Συνεχίζω εδώ τα περί Οβιέδου που είχα αφήσει μισά και θυμίζω την σύνδεση με μια παλαιότερη συζήτηση.
4. Υπάρχουν όρια στο προαπαιτούμενο της συναίνεσης του ασθενούς για την τέλεση ιατρικής πράξης; Υπάρχουν περιπτώσεις όπου επιτρέπεται (ή και επιβάλλεται!) σε ιατρό να προβή σε τέτοια πράξη χωρίς ή και παρά την συναίνεση του ασθενούς;
Οι σχετικές με την συναίνεση διατάξεις είνα οι εξής:
Article 5 – General rule
An intervention in the health field may only be carried out after the person concerned has given free and informed consent to it.
This person shall beforehand be given appropriate information as to the purpose and nature of the intervention as well as on its consequences and risks.
The person concerned may freely withdraw consent at any time.Article 6 – Protection of persons not able to consent
1. Subject to Articles 17 and 20 below, an intervention may only be carried out on a person who does not have the capacity to consent, for his or her direct benefit.
2. Where, according to law, a minor does not have the capacity to consent to an intervention, the intervention may only be carried out with the authorisation of his or her representative or an authority or a person or body provided for by law.
The opinion of the minor shall be taken into consideration as an increasingly determining factor in proportion to his or her age and degree of maturity.
3. Where, according to law, an adult does not have the capacity to consent to an intervention because of a mental disability, a disease or for similar reasons, the intervention may only be carried out with the authorisation of his or her representative or an authority or a person or body provided for by law.
The individual concerned shall as far as possible take part in the authorisation procedure.
4. The representative, the authority, the person or the body mentioned in paragraphs 2 and 3 above shall be given, under the same conditions, the information referred to in Article 5.
5. The authorisation referred to in paragraphs 2 and 3 above may be withdrawn at any time in the best interests of the person concerned.Article 7 – Protection of persons who have a mental disorder
Subject to protective conditions prescribed by law, including supervisory, control and appeal procedures, a person who has a mental disorder of a serious nature may be subjected, without his or her consent, to an intervention aimed at treating his or her mental disorder only where, without such treatment, serious harm is likely to result to his or her health.
Article 8 – Emergency situation
When because of an emergency situation the appropriate consent cannot be obtained, any medically necessary intervention may be carried out immediately for the benefit of the health of the individual concerned.
Article 9 – Previously expressed wishes
The previously expressed wishes relating to a medical intervention by a patient who is not, at the time of the intervention, in a state to express his or her wishes shall be taken into account.
Οι ρυθμίσεις αυτές θέτουν ως γενικό κανόνα την συναίνεση του ασθενούς για κάθε ιατρική πράξη, όπως είναι απολύτως εύλογο. Η ύπαρξη έγκυρης συναίνεσης κρίνεται με βάση διάφορα κριτήρια, που δεν ενδιαφέρουν περισσότερο εδώ.
Στην σύμβαση ρυθμίζονται και οι εξαιρέσεις: περιπτώσεις γενικής ανικανότητας προς καταλογισμόν, ανηλικότητας, παροδικής ανικανότητας λόγω επείγοντος. Και αυτό είναι όλο.
Όλο όμως;
Δημιουργείται εύλογη απορία ως προς το αν ο Ευρωπαίος νομοθέτης εκφράστηκε εδώ ακριβώς όπως ήθελε στην πραγματικότητα ή μήπως αν εμφιλοχώρησε νομοθετική αστοχία. Μήπως δηλαδή ρύθμισε μια περίπτωση, υπάγοντάς την στον κανόνα, η οποία όμως κατά το σύστημα της σύμβασης, τον σκοπό της και την πραγματική βούληση του νομοθέτη ώφειλε να υπαχθή στην εξαίρεση. Τελεολογικά υπάρχει όντως μια προφανής περίπτωση, όπου παρουσιάζεται επαρκής ομοιότητα με τις λοιπές εξαιρετικές περιπτώσεις που μνημόνευσα και ως προς την οποία πρέπει να επιφυλαχθή η ίδια εξαιρετική μεταχείριση.
Η περίπτωση αυτή δεν είναι άλλη από την απόπειρα αυτοκτονίας.
Αν πάρουμε τα πράγματα κατά γράμμα, τότε οι μεταγενέστερες εξαιρέσεις του άρ. 12 παρ. 3 Ν. 3418/2005 είναι ανίσχυρες καθ’ ολοκληρίαν, ο δε κάθε αποπειρώμενος ανεπιτυχώς να αυτοκτονήση πρέπει να αφεθή να ψοφολογήση:
3. Κατ’ εξαίρεση δεν απαιτείται συναίνεση:
[…] β) στην περίπτωση απόπειρας αυτοκτονίας.
Ο αποτυχών αυτόχειρ δεν είναι κατά κανόνα ούτε ανήλικος ούτε παράφρων, ενώ αν είναι γνωστή η απόπειρα αυτοκτονίας στους θεράποντες ιατρούς του δεν μπορούν να επικαλεστούν ούτε την εξαίρεση του επείγοντος, αφού προϋπόθεσή της είναι το αδιάγνωστον της βούλησης του ασθενούς. Άρα, αδιέξοδο.
Κρίσιμα σχετικώς για μια ορθή συστηματική ερμηνεία είναι ακόμη τα άρ. 2, 26 και 27 της Σύμβασης:
Article 2 – Primacy of the human being
The interests and welfare of the human being shall prevail over the sole interest of society or science.
Και πρώτιστο συμφέρον της ανθρώπινης ύπαρξης, και μάλιστα σε ιατρικά συμφραζόμενα, είναι η συνέχιση ακριβώς της ύπαρξής της, ερμηνεύω εγώ. Όλα τα άλλα έπονται.
Article 26 – Restrictions on the exercise of the rights
1. No restrictions shall be placed on the exercise of the rights and protective provisions contained in this Convention other than such as are prescribed by law and are necessary in a democratic society in the interest of public safety, for the prevention of crime, for the protection of public health or for the protection of the rights and freedoms of others.
2. The restrictions contemplated in the preceding paragraph may not be placed on Articles 11, 13, 14, 16, 17, 19, 20 and 21.
Εδώ ο περιορισμός προβλέπεται μεν στον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, αλλά δεν εξυπηρετεί την δημόσια τάξη, την αποτροπή του εγκλήματος, την προστασία της δημόσιας υγείας ή των δικαιωμάτων των άλλων, αλλά αυτού του ίδιου του ασθενούς.
Article 27 – Wider protection
None of the provisions of this Convention shall be interpreted as limiting or otherwise affecting the possibility for a Party to grant a wider measure of protection with regard to the application of biology and medicine than is stipulated in this Convention.
Εδώ είμαστε. Ανώτερο επίπεδο προστασίας προσφέρει όντως το ημεδαπό δίκαιο, από την στιγμή που δεν εγκαταλείπη τον αποτυχόντα αυτόχειρα, ώστε να γίνη επιτυχών, αλλά προστατεύει την ζωή του δυστυχούς συνανθρώπου μας.
Η Σύμβαση λοιπόν οφείλει να ερμηνευθή συμφώνως με το ημεδαπό δίκαιο και όχι αντιστρόφως.
Θα ήθελα να ενισχύσω την επιχειρηματολογία μου και με ένα ηθικοπολιτικό επιχείρημα. Γιατί άραγε να σώζουμε τους αποτυχόντες αυτόχειρες; Στο κάτω κάτω, μια σκληρή και απάνθρωπη συνεπής και έντιμη φιλελεύθερη οπτική θα μας υπαγόρευε να σεβαστούμε την οποιαδήποτε επιθυμία αυτοκτονίας. Όπως ας πούμε και στους προθανάτιους ασθενείς.
Αλλά για αυτά θα τα πούμε κάποια άλλη φορά.