Με αφορμή αυτήν την είδηση περί προσωρινής κρατήσεως του Ηγουμένου Εφραίμ Βατοπεδινού εκθέτω ένα σύντομο νομικό ιστορικό του θέματος της κυριότητας των επίδικων ακινήτων, ήτοι της Λίμνης Βιστωνίδας και της γύρω περιοχής. Δεν έχω την παραμικρή ιδέα αν η ανταλλαγή ακινήτων που έγινε γνωστή ως σκάνδαλο του Βατοπεδίου ήταν επωφελής για το ελληνικό Δημόσιο ή για την Μονή ή, γιατί όχι, και για τους δύο. Ή μήπως ήταν τέχνασμα των μεγάλων συμφερόντων για να ρίξουν την θεοπρόβλητη κυβέρνηση του Καραμανλή του Β΄ του Μικρού. Δεν μπορώ να κρίνω συνεπώς αν εκεί υπήρξε κάποιο ποινικό αδίκημα, κακουργηματική απιστία και ηθική αυτουργία σε αυτήν ας πούμε, γιατί δεν έχω επαρκή στοιχεία (αν και έχω μια άποψη ως προς το αν υπήρξε νόμιμο και ηθικό να αναλάβη την σύνταξη των σχετικών συμβολαίων η σύζυγος Υπουργού, γνωστή και ως Εθνική Συμβολαιογράφος).
Μπορώ όμως να πω μια γνώμη σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των επίμαχων ακινήτων, ήτοι της Λίμνης Βιστωνίδας και της σχετικής περιοχής. Το θέμα αυτό είναι καθαρά νομικό, και μάλιστα είναι μια συναρπαστική νομική ιστορία, μια κατάδυση στα μύχια και απόκρυφα του Εμπραγμάτου και της Ιστορίας Δικαίου. Αναγκαστικά παραλείπω πολλές λεπτομέρειες, ελπίζω όχι ουσιώδεις, από το πολύπλοκο και εκτενές θέμα μου, συμπαθάτε με.
Και πρώτα οι πηγές μου. Διάβασα καταρχάς τον πολυτελή τόμο “Το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Λίμνης Βιστωνίδας“, έκδοση του Συλλόγου Φίλων Μονής Βατοπαιδίου, που περιέχει νόμους, αποφάσεις και γνωμοδοτήσεις, κυρίως από την πλευρά της Μονής. Εδώ κύριος νομικός υπερασπιστής της Μονής αναδεικνύεται ο Ι. Κονιδάρης, ο επιφανέστερος σύγχρονος Καθηγητής Εκκλησιαστικού Δικαίου. Σε αντιστάθμισμα, μελέτησα και την μελέτη του Μ. Σταθόπουλου, διακεκριμένου Ομότιμου Καθηγητή Αστικού Δικαίου στο Αθήνησι και πρώην Υπουργού Δικαιοσύνης, όπως δημοσιεύθηκε στο ΝοΒ 2009 [τόμος 57], 19, που παίρνει το μέρος του Δημοσίου. Για να μην σας κρατάω σε αγωνία, ο Κονιδάρης κάνει με τα κρεμμυδάκια τον Σταθόπουλο. Αλλά κρίνετε και μοναχοί σας με βάση αυτό το δείγμα:
Και τώρα στο θέμα μας: ας υιοθετήσουμε για λόγους ευκολίας την τεχνική των αφελών ερωτήσεων και των περισπούδαστων αποκρίσεων.
Μπορεί τάχα να επιστηριχθή δικαίωμα κυριότητας σε αυτοκρατορικά χρυσόβουλλα, σουλτανικά φιρμάνια και λοιπά εξωτικά είδη;
Τι λόγος, φυσικά και μπορεί. Καταρχάς, δεν κάνει κακό να θυμίσουμε ότι η Μονή είναι περίπου 850 χρόνια γεροντότερη του ελληνικού κράτους. Σύμφωνα εξάλλου με το άρ. 51 ΕισΝΑΚ:
Η απόκτηση κυριότητας ή άλλου εμπράγματου δικαιώματος πριν από την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα κρίνεται κατά το δίκαιο που ίσχυε όταν έγιναν τα πραγματικά γεγονότα για την απόκτησή τους.
Συνεπώς, το ισχύον δίκαιο αναγνωρίζει το ίδιο την δικαιοπαραγωγική ισχύ όποιων νόμιμων τίτλων αναγνώριζαν και τα προηγουμένως ισχύσαντα δίκαια, ήτοι το βυζαντινορρωμαϊκό και το οθωμανικό. Και αυτό είναι απολύτως λογικό: τα ακίνητα υπήρχαν πολύ πριν από την πεπερασμένη μας ύπαρξη! [και θα εξακολουθούν να υπάρχουν όταν ο Αστικός Κώδικας και ο Εισαγωγικός του Νόμος δεν θα είναι παρά μια ανάμνηση…]
Για κάποιο μυστήριο λόγο οι μη νομικοί νόες δυσκολεύονται να συλλάβουν αυτό το απλό πραγματάκι, που έχει γίνει δεκτό με πολλές αποφάσεις εφετείων και αρεοπαγιτικές και συναντά φυσικά την ομόθυμη επιδοκιμασία της θεωρίας. Αλλά οι πρωτότυποι και παράγωγοι τρόποι κτήσεως κυριότητας που γνωρίζει ο ΑΚ και η λοιπή αστική νομοθεσία δεν είναι οι μόνοι δυνατοί ούτε οι μόνοι που ίσχυαν πάντοτε.
Στην περίπτωση που μας ενδιαφέρει, ο απώτερος αναφερόμενος τίτλος ιδιοκτησίας είναι ένας χρυσόβουλλος λόγος του αυτοκράτορα Νικηφόρου Βοτανειάτη του 1080.
Παρενθετικά και εγκυκλοπαιδικά σημειώνω εδώ ότι οι επίδικες περιοχές τω καιρώ εκείνω ήταν ελώδεις, ερημικές και εξαιρετικά ασήμαντες. Ό,τι πρέπει δηλαδή για παραχώρηση σε μοναχούς.
Ακολούθησαν και άλλα 2-3 χρυσόβουλλα ακόμα τον 14ο αιώνα, που βασικά επικύρωναν και επεξέτειναν τις παραχωρήσεις. Αυτά φυλάσσονται εν πρωτοτύπω στο αρχείο της Μονής και έχουν εκδοθή σε επιστημονικές σειρές από επιφανείς βυζαντινολόγους, για δε την γνησιότητά τους βεβαιώνει ο Διευθυντής του Ινστιτούτου Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών Κρίτων Χρυσοχοΐδης. Τα γράφω αυτά έκπληκτος που το Δημόσιο στην αγωγή του αμφισβητεί την ίδια την ύπαρξή τους, ζητεί να προσκομιστούν επ’ ακροατηρίου και κάτι τέτοια κουφά. Δεν ξέρω υπό τίνα ιδιότητα οι συνάδελφοι που συνέταξαν την αγωγή αμφισβητούν τους φιλολόγους που τα είδαν με τα ματάκια τους, τα έπιασαν με τα χεράκια τους και τα δημοσίευσαν, αλλά λίγη μετριοπάθεια δεν θα έβλαπτε ασφαλώς εν προκειμένω.
Τέλος, ειδικά καθ’ όσον αφορά το Άγιον Όρος, ο ισχύων Καταστατικός του Χάρτης, που είναι νόμος του ελληνικού κράτους, προβλέπει ρητώς στο άρ. 188 την αναγνώριση της ισχύος των εξωτικών ειδών που λέγαμε:
Ο παρών καταστατικός χάρτης… απορρέει δε εκ των αυτοκρατορικών χρυσοβούλλων τε και τυπικών, Πατριαρχικών Σιγιλλίων, Σουλτανικών Φιρμανίων, ισχυόντων Γενικών Κανονισμών και αρχαιοτάτων Μοναχικών θεσμών και Καθεστώτων.
Ναι, αλλά τα διατάγματα αυτά προσένεμαν κυριότητα όπως την εννοούμε εμείς ή μήπως κάτι άλλο, ας πούμε κατοχή ή επικαρπία;
Φαντάζομαι αρκεί να τα διαβάσουμε: “δωρείται τη σεβασμία Μονή Βατοπαιδίου… ωσάν δεσπόζη τούτων εις το εξής”, “η δηλωθείσα σεβασμία μονή καθέξει και νεμηθήσεται ταύτα εκτός πάσης και παντοίας επηρείας και διενοχλήσεως”, “μόνιμον και διηνεκή την κατοχήν και κυριότητα κατέχειν και νέμεσθαι τα δηλωθέντα… ανενοχλήτως παντάπασι και αδιασείστως”, “ως αν κατέχωσιν από γε του νυν και εις το εξής το κατά την λίμνην της Πορούς ευρισκόμενον βιβάριον… τέλειον και ολόκληρον”.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η κυριότητα δεν είναι καμιά πρόσφατη νομική εφεύρεση, αλλά ανάγεται ευθέως στο κλασσικό ρωμαϊκό δίκαιο, potestas κιέτσι. Ξέρουμε για τι πράγμα μιλάμε.
Να σημειωθή εδώ ότι η εκκλησιαστική περιουσία βάσει των κανόνων του β/ρ δικαίου ήταν συν τοις άλλοις και καταρχήν αναπαλλοτρίωτη, κατά την άποψη μάλιστα που επικρατούσε μέχρι τον μεσοπόλεμο και υποστηρίζεται ακόμη οι κανόνες αυτοί είχαν περιβληθή και συνταγματική ισχύ. Εξυπακούεται επίσης ότι δεν επιτρεπόταν εις βάρος της χρησικτησία, που ούτως ή άλλως δεν χωρεί εις βάρος του Δημοσίου μετά το 1915 ή εν πάση περιπτώσει εις βάρος των Μονών από το 1926. Υπάρχουν δε δεκάδες χρυσόβουλλα που παραχωρούν γαίες, χορηγούν ατέλειες κ.τ.τ., ούτε ένα όμως που να ανακαλή κάποια παραχώρηση. Όχι παίζουμε.
Ναι, αλλά τότε δεν υπήρχαν τοπογράφοι, άρα πώς μπορούμε να ξέρουμε τα όρια των παραχωρήσεων;
Αυτή είναι μια εύλογη ένσταση, που προϋποθέτει όμως την καταφατική απάντηση στα προηγουμένως τεθέντα ερωτήματα, άρα την καταρχάς αναγνώριση της κυριότητας της Μονής. Από κει και πέρα, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για τον πυρήνα της έκτασης βάσει των τοπωνυμίων που χρησιμοποιούνται. Για τα ακριβή όρια εγώ προσωπικά δεν μπορώ να είμαι βέβαιος, φαίνεται όμως ότι ήταν το ελληνικό Δημόσιο, το οποίο ως συμβαλλόμενο με την Μονή αναφέρεται στα επίδικα “με τα γνωστά αυτών όρια”, χωρίς να τα εξειδικεύη περισσότερο, ενώ γνώριζε ασφαλώς τα όρια τους και δεν διαμαρτυρήθηκε για αυτά και όταν τα παρέδωσε στην Μονή το 2002. Σκέφτομαι λοιπόν ότι, αφού το Δημόσιο συνομολογεί ότι τα όρια των επιδίκων είναι γνωστά, εγώ δεν έχω κάτι να αντιτάξω.
Ναι, αλλά όταν οι Τούρκοι κατέκτησαν την Μακεδονία απέκτησαν την κυριότητα των επίδικων ακινήτων ως πολεμικής λείας.
Όχι. Το Άγιον Όρος προσκύνησε τους Σουλτάνους, ήτοι υποτάχθηκε εκουσίως σε αυτούς. Για τον λόγο αυτό, τα εδάφη που ανήκαν στις Μονές παρέμειναν στην κυριότητά τους έναντι ενός μικρού φόρου ως μούλκια και δεν περιήλθαν στην ιδιοκτησία του Σουλτάνου, δεν υπήρξαν ποτέ δηλαδή πολεμική λεία (το ίδιο ακριβώς έγινε και στις Κυκλάδες). Και όχι μόνο αυτό, αλλά όλοι οι Σουλτάνοι, με πρώτο και καλύτερο τον αγαπημένο μας Μεχμέτ Φατίχ, εγγυήθηκαν την ακεραιότητα σύμπασας της εκκλησιαστικής περιουσίας ως αναπαλλοτρίωτης. Αυτό δεν αποτελούσε, όπως εσφαλμένα λέγεται, κάποιου είδους προνόμιο που παραχωρήθηκε προς την Εκκλησία, αλλά εκπλήρωση θρησκευτικού καθήκοντος του Σουλτάνου προς τον αρχηγό ενός Λαού της Βίβλου, σύμφωνα με όσα και ο ίδιος ο Προφήτης είχε επαγγελθή. Για την ακρίβεια, οι μοναστηριακές γαίες δεν απετέλεσαν απλώς μούλκια, αλλά ειδικού τύπου αναπαλλοτρίωτες γαίες, με ειδικό καθεστώς βάσει του μουσουλμανικού ιεροδικαίου, που κωδικοποιήθηκε πλέον τον 19ο αιώνα σε σχετικούς νόμους.
Όλα αυτά δεν τα έβγαλα φυσικά εγώ από το σοφό κεφάλι μου, τα έχουν πει σε δύο γνωμοδοτήσεις, δημοσιευμένες στην Θέμιδα ΛΓ/158, ΛΕ/332 και ΛΕ/349 μεταξύ 1922 και 1925, διάφορα νομικά τέρατα της δεκαετίας του 20, Ν.Ν. Σαρίπολος, Κ. Ρακτιβάν, Κ. Πολυγένης, Γ. Στρέιτ, Κ. Ράλλης, τι να λέμε τώρα. Η πλάκα είναι ότι ο Ελευθεριάδης, νομομαθής οθωμανολόγος της εποχής και εκών άκων υπηρεσιακός συντάκτης της γνωμοδότησης στην οποία στηρίχθηκε τότε το Δημόσιο, μετέβαλε γνώμη στην συνέχεια [ή αυτήν είχε πάντα, πιο πιθανόν αυτό] και υιοθέτησε αυτούσια τα επιχειρήματα των ως άνω νομομαθών.
Ναι, αλλά πάντως το 1821 ο Σουλτάνος, χολωθείς από την συμμετοχή της Μονής στην Επανάσταση, εξεδίωξε τους μοναχούς από τα επίδικα.
Καταρχάς, αυτό πρέπει να είναι ψέματα, γιατί, όπως έχει πει και ο Μπάμπης ο Σουγιάς και το έχω διαβάσει και στα ιντερνέτς, οι καλόγεροι πάντα κοιτάζανε μόνο την κοιλιά τους και ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν για την χώρα και τα λοιπά και τα λοιπά. Εν πάση περιπτώσει όμως, η εκ μέρους του Σουλτάνου αρπαγή των επίδικων ακινήτων ούτε πλήρης ήταν, γιατί τους άφησε το μονύδριο σε ένα νησάκι και το δικαίωμα αλιείας, ούτε αποδεκτή έγινε, γιατί οι μοναχοί διαμαρτυρήθηκαν πολλές φορές, ούτε τίτλο ιδιοκτησίας συνιστά, για τον εξής λόγο: η Μονή όντως δεν άσκησε τις αξιώσεις της δικαστικώς για σχεδόν ένα αιώνα, για τον πολύ απλό λόγο ότι ο Σουλτάνος δεν μπορούσε να εναχθή, ενώ άλλωστε από το τότε ισχύον οθωμανικό δίκαιο προβλεπόταν αναστολή της παραγραφής των αξιώσεων της Μονής σε παρόμοιες περιπτώσεις.
Πάντως εδώ υπάρχει μία ακόμη από αυτές τις περιπτώσεις συμπλοκής νομίμου και ηθικού που εγώ προσωπικά, αλλά και οι συντάκτες της Θέμιδος το 1925 βρήκαν πολύ ενδιαφέρουσα. Ας τους δώσω λοιπόν τον λόγο αντιγράφοντας:
Εις αυτά τα ολίγα λόγια γιγαντούται, διά τους έχοντας απλούστατον έμφυτον αίσθημα δικαίου, το οποίον είναι πάντοτε εντονώτερον και επιβλητικώτερον πολλαπλής σοφίας, μία σκληρά αλήθεια συντελεσθείσης αρπαγής, υπό την οποίαν το διά πανελληνίων αγώνων αναγεννηθέν και υπάρχον Δημόσιον της Ελλάδος, κρυπτόμενον υπό την νομιμότητα της τουρκικής κτήσεως και της δι’ αυτής εις αυτό, ως διάδοχον, περιελεύσεως, ζητεί να αφαιρέση απ’ αυτών των αγωνισθέντων τα ένεκεν του απελευθερωτικού αγώνος αφαιρεθέντα απ’ αυτών υπό του καθ’ ου ο αγών δυνάστου και εν τη συνεχεία αυτού είτα ανακτηθέντα. Ήγουν το ελληνικόν Δημόσιον εξηγέρθη κατά του δυνάστου και εκάλεσεν κατ’ αυτού εις συναγερμόν τα παντοιοτρόπως κακοποιηθέντα και ληστευθέντα τέκνα του, αλλά ουχ ήττον φιλεί και τους άρπαγάς του και επιφυλάσσει υπέρ εαυτού τα προϊοντα των. Ίδε η ωμώς κατεσκληκυία αντίληψις του αισθήματος δικαίου.
Τι να λέμε τώρα, ντροπή… Ούτε νόμιμον ούτε ηθικόν.
Ο πρώτος και μόνος αμφισβητίας της κυριότητας της Μονής στα επίδικα ακίνητα εδώ και χίλια χρόνια υπήρξε το ελληνικό Δημόσιο.
Θα συνεχίσω.
Εγώ ο απλοϊκός και μη νομικός νους, σε ευχαριστώ που παρεμπιπτόντως μου έλυσες μια απορία την οποία είχα από καιρό: πώς στην ευχή γίνεται να τεκμηριώνετια ιδιοκτησία με χρυσόβουλα, φιρμάνια και λοιπά εξωτικά είδη.
Περιμένω με ενδιαφέρον τη συνέχεια.
Εξυπακούεται ότι παρόμοιες δίκες έχουν γίνει και άλλες, όπου έχει αναγνωριστή η κυριότητα με παράγωγο τρόπο μέσω χρυσόβουλλων κ.λπ. Έγγραφα τέτοιου είδους συνδέονται με μοναστήρια για τον πολύ απλό λόγο ότι η Μονή διατηρεί την νομική της προσωπικότητα διά μέσου των αιώνων [ενώ αν αποδέκτης ήταν κάποιο φυσικό πρόσωπο θα ήταν αδύνατον να αποδειχθή η σχέση του διαδίκου μαζί του], κατέχει και συντηρεί αρχείο, όπου μπορούμε να βρούμε το χρυσόβουλλο, ενώ προφανώς αποδέκτης ενός τέτοιου τίτλου πριν τόσους αιώνες θα ήταν κάποιο σημαντικός και όχι κάποιος χωριάτης σαν τους παππούδες μου.
Συμπληρώνω επίσης ότι η Μονή, όπως και κάθε διάδικος, θα μπορούσε να επικαλεστή και χρησικτησία για να θεμελιώση κυριότητα, αλλά αυτό θα ήταν πιο δύσκολο αποδεικτικώς και νομικώς. Το οθωμανικό δίκαιο δεν αναγνώριζε χρησικτησία, ενώ εις βάρος του Δημοσίου απαγορεύεται με νόμο του 1915. Ενώ εξάλλου μάρτυρες που να κατέθεταν για πράξεις νομής σε τόσο παρωχημένους χρόνους προφανώς δεν υπάρχουν.
Θανάση, υπάρχει ένα κενό. Ποια είναι η ακριβής αιτιολογία της αφαίρεσης των δικαιωμάτων της μονής από την λίμνη το 1821; Το εξεδίωξε δεν μου κάνει. Το σουλτανικό φιρμάνι που λέει τι τους αφήνει, τι τους παίρνει και γιατί θέλω.
Αν υποθέσουμε ότι θεώρησε την Βιστωνίδα πολεμική λεία λόγω της ανάμιξης της μονής, τότε με την απελευθέρωση περιέρχεται στην κατοχή του ελληνικού κράτους και δεν μου φαίνεται εύκολο να αμφισβητηθεί αυτό. Το ότι δεν προσέφυγαν σε δικαστήριο, αν και έχουν διαμαρτυρηθεί για την απόφαση, πάλι δεν ξέρω αν θα έπρεπε να μου λέει κάτι. Από τη στιγμή που αποδεχόμαστε την εφαρμογή του Βυζαντινού κι έπειτα του Οθωμανικού δικαίου όσον αφορά την απόδοση δικαιωμάτων στην μονή, γιατί να μην το αποδεχτούμε και σχετικά με την αφαίρεση τους από αυτη;
Αμφισβητείται η νομιμότητα της σουλτανικής απόφασης; Ποιο δικαστήριο μπορεί να την κρίνει, 190 χρόνια μετά; Και γιατί μας νοιάζει το ότι ήταν μη εφέσιμη η απόφαση;
Ακριβώς αυτό, Θαλυς, δεν υπήρξε κανένα φιρμάνι, μόνο απλή οθωμανική βία. Αρπαγή, πώς το λένε.
Ζήτημα πολεμικής λείας το 1821 δεν τίθεται, γιατί η περιοχή δεν ήταν ξένη για το οθωμανικό Δημόσιο, ώστε να κατακτηθή.
Εκείνο που ισχυρίζεται το ελληνικό Δημόσιο είναι ότι αυτή η πράξη βίας είχε ως συνέπεια να μεταχθή η κυριότητα από την Μονή στην προσωπική περιουσία του Σουλτάνου ή σε αυτήν του οθωμανικού Δημοσίου. Αυτό όμως δεν μπορούσε να γίνη νομίμως, διότι η μοναστηριακή περιουσία ήταν αναπαλλοτρίωτη δυνάμει και του β/δ δικαίου και του οθωμανικού.
Ο γέγονε γέγονε όμως. Ερωτάται μήπως το οθωμανικό Δημόσιο απέκτησε κυριότητα λόγω χρησικτησίας. Η απάντηση είναι όχι, διότι το οθωμανικό δίκαιο δεν αναγνώριζε τον θεσμό. Αναγνώριζε όμως ένα συναφή θεσμό, με ίδια αποτελέσματα, που ήταν η παραγραφή των αξιώσεων του εκδιωχθέντος μέρους, εδώ δηλαδή της Μονής. Ο άρπαγας δηλαδή μπορούσε μετά από κάποιο μεγάλο χρονικό διάστημα να αντιτάξη την παραγραφή κατά του νομίμου δικαιούχου και να μείνη ουσιαστικά κύριος.
Εκτός από την παραγραφή όμως αναγνωρίζονταν (και αναγνωρίζονται) και περιπτώσεις αναστολής της παραγραφής, οπότε ο χρόνος της διακοπτόταν. Εδώ ενδιαφέρουν δύο περιπτώσεις, πρώτον ότι ο Σουλτάνος δεν μπορούσε να εναχθή (μιλάμε για τον 19ο αιώνα έτσι;), συνεπώς δεν μπορούσε να παραγραφή αξίωση που δεν μπορούσε εξ ορισμού να ασκηθή. Δεύτερον, ακόμη και αν μπορούσε να ασκηθή, προβλεπόταν αναστολή στις περιπτώσεις εκείνες που ο αντίδικος ήταν ισχυρός και ο επίδοξος ενάγων τον φοβόταν (μα την αλήθεια, κάπως έτσι είναι η διατύπωση του οθωμανικού νόμου!). Είναι φανερό ότι ο άρπαξ Σουλτάνος είναι ακριβώς αυτό.
Το θέμα είναι ότι πλέον, εύλογα, δεν υπάρχουν ειδικοί οθωμανολόγοι νομικοί, οπότε στην πραγματικότητα οι γνωμοδοτήσεις του 1922-25 είναι ό,τι πιο έγκυρο έχουμε. Και αυτές αποφαίνονται υπέρ της Μονής.
Αλλά ξέρεις, αυτά είναι όντως ξηρά νομικά. Εμένα συγκινεί περισσότερο το σχόλιο της Θέμιδος: το ελληνικό Δημόσιο έχει τα μούτρα να επικαλήται την αρπαγή του Σουλτάνου εις βάρος εκείνου που αγωνίστηκε ακριβώς για να υπάρξη ελληνικό Δημόσιο, ώστε να έχη τα μούτρα να επικαλήται κ.λπ. κ.λπ.
Δεν ξέρω τις προϋποθέσεις χαρακτηρισμού ιδιοκτησιας ως πολεμικής λείας, αλλά δεν θα μου φαινόταν παράλογο, αν μπορούσε να χαρακτηριστεί ως τέτοια η Βιστωνίδα, αν για έστω σύντομο χρονικό διάστημα είχε κηρύξει την ανεξαρτησία της από το Οθωμανικό κράτος ή είχε de facto τεθεί εκτός της επικράτειας αυτού.
Επίσης έχω την εντύπωση ότι η περιουσία των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων γινόταν σεβαστή, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αντιτάσσονταν στο Οθωμανικό κράτος. Αν ισχύει αυτό, για το οποίο δεν βάζω και το χέρι μου στην φωτιά, η προϋπόθεση σεβασμού της κυριότητας της Μονής επί της Βιστωνίδας εξέλιπε άμα τη υποστηρίξη της επανάστασης και η λίμνη αυτοδικαίως περιήλθε στην κατοχή του Σουλτάνου. Αυτό θα δικαιολογούσε και το ότι δεν εκδόθηκε σχετικό φιρμάνι. Υπάρχουν παρομοιες περιπτώσεις απώλειας ιδιοκτησίας μοναστηριακών γαιών στην ιστορία; Και τι έγινε σε αυτές;
Υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα, που οι νομομαθείς συντάκτες της Θεμιδας παρέβλεψαν. Το κράτος υπάρχει υπέρ των πολιτών του. Όσο ειρωνική και αν είναι η δικαστική διαμάχη του κράτους με ένα νομικό πρόσωπο που απώλεσε την αμφισβητούμενη περιουσία ακριβώς επειδή συνέβαλε στην ίδρυση του ελληνικού κράτους, το δεύτερο δεν θέλει την Βιστωνίδα για να πίνει καφέ ο Πρόεδρος της Βουλής με τον Αρχηγό του κράτους(εκείνη την περίοδο πότε ήταν βασιλιάς και πότε πρόεδρος). Θέλει την Βιστωνιδα για να ανακουφίσει πρόσφυγες από την Μικρά Ασία, οι οποίοι να είναι πολίτες του και ο λόγος της ύπαρξης του. Φυσικά εν έτει 1922 και 1925 δεν περιμένω μεγάλη συμπόνοια προς τους πρόσφυγες.
Τότε περίμενε μέχρι αύριο για να διαβάσης ποιος βοήθησε τους πρόσφυγες και ποιος έκανε κοινωνική πολιτική με ξένα κόλλυβα. :-)
Είναι βρε παιδί μου σαν να έχη δημεύση το οθωμανικό Δημόσιο την περιουσία του Νικηταρά κατά την διάρκεια της Επανάστασης και να έρχεται μετά το τέλος της το διάδοχο ελληνικό Δημόσιο και να αρνήται να του την επιστρέψη, αφού στο κάτω κάτω νόμιμα δημεύθηκε για το έγκλημα της στάσης!
Βρε ουστ.