Περί της ιδιοκτησίας επί της Λίμνης Βιστωνίδας ΙΙΙ

Μέρος τρίτο και τελευταίο των βατοπεδινών φλυαριών:

Ναι, αλλά το Ν.Δ. 275/1941, που δικαίωνε την Μονή, εκτός του ότι το εξέδωσαν οι γερμανοτσολιάδες και εμείς είμαστε από την κούνια μας δημοκράτες, έχει καταργηθή ήδη από το 1945.

Ο δεύτερος λόγος λοιπόν για τον οποίο δεν προσέχθηκε αρκετά ο νόμος αυτός είναι η κατάργησή του από τον μεταγενέστερο αναγκαστικό νόμο 476/1945. Lex posterior legi priori derogat, σωστά;

Χμμμ…

Ούτε εδώ νομίζω ότι το ζήτημα έχει αναδειχθή αρκετά από την Μονή.

Ο μεταγενέστερος νόμος δεν μπορεί να προσβάλλη το συνταγματικό δικαίωμα της ιδιοκτησίας, παρά μόνο υπό τους όρους του θεσμού της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Αν η Μονή είχε αποκτήσει κυριότητα, η στέρησή της μπορούσε να γίνη μόνο μετά προηγούμενη καταβολή πλήρους αποζημίωσης δι’ αποδεδειγμένη δημόσια ωφέλεια, και όχι επειδή το είπε η διάταξη κάποιου αναγκαστικού νόμου. Συνεπώς, ο α.ν. 476/1945 ήταν καθαρά αντισυνταγματικός και άρα ανίσχυρος.

Ναι, αλλά επί 50τόσα χρόνια η Μονή δεν προέβαλε καμία αξίωση κυριότητας.

Αλλά ποιος να τα πη αυτά; Η Μονή είχε ήδη λάβει την κατωφερή οδό της παρακμής, μαστιζόμενη από λειψανδρία και πενία. Το 1953 πεθαίνει ο Ιγνάτιος Βατοπεδινός, κατά κόσμον Εμμανουήλ Λαμπάκης, ο Ηγούμενος που αγωνιζόταν όλο τον Μεσοπόλεμο για το θέμα. Μόλις το 1990 εγκαταστάθηκε νέα πολυάνθρωπη αδελφότητα στην Μονή. Τα παλιά χαρτιά ξεθάφτηκαν, οι παλιές υποθέσεις ξεσκονίστηκαν, οι παλιοί λογαριασμοί βγήκαν στην επιφάνεια. Ήδη το 1991 η Μονή αρχίζει τα υπομνήματα και τις παραστάσεις.

Λόγος πάντως για αποδυνάμωση του δικαιώματος της Μονής, που είναι μορφή καταχρηστικής ασκήσεώς του, δεν μπορεί να γίνη, διότι η αποδυνάμωση, πράγμα που παρορά η μελέτη Σταθόπουλου, προϋποθέτει δυνατότητα ενεργείας.

Ναι, αλλά τα όργανα της διοίκησης που δικαίωσαν την Μονή ήταν μιλημένα και πιασμένα και θρησκόληπτα.

Τι να πω, δεν ξέρω. Στα τέλη της δεκαετίας του 90 και στις αρχές του 00 εκδόθηκε σειρά γνωμοδοτήσεων ευνοϊκών για την Μονή από το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Δημοσίων Κτημάτων και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Στο καθ’ ύλην αρμόδιο ΓΣΔΚ εισηγητής και στις τέσσερις σχετικές γνωμοδοτήσεις ήταν ο Στέφανος Δέτσης, κατηγορούμενος σήμερα, οπότε εκεί τα παράπονά σας. Προσωπικά οι εισηγήσεις του μου φαίνονται αρκετά στέρεες και προτιμώ την απλούστερη και κομψότερη εξήγηση ότι τα λοιπά μέλη πείστηκαν από την εξήγηση ότι όλοι αυτοί οι δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι δωροδοκήθηκαν ή φοβήθηκαν την θεία τιμωρία.

Ακολουθώντας τις γνωμοδοτήσεις αυτές αποδόθηκε στην κυριότητα της Μονής τα επίδικα ακίνητα το 2002-2003 με πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής. Το 2002 λέω, επί κυβερνήσεων του σοσιαλιστού Σημίτη, πολύ προτού ενσκήψουν ρουσόπουλοι και λοιπές συμφορές.

Ναι, αλλά οι ανταλλαγές ήταν παράνομες, γιατί αφορούσαν πράγματα εκτός συναλλαγής.

Να το δούμε αυτό. Σύμφωνα με το άρ. 966 ΑΚ

Πράγματα εκτός συναλλαγής είναι τα κοινά σε όλους, τα κοινόχρηστα και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημόσιων, δημοτικών, κοινοτικών ή θρησκευτικών σκοπών.

Και σύμφωνα με το άρ. 967 ΑΚ

Πράγματα κοινής χρήσης είναι ιδίως τα νερά με ελεύθερη και αέναη ροή, οι δρόμοι, οι πλατείες, οι γιαλοί, τα λιμάνια και οι όρμοι, οι όχθες πλεύσιμων ποταμών, οι μεγάλες λίμνες και οι όχθες τους.

Ας δεχθούμε χάριν της συζήτησης ότι ευρισκόμεθα ενώπιον κοινοχρήστου πράγματος (κάτι που σηκώνει συζήτηση), άρα πράγματος εκτός συναλλαγής. Σημαίνει άραγε αυτό ότι, καταπώς φαίνεται, απαγορεύεται κάθε συναλλαγή επί του πράγματος;

Η απάντηση είναι όχι. Η έννοια της θέσεως του κοινοχρήστου εκτός συναλλαγής (extra commercium) είναι η απαγόρευση κάθε συναλλαγής που αναιρεί την κοινή χρήση. Κατά τα λοιπά όμως δεν απαγορεύεται π.χ. η πώληση ενός ιδιωτικού ναού, εφόσον εξακολουθεί να παραμένη ναός. Στην περίπτωση που μας απασχολεί μάλιστα, η ανταλλαγή θα ενδυνάμωνε την κοινή χρήση, αφού από ένα ιδιώτη το πράγμα θα μεθίστατο στην κυριότητα του Δημοσίου.

Ναι, αλλά στα επίδικα υπάρχουν αρχαιότητες.

Καλά κάνουν, δεν είναι ασύμβατο με την κυριότητα της Μονής. Σύμφωνα με το άρ. Ν. 3028/2002 περι αρχαιοτήτων

1. Τα υπάρχοντα κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού δικαιώματα κυριότητας των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων της Εκκλησίας της Ελλάδας, της Εκκλησίας της Κρήτης, των Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου, του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως, των Πατριαρχείων Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων, της Ιερής Μονής του Σινά, των Ιερών Μονών του Αγίου ‘Ορους, των Ιερών Μονών της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας στη Χαλκιδική, των Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη και του Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο, άλλων νομικών προσώπων ή άλλων ενώσεων προσώπων που εκπροσωπούν θρησκείες ή δόγματα, σε αρχαία μνημεία θρησκευτικού χαρακτήρα, ακόμη και αν χρονολογούνται μέχρι και το 1453, διατηρούνται.
2. Με τις διατάξεις του παρόντος δεν θίγονται ισχύουσες ειδικές διατάξεις περί του Αγίου Ορους.

Ναι, αλλά το Δημόσιο ουδέποτε αναγνώρισε την κυριότητα της Μονής και, αν το έκανε κάποτε, ήταν παράνομη η αναγνώριση και μπορεί να την ανακαλέση.

Το Δημόσιο αναγνώρισε και παρα-αναγνώρισε την κυριότητα της Μονής, και μάλιστα δυο-τρεις φορές τα τελευταία ενενήντα χρόνια. Όχι μόνο εξέδωσε υπουργικές αποφάσεις, αλλά παρέδωσε τα επίδικα με πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής εν τιμή και δόξη.

Βέβαια, αν υπήρξε παρανομία, είναι όχι απλώς δυνατή, αλλά και υποχρεωτική η ανάκληση των σχετικών διοικητικών πράξεων. Εδώ όμως δεν είναι η πρώτη φορά που έχουμε κατ’ ουσίαν ανάκληση, αφού το αυτό είχε συμβή και με τον α.ν. 476/1945. Τίθεται συναφώς λοιπόν θέμα χρηστής διοίκησης, εμπιστοσύνης του πολίτη σε αυτήν και non venire contra factum proprium. Η αλλοπρόσαλλη, αντιφατική και ανακόλουθη πρακτική της διοίκησης δεν μπορεί να αποβή εις βάρος της Μονής, ιδίως επειδή η υποτιθέμενη παρανομία αφορά την ερμηνεία ενός πολύπλοκου σώματος εγγράφων και νομικών διατάξεων.

Ναι, αλλά τι θα γίνη με τον αγωνιζόμενο λαό της Ξάνθης;

Εμ βέβαια, εκεί είναι το ζουμί! Ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της ιστορίας είναι φυσικά ο λαϊκισμός. Μερίδα του αλιευτικού συνεταιρισμού που επί δεκαετίες εκμεταλλευόταν την Βιστωνίδα, με όρους δικαιούμαι να υποθέσω όχι και πολύ επαχθείς, είδε με εξαιρετικά εχθρικό όμμα την επάνοδο της Μονής. Από κοντά και ο Δικηγορικός Σύλλογος Ξάνθης, που με μπροστάρη τον τότε Πρόεδρό του Αθανάσιο Ξυνίδη, λύσσαξε κατά της κυριότητας της Μονής και υπέρ των δικαιωμάτων των τοπικών ψηφοφόρων. Ένας είναι ο θεσμός, ο κυρίαρχος λαός. Ο φάκελλος προωθήθηκε προς επανεξέταση, νέα στοιχεία δεν υπήρχαν βέβαια, η γνωμοδότηση ήταν η ίδια, και αρκετά εκνευρισμένη μάλιστα, και αναπόφευκτα η υπουργική απόφαση δεν άλλαξε.

Τουλάχιστον η Βουλή των Ελλήνων κέρδισε στις επόμενες εκλογές ως βουλευτή τον Σωκράτη Καλτσοδέτα, αδελφό του ρηθέντος Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Ξάνθης, κάτι ήταν κι αυτό.

Ναι, αλλά πλέον οι υπουργικές εγκρίσεις ανακλήθηκαν ως παράνομες και το Δημόσιο άσκησε αγωγή κατά της Μονής και αλίμονο όποιου δικαστή βγάλη αντίθετη απόφαση.

Στις εντελώς πρόσφατες εξελίξεις λοιπόν, η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ ανακάλεσε τις προηγούμενες αποφάσεις και άσκησε αγωγή εις βάρος της Μονής για το θέμα της κυριότητας. Από την άλλη μεριά, μετά την εξάντληση του έργου της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής, η ανάκριση για τα μη πολιτικά πρόσωπα συνεχίζεται και έχει κορυφωθή με την προσωρινή κράτηση του Εφραίμ.

Και εδώ εκφράζω και μια προσωπική σκέψη: πόσο εύδικη μπορεί να είναι πια η δίκη που θα ακολουθήση, όταν όλοι αναφερόμαστε στο ζήτημα ως σκανδαλο, όταν τα ΜΜΕ ξιφούλκησαν κατά της Μονής, όταν όλοι όσοι πήραν το μέρος της διώκονται ή καταδικάσθηκαν;

Και καλά, για το θέμα των ανταλλαγών δεν μπορώ να γνωρίζω. Για το θέμα της κυριότητας όμως, στα σοβαρά υπάρχει κανείς που να πιστεύη ότι αν το πράγμα φτάση στο Στρασβούργο δεν θα έχουμε μια επανάληψη της υπόθεσης Ιερές Μονές κατά Ελλάδος; Εδώ θα είμαστε, ελπίζω, να το διαπιστώσουμε.

Στο σημείο αυτό κατακλείω επαναλαμβάνοντας τον απεταξαμηνισμό: τα ανωτέρω ουδόλως συνεπάγονται ότι δεν υπάρχει έγκλημα εις βάρος της περιουσίας του Δημοσίου στην προκειμένη υπόθεση – αλλά ούτε και το αντίθετο. Ούτε μπορώ να εκφέρω γνώμη για την προσωρινή κράτηση του Εφραίμ, απλώς μου λείπουν οι αναγκαίες πληροφορίες. Εγώ αναφέρομαι μόνο στο λογικώς πρότερον και νομικώς πιο ενδιαφέρον της υπόθεσης, στο ζήτημα της κυριότητας επί των επιδίκων.

Καλόγεροι ή κακόγεροι, όλοι τα ίδια συνταγματικά δικαιώματα έχουμε σε αυτήν την ρημάδα την ζωή.

5 thoughts on “Περί της ιδιοκτησίας επί της Λίμνης Βιστωνίδας ΙΙΙ”

  1. Όσον αφορά την κατάργηση του ν.δ. 275/1941, συμπεριέλαβα μια γνώμη μου σε σχόλιο στην προηγούμενη ανάρτηση (Βιστωνίδα ΙΙ). Να επισημάνω πάλι όμως ότι δεν είναι απλή κατάργηση νόμου. Αυτή υπέκρυπτε μη αναγνώριση του νόμου από τη νόμιμη εξόριστη κυβέρνηση. Αυτά.

    Reply
  2. Δύο ερωτήσεις:

    1) Γιατί θεωρείς ότι η μονή δεν είχε δυνατότηα ενεργείας από το 53 μέχρι το 47; Έβαλε λουκέτο; Έναν θεοσεβούμενο δικηγόδο να συντάξει ένα υπόμνημα, να κάνει μια κίνηση στα δικαστήρια δεν ήξεραν οι καλόγεροι; Ομολογώ ότι το κομμάτι αυτό με δυσκολεψε πολύ στην κατανόηση του και θα ήθελα αν γίνεται να επεκταθείς περισσότερο. Μόνο αν έκλεινε, τυπικά ή ουσιαστικά, το μοναστήρι θα δικαιολογείτο η παντελής έλλειψη διεκδικήσεων επί τόσα χρόνια.

    2) Ερώτηση φίλης: είσαι σίγουρος ότι το προ του 52 Σύνταγμα κατοχύρωνε τις διατάξεις τις οποίες χρησιμοποιείς για να κρίνεις το αναγκαστικό νόμο του 45 ως αντισυνταγματικό;

    Reply
  3. @Th.alys
    Για το δεύτερο ερώτημα της φίλης. Η προστασία της ιδιοκτησίας είναι κοινός τόπος σε όλα τα Συντάγματα της Ελλάδος, και ειδικές διατάξεις για την απαλλοτρίωση υπάρχουν ακόμα και στο Σύνταγμα του 1844 (δοτό Σύνταγμα Όθωνα). Αν υπήρχε ιδιοκτησία της μονής πράγματι θα έπρεπε να έχει ακολουθηθεί διαδικασία απαλλοτρίωσης, σύμφωνα με τα άρθρα 19 (απλή απαλλοτρίωση, για πρώτη φορά τότε με πλήρη αποζημίωση) ή 119 (απαλλοτρίωση για την αντιμετώπιση κρισίμων κοινωνικών ζητημάτων) του Συντάγματος του 1927 ή τα άρθρα 17 και 104 του Συντάγματος του 1952, και τους εφαρμοστικούς τους νόμους.

    Αλλά είμαι της γνώμης ότι δεν υπήρχε ιδιοκτησία, καθώς αυτό είχε ήδη λυθεί με τη μη αναγνώριση των παραχωρήσεων Τσολάκογλου από τη νόμιμη κυβέρνηση.

    Για το προ του πολέμου χρονιμό διάστημα το θέμα είχε κριθεί παρεμπιπτόντως από το ΣτΕ το 1929 (βλ. προηγούμενη ανάρτηση του οικοδεσπότη μας, με τίτλο Βιστωνίδα ΙΙ). Οι σχετικές σκέψεις του ΣτΕ, σωστές ή λάθος, δεν αποτελούν δεδικασμένο. Αλλά καθόρισαν κατ’ ουσίαν το περιεχόμενο της Σύμβασης μίσθωσης, την οποία τότε η μονή αποδέχθηκε (άλλωστε η μονή είχε εξαντλήσει το δικαίωμά της να ζητήσει δικαστική προστασία για το θέμα της μη μεταβίβασης από τον Υπουργό).

    @Αθ. Αναγνωστόπουλο
    Τώρα θα ερωτήσουμε ρητορικά. Γιατί η μονή δεν έκανε τότε διεκδικητική αγωγή για τη λίμνη; Γιατί προφανώς προτιμούσε να εξασφαλίσει το εισόδημα, από την εμπλοκή σε μια δικαστική διαμάχη που φαινόταν χαμένη (λόγω των σκέψεων του ΣτΕ), και μπορούσε να τη φέρει σε ακόμα δυσχερέστερη θέση. Η σιωπή του αδύναμου μπροστά στον ισχυρό; Ναι. Αλλα και όταν ήρθε η κυβέρνηση Τσολάκογλου δεν έκανε αγωγή. Απλά βγήκε το ν.δ. (πως και γιατί δεν με νοιάζει) και κατ’ ουσίαν καταργήθηκε εκ πλαγίων η απόφαση του ΣΤΕ (για όσους δεν το κατάλαβαν η κατοχική κυβέρνηση παρέκαμψε την Ελληνική Δικαιοσύνη).΄Αλλά εν τέλει αυτά είναι νομικά αδιάφορα. Το σημαντικό είναι ότι πέρασαν δεκαετίες από την απόφαση του ΣτΕ μέχρι την επανέναρξη των διεκδικήσεων, με οποιαδήποτε μορφή, στις αρχές της δεκαετίας του 90. Έχασε το δικαίωμά της η μονή; Μου φαίνεται, ναι. Ακόμα και αν δεν πρόκειται για πράγμα εκτός συναλλαγής (λιμνοθάλασσα) αλλά για κοινόχρηστο πράγμα (λίμνη), που πράγματι μπορεί να είναι αντικείμενο και ιδιωτικής κυριότητας, που απλά δεν μπορεί να ασκηθεί μέχρι το πράγμα να πάψει να είναι κοινόχρηστο. Διότι η ανάγκη κοινοχρησίας δεν κωλύει την άσκηση της αναγνωριστικής αγωγής κυρίότητας, άρα η μονή μπορούσε να ενεργήσει.

    Το θέμα εν τέλει είναι αν όντως έγιναν παραχωρήσεις τις αρχές της δεκαετίας του 2002 από το κράτος, και αν αυτές έγιναν νόμιμα. Αυτό το θέμα έκρινε η πολύπαθη απόφαση για την αγωγή για την ακύρωση των μεταβιβάσεων, για την οποία έγινε τόσος σάλος. Δεν την έχω διαβάσει, δεν ξέρω τι είχε μέσα η δικογραφία, και δεν νομίζω ότι υπάρχουν αχρωμάτιστες πηγές. Αλλά αν από νομικής απόψεως η Βιστωνίδα ήταν πράγμα εκτός συναλλαγής ή το δημόσιο είχε την κυριότητα ή έστω το δικαίωμα της μονής είχε απωλεσθεί, είναι προφανές ότι υπάρχει καπνός.

    Επειδή δε θέσατε θέμα ευδικίας, θα ήθελα να επισημάνω ότι οι Έλληνες Δικαστές υπέστησαν αυτές τις μέρες επίθεση διεθνή και εκ των έσω για την προσωρινή κράτηση του Ηγουμένου της μονής. Το νόμισμα έχει δύο όψεις.

    Υ.Γ. Αν δεν κάνω λάθος, στην απόφαση Ιερές Μονές κατά Ελλάδος το ΕΔΔΑ δέχθηκε παράβαση του άρθρου 6 § 1 ΕΣΔΑ επειδή το κράτος δεν δέχθηκε τη δικαστική εκπροσώπηση κάποιων από τις μονές. Δεν νομίζω ότι έχει σχέση με την παρούσα υπόθεση.

    Υ.Γ. 2. Ζητώ συγγνώμη για την φλυαρία και την εμμονή μου να σχολιάζω ενώ ξέρω ότι ο οικοδεσπότης κάνει διακοπές. Καλή χρονιά.

    Reply
  4. Δεν κάνω ακριβώς διακοπές, δεν αρνούμαι όμως ότι είναι και διακοπές :-)

    Απαντώ μόνο για δύο ζητήματα εδώ, τα άλλα από βδομάδα:

    Στην απόφαση των Μονών το ΕΔΔΑ δέχθηκε παράβαση του δικαιώματος στην ιδιοκτησία με τον Νόμο Τρίτση και την συμφωνία που ακολούθησε. Επρόκειτο κατ’ ουσίαν για δήμευση. Με την απόφαση αυτή μάθαμε, όσοι δεν το ήξεραν δηλαδή, α) ότι οι Μονές, καίτοι ΝΠΔΔ έχουν περιουσία δεκτική απαλλοτρίωσης, και β) τα χρυσόβουλλα είναι νόμιμοι τίτλοι ιδιοκτησίας, βλ. εμμέσως στην παρ. 6 της απόφασης:

    The State never challenged their ownership, and the monasteries always relied on adverse possession as a subsidiary means of establishing it, particularly in cases where Byzantine or Ottoman title deeds were lacking or had been destroyed. [Άρα, όπου δεν είχαν καταστραφή, όπως εν προκειμένω, ισχύουν κανονικά] On several occasions the State published decrees in the Official Gazette in which their ownership was acknowledged (decrees of 25 January, 28 and 31 March, 14 June, 4 and 18 August 1933, etc.).

    Η αντίστροφη όψη του α βέβαια είναι ότι μπορεί και παραμπορεί να υπάρξη απιστία εις βάρος του Δημοσίου από τις ανταλλαγές, κι ας ισχυρίζεται η υπεράσπιση διά στόματος Καθηγητή Χαραλαμπάκη ότι το κράτος απλώς πήρε χρήματα από την μία τσέπη και τα έβαλε στην άλλη.

    Για το θέμα της ευδικίας της διαδικασίας:

    Η ΕΣΔΑ προστατεύει τα δικαιώματα του κατηγορουμένου, όχι των δικαστών, η κριτική των πράξεων των οποίων καλύπτεται άλλωστε και από την ελευθερία της έκφρασης. Βεβαίως είναι προφανές ότι ο Εφραίμ έχει πολλούς ισχυρούς φίλους και άφθονα χρήματα, αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι σε ένα εξαιρετικά πολύπλοκο θέμα, νομικά εννοώ, οι δικαστές καλούνται να κρίνουν εντός ενός επικοινωνιακού περιβάλλοντος που απαιτεί κεφαλές επί πίνακι. Σε ανάλογες περιπτώσεις στα αγγλόφωνα δίκαια κηρύσσεται ακόμη και mistrial, ενώ ο Κώνστας δικαιώθηκε στο Στρασβούργο για προσβολή του τεκμηρίου αθωότητάς του, κακώς, έχοντας ακούσει πολύ λιγώτερα εικάζω.

    Ξαναλέω ότι μου λείπουν οι πληροφορίες για να κρίνω περί προσωπικών ευθυνών, αλλά γενικά θα ήθελα να δω περισσότερη ψυχραιμία να πρυτανεύη. Αρκετά πολιτικά και επικοινωνιακά παιχνίδια παίζονται.

    Διαβάστε και αυτό παρεμπιπτόντως.

    Reply

Leave a Comment