Οι μη απταίστως ομιλούντες την μωραϊτικήν έχουν ασφαλώς προβλήματα κατανόησης του τίτλου του σημερινού άρθρου μου. Καίτοι τους περιφρονώ βαθύτατα φυσικά, θα καταδεχτώ να εξηγήσω ότι η ερώτηση, απευθυνόμενη στην γιαγιά μου, όταν πήγαινε κοριτσόπουλο να πιάση νερό στην βρύση του χωριού, αποσκοπούσε απλώς να διευκρινίση ποιος ήταν ο μπαμπάς της. “Βάιζα” δε είναι η παρθένος κόρη στα αλβανικά. Τώρα ξέρετε.
Τώρα, η γιαγιά μου υποθέτω ότι είχε ένα έργο απλό: αρκούσε να πη “Πολυχρονοπούλα είμαι, του πρόσφυγα” και θα είχε παράσχει επαρκείς πληροφορίες για να ικανοποιήση τον ερωτώντα.
Τα πράγματα όμως αρχίζουν και γίνονται πιο δύσκολα, αν μεταστούμε στο συλλογικό επίπεδο. Έχουμε που έχουμε τόσα προβλήματα να απαντήσουμε στο φαινομενικά απλό ερώτημα “ποιοι είμαστε εμείς οι Έλληνες;”, φαντάσου να χρειάζεται να δώσουμε, πέραν της συγχρονικής, και διαχρονική απάντηση στο ερώτημα αυτό.
Τίνος είμαστε λοιπόν; Ποιοι είναι οι πρόγονοί μας; Ποιοι ανήκουν ιστορικά στο ελληνικό έθνος;
Οι ερωτήσεις προφανώς δεν είναι ισοδύναμες. Η δεύτερη παραπέμπει περισσότερο σε βιολογική καταγωγή, πράγμα δυσαπόδεικτο βέβαια, αλλ’ ωστόσο εξαιρετικά ενδιαφέρον. Η τρίτη περιέχει ένα οφθαλμοφανή αναχρονισμό, δεδομένου ότι το ελληνικό έθνος, ως έννοια ιστορική και όχι υπεριστορική, έχει αρχή, μέση και ίσως τέλος.
Παρά ταύτα, θα ήθελα να διατυπώσω μερικές σκέψεις επί της τρίτης ερώτησης, κατά ρητή παραγνώριση της δεύτερης. Ακούστε με προσεκτικά:
Ποιοι ακριβώς είναι οι βιολογικοί μας πρόγονοι, από ποιους δηλαδή καταγόμαστε κυριολεκτικά μέσω της φυσικής αναπαραγωγής του είδους, είναι ένα συναρπαστικό ερώτημα, ένα ερώτημα μάλιστα που μόλις τις τελευταίες δεκαετίες απαντάται με κάποια ακρίβεια χάρη στην γενετική αρχαιολογία. Αλλά σε τελευταία ανάλυση δεν έχει την καθοριστική πολιτική σημασία. Όπως ακριβώς δηλαδή οι γονείς του Γιάννη Αντετοκούνμπο δεν είναι Έλληνες, είναι όμως ο ίδιος, ανεξάρτητα από την καταγωγή του, έτσι και δεν επιτελεί βαρύνουσα λειτουργία αν στο γενεαλογικό δένδρο καθενός συνυπάρχουν Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι, Κάρες, Λέλεγες, Σελτζούκοι. Ό,τι ισχύει στην συγχρονία, ισχύει και διαχρονικά, αν δεν θέλουμε να εκτεθούμε στην μομφή των δύο μέτρων και δύο σταθμών.
Ισχυρίζομαι όμως ότι ακριβώς αυτό πράττουν όσοι μυκτηρίζουν αποφάνσεις του τύπου “ο αείμνηστος ημών αυτοκράτωρ Ιουστιανιανός” ή “ο Έλληνας Πατέρας της Εκκλησίας Ιωάννης ο Χρυσόστομος” [το θέμα τίθεται, ευνοήτως, πάντα σε αναφορά με τα χριστιανικά. Η ελληνικότητα των Ελλήνων άλλων περιόδων της ιστορίας μας κείται πέραν πάσης αμφισβητήσεως. Κανείς δεν εξανίσταται αν πω ότι ο Λουκιανός είναι δικός μας. Αφού μετείχε της ημετέρας παιδείας!]
Τι συμβαίνει εδώ; Είναι απολύτως βέβαιο ότι ιστορικές μορφές όπως ο Ιουστιανιανός ή ο Χρυσόστομος ούτε ελληνικής καταγωγής ήταν ούτε το αίμα τους βρίσκεται στο αίμα μας (κανείς τους άλλωστε δεν άφησε και απογόνους…) ούτε τα ελληνικά είχαν για μητρική τους γλώσσα, θα απέρριπταν δε μετά βδελυγμίας κάθε υπαινιγμό ότι ανήκουν στο ελληνικό έθνος ή ότι είναι Έλληνες.
Μμμμμ, κιέπειτα;
Ας επιστρέψουμε προς στιγμήν στην συγχρονία. Εκεί δέχομαι, τελευταίος εγώ μαζί με πολλούς, ότι η εθνική ένταξη ενδεικνύεται μεν από διάφορα αντικειμενικά δεδομένα ομότροπα, ομόγλωσσα κ.λπ., σαρκώνεται όμως υποκειμενικά: στο εξαίσιο αποφασιοκρατικό σημείο του sic volo. Έλληνας είναι όποιος θέλει να είναι Έλληνας.
Εξαίφνης όμως, μας λένε οι μυκτηρισταί, η φαντασιακή κοινότητα [Θεέ μου, μια θέση στην κόλαση για όποιον ξαναχρησιμοποιήση αυτήν την κοινοτοπία…] που συγχρονικά συγκροτείται υποκειμενικά, διαχρονικά οφείλει να συγκροτηθή … αντικειμενικά. Τότε λοιπόν οι δίμετροι δισταθμίτες βγάζουν το ελληνόμετρο και αρχίζουν το μέτρημα. Χρησιμοποιώντας τα πειραγμένα μέτρα και τα λειψά σταθμά της σήμερον. Έξω λοιπόν ο Ιουστινιανός, εζυγίσθη και ευρέθη ελλιπής.
Όμως, αν είναι δικαίωμά μου να διαλέξω το έθνος μου, να συγκροτηθώ (ή να μην) ως εθνικό άτομο (εδώ το άτομο της χημείας έχω κατά νου!), γιατί να μην δικαιούμαι ομοίως να επιλέξω τους προγόνους μου; Όχι τους βιολογικούς βέβαια, εκ των οποίων ξέρω μόνο τους πολύ πρόσφατους [ο Ιωάννης Αναγνωστόπουλος καταγράφεται στο μητρώο αρρένων της κοινότητας Σιρμπανίου το 1838]. Αλλά να ανιχνεύσω, με τα δικά μου κριτήρια, όσους θεωρώ ότι συναποτελούμε την δική μου αγαπημένη φαντασιακή κοινότητα [μια θέση στην κόλαση και για μένα…].
Δεν ετεροπροσδιοριζόμαστε, επιλέγουμε.
Εγώ επιλέγω την γιαγιά μου. :-)
Θεωρώ άδικη την κατηγορία για ασυνέπεια όσων αρνούνται (σωστότερα: αρνούμαστε) το χαρακτηρισμό του Ιουστινιανού ως μέλος του ελληνικού έθνους. Τόσο στην περίπτωση του Αντετοκούμπο, που ζει και βασιλεύει, όσο και σε εκείνη του τεθνεώτος και πάλαι ποτέ βασιλεύσαντος Ιουστινιανού το κριτήριο για την θεώρηση του Χ ως μέλος του Ψ έθνους είναι ένα: η ύπαρξη μαρτυριών ότι ο Χ έχει την Ψ εθνική συνείδηση, ότι θεωρεί, δηλαδή, ο ίδιος τον εαυτό του ως ανήκοντα σε αυτό. Για το μεν πανηγυρίζοντα με την ελληνική σημαία στα χέρια του Αντετοκούμπο υπάρχουν αντικειμενικά δεδομένα που τεκμηριώνουν το συγκεκριμένο, υποκειμενικό εθνικό αυτοπροσδιορισμό, για το δε Βασιλέα Ρωμαίων και αυτοθεωρούμενο κληρονόμο του Αινεία και του Ρωμύλου Ιουστινιανό όχι.
Φυσικά, ο καθένας μας είναι ελεύθερος να ασκείται στον εθνικό ετεροπροδιορισμό ζώντων και νεκρών (αν και δε μου φαίνεται ότι χρήζει ιδιαίτερης περιγραφής ως ξεχωριστό δικαίωμα), να φαντάζεται ότι είχε ελληνική εθνική συνείδηση ο Ιουστινιανός, ο Κομφούκιος ή όποιος άλλος επιθυμεί, αλλά αυτό μάλλον δε συντείνει στην εθνική αυτογνωσία.
Το να θεωρήση κανείς τον Κομφούκιο Έλληνα έχει παρόμοιες πιθανότητες με το να θεωρήση ένας κάτοικος Κίνας ομιλών την μανδαρινική εαυτόν Έλληνα. Πάντα το υποκειμενικό συγκαθορίζεται από τα αντικειμενικά στοιχεία. Οπότε, μη φοβού, αγαπητέ Ασμοδαίε!
Ας το πάρουμε τοις μετρητοίς αυτό. Για ποιον υπάρχουν; Τον Λεωνίδα; [Τον Εφιάλτη;]
Και για να αφήσουμε τους αρχαίους και τις γνωστές ιδεολογικές σπονδυλοαρθρίτιδες, να δούμε τους νεωτερικούς.
Για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο; Για τον Κύριλλο Λούκαρι; Για τον Νικόλαο Μαυροκορδάτο; Και πιο μετά τι γίνεται; Καλύπτονται όλοι από κάποιο τεκμήριο ελληνικότητας;
Πριν μιλήσω για συγκεκριμένα άτομα ως Έλληνες, πόση ιστορική έρευνα απαιτείται να έχω κάνει;
Φοβάμαι ότι δεν είμαι ο κατάλληλος για να απαντήσει τις ερωτήσεις που θέτετε, αλλά, αν καταλαβαίνω τη σημασία τους, απ’ όσο γνωρίζω απουσιάζει από τη βιβλιογραφία ειδική μονογραφία για την ταυτότητα ή, ορθότερα, τις ταυτότητες των ελληνόφωνων την περίοδο από τον ύστερο Μεσαίωνα ως το Διαφωτισμό. Δε νομίζω, όμως, ότι αυτό συνεπάγεται ότι είναι θεμιτό να προβάλλουμε αυθαίρετα την ελληνική εθνική ταυτότητα σε ιστορικού δρώντες που γνωρίζουμε ότι ζούσαν σε μια “ξένη χώρα”.
Να το σκεφτούμε και λίγο έτσι:
Υποχρεωτικά εγώ, όπως όλοι μας, έχω κάποιους προγόνους. Οι οποίοι μάλιστα εκτείνονται απεριόριστα στο παρελθόν μέχρι τις αφρικανικές πεδιάδες ή όπου κατεβήκαμε από τα δέντρα τέλος πάντων. Αν ρωτούσαμε το πνεύμα του προπροπρο-πάππου μου, εκείνου που πρώτος καταγράφτηκε στα κατάστιχα του νεογνού ελληνικού κράτους, αν είναι Αναγνωστόπουλος, προφανώς θα απαντούσε ναι. Αν πηδούσαμε δέκα γενιές ακόμα προς τα πίσω, τότε που το επώνυμο δεν υπήρχε καν, είμαι βέβαιος ότι καμία μαρτυρία δεν θα υπήρχε ότι εκείνος ο πρόγονος ένιωθε ή ήταν Αναγνωστόπουλος, κατά πάσα πιθανότητα δε θα διερρήγνυε την φουστανέλα του ότι δεν είναι και ότι ουκ οίδα τον άνθρωπον.
Όμως, παραμένει παππούς μου.
Βρίσκω αυτή τη γραμμή σκέψης προβληματική: η βιολογική συγγένεια είναι μία πραγματικότητα ανεξάρτητη της αυτοκατανόησής μας, πράγμα που δεν ισχύει στην περίπτωση της εθνικής συνείδησης. Τι σημασία έχει να αποκαλέσουμε με το επώνυμό μας ένα βιολογικό μας πρόγονο προ εκατονταετιών για τον οποίο αυτό στερείται νοήματος; Τι νόημα έχει να θεωρούμε εθνικά Έλληνες ανθρώπους που έζησαν πριν τη δημιουργία ελληνικής εθνικής συνείδησης; Νομίζω ότι, με αυτόν τον τρόπο διαμορφώνουμε μια στρεβλή εικόνα όχι μόνο του παρελθόντος αλλά και της δικής μας ταυτότητας.
Μα καλά, πριν δεν είπαμε ότι σημασία έχει μόνο τι νομίζει ο καθένας για τον εαυτό του;
Σημασία έχει μόνο για όποιον θέλει να έχη. Αν μου έδειχναν ένα σκελετό 1000 ετών και μου αποδείκνυαν ότι ανήκει σε πρόγονό μου, θα είχε νόημα για εμένα.
Εδώ νομίζω ότι υπάρχει μια παρεξήγηση, θύμα της οποίας είναι και ο Χάρης. Κανείς δεν ωνόμασε τον Ιουστιανιανό ή τον Χρυσόστομο “Έλληνες”, κανείς στοιχειωδώς εχέφρων τουλάχιστον. Πολλοί όμως τους έκριναν και τους κρίνουν ως δικούς μας, προγόνους μας, συνδημιουργούς αυτού που είμαστε εμείς σήμερα.
Θανάση,
Σαφέστατα ο καθένας επιλέγει το έθνος του: ένας “Έλληνας” μετανάστης στην Αμερική τρίτης γενιάς αισθάνεται αμερικάνος και όχι Έλληνας, ένας Αρμένης οι παππούδες του οποίου έφτασαν στην Ελλάδα το 1922 αισθάνεται πιο πολύ Έλληνας παρά Αρμένης.
Στην Ελλάδα το σύγχρονο νεοελληνικό κράτος χτίστηκε πάνω σε ψεύδη, ανακρίβειες, αποσιωπήσεις γεγονότων, τεράστιων ιστορικών περιόδων με σκοπό μέσω της σύνδεσης με την κλασική Ελλάδα να κατασκευαστεί μια ενιαία εθνική συνείδηση σε ένα “έθνος” πολύγλωσσο, αμόρφωτο και με παντελή απουσία συλλογικότητας. Ρεαλιστικά, θεμιτή μέθοδος, έπρεπε να πειστούμε ότι ήμασταν απόγονοι του Αλεξάνδρου και του Περικλή, ότι οι πρόγονοι μας είχαν ήδη χοληστερίνη όταν οι Ευρωπαίοι ανακάλυψαν το κρέας, όπως κραυγάζει και ο τεράστιος συνάδελφος του Άδωνι (Λιακόπουλος)!
Δυστυχώς, όμως, νομίζω (ίσως απατώμαι – ομολογώ ότι είμαι βλάκας, από πιτσιρίκος άλλωστε είμαι βάζελος, μαζοχιστικά υπομενω την κυριαρχία των κοκκαλομαρινάκηδων και εξακολουθώ καλοκαιριάτικα να τρέφω κρυφή ελπίδα οτι ο Αλαφούζος του χρόνου θα το σηκώσει – έχε λίγο υπομονή θα σου πω ποιος είμαι)ότι με τον τρόπο που έγινε η “ελληνοποίηση” των κατοίκων αυτού του τμήματος της βαλκανικής χερσονήσου ελλοχεύουν τεράστιοι κίνδυνοι για τη μελλοντική συνοχή του έθνους:
1) Η ελληνοποίηση βασίστηκε σε τεράστιο χρονικό άλμα 2500 ετών: από το 1830 που πρωτοσυστάθηκε το κράτος προσπάθησαν οι Κοραήδες της εποχής να επανενώσουν το “κομμένο” νήμα με τη κλασική αρχαιότητα (αδιαφορώντας για τα ρωμαϊκά χρόνια, τη βυζαντινή χιλιετία, τα 400 χρόνια της τουρκοκρατίας, τις τεράστιες πληθυσμιακές ανακατατάξεις που συνέβησαν όλα αυτά τα χρόνια). Έτσι ψήσανε τον αλβανόφωνο, σλαβόφωνο, τουρκόφωνο, βλαχόφωνο κάτοικο του ελλαδικού χώρου ότι είναι απόγονος σπουδαίων ανδρών, χωρίς όμως να έχει ο ίδιος τα χαρακτηριστικά της κουλτούρας, του πολιτισμού του έθνους εκείνου του οποίου πιστεύει ότι είναι συνεχιστής: δεν φρόντισαν να “ελληνοποιήσουν” και τις συνήθειες, την καθημερινότητα του σύγχρονου Έλληνα – η σχέση του δηλαδή με την ιστορία του είναι επιφανειακή, είναι υπερήφανος για τη δημοκρατια που γεννήθηκε στη χώρα του και ψηφίζει ΧΑ, είναι υπερήφανος για τον Παρθενώνα και δεν φροντίζει για την αισθητική του δικού του σπιτιού, είναι περήφανος για το θέατρο που γεννήθηκε στην Ελλάδα και ταυτόχρονα θεωρεί σύγχρονο Αριστοφάνη τον Λαζόπουλο (τον Ψάλτη ή τον Σεφερλή).
2) Πίστεψε την παραμύθα ότι είναι ο επιούσιος λαός και ότι όλοι του χρωστάνε με συνέπεια να έχει εφεύρει την κολυμβήθρα του Σιλωάμ που αποκαθαίρει τις εθνικές μα…κίες και εγείρει συνεχώς απαιτήσεις από τους κουτόφραγκους Ευρωπαίους. Γι΄ αυτό και δεν υπάρχει δυνατότητα εθνικής αυτοκριτικής, οι απόγονοι ενδόξων ανδρών είναι αδύνατο να κάνουν λάθη – συν τοις άλλοις, όλοι οι άλλοι τους χρωστάνε!
3) Επειδή όμως η ιστορική μας γνωση είναι επιφανειακή και τμηματικη, επειδή η δημιουργία της νεοελληνικης συνείδησης βασίστηκε (οπως γίνεται σήμερα στα Σκόπια) στην απάτη, αν αρχίζουν να βγαινουν στην επιφάνεια ιστορικές αλήθειες που ήταν μέχρι πρόσφατα ταμπού, και αν αρχίσει ο μορφωμένος πλέον Έλληνας να ψάχνει μόνος του το παρελθόν του είναι πολύ μεγάλος ο κίνδυνος της ολικης απόρριψης ως αναπόφευκτης αντίδρασης στη αναπάντεχη φωταψία που θα διοχετευτεί από την απτή πραγματικότητα: είμαστε Βαλκάνιοι, ομιλούντες την ελληνική και κατοικούντες στον ίδιο γεωγραφικά χώρο με τους αρχαιους Ελληνες. Γι αυτό και μόνο είμαστε Έλληνες, επειδη μιλάμε ελληνικά και πονάμε τον τόπο που φέρει το ελληνικό όνομα. Ο Περικλής και οι λοιποί ανήκουν στην παγκόσμια, όχι στην ελληνική ιστορία, δεν νιώθω καμιά εθνική υπερηφάνεια γι΄ αυτούς. Καμαρώνω για το γιατρό τον Παπαναστασίου, το Χατζιδάκη, ακόμα και για τον Γιαννάκη τον Αντετοκούμπο, όχι για τον Αισχύλο και τον Ευριπίδη.
4)Οι Αμερικάνοι και οι Αυστραλοί που γνωρίζουν ακριβώς από που κρατά η σκούφια τους είναι λιγότερο πατριώτες από μας;
Καλοκαίρι, είναι, απογευματάκι, είμαι στο γραφείο και βαριέμαι οικτρά και εντελώς τυχαία πέφτω σε ένα blog, στο οποίο αρθρογραφεί ένας δικηγόρος, τα “μούτρα” του οποίου τα ήξερα απο μικρό παιδί: σαββατοκύριακα στη Νόρμαν και στη Γκομβέ παίζοντας μπαλίτσα μου έχεις ρίξει και σου έχω ρίξει πολλές κλωτσιές και τακλιν, σε εκείνα τα απλοϊκα και ξέγνοιαστα χρόνια, κύριε… Φούτρε!
Χάρηκα πολύ ρε, καλό καλοκαίρι!
ΚΩΣΤΑΣ ΣΙΔΕΡΗΣ
Χαχααχαχα, έλα ρε Κώστα, πολύ χάρηκα που σε διάβασα!
Δεν διαφωνούμε σε κάτι, ίσως μόνο στις δυσοίωνες προβλέψεις.
Να περνάς από το μαγαζί μας, μην σε χάσουμε!
Δεν παραδέχτηκες βέβαια ότι εγώ σου έβαζα τα γκολάκια, τέλος πάντων. ;-)
Θανάση κάνεις λάθος, είμαι πολύ αισιόδοξος: μόνο και μόνο που πλέον δεν πλακωνόμαστε για τον γάβρο και για τον βάζελο, αλλά για το ναι ή το όχι στο μνημόνιο αυτό δείχνει ότι σιγά σιγά (άσχετα από την ποιότητα της εκατέρωθεν επιχειρηματολογιας)αρχίζει το μυαλό να δουλεύει.
Όσο για το ζήτημα που θέτεις σχετικά με την καταγωγή μας: α) αν υποθέσουμε ότι η υπάρχει μια αδιατάρακτη, συνεχόμενη γραμμή αίματος που μας συνδέει απευθείας με την κλασική Ελλάδα (όπως πιστεύουν κάποια νούμερα), β) αν οι Χρυσαυγίτες υποστηρίζουν αυτή την άποψη περι καθαρότητας της φυλής και κυνηγούν με μανία τους μετανάστες, γ)από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο Καιάδας, ο Μιχαλολιάκος, ο Παναγιώταρος, ο Μπαρμπαρούσης είναι άμεσοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, των οποίων τα σωματικά και πνευματικά χαρακτηριστικά κληρονόμησαν δ)με αυτήν την προοπτική προτιμώ να είμαι απόγονος του Σκεντέρμπεη, του Κιουταχή, του Στέφανου Δουσαν, ή του Σάκα, του βασιλιά των Ζουλού! Τέτοια ομορφιά και τέτοια εξυπνάδα δεν αντέχεται!
Το τηλέφωνο μου το έχει ο Θόδωρας, όταν κατέβεις Πάτρα κανονίστε να τα πούμε!
Εξακολουθώ να μην αντιλαμβάνομαι το επιχείρημά σου. Παραδέχεσαι ότι ο Ιουστινιανός δεν έχει ουδεμία σχέση με τους Έλληνες, ούτε εθνολογικά, ούτε βιολογικά, ούτε κυρίως συνειδησιακά. Με λίγα λόγια ούτε ένιωθε Έλληνας, ούτε ήθελε να θεωρείται τέτοιος, δοθείσης της βαρύτητας του όρου στην ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατόρία.
Τότε, τι ψάχνεις ψύλλους στ’άχυρα? Θες να τον νιώθεις πρόγονό σου? Νιώσε τον. Αυτό δε σημαίνει ότι είναι κιόλα.
Ξέρεις πότε θα ήταν? Τουλάχιστο ιδεολογικώς.
Αν ο ίδιος θεωρούσε εαυτόν μέρος της ίδιας εθνότητας με εσένα. Αν δήλωνε εν ολίγοις Έλλην όπως εσύ εννοείς τον όρο. Κάτι καραμπινάτα αντι-ιστορικό, γιατί ο όρος Έλλην όπως τονε εννοείς εσύ τουλάχιστο, ή τέλοσπαντων, όπως τον εννοεί ο “κοινός νους” δεν υπήρχε τω καιρώ εκείνω. Τι να γίνει.
Σόρυ.
Ας παραδεχθούμε όλοι πως παπαριές τύπου αειμνηστος ημών αυτοκράτωρ κλπ, συνιστούν απλώς το γρανάζι ενός μηχανισμού ομογενοποίησης που παρήγαγε το ελληνικό κρατίδιο μέσω της διανόησης και της πολιτικής ελίτ, προκειμένου να συνενώσει ρωμηούς, βλάχους, αρβανίται και λοιπούς αρχαιοπρεπείς σε μια ενιαία εθνική οντότητα.
Και τα κατάφερε καλά, αν κρίνω από το κείμενό σου .
:)
γω περιμενα να ειναι η ορφανη!
παντως, αυτοι που οντως αφησαν απογονους μπορει να ειναι προγονοι σχεδον καθε ανθρωπου στον πλανητη, ή εστω Ευρωπαιου. Δεν κανω πλακα, ταχει γραψει ο Ντωκινς οτι ξερω γω ειναι πιθανο ολοι μας να εχουμε κοινο προγονο τον Χριστο, αλλα και τον Ηρωδη ξερω γω (αν ειχε παιδια). Το κλειδι ειναι να καταλαβουμε οτι οσο πισω παμε στην ιστορια ο αριθμος προγονων μας εκτινασσεται και η ιδια η ιδεα του προγονου, γενετικα τουλαχιστον, χανει το νοημα της. Να το πω αλλιως, 10 γενιες πισω να πας, καθε προγονος σου σουδωσε περιπου 1/ 2^10 = 1/1024 των γονιδιων σου. Θεωρωντας οτι εχουμε 4 γενιες στον αιωνα (συντηρητικη εκτιμηση), απο την εποχη του Περικλη εχουν περασει καπου 4*25 γενιες. Ακομα δηλαδη και οντως ο Περικλης ηταν προ-προ-προ-κτλ-παππους σου, ευθυνεται για 1/ 2^100 των γονιδιων σου. Ενα αστεια μικρο νουμερο (7.8886091e-31).
(ο υπολογισμος υποθεται οτι ο Περικλης ειναι μονο κατα μια γραμμη παππους σου, κατι εξαιρετικα απιθανο, αλλα καταλαβαινετε που το παω)
Χαρη
σωστα, βλεπε και εδω
Ναι, αλλά δεν θα ήταν γαμάτο αυτό το ελάχιστο να το είχε συνεισφέρει ο Λουκιανός; Πόσο πιο κουλ; ;-)