Υπόθεση απόδρασης Βλαστού

Πραγματικά περιστατικά:

Ο κρατούμενος βαρυποινίτης Βλαστός οργανώνει την επόμενη απόδρασή του. Ένα ελικόπτερο, όπου επιβαίνουν ένοπλοι συνεργοί του, προσεγγίζει τις φυλακές. Το πλήρωμα του ελικοπτέρου εκτελεί τους αναγκαίους χειρισμούς υπό την απειλή των όπλων των συνεργών του Βλαστού. Μόλις προσεγγίση αρκετά το ελικόπτερο, οι συνεργοί του Βλαστού ανοίγουν πυρ κατά των φρουρών του καταστήματος κράτησης, οι οποίοι ανταποδίδουν. Ως αποτέλεσμα της ανταλλαγής των πυροβολισμών, ο χειριστής του ελικοπτέρου εξαναγκάζεται σε αναγκαστική προσγείωση, το ελικόπτερο υφίσταται σοβαρές φθορές από βολίδες, ενώ το έτερο μέλος του πληρώματος, ο μηχανικός, τραυματίζεται. Ο Βλαστός πέφτει από ικανό ύψος κατά την προσπάθειά του να αναρριχηθή στο ελικόπτερο με μία ανεμόσκαλα και τραυματίζεται και αυτός.

Ποια η ποινική ευθύνη των φρουρών του καταστήματος κράτησης που πυροβόλησαν;

Το ελικόπτερο της μεγάλης φυγής
Το ελικόπτερο της μεγάλης φυγής

Τα της χρήσης πυροβόλων όπλων σπό αστυνομικές δυνάμεις εν γένει, με τις οποίες εξομοιώνονται (μάλλον! δεν έψαξα να βρω ρητή διάταξη) εν προκειμένω και η εξωτερική φρουρά των καταστημάτων κράτησης, διέπεται σε πρώτη φάση (όχι από το φυσικό δίκαιο, όχι από τις γενικές αρχές του δικαίου των πεπολιτισμένων εθνών, όχι από την κλειδοκράτειρα αρχή της αναλογικότητας, αλλά) από τις διατάξεις του Ν. 3169/2003 σε συνδυασμό με τα άρ 22-24 ΠΚ περί αμύνης.

Ο οποίος Ν. 3169/2003 προβλέπει σχετικώς, μεταξύ άλλων, τα εξής στο άρ. 3 παρ. 2:

Ο αστυνομικός επιτρέπεται να κάνει χρήση πυροβόλου όπλου, εφόσον αυτό απαιτείται για την εκπλήρωση του καθήκοντος του και συντρέχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α. Εχουν εξαντληθεί όλα τα ηπιότερα του πυροβολισμού μέσα, εκτός αν αυτά δεν είναι διαθέσιμα ή πρόσφορα στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ηπιότερα μέσα είναι ιδίως παραινέσεις, προτροπές, χρήση εμποδίων, σωματικής βίας, αστυνομικής ράβδου, επιτρεπτών χημικών ουσιών ή άλλων ειδικών μέσων, προειδοποίηση για χρήση πυροβόλου όπλου και απειλή με πυροβόλο όπλο.
β. Εχει δηλώσει την ιδιότητα του και έχει απευθύνει σαφή και κατανοητή προειδοποίηση για την επικείμενη χρήση πυροβόλου όπλου, παρέχοντας επαρκή χρόνο ανταπόκρισης, εκτός αν αυτό είναι μάταιο υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες ή επιτείνει τον κίνδυνο θανάτου ή σωματικής βλάβης.
γ. Η χρήση πυροβόλου όπλου δεν συνιστά υπερβολικό μέτρο σε σχέση με το είδος της απειλούμενης βλάβης και την επικινδυνότητα της απειλής.

Εν προκειμένω οι γενικοί περιορισμοί της χρήσης πυροβόλων όπλων δεν τυγχάνουν εφαρμογής, δεδομένου ότι λόγω της ήδη αρξαμένης εις βάρος των φρουρών επίθεσης με πυροβόλα όπλα δεν υπήρχαν πρόσφορα ηπιώτερα μέσα, ενώ θα ήταν μάταιη οποιαδήποτε προειδοποίηση. Τέλος, υπήρχε σαφής αναλογικότητα ανάμεσα στην απειλούμενη ανθρωποκτονία των εξωτερικών φρουρών και τον κίνδυνο ανθρωποκτονίας των ελικοπτεροβατών.

Ο Ν. 3169/2003 θέτει όμως και ειδικώτερες προϋποθέσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες πυροβολισμών (άρ. 3 παρ. 5-7):

5. Ο πυροβολισμός ακινητοποίησης επιτρέπεται, αν αυτό απαιτείται:

α. Για την απόκρουση ένοπλης επίθεσης, εφόσον η επίθεση άρχισε ή επίκειται, ώστε κάθε καθυστέρηση αντίδρασης να καθιστά αναποτελεσματική την άμυνα.

β. Για την αποτροπή επικείμενης τέλεσης ή εξακολούθησης κοινώς επικίνδυνου κακουργήματος ή κακουργήματος που τελείται με χρήση ή απειλή σωματικής βίας.

γ. Για τη σύλληψη καταδικασθέντος ή υποδίκου ή καταδιωκομένου που καταλαμβάνεται να τελεί επ’ αυτοφώρω κακούργημα ή πλημμέλημα, εφόσον αντιδρά στη σύλληψη του και υπάρχει άμεσος κίνδυνος να κάνει χρήση όπλου. […]

στ. Για την αποτροπή απόδρασης ή ελευθέρωσης κρατουμένου που επιχειρείται με ένοπλη επίθεση. […]

6. Ο πυροβολισμός εξουδετέρωσης επιτρέπεται, αν αυτό απαιτείται:

α. για την απόκρουση επίθεσης ενωμένης με επικείμενο κίνδυνο θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ανθρώπου,

β. για τη διάσωση ομήρων, για τους οποίους απειλείται κίνδυνος θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης.

7. Πυροβολισμός ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης απαγορεύεται:

α. εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πληγεί τρίτος από αστοχία ή εξοστρακισμό του βλήματος […]

Τα πράγματα είναι πλέον αρκετά σαφή. Ακόμη και ο λεπτομερής και αρκούντως περιοριστικός Ν. 3169/2003 επέτρεπε την χρήση πυροβόλων όπλων όχι μόνο με την μορφή του πυροβολισμού ακινητοποίησης (: π.χ. πυροβολισμός στα πόδια), αλλά ακόμη και πυροβολισμού εξουδετέρωσης (: π.χ. πυροβολισμός στο κεφάλι). Η διάκριση μεταξύ των δύο τύπων πυροβολισμών είναι κάπως θολή γενικώς, για τον πολύ απλό λόγο ότι ο δόλος πυροβολισμού ακινητοποίησης εν ταυτώ περιλαμβάνει και ενδεχόμενο δόλο τουλάχιστον πυροβολισμού εξουδετέρωσης. Αλλά ας είναι: στην προκειμένη περίπτωση επιτρεπτοί ήσαν αμφότεροι.

Όμως, θα αντείπη κάποιος, το αρπαγέν πλήρωμα του ελικοπτέρου διέτρεχε σοβαρό κίνδυνο να πληγή, και πράγματι επλήγη ο μηχανικός, και συνεπώς πυροβολισμός ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης απαγορεύεται κατ’ άρ. 7 περ. α΄ Ν. 3169/2003, διότι το πλήρωμα ήσαν “τρίτοι” κατά την έννοια του νόμου. Σωστά;

Λάθος.

Ας μην νομίση κανείς ότι το πλήρωμα του ελικοπτέρου αποτελούσε δήθεν αμέτοχους και αθώους τρίτους. Ναι μεν, όπως όλα ενδεικνύουν και όπως δέχομαι στην υπόθεσή μου, αποτελούν θύματα του κακουργήματος της αρπαγής, αυτό όμως καθόλου δεν συνεπάγεται ότι δεν επιτέθηκαν και αυτοί κατά των φρουρών της φυλακής.

Πράγματι, το πλήρωμα του ελικοπτέρου, ευρισκόμενο στην συγχωρητική κατάσταση ανάγκης του άρ. 32 ΠΚ, έπραττε αδίκως. Ειδικότερα, ο κίνδυνος που συνιστούσε για αυτούς η απειλή των όπλων εκ μέρους των Βλασταριών, ήτοι ένας κίνδυνος ζωής, ήταν ίσος με τον κίνδυνο ζωής στον οποίο έθεσαν με τις πράξεις τους τους φρουρούς του καταστήματος κράτησης. Επειδή η έννομη τάξη δεν δύναται να αξιώση από κανένα κοινωνό του δικαίου να παραιτηθή από την δική του ζωή χάριν της ζωής άλλου, η λύση που δίδεται στο τραγικό αυτό δίλημμα κατά το τεθειμένο δίκαιο είναι άρση του καταλογισμού της πράξης τους εις ενοχήν τους: ναι μεν αυτό που κάνατε είναι τελειωτικά άδικο, αλλά δεν μπορώ να σας καταδικάσω ελλείψει ενοχής.

Η πράξη του πληρώματος συνεπώς παραμένει άδικη. Αλλά ποια είναι ακριβώς η πράξη αυτή; Ο χειρισμός του ελικοπτέρου, καθώς και η επίβλεψη ή όποια άλλη συναφής ενέργεια εκ μέρους του μηχανικού δεν αποτελούν πονικά αδιάφορες πράξεις. Πρόκειται εμφανώς για συνέργεια, άμεση και απλή αντίστοιχα, στις απόπειρες ανθρωποκτονίας κατά συρροήν που διαπράττουν τα Βλαστοκύτταρα.

Ας μην φανή παράδοξο ή ανεπιεικές το συμπέρασμα αυτό. Υπό την αντίθετη εκδοχή, οι φρουροί δεν θα είχαν κανένα δικαίωμα αμύνης κατά του πληρώματος, αλλά θα έπρεπε να ανεχθούν κάθε πράξη τους ως νόμιμη. Υποθέστε απλά ότι τα Βλαστάκια εξανάγκαζαν το πλήρωμα να πυροβολήση και εκείνο κατά των φρουρών. Τι θα έπρεπε να κάνουν τότε οι αμυνόμενοι; Να υπομείνουν τις μη ένοχες σφαίρες; Ασφαλώς όχι.

Ως τέτοιες τελειωτικά άδικες πράξεις, στρεφόμενες κατά προσωπικών εννόμων αγαθών, οι πράξεις του πληρώματος συνιστούν επίθεση τόσο όσο και των Υποβλαστών. Ένα περαιτέρω ερώτημα που εύλογα τίθεται όμως είναι το εξής: μήπως το αναγκαίο μέτρο της άμυνας οφείλει να διαφοροποιηθή ενόψει της προφανώς διαφορετικής ενοχής των δύο ζευγών επιτιθεμένων; Στο κάτω κάτω, και το πλήρωμα υπήρξε θύμα των Βλαστιδίων εξίσου με τους φρουρούς των καταστημάτων!

Ως προς αυτό το σημείο, το άρ. 22 ΠΚ δεν διαφοροποιεί. Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται πιο εύλογο να αναγνωριστή περιωρισμένο δικαίωμα αμύνης εναντίον κάποιου που αδυνατεί να μορφώση αντίληψη περί δικαίου και αδίκου, δηλαδή να αντιληφθή το άδικο της πράξης του, παρά εναντίον κάποιου που το αναγνωρίζει μεν, αλλά αδυνατεί να συμμορφωθή. Να μην ξεχνάμε: αν δεν είναι αμυντές οι πράξεις του πληρώματος, δεν είναι ούτε και του ναυαγού του Καρνεάδη.

Ε ρε βρεμένη σανίδα που θέλουν μερικοί φιλόσοφοι!
Ε ρε βρεμένη σανίδα που θέλουν μερικοί φιλόσοφοι!

Συμπληρωματικά τώρα, το βασικό άρ. 22 ΠΚ περί αμύνης έχει ως εξής:

1. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας.
2. Άμυνα είναι η αναγκαία προσβολή του επιτεθέμενου στην οποία προβαίνει το άτομο, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται εναντίον τους.
3. Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από το βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της βλάβης που απειλούσε, από τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και από τις υπόλοιπες περιστάσεις.

Αποτελεί αμφισβητούμενο πεδίο το ζήτημα της σχέσης του Ν. 3169/2003 με το άρ. 22 ΠΚ. Καταργήθηκε μήπως για τους αστυνομικούς όταν πυροβολούν η άμυνα; Μήπως εφαρμόζεται πάντα ο αυστηρός Ν. 3169/2003; Ή μήπως ορθότερο είναι να διακρίνουμε, ώστε η μεν αυτάμυνά τους να κρίνεται κατά τον ΠΚ, ενώ η τριτάμυνά τους κατά τον Ν. 3169/2003; (Αντι)πυροβολώντας οι φρουροί, δρουν ως δημόσιοι υπάλληλοι, ασκώντας δημόσια εξουσία υπό τους περιορισμούς του Ν. 3169/2003, της ΕΣΔΑ και του Συντάγματος (προσέξτε την κλιμάκωση στην τυπική ισχύ των πηγών του δικαίου παρακαλώ!), ή όπως οποιοσδήποτε πολίτης, επικαλούμενοι τα κοινά για όλους και αγαπημένα άρ. 22-24 ΠΚ; Ντη φράγκε κανν νταχίνστεεν, που θα έλεγαν και οι βόρειοι φίλοι μας. Διότι στην προκειμένη περίπτωση η υιοθέτηση της μιας ή της άλλης άποψης δεν θα ωδηγούσε σε διαφορετικές λύσεις, καθώς σε κάθε περίπτωση πληρούνται οι αυστηρότεροι όροι του Ν. 3169/2003.

Το συμπέρασμα δεν αλλάζει σε τίποτε αν αναδράμουμε στην ΕΣΔΑ και σε όσα ισχυρίζεται ότι η περιέχει η ΕΣΔΑ η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Στρασβούργου. Καταρχάς, το καταπληκτικό άρ. 2 ΕΣΔΑ προβλέπει ούτε λίγο ούτε πολύ τα εξής:

Ο θάνατος δεν θεωρείται ως επιβαλλόμενος κατά παράβασιν του άρθρου τούτου εις τας περιπτώσεις εις τας οποίας θα επήρχετο συνεπεία χρήσεως βίας καταστάσης απολύτως αναγκαίας: α) διά την υπεράσπισιν οιουδήποτε προσώπου κατά παρανόμου βίας, β) διά την πραγματοποίησιν νομίμου συλλήψεως ή προς παρεμπόδισιν αποδράσεως προσώπου νομίμως κρατουμένου […]

Εδώ συντρέχει σαφώς η περίπτωση α περί αμύνης, αλλά και η β περί σύλληψης. Το καταπληκτικό είναι ότι η ΕΣΔΑ επιτρέπει, σε ακραίες περιπτώσεις ασφαλώς, την θανάτωση εκείνου που διώκεται απλώς και μόνο για να συλληφθή, ήτοι για να προσαχθή στον οικείο Εισαγγελέα, ζωντανός υποθέταμε πάντα! Τέτοιο επίπεδο προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η νομολογία του ΕΔΔΑ έχει βεβαίως κινηθή περιοριστικά, ειδικά στην ερμηνεία της περίπτωσης περί παρεμπόδισης μιας απόοδρασης, σε αποφάσεις όπως η Karandja κατά Βουλγαρίας (Ιαν 2011) και η Putintseva κατά Ρωσσίας (Αυγ 2012). Αλλά αυτές δεν αφορούσαν ούτε άμυνα ούτε σύλληψη, αλλά παρεμπόδιση απόδρασης ενός άοπλου κρατουμένου που έτρεχε με πυροβολισμό από τα πίσω στο κεφάλι ή στους γλουτούς. Μπρρρρρρ. Καμία σχέση με την δική μας περίπτωση.

Περιττεύει να σημειώσω ότι, επιδιώκοντας οι φρουροί την σύλληψη του Βλαστού, δεν επιδιώκουν απλώς την διατήρηση της κράτησης ενός καταδίκου. Απεναντίας, τον συλλαμβάνουν για το ολοζώντανο κακούργημα της ηθικής αυτουργίας σε αρπαγές και ανθρωποκτονίες και εν ταυτώ αμύνονται κατ’ αυτού. Δεν είναι το ασήμαντο πλημμέλημα της απλής απόδρασης που μας προβληματίζει, ένα πλημμέλημα που δεν θα έπρεπε καν να υπάρχη στον ανακεκαθαρμένο μας Ποινικό Κώδικα. Αλλά απεναντίας τα αυτόφωρα κακουργήματα που διαπράττονται ενώπιον των φρουρών, με θύματα και τους ίδιους.

Ένα άλλο αξιοπρόσεκτο καίτοι περιθωριακό σημείο της περίπτωσης είναι το εξής: οι βλάβες στο ελικόπτερο, το οποίο εν προκειμένω υπήρξε το instrumentum sceleris, δικαιολογούνται ασφαλώς λόγω καταστάσεως ανάγκης, κατά την ορθότερη άποψη. Δεδομένης της αρπαγής όμως του πληρώματος, εν προκειμένω επιχωριάζει η περίπτωση της καταβολής εύλογης αποζημίωσης για φθορά που επήλθε σε κατάσταση ανάγκης κατ’ άρ. 286 ΑΚ. Πρόκειται για σπάνια περίπτωση αποζημίωσης που οφείλεται όχι για παράνομη, αλλά για νόμιμη πράξη. Καλό ε;

Συνολικά λοιπόν, αγόμαστε συνεπώς στο συμπέρασμα ότι, βάσει των συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών, όπως έγιναν δεκτά και υπό την απαράβατη προϋπόθεση ότι όντως έχουν έτσι, οι φρουροί έπραξαν νομίμως.

Σκληρό, αλλά ξέρετε τι.

8 thoughts on “Υπόθεση απόδρασης Βλαστού”

  1. Το θέμα, μου κέντρισε το ενδιαφέρον και αξίζει λίγη κουβεντούλα. Άσε που με έκανε να νιώσω πάλι φοιτητής για λίγο:

    Λοιπόν, σύμφωνα με το ν.3169/2003 οι διατάξεις που καλούνται σε εφαρμογή συνδυαστικά είναι:
    Αρθ.3 παρ.5. Ο πυροβολισμός ακινητοποίησης επιτρέπεται, αν αυτό απαιτείται: α. Για την απόκρουση ένοπλης επίθεσης, εφόσον η επίθεση άρχισε ή επίκειται, ώστε κάθε καθυστέρηση αντίδρασης να καθιστά αναποτελεσματική την άμυνα… γ. Για τη σύλληψη καταδικασθέντος ή υποδίκου ή καταδιωκομένου που καταλαμβάνεται να τελεί επ’ αυτοφώρω κακούργημα ή πλημμέλημα, εφόσον αντιδρά στη σύλληψή του και υπάρχει άμεσος κίνδυνος να κάνει χρήση όπλου… στ. Για την αποτροπή απόδρασης ή ελευθέρωσης κρατουμένου που επιχειρείται με ένοπλη επίθεση.
    παρ 6. Ο πυροβολισμός εξουδετέρωσης επιτρέπεται, αν αυτό απαιτείται:
    α. για την απόκρουση επίθεσης ενωμένης με επικείμενο κίνδυνο θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ανθρώπου,. β. για τη διάσωση ομήρων, για τους οποίους απειλείται κίνδυνος θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης.
    Παρ.7. Πυροβολισμός ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης απαγορεύεται:
    α. εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πληγεί τρίτος από αστοχία ή εξοστρακισμό του βλήματος,

    Οι ως άνω διατάξεις προσφέρουν σχετική ερμηνευτική ευελιξία στην υπαγωγή, καθώς εν προκειμένω ως προς τον πυροβολισμό ακινητοποίησης, αυτός θα μπορούσε να εκτελεστεί σε βάρος των επιτιθέμενων ακόμα και χωρίς τις αυξημένες προϋποθέσεις της περίπτωσης α΄, δεδομένου ότι μπορεί να εφαρμοστεί η περίπτωση στ΄, ή ακόμα και η γ΄, καθώς τελείται το αυτόφωρο πλημμέλημα της απόδρασης κρατουμένου.
    Σε περίπτωση που δεν υπήρχαν τα μέλη του πληρώματος που «στρατολογήθηκαν» υπό την κάνη του όπλου, τα πράγματα θα ήταν μάλλον απλά. Ιδιαίτερα αφού άνοιξαν πυρ οι επιτιθέμενοι προς τους φύλακες εκείνοι θα δικαιούνταν να απαντήσουν ακόμη και με πυροβολισμούς εξουδετέρωσης.
    Εφόσον όμως υπήρχαν μέσα και οι λοιποί το ζήτημα είναι αν μπορούν να χαρακτηριστούν «τρίτοι» ή όμηροι. Ως τρίτο θα μπορούσαμε να ορίσουμε εκείνον που στο βιοτικό συμβάν που εκτίθεται δεν είναι στη θέση ούτε των δραστών της απόδρασης, ούτε των φυλάκων. Τρίτος είναι λοιπών, όποιος, στο βιοτικό συμβάν που μας απασχολεί δεν τελεί «έγκλημα», ήτοι πράξη άδικη και καταλογιστή. Επομένως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ακόμα και αν γίνει δεκτή η (όχι αδιαμφισβήτητη) θέση ότι οι χειριστής και ο μηχανικός έχουν κάνει μια τελικά άδικη πράξη, το γεγονός ότι δεν είναι καταλογιστή σε αυτούς δεδομένων των συνθηκών, τους καθιστά τρίτους προς το βιοτικό συμβάν. Οι άνθρωποι αυτοί είναι όμηροι, ήτοι άτομα που κατακρατούνται δια της βίας και παρά τη θέλησή τους, στερούμενοι την προσωπική τους ελευθερία και οι οποίοι αξιοποιούνται από τους δράστες για την επίτευξη των εγκληματικών τους στόχων.
    Υπό την παρουσία των τρίτων, πλέον καθίσταται παράνομος ο πυροβολισμός τόσο ακινητοποίησης, όσο κατά μείζονα λόγο εξουδετέρωσης, δεδομένου, ότι ο νομοθέτης στην αξιακή σύγκρουση μεταξύ της διακινδύνευσης της ζωής ενός τρίτου με την αξίωση της Πολιτείας για εκτέλεση της ποινής, έχει απαντήσει υπέρ της ζωής του τρίτου θέτοντας σαφή περιορισμό στην δυνατότητα εκτέλεσης πυροβολισμών ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης.
    Θα πει κανείς: Θα πρέπει να τιμωρηθούν δηλαδή οι φύλακες που πυροβόλησαν; Απάντηση: Κατά πάσα πιθανότητα οι φύλακες δεν γνώριζαν ούτε μπορούσαν να γνωρίζουν ότι στο ελικόπτερο υπήρχαν «τρίτοι». Η πλάνη τους περί του γεγονότος αυτού, είτε θεωρηθεί πραγματική, που αποκλείει το δόλο, είτε νομική (ανάλογα με ποια δογματική θέση θα ακολουθήσει κανείς), που θα πρέπει να κριθεί συγγνωστή, θα οδηγήσει στην μη κατάφαση εγκληματικής πράξης εκ μέρους των φρουρών.
    Θα τεθεί η κριτική ίσως: Δηλαδή, όποιος χρησιμοποιεί ομήρους, θα μπορεί να επιτίθεται και να αρπάζει κρατουμένους πυροβολώντας; Είναι δίκαιο αυτό; Δύσκολη όντως η απάντηση, όπως οριακή και η περίπτωση. Σίγουρα η θέση ότι στους τελούντες τελικά άδικη πράξη όμηρους του ελικοπτέρου υπό την απειλή πιστολιών, αξίζει να τύχουν της ίδιας διακινδύνευσης του εννόμου αγαθού της ζωής, όπως και οι πραγματικοί επιτιθέμενοι, είναι μια θέση που με κάνει να σκέφτομαι, ότι την αποτυχία της Πολιτείας να προστατεύσει τους ανθρώπους αυτούς από τους εγκληματίες που τους κατέστησαν ομήρους, θα έπρεπε να την ακολουθήσει ένα πλέγμα αυξημένης προστασίας των δικαιωμάτων τους και όχι το αντίθετο. Το φόβο των κατασταλτικών μηχανισμών ότι αδυνατούν να βρουν ή να αναχαιτίσουν ένα δραπέτη, δεν μπορεί να τον πληρώσουν με τη ζωή τους οι πραγματικά αθώοι. Μάλλον πίσω από την τοποθέτηση σε ένα τέτοιο ζήτημα μπορεί κανείς να δει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται καθένας το ποινικό δίκαιο και αν τον γοητεύει περισσότερο το φιλελεύθερο ή το κατασταλτικό του πρόσωπο.

    Τέλος: Ως προς τον ίδιο τον δραπέτη: Το αυτόφωρο έγκλημά του είναι μόνο η απόδραση. Το έγκλημα της ηθικής αυτουργία σε αρπαγή αι ανθρωποκτονία δεν τελείται επ΄αυτοφώρω εκείνη τη στιγμή. Η πρόκληση της απόφασης για ανθρωποκτονία (αν έχει γίνει) έγινε προγενέστερα και σε αυτή πλέον δε χωρεί άμυνα γιατί δεν είναι παρούσα.

    Reply
  2. Ως τρίτο θα μπορούσαμε να ορίσουμε εκείνον που στο βιοτικό συμβάν που εκτίθεται δεν είναι στη θέση ούτε των δραστών της απόδρασης, ούτε των φυλάκων. Τρίτος είναι λοιπών, όποιος, στο βιοτικό συμβάν που μας απασχολεί δεν τελεί «έγκλημα», ήτοι πράξη άδικη και καταλογιστή.

    Υπόθεσε ότι δεν είχαμε κατάσταση ανάγκης, αλλά νομική πλάνη ας πούμε ή ανικανότητα προς καταλογισμό. Έγκλημα δεν έχουμε και πάλι, αλλά είναι τρίτοι αυτοί; Δεν επιτίθενται; Δεν θέτουν άδικο; Πώς μπορεί να είναι “τρίτοι”;

    η (όχι αδιαμφισβήτητη) θέση ότι οι χειριστής και ο μηχανικός έχουν κάνει μια τελικά άδικη πράξη

    Πώς θα μπορούσε να αμφισβητηθή; Το σημείο αυτό είναι το ουσιώδες. Αν θέτουν τελικό άδικο, δύσκολα μπορεί να θεωρηθούν ως “τρίτοι”. “Επιτιθέμενος” και “τρίτος” δύσκολα συμβιβάζονται.

    Οι άνθρωποι αυτοί είναι όμηροι, ήτοι άτομα που κατακρατούνται δια της βίας και παρά τη θέλησή τους, στερούμενοι την προσωπική τους ελευθερία και οι οποίοι αξιοποιούνται από τους δράστες για την επίτευξη των εγκληματικών τους στόχων.

    Και έτσι ακόμη δεν αλλάζουν πάρα πολλά, γιατί ακόμη και αν δεν υπάρχει κατάσταση αμύνης έναντι των μελών του πληρώματος, υπάρχει κατάσταση ανάγκης.

    Υπό την παρουσία των τρίτων, πλέον καθίσταται παράνομος ο πυροβολισμός τόσο ακινητοποίησης, όσο κατά μείζονα λόγο εξουδετέρωσης, δεδομένου, ότι ο νομοθέτης στην αξιακή σύγκρουση μεταξύ της διακινδύνευσης της ζωής ενός τρίτου με την αξίωση της Πολιτείας για εκτέλεση της ποινής, έχει απαντήσει υπέρ της ζωής του τρίτου θέτοντας σαφή περιορισμό στην δυνατότητα εκτέλεσης πυροβολισμών ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης.

    Όχι, διαφωνώ.

    θα οδηγήσει στην μη κατάφαση εγκληματικής πράξης εκ μέρους των φρουρών.

    Καλή η ντρίπλα, αλλά έχει την εξής ωραία συνέπεια: το πλήρωμα, που κατά την γνώμη σου δεν τελεί άδικη πράξη, μπορεί να αμυνθή κατά των φρουρών, ακόμη και πυροβολώντας τους, αφού κινδυνεύει η ζωή του.

    Η άμυνα έχει αυτά τα ωραία μηδενικά αθροίσματα, ό,τι κερδίζει σε δικαίωμα ο ένας, το χάνει ο άλλος.

    την αποτυχία της Πολιτείας να προστατεύσει τους ανθρώπους αυτούς από τους εγκληματίες που τους κατέστησαν ομήρους, θα έπρεπε να την ακολουθήσει ένα πλέγμα αυξημένης προστασίας των δικαιωμάτων τους και όχι το αντίθετο

    Και εκείνους βαρύνει το στίγμα μιας επιλογής βέβαια. Μπορούσαν να πουν όχι (και να υποστούν τις συνέπειες). Αλλά είπαν ναι, θυμήσου τι λέει ο Ανδρουλάκης περί “θεραπαινίδας του αδίκου”, οπότε υφίστανται και κάποιες συνέπειες.

    Σκέψου απλώς, αντί να χειριστούν ελικόπτερο, το όπλο στο κρόταφο τούς υπαγόρευε να πετάξουν χειροβομβίδες. Τι θα πούμε τότε δηλαδή;

    Μάλλον πίσω από την τοποθέτηση σε ένα τέτοιο ζήτημα μπορεί κανείς να δει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται καθένας το ποινικό δίκαιο και αν τον γοητεύει περισσότερο το φιλελεύθερο ή το κατασταλτικό του πρόσωπο.

    Εντάξει, είναι έντονος ο πειρασμός να το γυρίσουμε στο “εμείς με τον κατηγορούμενο και εσείς με τον εισαγγελέα”.

    Το αυτόφωρο έγκλημά του είναι μόνο η απόδραση. Το έγκλημα της ηθικής αυτουργία σε αρπαγή αι ανθρωποκτονία δεν τελείται επ΄αυτοφώρω εκείνη τη στιγμή. Η πρόκληση της απόφασης για ανθρωποκτονία (αν έχει γίνει) έγινε προγενέστερα και σε αυτή πλέον δε χωρεί άμυνα γιατί δεν είναι παρούσα.

    Μμμμ, δεν είμαι τόσο σίγουρος. Προφανώς έχει γίνει εκ των προτέρων κάποια συνεννόηση περί πιθανής ανθρωποκτονίας, η οποία όμως ενεργοποιείται εκείνη την στιγμή μόνο.

    Θα το σκεφτώ κάποια στιγμή με ποιο καθαρό μυαλό.

    Reply
  3. Δυστυχώς χάθηκαν δυο σχόλια λόγω δολιοφθοράς από σκοτεινές αντιμνημονιακές δυνάμεις. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου ιστολογίου.

    Reply
  4. Ξαναματαγράφω στο περίπου το δικό μου σχόλιο λοιπόν:

    Για τους φρουρούς των καταστημάτων κράτησης υπάρχει ειδική νομοθεσία.

    Σύμφωνα με το άρ. 50 Ν. 2721/1999:

    1. Το Προσωπικό της Εξωτερικής Φρούρησης κατά την άσκηση των καθηκόντων φέρει όπλα και μπορεί να κάνει χρήση αυτών πέραν των περιπτώσεων νομίμου αμύνης κατά τον Ποινικό Κώδικα, στις ακόλουθες πε ρ(πτώσεις χωρίς να ευθύνεται για τις συνέπειες:
    α) Όταν κρατούμενοι αποπειρώνται να αποδράσουν με βία που στρέφεται κατά προσώπων ή πραγμάτων, ή όταν για τον ίδιο σκοπό αναρριχώνται στον εξωτερικό τοίχο του Καταστήματος.
    β) Όταν κρατούμενοι εξέλθουν του εξωτερικού μανδρότοιχου του Καταστήματος ή βρεθούν στην εξωτερική ζώνη αυτού ή εκτός των ορίων του Καταστήματος και δεν σταθούν στη σχετική πρόσκληση του φρουρού δια των λέξεων “Αλτ ή Πυροβολώ”.
    γ) Όταν ενεργείται κατά του Προσωπικού επίθεση από τον εσωτερικό ή εξωτερικό χώρο του Καταστήματος, με όπλα ή άλλα αντικείμενα, δυνάμενα να επιφέρουν σε αυτό σοβαρή σωματική βλάβη.
    δ) Όταν το Προσωπικό Εξωτερικής Φρούρησης δεν μπορεί να υπερασπίσει άλλως τη θέση που κατέχει ή τα άτομα τα οποία παραδίδονται σε αυτό προς φύλαξη.
    ε) Όταν τρίτα πρόσωπα επιχειρούν με χρήση βίας να ελευθερώσουν κρατούμενο σε οποιαδήποτε περίπτωση.
    στ) Όταν επιχειρείται επέμβαση για απελευθέρωση ομήρων μετά την άρνηση των κρατουμένων σε νόμιμη πρόσκληση να απελευθερώσουν αυτούς.
    ζ) Όταν καλείται νομίμως ένοπλο άτομο να παραδώσει ή εγκαταλείψει το όπλο του.
    2. Όπλα θεωρούνται τα αναφερόμενα στη διάταξη του άρθρου 1 του ν. 2168/1993 όπως εκάστοτε ισχύει.
    3. Προ πάσης δραστικής χρήσεως των όπλων, προηγούνται τα ήπια μέσα προς αποτροπή της απόδρασης.
    Ως ήπια μέσα θεωρούνται ιδίως:
    α) η παροχή συμβουλών ή παραινέσεων ή εκτόξευση απειλών προς τον ή τους αποπειραμένους να δραπετεύσουν ή να δράσουν κατά τα ανωτέρω, ως “Αλτ” ή “Πυροβολώ”,
    β) η εκτόξευση νερού υπό πίεση,
    γ) η χρήση χημικών μέσων που παρέχονται από την Υπηρεσία και
    δ) η ρίψη προειδοποιητικών πυροβολισμών στον αέρα.

    Τρεις παρατηρήσεις εκ μέρους μου:

    1. Οι ενέργειες των φρουρών στην απόδραση Βλαστού ήταν νόμιμες σύμφωνα και με την ειδική νομοθεσία που τους διέπει.
    2. Από το κείμενο του νόμου συνάγεται σοβαρό ερμηνευτικό επιχείρημα ότι η νεώτερη και ειδικώτερη νομοθεσία περί χρήσεως των πυροβόλων όπλων από αστυνομικούς κ.λπ. δεν κατήργησε τις περί αμύνης διατάξεις του ΠΚ (ούτε όμως εν μέρει;), διότι υπάρχει ρητή υπέρ εκείνων επιφύλαξη.
    3. Το κείμενο του νόμου είναι υπερβολικά ευρύ σε κάποιες περιπτώσεις, όπως η β και η δ. Εδώ επιβάλλεται ερμηνεία εναρμονισμένη προς το άρ. 2 ΕΣΔΑ.

    Reply
  5. Ν.29/1943
    Αρθρ. 1.- Οι άνδρες της Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων και το τυχόν μετ` αυτών συμπράττοντο όργανο της αγροφυλακής και δασικής υπηρεσίας όταν ενεργούσι προς εκτέλεσιν των Νόμων, Δ/των και Αποφάσεων των αρμοδίων Αρχών ή προς διάλυσιν συναθροίσεων ή καταστολήν στάσεων, δύνανται να ποιήσωνται χρήσιν των όπλων άνευ ουδεμιάς ευθύνης δια τας συνεπείας εις τας ακολούθους περιπτώσεις.
    α) Όταν ενεργήται κατ` αυτών επίθεσις δια πυροβόλων όπλων ή άλλων αντικειμένων δυνάμενων να επιφέρωσιν αυτοίς σοβαρήν σωματικήν βλάβην.
    β) Οταν δεν δύνανται να υπερασπισθώσιν άλλως τον τόπον τον οποίον κατέχουσιν ή την θέσιν ή το άτομο το οποίο παρεδόθησαν αυτοίς προς φύλαξιν ή των οποίων εκ καθήκοντος ανέλαβον την προάσπισιν ή τους δημοσίους υπαλλήλους εν τη εκτελέσει των καθηκόντων των ή το Δημόσιο κατάστημα.
    γ) Οταν υφισταμένης συναθροίσεως το πλήθος προβαίνει εις λεηλασίας ή διαρπαγας ή βιαιοπραγίας κατά πολιτών ή καταλήψεις ή φθοράς δημοσίων ή ιδιωτικών οικιων ή καταστημάτων ή αποθηκών ή όταν η επιτραπείσα συνάθροισις εξετράπη του ειρηνικού της σκοπού εις πράξεις διαταρασσούσας την δημοσίαν τάξιν.
    δ) Οταν ενεργούνται συναθροίσεις παρά την απαγόρευσιν αυτών υπό της Αρχής, οι δε συναθροισθέντες καίπερ δεν εκτρέπονται εις έκτροπο, εν τούτοις εις πρόσκλησιν αυτής όπως διαλυθώσιν, αρνούνται να πράξωσι τούτο.
    ε) Οταν κρατούμενοι αποπειρώνται την βία απόδρασίν των είτε η βία στρέφεται κατά των φυλάκων είτε κατά πραγμάτων.
    στ) Οταν κρατούμενος ανέλθη εν καιρώ ημέρας επί της στέγης ή αναρριχθή επί των τοίχων του Καταστήματος ή εξέλθη αυτού εις την οδό με σκοπόν αποδράσεως και δεν σταθεί εις την πρόσκλησιν του φρουρού.
    Ομοίως εις πάσαν περίπτωσιν αποπείρας αποδράσεως κατά την διάρκειαν της νυκτός εφ` όσον δεν ήθελε σταθή ο κρατούμενος εις την πρόσκλησιν του σκοπού “Αλτ ή πυροβολώ”.
    ζ) Οταν εν περιπτώσει στάσεως, διαταχθέντες από της Αρχής να διαλυθώσι δεν υποτάσσονται εις τας δοθείσας διαταγάς.

    Αρ.50 ν.2721/1999

    Πυροβολισμός χωρίς ευθύνη για τις συνέπειες:
    α) Όταν κρατούμενοι αποπειρώνται να αποδράσουν με βία, που στρέφεται κατά προσώπων ή πραγμάτων, ή όταν για τον ίδιο σκοπό αναρριχώνται στον εξωτερικό τοίχο του Καταστήματος.
    β) Όταν κρατούμενοι εξέλθουν του εξωτερικού μανδρότοιχου του Καταστήματος ή βρεθούν στην εξωτερική ζώνη αυτού ή εκτός των ορίων του Καταστήματος και δεν σταθούν στη σχετική πρόσκληση του φρουρού δια των λέξεων “Αλτ ή Πυροβολώ”.
    ε) Όταν τρίτα πρόσωπα επιχειρούν με χρήση βίας να ελευθερώσουν κρατούμενο σε οποιαδήποτε περίπτωση.

    Δυνάμει του άρθρου 8 ν.3169/2003 καταργήθηκε ρητά ο ν.29/43 καθώς σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση αντίκειται στο Σύνταγμα και στην ΕΣΔΑ. Οι διατάξεις του άρθρου 50ν. 2721/1999 είναι εν μέρει πανομοιότυπες με εκείνο τον καταργημένο κατοχικό νόμο, που συνέχισε να ισχύει έως το 2003 και επιτέλους καταργήθηκε. Περαιτέρω, η γνώμη ότι συνεχίζει η χρήση όπλων από τους εξωτερικούς φρουρούς να ισχύει όπως πριν τον 3169/2003, θα οδηγούσε στο κατά τη γνώμη μου παράδοξο σχήμα να υπάρχουν αυστηρότερες προϋποθέσεις για τη χρήση όπλων από τους αστυνομικούς, από ότι στους εξωτερικούς φρουρούς. Ακόμα και αν ξεπεράσουμε αυτό καθ΄αυτό το θέμα της διαφορετικού είδους και ποιότητας εκπαίδευσης που λαμβάνουν τα δύο σώματα (βλ. προϋποθέσεις πρόσληψης εξωτερικών φρουρών!!), δεν είναι δυνατό να δικαιολογηθεί το τόσο μεγάλο εύρος της ανεύθυνης χρήσης όπλων από εξωτερικούς φρουρούς. Ο πυροβολισμός κάποιου που σκαρφαλώνει στο μαντρότοιχο, εκείνου που σπάει μια πόρτα για να αποδράσει, εκείνου που δεν σταματήσει σε διαταγή τύπου Αλτ!, κάνουν την αρχή της αναλογικότητας να δένει μια πέτρα στο λαιμό της. Εδώ δεν μπορεί να ληθεί το πράγμα με μία ερμηνεία εναρμονισμένη προς το αρ.2 της ΕΣΔΑ, εκτός αν αυτό σημαίνει τη μη εφαρμογή του νόμου λόγω αντίθεσης στο ως άνω άρθρο. Ως εκ τούτου η αναφορά στο άρθρο 6 του ν.3169/2003, δεν έχει κανένα νόημα λοιπόν, αν δεν συνδυαστεί με το σύνολο των προϋποθέσεων χρήσης όπλων που ρυθμίζονται στο νόμο αυτό. Έτσι με ασφάλεια και ερμηνευτικό ορίζοντα την συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας, μπορούμε να θεωρήσουμε καταργημένές τις διατάξεις του νόμου 2721/1999.
    Ως προς τις περί αμύνης και κατάστασης ανάγκης διατάξεις, ο ν.3169/2003 στις περισσότερες από τις ρυθμίσεις του ουσιαστικά εξειδικεύει το περιεχόμενο του αναγκαίου μέτρου της άμυνας, που αναγνωρίζεται στους ένοπλους των σωμάτων ασφαλείας.

    Reply
  6. Υ.Γ.
    To “ληθεί” που έγραψα, δεν είναι κάποιο ποιητικό λογοπαίγνιο με τη λήθη. Απλά πάτησα λάθος πλήκτρο..

    Reply
  7. Πρωτοδίκη

    η γνώμη ότι συνεχίζει η χρήση όπλων από τους εξωτερικούς φρουρούς να ισχύει όπως πριν τον 3169/2003, θα οδηγούσε στο κατά τη γνώμη μου παράδοξο σχήμα να υπάρχουν αυστηρότερες προϋποθέσεις για τη χρήση όπλων από τους αστυνομικούς, από ότι στους εξωτερικούς φρουρούς.

    Πολλά παράδοξα υπάρχουν στην σχετική νομοθεσία και αυτό δεν είναι το πιο μικρό. Για πολλούς ακόμη παραδοξώτερο είναι το αυστηρότερο νομικό καθεστώς των αστυνομικών, των κατεξοχήν δηλαδή επιφορτισμένων με την δίωξη του εγκλήματος, σε σχέση με τον κάθε πολίτη.

    Το πιο σωστό θα ήταν βέβαια κάθε ένοπλη επέμβαση ενστόλου να ρυθμίζετα από το ίδιο νομοθετικό καθεστώς. Πρόσεξε όμως ότι το ίδιο το κείμενο της ΕΣΔΑ παρέχει ευρύτερα περιθώρια, ακόμη και θανάτωσης!, στις περιπτώσεις της απόδρασης.

    Εδώ δεν μπορεί να ληθεί το πράγμα με μία ερμηνεία εναρμονισμένη προς το αρ.2 της ΕΣΔΑ, εκτός αν αυτό σημαίνει τη μη εφαρμογή του νόμου λόγω αντίθεσης στο ως άνω άρθρο.

    Φυσικά και μπορεί να λυθή και φυσικά αυτό σημαίνει.

    με ασφάλεια και ερμηνευτικό ορίζοντα την συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας, μπορούμε να θεωρήσουμε καταργημένές τις διατάξεις του νόμου 2721/1999.

    Τι είναι αυτό, κατάργηση νόμου διά της μεταβατικής ιδιότητας; :-Ρ

    Ο 3169/2003 καταργεί τον 29/43, όχι όλους τους νόμους που μοιάζουν με τον 29/43, αλλά δεν είναι ο 29/43! Ο 2721/1999 ήταν τότε πολύ πρόσφατος, ο νομοθέτης τον γνώριζε, αν ήθελε θα τον καταργούσε και εκείνον, αλλά δεν το έπραξε.

    Το κυριώτερο: αυτή η ερμηνευτική κατάργηση νόμου διευρύνει το αξιόποινο των φρουρών sine lege. Δεν μπορούμε να παίζουμε με αυτά.

    Reply

Leave a Comment