Πώς ακριβώς καθορίζονται οι τιμές?

Στις καθημερινές συζητήσεις μας συχνά ακούμε τη λέξη ακρίβεια. Ο μέσος Ελληνας έχει την αίσθηση ότι οι τιμές των προϊόντων στην Ελλάδα του επιτρέπουν να αγοράσει λιγότερα αγαθά και υπηρεσίες σε σχέση με το μέσο Ευρωπαίο. Το συμπέρασμα που βγάζει είναι ότι το πρόβλημα είναι οι υψηλές τιμές. Στο παρακάτω κείμενο εξηγώ γιατί οι υψηλές τιμές είναι το σύμπτωμα, ενώ το πραγματικό πρόβλημα είναι η χαμηλή παραγωγικότητα της Ελληνικής οικονομίας. Βάση της ανάλυσης συμπεραίνω ότι η λύση στο πρόβλημα είναι όχι η τεχνητή συγκράτηση των τιμών ή οι διαδηλώσεις εναντίον της ακρίβειας, αλλά μεταρυθμίσεις που σκοπό έχουν την αύξηση της παραγωγικότητας. Το παρακάτω παράδειγμα, βασισμένο στην ποσοτική θεωρία του χρήματος (Quantity Theory of Money), αρκεί για να γίνω πιο κατανοητός.

Ας υποθέσουμε ότι ζούμε σε μια κοινωνία όπου οι πολίτες παράγουν και καταναλώνουν ένα μόνο προϊόν, παγωτό. Οι εργαζόμενοι είναι οργανωμένοι σε ομάδες/επιχειρήσεις. Η κάθε επιχείρηση παράγει μια γεύση παγωτού, την οποία πουλάει στους καταναλωτές και εισπράττει Ευρώ. Τα Ευρώ αυτά τα διανέμει στους εργαζόμενους και τους ιδιοκτήτες του εξοπλισμού που χρησιμοποιεί η επιχείρηση, οι οποίοι τα χρησιμοποιούν για να αγοράσουν γεύσεις παγωτού και από τις υπόλοιπες επιχειρήσεις. Ας υποθέσουμε ακόμα ότι στην οικονομία αυτή η Κεντρική Τράπεζα έχει τυπώσει 10.000 Ευρώ, και ότι κατά τη διάρκεια ενός έτους κάθε Ευρώ αλλάζει χέρια (δαπανάται) κατά μέσο όρο 10 φορές. H συνολική δαπάνη της οικονομίας ανά έτος είναι λοιπόν 100.000 Ευρώ (10.000 Ευρώ επί 10 φορές που δαπανάται το καθένα).

Ας υποθέσουμε επίσης ότι οι επιχειρήσεις, χρησιμοποιώντας τον εξοπλισμό και την τεχνογνωσία που διαθέτουν, μπορούν να παράξουν 1.000 κιλά παγωτό ανά έτος, και ότι σκοπός τους είναι να πουλήσουν το προϊόν τους σε όσο μεγαλύτερη τιμή γίνεται χωρίς ωστόσο να τους μείνει περίσσευμα. Ποιο θα είναι το επίπεδο των τιμών σε αυτήν την οικονομία? Η απάντηση είναι προφανώς 100 Ευρώ το κιλό. Αυτή είναι η ανώτατη τιμή την οποία μπορούν να χρεώσουν και ταυτόχρονα να πουλήσουν και τα 1.000 κιλά της παραγωγής. Αν από απληστία χρεώσουν 1.000 Ευρώ το κιλό, οι καταναλωτές, ξοδεύοντας 100.000 Ευρώ ανά έτος θα μπορέσουν να αγοράσουν μόνο 100 κιλά, και τα υπόλοιπα θα μείνουν αδιάθετα. Ο λόγος είναι ότι η αύξηση του επιπέδου των τιμών μειώνει την αγοραστική δύναμη του χρήματος, και έτσι κάθε Ευρώ που δαπανάται μπορεί να αγοράσει λιγότερο προϊόν.

Ας υποθέσουμε τώρα ότι ύστερα από κάποιες αλλαγές στον τρόπο οργάνωσης της παραγωγής οι ίδιοι εργαζόμενοι αρχιζουν να παράγουν 2.000 κιλά παγωτού ανά έτος. Αν οι επιχειρήσεις συνεχίσουν να χρεώνουν την ίδια τιμή, οι καταναλωτές, όπως είδαμε, θα μπορούν να αγοράσουν 1.000 κιλά παγωτό και τα υπόλοιπα 1.000 θα μείνουν αδιάθετα. Προκειμένου να αποφύγουν κάτι τέτοιο οι επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να μειώσουν την τιμή στα 50 Ευρώ το κιλό. Η αύξηση της αγοραστικής δύναμης του χρήματος θα επιτρέψει στους καταναλωτές, με τις ίδιες δαπάνες των 100.000 Ευρώ, να αγοράσουν 2.000 κιλά, ολόκληρη δηλαδή την παραγωγή.

Read moreΠώς ακριβώς καθορίζονται οι τιμές?