Εδώ και καιρό φλερτάρω με τη σκέψη να ψηφίσω Δράση ή Δημοκρατική Συμμαχία. Αποτελούν καλές εναλλακτικές λύσεις για όποιον δεν θέλει να επιβραβεύσει τα δυο μεγάλα κόμματα για τα απίστευτα περιστατικά διαφθοράς, αλλά ταυτόχρονα δεν θέλει σε αυτές τις δύσκολες ώρες να παραδώσει τη σκυτάλη σε ένα επικίνδυνα λαϊκιστικό συνοθύλευμα με μόνη κοινή συνιστώσα την αντιμνημονιακή ρητορική. Άλλωστε στα προγράμματά τους και τα δυο αυτά κόμματα περιλαμβάνουν θεσμικές αλλαγές τις οποίες υποστηρίζω εδώ και χρόνια, όπως το ασυμβίβαστο βουλευτικής και υπουργικής ιδιότητας, τα κουπόνια εκπαίδευσης, η κάλυψη από τους κρατικούς ασφαλιστικούς φορείς της περίθαλψης σε ιδιωτικά νοσοκομεία, κ.α. Παρόλα αυτά, μια πιο προσεκτική ανάγνωση των θέσεων των υποψηφίων τους με έχει αφήσει προβληματισμένο.
Ας πάρουμε ως παράδειγμα το πώς θα εφαρμωστούν τα κουπόνια εκπαίδευσης. Ο Αλέξανδρος Ηλιόπουλος, υποψήφιος βουλευτής με τη Δραση, προτείνει στο ιστολόγιό του να πάρουμε “τα χρήματα του κρατικού προϋπολογισμού που θα δοθούν για την Παιδεία στο επόμενο διδακτικό έτος και αντί να τα δώσουμε στο Υπουργείο Παιδείας να τα διαχειριστεί, τα διαιρούμε με τον αριθμό των μαθητών που θα πάνε σχολείο τον ίδιο χρόνο και δίνουμε το ποσό που αναλογεί σε κάθε μαθητή, στον γονέα του! Αυτό το ποσό το δίνουμε με τη μορφή κουπονιού.” Το σχέδιο φαντάζει ωραίο μέχρι να αναλογιστεί κανείς ότι οι σπουδές ενός σημαντικού μέρους των παιδιών, αυτών που πάνε σε ιδιωτικό σχολείο, δεν χρηματοδοτούνται από το κράτος αλλά από τους ίδιους τους γονείς. Αν γίνουν και αυτά τα παιδιά μέτοχοι της ίδιας δαπάνης, όπως άλλωστε είναι και το σωστό, τι ποσό θα αντιστοιχεί τελικά σε κάθε μαθητή? Θα επαρκεί αυτό για να εγγράψει κανείς το παιδί του σε ιδιωτικό σχολείο? Υπάρχει δυνατότητα τα ιδιωτικά σχολεία να καλύψουν μια μεγάλη αύξηση της ζήτησης, και πώς θα ελέγξει το κράτος την πιθανή αύξηση των διδάκτρων που θα επιφέρει μια τέτοια κίνηση? Τέλος, τι θα γίνουν οι καθηγητές στα δημόσια σχολεία που δεν θα συγκεντρώσουν επαρκή αριθμό μαθητών, αλλά και οι εναπομείναντες σε αυτά μαθητές? Ας πάρουμε ένα άλλο παράδειγμα, αυτό της φορολογίας εισοδήματος. Και τα δυο κόμματα προτείνουν ενιαίο φορολογικό συντελεστή 20%. Τι φορολογικά έσοδα αναμένεται να προκύψουν με βάση τον συντελεστή αυτό? Οι δικοί μου γνωστοί ισχυρίζονται ότι κατά μέσο όρο πληρώνουν μεταξύ 35% και 40% του εισοδήματός τους στην εφορία. Αν ισχύει κάτι τέτοιο μιλάμε για σημαντική μείωση. Πώς θα καλυφθεί η διαφορά? Ίσως μετά από δεκαπέντε χρόνια διαμονής μου στις ΗΠΑ να έχω κακομάθει, αλλά θεωρώ ότι η διαδικασία θα έπρεπε να είναι η εξής.
Α) Πρώτα καθορίζουμε τί θα πρέπει να παρέχει το κράτος στους πολίτες, πώς, και πόσο. Π.χ αποφασίζουμε ότι θέλουμε να εξασφαλίζει σε όλους τους πολίτες πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, μέσω ενός συστήματος κουπονιών, και ότι οι δαπάνες ανά μαθητή προκειμένου το επίπεδο εκπαίδευσης να μας ικανοποιεί πρέπει να είναι Χ ευρώ. Ή αποφασίζουμε ότι θέλουμε το κράτος να εξασφαλίζει πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας σε όλους τους πολίτες, μέσω ενός ενιαίου κρατικού ασφαλιστικού φορέα, ο οποίος κάθε χρόνο θα καλύπτει τα έξοδα υγείας κάθε οικογένειας ύστερα από τα πρώτα Χ ευρώ, ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς του παροχέα της υπηρεσίας.
Β) Παίρνουμε στοιχεία από τις αρμόδιες υπηρεσίες προκειμένου να κοστολογίσουμε τις προτάσεις, αλλά και να καταρτίσουμε ένα σχέδιο μετάβασης από το ισχύον σύστημα στο νέο. Π.χ. το σύνολο των μαθητών στις πρώτες δυο βαθμίδες εκπαίδευσης είναι Ψ. Αφού αποφασίσαμε ότι ο κάθε μαθητής θα δικαιούται Χ ευρώ θα χρειαστούμε Χ επί Ψ δαπάνη. Ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να διαπραγματευτούμε κάποιο πλαφόν στα δίδακτρα με τα ιδιωτικά σχολεία, και να έχουμε ένα εφικτό σχέδιο για συγχωνεύσεις δημόσιων σχολείων με ταυτόχρονη πρόβλεψη τι θα γίνουν οι μαθητές εκείνοι που μπορεί να βρεθούν χωρίς σχολείο σε περιοχή προσιτή σε αυτούς (π.χ. σχέδιο μεταφοράς). Αντίστοιχα και με την ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Ας υποθέσουμε ότι με βάση τα στοιχεία η δαπάνη υγείας ανά οικογένεια είναι Ψ ευρώ. Αφού αποφασίσαμε ότι η κάθε οικογένεια θα πληρώνει τα πρώτα Χ ευρώ από την τσέπη της (με εξαίρεση ετήσια τσεκ-απ, έξοδα εγκυμοσύνης, κ.α.) βρίσκουμε το ποσό Ψ-Χ το οποίο θα βαρύνει τον ασφαλιστικό φορέα. Πολλαπλασιάζουμε έπειτα αυτό το ποσό με τον αριθμό των οικογενειών και προσθέτουμε τα έξοδα διαχείρησης για να βρούμε τη δαπάνη ασφάλισης. Και εκεί βέβαια θα πρέπει να διευθετήσουμε κάποιες λεπτομέρεις. Θα πρέπει π.χ. να διαπραγματευτούμε τα νοσήλεια που θα πρέπει να δεχτούν τα νοσοκομεία προκειμένου να συμβληθούν με τον φορέα. Θα πρέπει επίσης να αποφασίσουμε ποια κρατικά νοσοκομεία θα συγχωνευτούν, και ποιά περιφερειακά νοσοκομεία σε περιοχές στις οποίες λόγω μικρής ζήτησης δεν εξυπηρετούνται από ιδιώτες θα πρέπει να ενισχυθούν.
Γ) Αφού έχουμε υπολογίσει τι έσοδα απαιτούνται προκειμένου να υλοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις αυτές, αποφασίζουμε τη διάρθρωση του φορολογικού συστήματος. Παίρνουμε πάλι στοιχεία από το Υπουργείο Οικονομικών και με βάση τα δηλωθέντα εισοδήματα υπολογίζουμε ότι τα έσοδα αυτά μπορούν να καλυφθούν με έναν αναλογικό συντελεστή Υ%, ή εναλλακτικά αν θέλουμε προοδευτικό σύστημε με φορολογικούς συντελεστές Υ1% για τα πρώτα Χ ευρώ, Υ2% για τα επόμενα Ψ ευρώ και πάει λέγοντας.
Η διαδικασία που περιγράφω παραπάνω είναι ο σοβαρός τρόπος άσκησης πολιτικής. Αυτό που βλέπω δυστυχώς είναι ότι οι διάφορες ιδέες που βρίσκουν θέση στα προγράμματα των κομμάτων είναι αποτέλεσμα επιφοίτησης. Εκεί που πίνει καφέ η λούζεται κάποιος του έρχεται η ιδέα για αναλογικό φορολογικό συντελεστή. Κάποιος άλλος διαβάζει την πρόταση του Milton Friedman για τα κουπόνια εκπαίδευσης και ενθουσιάζεται. Αμέσως τρέχουν να βρουν και άλλους για να τους πείσουν για την ορθότητα των ιδεών τους, πρώτα τους πολιτικούς τους συνοδοιπόρους και κατόπιν τους ψηφοφόρους. Σαν πρώτο βήμα αυτό συμβαίνει και στις ΗΠΑ. Η διαφορά είναι ότι οι “τομεάρχες” των κομμάτων κάθονται κατόπιν με τους τεχνοκράτες των επιτελείων τους και καταρτίζουν σχέδιο υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων “βγάζοντας τα μάτια τους” πάνω από νούμερα και υπολογισμούς, τα οποία παρουσιάζουν στην κοινή γνώμη. Στην Ελλάδα δυστυχώς κανένας δεν φαίνεται διατεθειμένος να μπει σε αυτή τη διαδικασία ίσως διότι, για τους ίδιους λόγους που εξηγώ εδώ, πολιτισμικά προτιμούμε τη μεταξύ τυρού και αχλαδιού αντιπαράθεση σε αφηρημένα ιδεολογικά επίπεδα από την άχαρη και επίπονη ενασχόληση με αριθμούς και πρακτικές λεπτομέρειες.
Οι προβληματισμοί που εξέφρασα παραπάνω επ’ ουδενί δεν αποτελούν επιχείρημα άρνησης ψήφου στη Δράση ή τη Δημοκρατική Συμμαχία. Οι συγκεκριμένες αδυναμίες αφορούν άλλωστε όλα τα κόμματα, όχι μόνο αυτά τα δυο. Ειδικά όμως επειδή τα δυο αυτά κόμματα κάνουν ρηξικέλευθες προτάσεις, προς το παρόν μια ψήφος προς αυτά έχει το ίδιο νόημα με μια ψήφο, μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον, στο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μια ψήφος που θα δώσει φωνή σε απόψεις και προτάσεις που αξίζει να ακουστούν. Προκειμένου η ψήφος αυτή να μετατραπεί σε ψήφο εξουσίας και ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων χρειάζεται πάρα πολλή δουλειά ακόμα.
Μια διόρθωση. Η Δημοκρατική Συμμαχία προβλέπει φορολογικό συντελεστή 20% για όλους. Η Δράση, κατά τρόπο που θεωρώ πιο ρεαλιστικό και κοινωνικά δίκαιο, προβλέπει “ενιαίο φορολογικό συντελεστή 20% για όλα ανεξαιρέτως τα εισοδήματα φυσικών προσώπων, κλιμακούμενο στο 25% για συνολικά εισοδήματα πάνω απο 100.000, και στο 30% για πάνω από 300.000 ευρώ,” δηλαδή προοδευτική κλίμακα!
Ακριβώς, προοδευτική είναι, εντάξει, όχι και η προοδευτικώτερη του κόσμου, αλλά την διαφημίζουν ως αναλογική!
Κώστα οι δικές μου παρατηρήσεις συμφωνούν αυτές που παραθέτεις στο άρθρο σου. Οι προτάσεις για την πτώση π.χ. των φορολογικών συντελεστών σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο Χ% δεν φαίνονται πως αποτελούν προϊόν προσεκτικής μελέτης. Το ίδιο φαίνεται πως ισχύει και για προτάσεις της Δράσης για το ασφαλιστικό. Σίγουρα οι καλές προθέσεις αποτελούν το προαπαιτούμενο. Από μόνες τους όμως δεν φτάνουν. Απαιτούνται ξεκάθαρα σχέδια υλοποίησης που να υπολογίζουν με την μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια κόστος, κινδύνους και επιπτώσεις.
υ.γ. Η προοδευτικότητα του φόρου στις προτάσεις της δράσης είναι τόσο μικρή (αφορά πολύ μικρό αριθμό νοικοκυριών) που δεν νομίζω πως υπάρχει καν νόημα να την αναφέρουμε …
συμφωνω οτι το φορολογικο θελει προσεκτικη δουλεια
παντως αυτο πολυ δυσκολο να ισχυει
νομιζω συχνα μπερδευουν τον οριακο φορο με τον μεσο, μεσο φορο (βγαλε τα εκτακτα σε ακινητα κτλ) κοντα στο 40% επι του πραγματικου εισοδηματος πρεπει να πληρωνουνν ελαχιστοτατοι Ελληνες, βασικα μονο μισθωτοι που βγαζουν πανω απο 100-120 χιλιαρικα τον χρονο!
ιδου και οι κλιμακες, που ειναι χαμηλες ακομα και σε σχεση με την “φιλελευθερη” Αγγλια.
Σωτήρη, και εγώ αυτό υποψιάστηκα αλλά όταν ρώτησα επίμονα αν εννοούν μέσο όρο ή τον οριακό όλοι, οι οποίοι μάλιστα έχουν και κάποιες γνώσεις οικονομικών, είπαν μέσο.
ρωτα ποσα δηλωνουν και αν ειναι κατω απο 100 εχουν σιγουρα μπερδεψει καποια πραγματα.
Αναρρωτιέμαι αν παίζει ρόλο το ότι μέρος του εισοδήματός τους πιθανόν να προέρχεται από μερίσματα και ενοίκια.
Κώστα, το πρόγραμμα με τα κουπόνια είχε αναλυθεί εκτενώς στο πρώτο πρόγραμμα της ΦΙΣ( το οποίο pdf δεν μπορώ να το βρώ). Το Κάθε δημόσιο σχολείο αποκτά διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Τα εγγεγραμμένα παιδιά σε κάθε δημόσιο σχολείο δίνουν το κουπόνι και εξαργυρώνεται. ΑΠο εκεί καλύπτω ντε οι μισθοί των καθηγητών και όχι απο το κεντρικό δημόσιο. Εντός ηρακλείου αυτή την στιγμή υπάρχουν 12 γυμνάσια και περίπου 8 λύκεια + 1 ιδιωτικό. Μπορεί να υπάρξει ανταγωνισμός μεταξύ τους. Σε πρώτη φάση οι καθηγητές μένουν στις θέσεις τους και αποφασίζεται το διοικητικό συμβούλιο με μέθοδο συμμετοχής των καθηγητών και γονέων και ορίζεται διευθυντής απο το συμβούλιο και όχι απο το Υπουργείο. case study είχαν αποτελέσει τα free schools της Σουηδίας (http://en.wikipedia.org/wiki/Education_in_Sweden#Independent_schools_in_Sweden κατέβα στο independent)
Το μόνο μειονέκτημα που μπορώ να σκεφτώ είναι οτι ενώ το σύστημα μπορεί να λειτουργήσει καλά στα αστικά κέντρα, τί γίνεται στην περιφέρεια και τα νησιά . Π.Χ Αρκαλοχώρι ή καστέλι Πεδιάδος που δεν μπορεί να υπάρξει ανταγωνισμός. Είχα προτείνει εσώκλειστα τότε αλλά το αφήσαμε μετέωρο.
Για τον φόρο δεν ξέρω τι γίνεται ακριβώς. ΟΙ φοροτέχνες που το είχαν πιάσει είπαν οτι αποφέρει μεγαλύτερα έσοδα απο την τωρινή κλίμακα διότι πάρα πολλοί κάνουν χαμηλές πτήσεις.
Δεν έχω αντίρηση στα παραπάνω. Το θέμα είναι πόσο θα στοιχήσει. Δε μπορείς να κρατήσεις τις δαπάνες ίδιες και να δώσεις κουπόνια σε κάθε παιδί. Αυτή τη στιγμή ένα μεγάλο ποσοστό μαθητών δεν επιβαρύνουν το δημόσιο διότι πάνε σε ιδιωτικό σχολείο. Αν τα παιδιά αυτά αποκτήσουν δικαίωμα σε κουπόνια η δαπάνη αμφιβάλω ότι αρκεί για να λάβει κάθε παιδί ένα ποσό που θα τους επιτρέψει να εγγραφούν σε ιδιωτικό σχολείο. Η δημόσια δαπάνη ανά μαθητή στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι περίπου 18% του κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα και 28% στη Σουηδία. Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση τα νούμερα είναι 23% για τη Σουηδία και 16% για την Ελλάδα. Υοπάρχει τμεγάλη διαφορά.
Ούτε εγώ διαφωνώ με αυτά που λές(περι πλαφόν κτλπ). Ούτε θα πώ οτι έχουμε κάνει την τρελή δουλειά. Το κόμμα δουλεύει στα όρια του εθελοντισμού. Αν θέλεις επιμελέστερο πρόγραμμα, γίνε μέλος μας να βοηθήσεις στην καλύτερη συγραφή. Δεν είναι ειρωνία. έκληση βοήθειας είναι και απτή πραγματικότητα. Απο ‘κει και πέρα αυτή την στιγμή όπως λειτουργεί η παιδεία με την ΔΥ προσέγγιση υπάρχει τρομερή χασούρα παραγωγικότητας. Δάσκαλοι και καθηγητές αποσπασμένοι σε υπηρεσίες. καθηγητές σε νησιά που δεν πάνε. Υπηρεσίς δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας που δεν κάνουν τίποτα παρα να ανακυκλώνουν χαρτί. Με την ιδέα αυτή θα φτάνει μεγαλύτερο μέρος της δαπάνης στον τελικό καταναλωτή.
Βεβαίως! Προτροπή ήταν, δεν ήταν κριτική. Πιστεύω ότι αξίζετε ψήφο και ελπίζω να την πήρατε (τουλάχιστον στα Βόρεια Προάστεια είχε ρεύμα η Δράση). Καλή επιτυχία!