Αυτή τη φορά δεν θα αναλύσω κάποια ενδιαφέρουσα αναλογία. Θα προτείνω, αντίστροφα, να αναλογιστούμε πάνω σε μια ενδιαφέρουσα ανάλυση. Την περί γάμου ανάλυση που πρόσφερε κάποτε ένας Έλληνας Καθηγητής της Εγκληματολογίας σε φοιτητές του…Ο Εγκληματολόγος έδωσε πριν από σχεδόν μισό αιώνα, διάλεξη σε αξιωματικούς της Χωροφυλακής με θέμα τον «γάμον»…Τότε, βλεπετε, οι Καθηγητές -ως σοφοί και επαΐοντες- μιλούσαν στους φοιτητές τους και για πράγματα εκτός του αμέσου αντικειμένου διδασκαλίας τους, πράγματα που αφορούσαν τον «ηθικό και ενάρετο βίο». Επίσης οι φοιτητές αγαπούσαν και σέβονταν τους Καθηγητές τους –όχι όπως σήμερα, που η νεολέρα δεν υπολογίζει τίποτε…Κάποιοι εκ των σπουδαστών, λοιπόν, κράτησαν το δακτυλογραφημένο κείμενο που τους μοιράστηκε σ’ εκείνη τη διάλεξη, για να ανατρέχουν που και που στη φωτεινή σκέψη του δασκάλου τους. Ένα αντίγραφο έπεσε στα χέρια μου. Το προσφέρω σε Συνιστολόγους και αναγνώστες, εγγάμους και αγάμους: ο Καθηγητής όλο και κάτι έχει να πει, τόσο σε αυτούς που την κάνανε όσο και σε αυτούς που δεν την κάνανε την «κουτουράδα»…
Ο Εγκληματολόγος χώριζε σε δύο τμήματα τη διάλεξή του: Α. Λόγοι συνηγορούντες υπέρ τελέσεως γάμου και Β. Λόγοι βάλλοντες κατά της τελέσεως γάμου. Καθαρά και αναλυτικά πράγματα δηλαδή, σταράτη διδασκαλία και όχι φιοριτούρες και περικοκλάδες… Θα χρειαστώ δύο αναρτήσεις για να μπορέσω να καταγράψω τους λόγους των δύο κατηγοριών. Ξεκινώ από την κατηγορία Α, και μεταβαίνω σταδιακά στη Β (την οποία, μάλιστα, νομίζω ότι είχε επεξεργαστεί καλύτερα ο Καθηγητής…)
Α.Λόγοι συνηγορούντες υπέρ τελέσεως γάμου
Α1. Η ικανοποίησις της εμφύτου ψυχοβιολογικής τάσεως προς συντροφιάν, προς το ζην κατά ζεύγη, μετ’άλλου, προς το ζην εν κοινώ και ουχί εν μονώσει. Ουαί τω ενί! Ου καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον (Γένεσις Β΄, Ι8)
Α2. Η ικανοποίησις της εμφύτου τάσεως προς απόκτησιν πατρικής ή μητρικής ιδιότητος. Είναι ισχυροτέρα εις την γυναίκα η τάσις προς κτήσιν της μητρικής ιδιότητος.
Α3. Η ευχερεστέρα ικανοποίησις του γενετησίου ενστίκτου εις το πλαίσιον του γάμου.
Α4 Η ενίσχυσις της οικονομίας του ενός αν ο έτερος κομίζει αξιόλογον ή λίαν αξιόλογον εισόδημα («Το χρήμα κυβερνά τον κόσμον»). Εξ ετέρου, «Μόνον το χρήμα δεν κάνει τον άνθρωπον ευτυχή, καθησυχάζει όμως αυτόν»).
Α5.Η μείωσις των φροντίδων του ανδρός δι’εστίασιν, καθαρισμόν και τακτοποίησιν οικίας, θέρμανσιν, πλύσιν ρούχων, κ.λπ. –η ύπαρξις συμπαραστάσεως εις περίπτωσιν νοσήσεως ελαφράς ή βαρείας, χρονίας ή παροδικής, εάν αύτη παρέχεται επαρκώς.
Α6. Ο έγγαμος δεν θα αποθάνη με το παράπονον, ότι δεν εγνώρισε και την περιλάλητον εκείνην πτυχήν της ζωής, που λέγεται γάμος και οικογένεια.
Α7. Ο συνάπτων γάμον θα απαλλαγή από τα σχόλια (εις τας μικράς ιδίως πόλεις) της κοινωνίας ως προς τα αίτια της αποφυγής του γάμου (ανίκανος, τριτόφυλος, ψυχικώς πάσχων, δειλός, ανέραστος, πάσχων σωματικώς, αινιγματώδης κ.λπ.)
Α8. Ο συνάπτων γάμον δοκιμάζει την χαράν αποκτήσεως τέκνου, της περιθάλψεως αυτού, των αθώων και χαριτωμένων αντιδράσεών του κατά τα πρώτα 14 έτη περίπου. Κατόπιν αρχίζει ενδεχομένως η τραγωδία εκ της απειθείας, εκ των πολλών αξιώσεων των τέκνων, εξ ενδεχομένων νόσων, ατυχημάτων, εκ διαφθοράς, εξ αποτυχίας εις τον γάμον, εις το επάγγελμα κ.λπ.
Α9. Εις την έγγαμον συμβίωσιν ο σύζυγος επιτυγχάνει εκτόνωσιν ή εκφόρτισιν της τεταραγμένης ψυχικότητός του εκ του επαγγέλματος ή άλλου αιτίου δια της ανακοινώσεως των ενοχλητικών συναισθημάτων και σκέψεων προς την συμβίαν, εφ’όσον παρέχεται υπ’αυτής ψυχική συμπαράστασις, ενίσχυσις ή παρηγορία.
Α10. Εις ην περίπτωσιν, ο γάμος δεν διαλύση τον προ του γάμου αναπτυχθέντα έρωτα, ούτος αποτελεί ένα είδος ψυχικού θώρακος κατά πάσης εκ των παιδιών, εκ του επαγγέλματος και της κοινωνίας εν γένει προερχομένης στενοχώριας.
Α11.Οι συνηγορούντες υπέρ του γάμου λόγοι είναι περισσότεροι και ισχυρότεροι τόσον δια τους χειρώνακτας, όσον και δια τους κατοικούντας εις μικράς πόλεις και χωρία. Είναι ολιγώτεροι δια τους ασκούντας διανοητικόν λειτούργημα και τους έχοντας ωρισμένον ψυχολογικόν τύπον.
Α12.Κατά την γεροντικήν ηλικίαν υφίσταται ελπίς συμπαραστάσεως και φροντίδος προς πραγμάτωσιν ευγηρίας.
Α13. Η διαιώνισις του οικογενειακού ονόματος, η ελπίς μερίμνης και βοηθείας εκ μέρους των παιδιών κατά την προγεροντικήν ή γεροντικήν ηλικίαν και εν γένει κατά την ζωήν.
Β.Λόγοι βάλλοντες κατά της τελέσεως γάμουΒ1. Δεν υπάρχει ευτυχής γάμος αλλά ολιγώτερον ή περισσότερον επώδυνος. Οι πλείστοι των γάμων υποκρίνονται ευτυχίαν προς προβολήν ή προάσπισιν του ατομικού και οικογενειακού των εγώ και εν γένει προς επίδειξιν. Αι διαφωνίαι εις άλλα ζεύγη είναι συχναί και μη σημαντικαί, εις άλλα συχναί και σημαντικαί, εις άλλα αραιαί και σημαντικαί κ.λπ. Το θέμα ποικίλλει κατά περίπτωσιν.
Β2. Είναι λίαν βαρύ, βαρύτατον το τίμημα, που καταβάλλει καθ’εκάστην ο σύζυγος εις χρήμα, εκνευρισμούς, καταθλίψεις, άγχος, απώλειαν ελευθερίας, ψυχικής υγείας, μείωσιν δυνάμεως και αντοχής, εις βάρος των δυνάμεων, που απαιτούνται δι’επιτυχή ενάσκησιν του επαγγέλματος, δια πραγμάτωσιν ατομικών ονείρων κ.λπ.
Β3. Αν ο γάμος οφείλεται εις έντονον ή μετρίας εντάσεως ερωτικόν συναίσθημα, τούτο θα διαλυθή κατά κανόνα μετά τον γάμον (εντός μηνών, έτους ή ετών τινών) από τας συγκρούσεις, διαφωνίας και δυσαρεσκείας, που θα επέρχωνται μοιραίως σχεδόν καθ’εκάστην, συνεπεία αλλεπαλλήλων και ατερμόνων προβλημάτων, συζητήσεων, διαφωνιών και συγκρούσεων, προερχομένων εκ της συζύγου, εκ των οικονομικών, εκ των κοινωνικών σχέσεων, εκ των τέκνων, εκ του επαγγέλματος, εκ των πενθερικών, εκ των συγγενών κ.λπ.
Β4. Αν ο γάμος δεν οφείλεται εις το ερωτικόν συναίσθημα αλλά μάλλον εις υπολογισμόν τινα (αφορώντα προίκα, κοινωνικήν άνοδον ή ηθικήν πίεσιν κ.λπ.) είναι αδύνατος η αναπήδησις του ερωτικού συναισθήματος μετά τον γάμον. Θα παρεμποδίσουν την ανάπτυξιν τούτου τα ως άνω προβλήματα, και αι εκ τούτων διαφωνίαι και συγκρούσεις και δυσαρέσκειαι.
Β5. Εις ελαχίστας περιπτώσεις διαρκεί ο έρως επί μακρά έτη ή μέχρι θανάτου. Εις τας περιπτώσεις αυτάς άλλοτε αμφισβητείται η πληρότης, η φυσιολογικότης του εν λόγω έρωτος, άλλοτε ο έρως είναι μονόπλευρος, άλλοτε υφίσταται ερωτική αποβλάκωσις του ενός ή αναγκαστική νεύρωσις, άλλοτε υφίσταται φαινομενικότης και άλλοτε υφίσταται αγάπη από συνήθειαν (κατά το τραγούδι «μπορεί να μη σ’αγαπώ μα σ’έχω τόσο συνηθίσει –τί κι αν δεν είμαστ’ερασταί, δεν θα χωρίσωμεν ποτέ».)
Β6. Ο αληθής χαρακτήρ της γυναικός και του ανδρός αποκαλύπτεται μετά τον γάμον. Προ αυτού κρύπτεται ο αληθής χαρακτήρ δια τον φόβον απωλείας του συμπαθουμένου ή αγαπωμένου προσώπου και δια την εκ φύσεως μείζονα υποκριτικήν ικανότητα της γυναικός.
(έπεται συνέχεια)