Στην Μονάδα είχαμε ένα παιδί λίγο κάπως. Βασικά, ήταν αλκοολικός. Μας πήρε λίγο καιρό να το καταλάβουμε, αλλά, μόλις τον αντιληφθήκαμε, δεν τον ήθελε κανείς. Και όχι ότι δεν πίναμε εμείς ε; Πίναμε. Αλλά αυτός ρε φίλε ήταν αλκοολικός. Έβγαινε μόνο και μόνο για να πιη. Για να τον πιη το ποτό.
Ένας κοντός τύπος, με γυαλιά. Θλιβερός. Τον πήραν είδηση και οι αξιωματικοί και τον αρχίσανε στις 20άρες. Από κάποιο σημείο και μετά δεν πρέπει να ξαναβγήκε με έξοδο. Τέλος πάντων. Δεν ήταν κακό παιδί, λίγο χαζούλης μόνο. Και αλκοολικός.
Όταν επιστρέψαμε στο Κέντρο κανά μήνα πριν απολυθούμε, ήμασταν πάλι μαζί, καθότι Πατρινός και αυτός. Και άρχισε τα ίδια. Θυμάμαι χαρακτηριστικά σε μια έξοδο που τον είχα πετύχει σε ένα καφενείο, παραδοσιακό καφενείο με γέρους και κολιτσίνα, να πίνη ούζο μόνος του, με το μπουκαλάκι μπροστά του. Μόνος του.
Κάποιο βράδυ, σταματά ένα περιπολικό έξω από την πύλη και τον αδειάζει. Μα την αλήθεια, πώς αδειάζουμε ένα σακκί πατάτες; Έτσι τον άδειασε μπροστά στα πόδια του Αλφαμίτη. Είχε γίνει τύφλα στην έξοδο και αποκοιμήθηκε στην είσοδο καποιού σπιτού ή κάτι τέτοιο. Τον κοιτάζαμε με οίκτο και λύπηση και αυτό το χαιρέκακο συναίσθημα που έχεις όταν ξέρεις ότι θα συμβή κάτι κακό σε κάποιον που το αξίζει. Είναι σκληρά τα φανταράκια.
Το κακό που ξέραμε ότι θα συμβή ήταν το λιγώτερο μια ακόμη τελετουργική 20άρα, ίσως ακόμη και στρατοδικείο.
Αλλά δεν έγινε απολύτως τίποτα. Την άλλη μέρα το πρωί τον είδαμε ανάμεσά μας και δεν έτρεχε κάστανο. Όταν βγήκαν οι υπηρεσίες, εγώ είχα σκοπιά. Εκείνος έξοδο.
Μα τι διάολο.
Στην Μονάδα μας είχαμε διδαχθή, στην πράξη και όχι μόνο στην θεωρία, ότι υπάρχουν κανόνες. Ότι οι κανόνες εφαρμόζονται. Ότι όποιος παίζει με τους κανόνες, καίγεται. Ότι, αν νομίζεις ότι είσαι πιο έξυπνος από τους κανόνες, είσαι αυτοδικαίως βλαξ. Ότι ο προβλεπόμενος δικαιώνεται. Ότι ενώπιον του Διοικητού όλοι οι στρατεύσιμοι είναι ίσοι.
Μετά μάθαμε.
Ο μπάρμπας του ήταν Ταξίαρχος στην Τρίπολη. Ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων, έτσι τα μετέφερε το ράδιο αρβύλα. Ο δικός μας δεν ήταν. Η Μονάδα ήταν μακριά από την Τρίπολη, το Κέντρο όμως κοντά. Στην Μονάδα δεν έφτανε (δεν επιτρεπόταν να φτάση) η επιρροή του, στο Κέντρο ναι. Στην Μονάδα επικρατούσε ισότης εν τω πότω, στο Κέντρο όχι.
Και συνεχίστηκε το ίδιο βιολί για λίγες ημέρες ακόμη, μέχρι που απολυθήκαμε. Θαρρώ έγινε οδηγός στα ΚΤΕΛ τελικά.
Και πολυ καλα εκαναν οι Αξιωματικοι και αντιμετωπισαν με τη μεγιστη επιεικια το παιδι. Διοτι η στρατιωτικη πειθαρχια δεν είναι για να συντριψει έναν νεο ανθρωπο που ζοριζεται στο Στρατο και το ριχνει στο ποτο, επειδη εχει εναν ιδιαιτερο, αλλα κατα βαθος καλοηθη χαρακτηρα.
Η στρατιωτικη πειθαρχια σκοπο εχει να συντριψει τα κλεφτρονια, τα πρεζονια, τα κωλοπαιδια, τους νταηδες, τα τσογλανια, τους παλιοχαρακτηρες, και γενικως εκεινα τα κωλοφανταρα δημιουργουν σκοπιμως προβληματα διοτι δεν μπορουν και δε θελουν να εργαστουν αρμονικα ως μελη ενος πειθαρχημενου συνολου.
Ακουστε τωρα τις περιγραφες του χερ Αναγνωστοπουλου:
“ ένα παιδί λίγο κάπως” , «αλκοολικός» , “μόλις τον αντιληφθήκαμε, δεν τον ήθελε κανείς” , “ενας κοντός τύπος, με γυαλιά. Θλιβερός” , “Δεν ήταν κακό παιδί, λίγο χαζούλης μόνο”, «τον είχα πετύχει σε ένα καφενείο….με τους γερους…..να πίνη ούζο μόνος του»
«Τον κοιτάζαμε με οίκτο και λύπηση και αυτό το χαιρέκακο συναίσθημα που έχεις όταν ξέρεις ότι θα συμβή κάτι κακό σε κάποιον που το αξίζει.»
«Το κακό που ξέραμε ότι θα συμβή ήταν το λιγώτερο μια ακόμη τελετουργική 20άρα, ίσως ακόμη και στρατοδικείο. Αλλά δεν έγινε απολύτως τίποτα. Όταν βγήκαν οι υπηρεσίες, εγώ είχα σκοπιά. Εκείνος έξοδο.»
Μπορει ο χερ Αναγνωστοπουλος να νομιζει ότι το παιδι γλιτωσε την 20αρα διοτι ειχε μπαρμπα Ταξιαρχο. Εγω παλι πιστευω ότι απλα ο Διοικητης καταλαβε το προβλημα του παιδιου, και εδειξε την ευαισθησια που επρεπε. Αυτή που ΔΕΝ ΕΔΕΙΞΕ Ο ΧΕΡ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΤΟΥ. Διοτι ουτε ενας τους δεν πηρε το παιδι παραμερα, να του πει «Ελα εδώ ρε σειρα, παμε εξω μαζι να τα πιουμε, να πουμε καμμια μαλακια, και να μας πεις τι σε βασανιζει.».