 επιφανείς Αλβανοί Μουσουλμάνοι υπέγραψαν μια διακήρυξη, στην οποία δεν γίνεται κανείς λόγος για αλβανικό έθνος, για αυτονομία ή πολύ περισσότερο για ανεξαρτησία από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ουδείς λόγος για αλβανική γλώσσα, για αλβανικά σχολεία, για αλβανική ιστορία. Η διακήρυξη στρεφόταν κατά του πανσλαβικού κινδύνου και ζητούσε την επιστροφή στο στάτους κβο άντε 1878, ζητούσε δηλαδή το αδύνατον.
Δεν είναι πέραν πάσης ιστορικής φαντασίας να σκεφτούμε ότι οι μπέηδες που ζητούσαν τα οθωμανικά τους κεκτημένα και διαδήλωναν την μουσουλμανική τους αλληλεγγύη προς τα σουλτανικά στρατεύματα θα μπορούσαν να αποξενώσουν κάθε άλλο αλβανόφωνο, πλην ετερόθρησκο πληθυσμό. Οπότε, εξ ανάγκης, οι ορθόδοξοι θα αποτείνονταν στην Ελλάδα και οι καθολικοί στην Ιταλία. Η Ελλάδα συνιστούσε βέβαια πολύ μεγαλύτερη εδαφική απειλή από την Ιταλία μακροπρόθεσμα.
Και όπως έχουμε Κροάτες, Βοσνιάκους και Σέρβους από το ίδιο ομόγλωσσον, θα μπορούσαμε να έχουμε Αλβανούς, Αρβανίτες Έλληνες και Αρμπερέσηδες Ιταλούς στην ίδια την Αλβανία.
Αλλά τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι, ευτυχώς για την Αλβανία.
Μια γενιά μετά τώρα, στην αλβανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας τον Νοε 1912, στους 83 υπογράψαντες περιλαμβάνονται Αλβανοί από κάθε μέρος, και μεταξύ τους πολλοί Χριστιανοί Ορθόδοξοι και Καθολικοί.
Τους γράφω εδώ, με εξελληνισμένα τα ονόματά τους, για να δείξω πόσο λεπτό μπορεί να είναι το εθνοτικό τοιχίο (με αστερίσκο σημειώνονται όσοι σπούδασαν σε ελληνικό δημοτικό ή στην Ζωσιμαία Σχολή των Ιωανίννων ή στο Εθνικό Πανεπιστήμιο):
1. Δημήτρης Τουτουλάνης*
2. Γεώργιος Καρβουνάρης*
3. Πέτρος Πόγκας*
4. Δημήτρης Ίλος
5. Δημήτρης Μπεράτης
6. Δημήτρης Εμμανουήλ
7. Δημήτρης Ζωγράφος
8. Γιάννης Μίγγας*
9. Θανάσης Φλόκης*
10. Αριστείδης Ρούτσης
11. Χρίστος Μέξης*
12. Γιάννης Παπαδόπουλος
Καταλήγω με μερικούς ακόμα επιφανείς Αλβανούς Ορθοδόξους πατριώτες της ίδιας περιόδου:
1. Γιάννης Βρεττός
2. Κώστας Χότζας*, δάσκαλος και σχολάρχης, με μαθητές τον Παντελή Σωτηρίου και τον Πέτρο Νίνη.
3. Σεβαστή Κυριαζή
4. Μιχάλης Γραμμένος
5. Αλέξανδρος Σταύρου*, ο ποιητής του αλβανικού εθνικού ύμνου.
6. Παντελής Καλές
7. Θεμιστοκλής Γερμενής
8. Παντελής Σωτηρίου*, δολοφονημένος από τους Έλληνες στην Θεσσαλονίκη.
9. Θανάσης Σίνας*
10. Γεράσιμος Κυριαζής, από τους πρώτους Αλβανούς Διαμαρτυρόμενους.
11. Κωνσταντίνος Χριστοφορίδης*, ο μεταφραστής των Ευαγγελίων στην αλβανική.
12. Ουρανία Ρούμπου*
13. Πέτρος Νίνης, δάσκαλος, δολοφονημένος είτε από τους Οθωμανούς είτε από το Πατριαρχείο.
14. Χρίστος Δάκος
15. Χρίστος Φλόκης*
16. Θεοφάνης Μαυρομάτης*, ο σπουδαίος Αλβανός εθνικός ήρωας, ιερέας και ιδρυτής της εν Αλβανία Ορθοδόξου Εκκλησίας Φαν Νόλι, καταγόμενος από ένα αρβανίτικο χωριό της Ανατολικής Θράκης. Συγγενείς του που εθνοτίστηκαν σαν Έλληνες ζουν ακόμη στην Δυτική Θράκη, όπου κατέφυγαν το 1922.
17. Σπύρος Ντίνας, λαογράφος
18. Θύμιος Μίτκος*, λαογράφος που τασσόταν υπέρ ενός κοινού ελληνοαλβανικού κράτους
Και λίγο μετά έχουμε:
19. Πέτρος Μάρκου, θεατρικός συγγραφέας καταγόμενος από το ελληνόφωνο χωριό των Δρυμάδων.
20. Κώστας Τζώτζης, ο κομμουνιστής Υπουργός Εσωτερικών που εκτελέστηκε από τον Χότζα ως τιτοϊκός, καταγόμενος από το Νεγκοβάνι/Φλάμπουρο της Φλώρινας.
Όλοι αυτοί ήταν αλβανόφωνοι ορθόδοξοι, που τελικά εθνοτίστηκαν βάσει της γλώσσας και όχι της θρησκείας τους. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα προφανώς και προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ήθελα απλώς να δείξω ότι η αντιστοίχιση αλβανόφωνος ορθόδοξος = Αρβανίτης = Έλληνας δεν ίσχυε πλήρως ούτε κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα.
Ας σημειωθή ότι πολλοί από αυτούς προήλθαν ή έδρασαν κατά κύριο λόγο στην αλβανική διασπορά (Βουκουρέστι, Αλεξάνδρεια, η οικογένεια Κυριαζή από το Μοναστήρι, ΗΠΑ).
Η Νάρτα είναι βασικά Άρτα και το αρκτικό -ν- είναι λόγω της συνεκφοράς του άρθρου.
Η Νάρτα είναι το μόνο ελληνόφωνο χωριό της Αλβανίας όπου μιλάνε με βόρειο φωνηεντισμό. Η Χιμάρα και τα άλλα δυο χωριά μιλάνε με ημιβόρειο ενώ τα υπόλοιπα ελληνόφωνα χωριά μιλάνε με νότιο φωνηεντισμό.
Ο βόρειος είναι που μετατρέπει τα ε σε ι και τα ο σε ου, σωστά; Ο ημιβόρειος ποιος είναι;
Ναι, ρίξε μια ματιά και εδώ
https://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/studies/dialects/thema_b_2/index.html
Συγκεντρώνω εδώ τώρα τους Μουσουλμάνους Αλβανούς πατριώτες της
ίδιας περιόδου που προέρχονται από τα άγια ελληνικά χώματα (με αστερίσκο πάλι οι βεβαιωμένα ελληνόφωνοι):
Υπογραφές της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας:
1. Γιακούπ Βέζελης, Τσάμης από το Μαργαρίτι.
2. Ρετζέπ Ντέμης, Τσάμης από τους Φιλιάτες.
3. Βελή Γκέρρας, Τσάμης από την Ηγουμενίτσα.
4. Αζίζ Αηδονάτης, Τσάμης από την Παραμυθιά.
Άνθρωποι των γραμμάτων:
1. Φαΐκ Κόνιτσας*, λογοτέχνης, μαντέψτε πού γεννήθηκε.
2. Μιδάτ Φράσερης*, γεννημένος στα Ιωάννινα.
Ο Φράσερης ήταν τέκνο μιας σπουδαίας οικογένειας με καταγωγή από το χωριό Φράσερι κοντά στην Πρεμετή. Οι τρεις αδελφοί Ναΐμ*, Σάμι* και Αβδούλ διέπρεψαν στην αλβανική εθνική αναγέννηση.