Ως γνωστόν, δεν υπάρχει κλειστός αριθμός συμβάσεων. Αντιθέτως, η ελευθερία του συμβάλλεσθαι προκύπτει από το θεμελιώδες άρ. 361 ΑΚ:
Για τη σύσταση ή αλλοίωση ενοχής με δικαιοπραξία απαιτείται σύμβαση, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά.
Εξ αυτού έπεται ότι οι συμβάσεις δεν ρυθμίζονται εξαντλητικά στον Αστικό μας Κώδικα ούτε στους ειδικούς αστικούς νόμους. Αντιθέτως, η ιδιωτική βούληση μπορεί να δημιουργήση νέες, ανώνυμες μορφές συμβάσεων, ιδίως δε μικτές συμβάσεις.
Οι μικτές συμβάσεις είναι απλώς τέλειες. Δανείζονται λίγο από τον ένα συμβατικό τύπο και λίγο από τον άλλο, για να προσαρμοστούν στις ανάγκες των συμβαλλομένων. Σε αυτούς τους τύπους φαίνεται πεντακάθαρα πώς η οικονομική ζωή δεν εγκοιτώνεται εύκολα, πώς τα κουτάκια στα οποία τακτοποιούμε τα ζητήματα στην σκέψη μας δεν επαρκούν.
Μια τέτοια μικτή σύμβαση, που δεν θα την βρήτε γραμμένη σε κανένα βιβλίο (νομίζω δηλαδή), αλλά όλοι την γνωρίζετε είναι το δωροδάνειο.
Αλλά τι είναι το δωροδάνειο;
Καταρχάς, αν είναι δώρο, δεν είναι δάνειο, και αν είναι δάνειο, δεν είναι δώρο, μάς λέει η τετράγωνη λογική του δευτέρου εξαμήνου. Πράγματι, σύμφωνα με το άρ. 496 ΑΚ:
Η παροχή σε κάποιον ενός περιουσιακού αντικειμένου αποτελεί δωρεά, αν γίνεται κατά τη συμφωνία των μερών χωρίς αντάλλαγμα.
Ενώ σύμφωνα με το άρ. 806 ΑΚ:
Με τη σύμβαση του δανείου ο ένας από τους συμβαλλομένους μεταβιβάζει στον άλλον κατά κυριότητα χρήματα ή άλλα αντικαταστατά πράγματα, και αυτός έχει υποχρέωση να αποδώσει άλλα πράγματα της ίδιας ποσότητας και ποιότητας.
Τεχνικά θα πούμε λοιπόν ότι η δωρεά είναι μια ετεροβαρής σύμβαση, καθώς μόνο ο δωρητής έχει υποχρεώσεις (: την παροχή ενός περιουσιακού αντικειμένου), ενώ το (έντοκο) δάνειο μια (πλήρως) αμφοτεροβαρής, καθώς αμφότερα τα μέρη έχουν υποχρεώσεις. Ειδικά ο δανειολήπτης υποχρεούται να αποδώσει “άλλα πράγματα της ίδιας ποσότητας και ποιότητας” συν τους τόκους για την χρήση του δανείσματος. Πολύ ωραία.
Έβαλα όμως σε παρένθεση την λέξη “έντοκο”. Πράγματι, ένα δάνειο δεν συμφωνείται υποχρεωτικά έντοκο, αλλά μπορεί κάλλιστα να είναι και άτοκο. Στην περίπτωση αυτή όμως, οι δύο συμβατικές μορφές, της δωρεάς και του ατόκου δανείου, συμπίπτουν κατά τούτο: ο δανειοδότης δωρίζει στον δανειολήπτη το εκ των τόκων εισόδημα. Με άλλα λόγια, το περιουσιακό αποτέλεσμα είναι το ίδιο είτε ο Χ δανείση στον Ψ ένα άτοκο δάνειο (ν) ευρώ για χρονικό διάστημα (χδ) είτε του δωρήση απευθείας ένα χρηματικό ποσό (χπ), που προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του δανείου (ν) επί το επιτόκιο της αγοράς στις προθεσμιακές καταθέσεις (ε) για το (χδ). Ένα και το αυτό.
Με άλλα λόγια: κάθε δανειολήπτης ατόκου δανείου είναι και δωρεοδόχος ως προς τους τόκους. Κάθε άτοκο δάνειο υποκρύπτει και δωρεά. Μην πήτε ποτέ όχι σε ένα άτοκο δάνειο!
Η ώσμωση όμως ανάμεσα στις δυό συμβατικές μορφές δύναται να προβή έτι περαιτέρω. Ειδικώτερα, οι συμβαλλόμενοι ενδέχεται να μην συμφωνήσουν ήδη κατά την κατάρτιση της σύμβασης τον χρόνο επιστροφής της παροχής, αλλ’ αντιθέτως να συμφωνήσουν ότι σε κάποιο μελλοντικό χρονικό σημείο θα ασκηθή διαπλαστικό δικαίωμα εκ μέρους του παρασχόντος διά του οποίου είτε θα οριστή τέτοια δήλη ημέρα, οπότε η συμβατική μορφή θα αποκρυσταλλωθή ως δάνειο, είτε ότι δεν θα συμβή αυτό, οπότε θα βρεθούμε, τότε μόλις, ενώπιον δωρεάς.
Η συμφωνία αποδόσεως του δανείου αποτελεί essentiale negotii της σύμβασης του δανείου. Ακριβώς επειδή εδώ δεν υπάρχει τέτοια συμφωνία, μιλάμε καλύτερα για δωροδάνειο. Αδόκιμα μεν, εύστοχα δε.
Η νομική κατάσταση μας θυμίζει, εκτός από την διάσημη κατά Σροιδίγγερο γαλή, την παρεμφερή σύμβαση της χρηματοδοτικής μίσθωσης (Ν. 1665/1986). Και εκεί έχουμε κάτι ανάλογο, καθώς είναι αβέβαιο αν ευρισκόμαστε ενώπιον πώλησης ή μίσθωσης (συμβάσεων που επίσης αποκλείονται αμοιβαίως) και εάν, συνεπώς, οι καταβαλλόμενες χρηματικές παροχές είναι δόσεις τιμήματος ή μισθώματα αντίστοιχα. Και εκεί η αβεβαιότητα αίρεται μόλις (και μόνον μόλις!) ο μισθωτής/αγοραστής ασκήση το δικαίωμα του άρ. 1 παρ. 1 Ν. 1665/1986 προς την μία ή προς την άλλη κατεύθυνση:
Με τη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης ο κατά την παρ. 1 του άρ. 2 ο εκμισθωτής υποχρεούται να παραχωρεί έναντι μισθώματος τη χρήση πράγματος, κινητού ή ακινήτου, ή και των δύο μαζί, που προορίζεται αποκλειστικά για επαγγελματική χρήση του αντισυμβαλλομένου, παρέχοντας στον αντισυμβαλλόμενό του συγχρόνως το δικαίωμα είτε να αγοράσει το πράγμα είτε να ανανεώσει τη μίσθωση για ορισμένο χρόνο. Οι συμβαλλόμενοι έχουν την ευχέρεια να ορίσουν ότι το δικαίωμα αγοράς μπορεί να ασκηθεί και πριν από τη λήξη του χρόνου της μίσθωσης.
Μέχρι τότε η σύμβαση έχεται και των δύο φύσεων, οι οποίες υπάρχουν στην μοναδική σύμβαση του δωροδανείου ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως ηνωμένες. Το αν η παροχή συνιστά δάνειο ή δωρεά δεν μπορεί να κριθή κατά τον χρόνο της, αλλά μόνο αναδρομικά και εκ των υστέρων.
Τα άτοκα δάνεια είναι όμως η εξαίρεση στην πράξη. Η λέξη ΑΤΟΚΑ είναι η λέξη που συμπληρώνουμε στα σταυρόλεξα, όταν συναντούμε τον ορισμό “Φιλικά δάνεια”. Για την ακρίβεια, στην πράξη τα δάνεια αυτά, που είναι εν μέρει και δωρεές, όπως είδαμε, παρατηρούνται συνήθως μεταξύ συγγενών πρώτου ή δευτέρου βαθμού. Και σε αυτήν την ειδικώτερη κατηγορία θα ήθελα τώρα να περάσω.
Το δωροδάνειο ως συμβατική μορφή ανακτά την αυτοτέλεια και την σημασία του σε δύο βασικά περιπτώσεις, δυσάρεστες και οι δύο:
Η πρώτη είναι ο φορολογικός έλεγχος<. Σύμφωνα με το άρ. 1 Ν. 2961/2001:
Επιβάλλεται φόρος στις περιουσίες που αποκτήθηκαν αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας και στα κέρδη από λαχεία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον παρόντα νόμο.
Ώστε παντρεύτηκες ε; Και σου κάνανε και δώρα γάμου; Και να τα φακελλάκια, και να τα πενηντάρικα. Σου έδωσε 5 χιλιάρικα και η γιαγιά, σου έδωσε και ο πατέρας σου άλλα 20 από το τιμημένο εφάπαξ.
Τον έφορα τον ρώτησες;
Σύμφωνα με το άρ. 44 παρ. 2 Ν. 2961/2001:
Η αιτία δωρεάς ή γονικής παροχής κτήση χρηματικών ποσών υπόκειται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται αυτοτελώς με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), προκειμένου για δικαιούχους που υπάγονται στην Α’ κατηγορία [: σύζυγοι, τέκνα, έγγονοι, γονείς], με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%), προκειμένου για δικαιούχους που υπάγονται στη Β’ κατηγορία [: αδελφοί, πεθεροί, πάπποι, αγχιστείς παντός βαθμού, ανεψιοί και πέρα] και με συντελεστή σαράντα τοις εκατό (40%), προκειμένου για δικαιούχους που υπάγονται στη Γ’ κατηγορία [: εξωτικοί].
[Μπα πανάθεμά σας, ρουφήχτρες! 40% φορολογία στο δώρο της κουμπάρας;]
Όταν λοιπόν σου χτυπήση την πόρτα ο κυρ ΣΔΟΕΣ και αναζητήση τις καταθέσεις που έκανες στην τράπεζα την Δευτέρα μετά τον γάμο σου, η απάντηση είναι μία: επρόκειτο όχι για δωρεά, Θεός φυλάξοι, ποιος χαρίζει λεφτά στις μέρες μας, αλλά για άτοκο δάνειο προς οικογενειακή και επαγγελματική μου αποκατάσταση. Κάποια στιγμή θα το επιστρέψω βρε αδερφέ.
Η δεύτερη είναι όταν το αίμα γίνη νερό. Ήτοι, όταν οι συγγενήδες τα χαλάσουν μεταξύ τους και αρχίσουν τα μαλλιοτραβήγματα, τότε που ξέρουν καλύτερα από τον καθένα να βγάζουν το μάτι του αδελφού τους πιο βαθιά.
Τότε το δωροδάνειο, που μέχρι τότε νεκροζώντανο περιφερόταν στον νομικό κόσμο των εννοιών, προσκτάται συμβατική μορφή διά της καταγγελίας του: δάνειο υπήρξε εξαρχής, άτοκο δάνειο, και ο δανειολήπτης, πρώην δωρεοδόχος, οφείλει τάχιστα να το αποδώση, σαν δεν ντρέπεται ο αχάριστος.
Μήπως η 14η παράγραφος πρέπει να καταλήξει στο:
«[…] οπότε θα βρεθούμε, τότε μόλις, ενώπιον
δανείουδωρεάς.»;Σωστός.
Αν κατάλαβα καλά, δωρεά από παππού προς εγγονό 10%, ενώ αντίστροφα 20%; Γιατί τέτοια ασυμμετρία (και γιατί όχι στους γονείς);
Επίσης, συμφέρει δωρεά στο σύζυγο και από εκεί στον γονέα (10% + 10%), παρά απευθείας στον πεθερό (20%);
Τι να σου πω ρε Θεόφιλε, ανεξιχνίαστοι αι βουλαί του φορολογικού νομοθέτη και τις εξιχνιάσει αβύσσους κριμάτων του…
13. Κάλυψη του εμβάσματος με χρηματικά ποσά που προέρχονται από λίστες γάμου.
Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος επικαλείται χρηματικά ποσά που προέρχονται από λίστες γάμου- δώρα γάμου, ο ισχυρισμός αυτός, ως θέμα πραγματικό, εξετάζεται από την αρμόδια ελεγκτική αρχή και το βάρος της απόδειξης το φέρει ο δικαιούχος του εμβάσματος προσκομίζοντας κάθε νόμιμο μέσο π.χ. ληξιαρχική πράξη γάμου και αντίγραφο κίνησης τραπεζικού λογαριασμού, για διάστημα μέχρι δύο μηνών πριν και ενός μήνα μετά την τέλεση του γάμου. Τούτο βεβαίως δεν αποκλείει τον έλεγχο για την τυχόν επιβολή φόρου δωρεάς.
ΠΟΛ.1033/21.2.2013
Διευκρινίσεις στο πλαίσιο χειρισμού των υποθέσεων φορολογουμένων που έχουν αποστείλει εμβάσματα στο εξωτερικό κατά τα έτη 2009-2011