Σήμερα περνούσα έξω από ένα ιχθυοπωλείο κοντά στον σταθμό της Βικτώριας. Πλησιάζουν την ιδιοκτήτρια τέσσερις πέντε Αφρικανοί [στερεότυπο: νεαροί, ψηλοί, πουλάνε σιντιά]. Ο ένας, ψηλός και γεροδεμένος, αράπακλας σωστός, την πλησιάζει και της λέει αργά αργά: -Άι γουόντ του μπάι ε φις. Με την αφρικάνικη προφορά του, αργά και σεβαστικά, σαν να ζητούσε βοήθεια. Η γυναίκα τρομοκρατήθηκε. Γυρνάει στην φίλη της που καθόταν δίπλα, με απόγνωση αλεπούς που την λούζουν οι προβολείς τριαξονικού στην εθνική. Δεν ήταν φοβισμένη, ήταν ταραγμένη από το άγχος της να επικοινωνήση και πιο πολύ από την αδυναμία της να το κάνη. -Ένα ψάρι, λέει, θέλει. -Α, ένα ψάρι. Παίρνει θάρρος, σηκώνει την φωνή: -Και ποιο ψάρι;
Λίγο μετά, κάτω στον σταθμό, στην αποβάθρα της ανόδου. Στην απέναντι αποβάθρα κάθονται στο παγκάκι μια ηλικιωμένη κυρία [στερεότυπο: η γκρινιάρα γειτόνισσα] και ένας μαύρος. Σε κάποια στιγμή η κυρία γυρνάει προς το μέρος του μαύρου και λέει: -Τι κάνεις εκεί; Δεν ντρέπεσαι; Αλλά δεν απευθύνεται σε αυτόν, παρά το φοβισμένο βλέμμα του. Κάτω είναι καθισμένες δυο κοπέλλες [στερεότυπο: πιτσιρίκες νταλικολεσβίες]. Υπάρχει θέση στα παγκάκια, αλλά δεν θα κάθονταν ποτέ κάπου που τους υποδεικνύει η επίπλωση του χώρου. Η μία βγάζει από την τσέπη της και κολλάει στον τοίχο ένα αυτοκόλλητο, αναρχοκομμουνιστικόν ασφαλώς. Η ηλικιωμένη κυρία σε αυτό αντέδρασε. Την σκυτάλη παίρνει από την δική μου αποβάθρα ένας ηλικιωμένος κύριος [στερεότυπο: πρέφα στο καφενείο, κοιλιά-φαλάκρα]. Η αυτοκολλήτρια τον κοιτάζει, γελά κάπως βεβιασμένα για να δείξη την αφοβία της και του λέει: -Δεν πέφτεις στις γραμμές καλύτερα; Εξαγριωμένε πολίτη! Εξαγριωμένε Έλληνα!
Σκέφτομαι τις λεπτομέρειες των περιστατικών.
Ο μαύρος σκέφτηκε: θα μιλήσω αργά και προσεκτικά για να με καταλάβη. Η πωλήτρια πανικοβάλλεται για ένα δευτερόλεπτο, το δευτερόλεπτο κατά το οποίο έχασε την επικοινωνία, έχασε τον έλεγχο. Θέλουν να επικοινωνήσουν, αλλά δεν μπορούν.
Η ηλικιωμένη κυρία μαζεύει θυμό εξετάζοντας τα περίεργα κουρέματα, προτού εκραγή. Η πιτσιρίκα χάνει τον έλεγχο για ένα δευτερόλεπτο, μετά θέλει να επιβληθή στον εαυτό της, να επιβληθή στην γκόμενά της, για να επιβληθή στον βωβό χορό των επιβατών που περιμένουν εκνευρισμένοι τον συρμό τους. Λέει τις μόνες βρισιές που ξέρει: “Πολίτη! Έλληνα!”. Μπορούν να επικοινωνήσουν, αλλά δεν θέλουν.
Ο συρμός μπαίνει στον σταθμό. Επιτέλους, λίγος έλεγχος.
Ένα εξαιρετικό κείμενο, από αυτά στα οποία δεν μας έχει συνηθίσει ο ΑΑ και τα κρατάει στην ντουλάπα του για ώρες (δικής μας) ανάγκης. Εύγε.
ποια ντουλαπα καλε, σημερα το γραψε :-)
παντως ειναι οντως ωραιο.
Θα συμφωνήσω! Σχεδόν ποιητικό!φιλιά
Ωραίο κείμενο, και όντως δεν μας έχει συνηθίσει σε τέτοια. Αποδεικνύει πόσο αποκαλυπτική μπορεί να είναι η παρατήρηση της καθημερινότητας. Αλήθεια πόσος φόβος και ανασφάλεια υπάρχει γύρω μας;
1oν: Αναγνωστόπουλε είσαι Θεός!
2ον: kt το Α.Α. είναι άστοχο: Αδικαιολογήτως Απών έως Αξιόλογος Άνθρωπος! Η ακολουθία Αναγνωστόπουλος συγκλίνει προς το δεύτερο όριο!
3ον: Pelerin ο φόβος όχι μόνο υπάρχει αλλά και καλλιεργείται από κάποιους γιατί βγάζει πολύ επικερδή φρούτα!
Δεν φταίει κανείς άλλος, φταίω εγώ που είπα να γράψω κάτι λίγο πιο γκέι (κακόγουστο κατά Φούξια :-) ) και αρχίσατε το δούλεμα!
Βλάχου,
Χοχο, σχεδόν όμως! Φιλιά στην νύφη μου!
στερεότυπο: πιτσιρίκες νταλικολεσβίες
, φταίω εγώ που είπα να γράψω κάτι λίγο πιο γκέι
—-
Μάλλον προσπαθείς να γράψεις το How to lose friends and alienate other people vol. 2 και δεν το έχω πάρει χαμπάρι.
Το “νταλικολεσβίες” είναι όντως μεγάλο ατόπημα, ήθελα να το επισημάνω κι εγώ. Το “γκέι”, τα κάνει χειρότερα τα πράγματα, πράγματι.
Ευτυχώς, η ποινή έρχεται από το “σχεδόν” στο “ποιητικό” της Βλάχου, και η τάξις αποκαθίσταται.
υγ. Τέλος, το ΑΑ σημαίνει απλώς άλφα-άλφα. Μην ψάχνουμε για ερμηνείες άσκοπα.
Γιατί είναι ατόπημα το νταλικολεσβίες;
Τι φταίει ο άνθρωπος αν αυτές είναι;
Άλλωστε προσπαθεί απλώς να κάνει μια περιγραφή των κοριτσιών. Και πιστεύω πως ήταν εύγλωττη. Τουλάχιστον εγώ αμέσως μπόρεσα να δημιουργήσω την εικόνα. Είναι σαν να λες ήταν κι ένας κουτσός. Είναι αυτό δήλωση κατά των ΑμεΑ;
Σερβιτόρε, σου διέφυγε το “αράπακλας σωστός”.
Δεν μου διέφυγε, απλώς δεν περίμενα κάτι διαφορετικό αντί του “αράπακλας” στην περίπτωση σου.