Μεθιστολόγηση αυτού εδώ του άρθρου, που είχε δημοσιευθή και εδώ 7 και 9 χρόνια πριν αντιστοίχως, με κάποιες αλλαγές. Τίποτε δεν έχει αλλάξει.
Στην πατρίδα μας, την ομορφότερη του κόσμου όλου, ομιλούνται παραδοσιακά, πλην της σαρωτικώς επικρατούσας ελληνικής, και κάποιες άλλες γλώσσες. Αυτές είναι λίγο πολύ οι εξής:
Η αρβανιτική, νοτιοαλβανική τοσκική διάλεκτος.
Η αρωμουνική, κλάδος της χυδαίας βαλκανικής υστερολατινικής, ξαδερφάκι της ρουμανικής.
Η τουρκική, αλταϊκή μη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα.
Η αθιγγανική ρωμανική, ινδική γλώσσα.
Η ισπανοεβραϊκή, η γλώσσα των Εβραίων της βόρειας κυρίως Ελλάδας.
Η πομακική μάλλον διάλεκτος παρά γλώσσα, συγγενής έως συγγενεστάτη της βουλγαρικής.
Η μακεδονική μάλλον γλώσσα παρά διάλεκτος, ομοίως ως ανωτέρω.
Εκτός από αυτές τις μη ελληνικές γλώσσες ομιλούνται και δύο παραμελημένοι ελληνικοί γλωσσικοί θησαυροί:
Η τσακωνική διάλεκτος, συγγενής της αρχαίας δωρικής.
Η ποντιακή διάλεκτος.
Δύο διευκρινίσεις είναι απαραίτητες:
Ως γνωστόν, είναι συχνότατα πολύ δύσκολο να διακριθή η γλώσσα από την διάλεκτο. Επειδή το θέμα είναι και πολιτικό, τείνω να υιοθετήσω το σαφές πραγματιστικό κριτήριο “γλώσσα είναι μια διάλεκτος με δικό της στρατό, ναυτικό [τέλος πάντων, αυτό μπορεί να λείπη] και αεροπορία” αντί του επιστημονικώτερου της αμοιβαίας κατανόησης (που και αυτή πάλι διαβαθμίζεται). Βάσει αυτού, η μακεδονική είναι γλώσσα, η πομακική όχι, η τσακωνική όχι, η ποντιακή όχι.
Δεύτερον: αναφέρομαι εδώ στις, ας πούμε, ιστορικές γλώσσες και διαλέκτους του ελληνικού χώρου, σε γλωσσικά μορφώματα δηλαδή που χρησιμοποιούνται εδώ και αιώνες στον γεωγραφικό χώρο της Ελλάδας. Αυτό έχει δύο προβλήματα: αδικεί αφενός όσες γλώσσες δεν πρόλαβαν ή δεν είχαν την τύχη να επιζήσουν μέχρι τις μέρες μας και αφετέρου όσες δεν πρόλαβαν να παλιώσουν. Τα ηθικά και νομικά προβλήματα που αναφύονται σχετικώς είναι πολύ ενδιαφέροντα, αλλά χάριν ευκολίας και συντομίας θα τα παραβλέψω.
Το λοιπόν, στο παρελθόν τα γλωσσικά δικαιώματα προβάλλονταν πάντα ως συλλογικά. Η μειονότητα, συνήθως όχι μόνο γλωσσική, αλλά ταυτόχρονα και εθνική, διεκδικούσε συμπαγώς για όλα τα μέλη της κάποια προνόμια. Αυτό γινόταν με την συμπαράσταση κάποιου ενδιαφερόμενου άλλου έθνους, που ως οιονεί νταβατζής αντιπροσώπευε/υποστήριζε/ενίοτε εξέδιδε την πολύπαθη μειονότητα. Τα μέλη της μειονότητας δεν ερωτώντο: εάν κέρδιζαν το σχετικό προνόμιο, υποχρεούντο να διδαχθούν την γλώσσα. Αν η έξωθεν ασκούμενη πολιτική πίεση δεν ήταν αρκετή, δεν είχαν καμία τύχη να διεκδικήσουν ως άτομα κάποια γλωσσικά δικαιώματα.
Παράδειγμα το άρ. 41 της Συνθήκης της Λωζάννης:
Εν ταις πόλεσι και περιφερείαις, ένθα διαμένει σημαντική αναλογία υπηκόων, μη μουσουλμάνων η Τουρκική Κυβέρνησις θα παρέχη ως προς την δημοσίαν εκπαίδευσιν, τας προσήκουσας ευκολίας προς εξασφάλισιν της εν τοις δημοτικοίς σχολείοις παροχής εν τη ιδία αυτών γλώσση, της διδασκαλίας εις τα τέκνα των εν λόγω τούρκων υπηκόων. Η διάταξις αύτη δεν κωλύει την Τουρκικήν Κυβέρνησιν να καταστήση υποχρεωτικήν την διδασκαλίαν της τουρκικής γλώσσης εν τοις ειρημένοις σχολείοις.
[οι προβλέψεις του άρθρου αυτού ισχύουν αντιστρόφως και για την Ελλάδα κατ’ άρ. 45]
Αυτά τελείωσαν όμως. Ή, ακριβέστερα, πρέπει να τελειώσουν.
Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός μας πρέπει να θέσουμε πλέον τον κάθε άνθρωπο και την σχέση του προς την έννομη τάξη. Υπό αυτό το πρίσμα είναι ευχερώς κατανοητό ότι η μητρική γλώσσα είναι τόσο σημαντική για την ζωή μας, τόσο σπουδαίο τμήμα της προσωπικότητάς μας, ώστε το κράτος οφείλει να την σέβεται, αν όχι και να την προωθῄ. Τα γλωσσικά δικαιώματα δεν είναι προνόμια που μπορούν να απολαμβάνουν μόνο όσοι έχουν τις πλάτες κάποιου ισχυρού έθνους ή έτυχε να γεννηθούν μέσα σε κάποια πολυπληθή γλωσσική ομάδα, αλλά ανθρώπινα δικαιώματα, που επιτρέπουν σε όσους δεν μιλούν την επικρατούσα γλώσσα ως μητρική τους να συμμετέχουν ισότιμα στην κοινωνική ζωή και να αναπτύσσουν ελεύθερα την προσωπικότητα τους. Διευκολύνοντας τον πολίτη να εκφράζεται στην μητρική του γλώσσα τον διευκολύνουμε να κατανοή τον κόσμο του ως δικό του και να ζη την ζωή του αυτεξούσια. Την αποσύνδεση του κράτους από την επικρατούσα θρησκεία πρέπει να ακολουθήση και η, στο μέτρο του εφικτού, αποσύνδεσή του από την επικρατούσα γλώσσα.
Προτείνω μετά ταύτα τα εξής, για να είμαστε και πρακτικοί:
1.
Δίγλωσση αναγραφή των δημοσίων πινακίδων όπου αυτό εγκριθή από την τοπική κοινωνία, ει δυνατόν με τοπικά δημοψηφίσματα. Όπως μας κακοφαίνεται εμάς η Πρίγκηπος να αναφέρεται μόνο ως Μπουγιούκ-Αντά, άλλο τόσο είναι άσχημο το Αμύνταιο να μην είναι και Σόροβιτς.
Παραδείγματα:
Ουαλία
Βρετάνη
Β. Ήπειρος
Αρβανίτικα χωριά στην Σικελία
2.
Συναφές με το προηγούμενο: Μετονομασία (ή παράλληλη, δεύτερη ονομασία) οικισμών που έχουν άνωθεν εξελληνιστή, πάντα με απόφαση της τοπικής κοινωνίας. Δεν είναι δυνατόν έχουμε γεμίσει με χωριά τύπου Ίασμος, Καστανόφυτο, Τρίλοφο, Εχίνος, Μέδουσα, Εύζωνοι, Δενδροχώρι, Άργος Ορεστικόν και λοιπά ποιητικά, εις πείσμα των ιθαγενών τους (που λέγανε ή και λένε ακόμα Γιασίκιοϊ, Μέμκοβα, Σλήμνιτσα, Σαχίν, Ματσίκοβο, Ντίμπενη, Χρούπιστα). Όπου το θελήση ο λαός, να γυρίσουν τα παλιά ονόματα, πλάι ενδεχομένως και στο κατασκευασμένο ελληνικό. Όπου όχι, να μην γυρίσουν.
3.
Δημιουργία, στο μέτρο του δυνατού, πανεπιστημιακών τμημάτων διδασκαλίας των σχετικών γλωσσών [εντάξει, τα έγραφα πριν τόσα χρόνια αυτά…]. Είναι κρίμα (και ελάχιστα συμφέρον) η Αρωμουνική γλώσσα να διδάσκεται από ανθρώπους που πιστεύουν ότι οι Αρωμούνοι της Ελλάδας δεν είναι Έλληνες, μακριά από τους ανθρώπους που την μιλούνε στην ίδια την Ελλάδα. Όμως και επιστημονικά είναι ωφέλιμο και συναρπαστικό να καταγραφούν γλώσσες που δεν έχουν ακόμη αλφάβητο ή είναι σχεδόν άγνωστες στον επιστημονικό κόσμο. Αλλά και πολιτικά μόνο να κερδίσουμε θα είχαμε από μια τέτοια κίνηση: αν επιδίωξή μας είναι π.χ. να προσεταιριστούμε τους Αρωμούνους της Αλβανίας ή της ΠΓΔΜ, ένας καλός τρόπος θα ήταν να σπουδάσουν την γλώσσα τους στα ελληνικά στην Ελλάδα.
4.
Μεσοπρόθεσμα και όχι απαραίτητα με τον όρο της αμοιβαιότητας, όπου αυτός είναι νοητός, διδασκαλία των μειονοτικών γλωσσών σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση ως μάθημα επιλογής. Η επιλογή των σχολείων όπου θα συμβή αυτό θα γίνη με αποφάσεις των ιδίων των ενδιαφερομένων, το δε μάθημα δεν πρέπει να είναι υποχρεωτικό, γιατί σκοπός δεν είναι η δημιουργία διά της βίας ενός γλωσσολογικού μουσείου, αλλά η διάσωση και η καλλιέργεια εκείνων των γλωσσών οι ομιλητές των οποίων θέλουν να τις σώσουν. Κανείς δεν πρέπει να υποχρεωθή να νοιώθη μειονότητα μέσα στην ίδια του την πατρίδα. Ή να διδάσκεται μια μειονοτική γλώσσα που δεν είναι μητρική του.
Σε ένα πιο μακρινό μέλλον θα ήταν ευχής έργον να έχη την ευχέρεια ο πολίτης να απευθύνεται στην διοίκηση στην μητρική του γλώσσα και να αξιώνη απάντηση επίσης σε αυτήν (θυμίζω ότι υπό την πίεση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αυτό συμβαίνει ήδη στην ποινική διαδικασία). Η αναγνώριση όμως ενός τέτοιου δικαιώματος προσκρούει για την ώρα, εκτός από τις γνωστές πολιτικές, και σε σοβαρές οικονομικοτεχνικές δυσχέρειες. Μπις ντανν, λοιπόν.
Καλάν ρε κουμπάρε,
εμείς οι Κυπραίοι τζιαι οι Κρητικοί τί μιλούμεν;
Εσείς δεν χρειάζεστε προστασία, εμείς χρειαζόμαστε προστασία από εσάς :-Ρ
[καλά, βασικά από τους Κρητικούς πιο πολύ!]
Καλησπέρα σας .
Εχω σέ bdf ένα μικρό καί δυστυχώς σπάνιο βιβλίο “Ανάλυση τής Νεοελληνικής Αστικής Ιδεολογίας” είναι ό τίτλος του . Στό οποίο αναλύονται μέ επιστημονικό -κατά τήν γνώμη μου-τρόπο οί συνέπειες τού “γλωσσικού” στήν εξέλιξη τής πνευματικής ζωής τής Ελλάδας καί τού ελληνικού κράτους γενικώτερα .
Αν τό θέλετε μπορώ νά σάς τό στείλω .
Γιώργος.
Δεν ειναι δυνατον ανα γραφονται τετοιες ανακριβειες.
Η δηθεν “μακεδονικη γλωσσα” ειναι απλως μια σλαβοβουλγαρικη διαλεκτος, οπως και η πομακικη. Οι Πομακοι συνεννοουνται περιφημα με τους λιγοστους σλαβογενεις της Βορειου Ελλαδος, και φυσικα και με τους Βουλγαρους, οπως με βεβαιωσε Πομακος στο Στρατο.
Η συνθηκη της Λωζανης λεει απλως οτι η Τουρκια δυναται να παρεχει στους μουσουλμανους της Θρακης τα μεσα να διδασκονται “εν τη ιδία αυτων γλωσση”.
Σε οτι αφορα τους τουρκογενεις, ουδεν προβλημα.
Ομως η τουρκικη δεν ειναι η “ίδια γλωσσα” των Πομακων. Η συνθηκη λεει οτι η Τουρκια εχει δικαιωμα να παρεχει την δυνατοτητα στους μουσουλμανους Πομακους να τη μαθουν. Η Ελλας δεν μπορει να τους εμποδισει να τη μαθουν αν το θελουν, αλλα και δεν μπορει να τους το επιβαλλει αν δεν θελουν.
Συνεπως η ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ διδασκαλια της τουρκικης στους Πομακους οχι μονο δεν ειναι συμβατικη υποχρεωση της Ελλαδος, αλλα παραβιαζει και τα δικαιωματα τους, εφοσον δικαιουνται εκπαιδευση στη μητρικη τους γλωσσα.
Έτσι είναι, αν πιστεύεις στο κριτήριο της κατανοησιμότητας. Αλλά δεν είναι ούτε το μόνο ούτε το σωστό.
Όχι, δεν λέει αυτό. Λέει ότι η Ελλάδα έχει υποχρέωση να παρέχη μειονοτική εκπαίδευση εν τη ιδία αυτών γλώσση. Η Τουρκία δεν ανακατεύεται πουθενά.
Είδες να γράφω κάτι διαφορετικό; Μήπως με μπερδεύεις με τον Χριστόπουλο;