Τις τελευταίες ημέρες δόθηκε στην δημόσια διαβούλευση ένα εκτενέστατο νομοσχέδιο, το οποίο περιέχει σαρωτικές τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα, ενός Ποινικού Κώδικα που μόλις έκλεισε 2 χρόνια ζωής. Θα ήθελα να επικεντρωθώ σε μία από τις προτάσεις τροποποίησης, μια πρόταση που συναντά ήδη έντονες αντιδράσεις: αυτήν που αφορά το άρ. 191 ΠΚ περί διασποράς ψευδών ειδήσεων.
Καταρχάς, επιβάλλονται λίγα νομικά: το έγκλημα αυτό δεν είναι καινοφανές, αλλά υπήρχε και στον Ποινικό Κώδικα του 1951. Η νέα προτεινόμενη ρύθμιση αποτελεί κατ’ ουσίαν παλινδρόμηση στην διατύπωση του Ποινικού Κώδικα πριν το 2019, όπου προστίθεται η (πολλαπλώς πάσχουσα την τελευταία διετία) δημόσια υγεία.
Είναι καταρχάς απολύτως ακριβές ότι το έγκλημα της διασποράς ψευδών ειδήσεων, ως έγκλημα που περιορίζει την ελευθερία του λόγου των ενδιαφερομένων, και μάλιστα των δημοσιογράφων, εγκυμονεί δυνητικά κινδύνους για τα συνταγματικά μας δικαιώματα (και για αυτό ακριβώς είχα υποστηρίξει την ολοκληρωτική του κατάργηση εδώ, άποψη που τώρα αναθεωρώ υπέρ της μερικής κατάργησης). Εξίσου ακριβές είναι όμως ότι η ψευδολογία δεν ανήκει στον πυρήνα της ελευθερίας της έκφρασης: δεν απαγορεύεται μεν γενικά (ούτε θα μπορούσε!) το ψεύδεσθαι, υπάρχουν όμως πολλοί θεμιτοί περιορισμοί του, σε διατάξεις όπως η συκοφαντική δυσφήμηση, η απάτη ή η ψευδής καταμήνυση. Με άλλα λόγια, όταν η ψευδολογία θίγει και κάποιο άλλο έννομο αγαθό.
Μπορεί άραγε εδώ να ανιχνευθή κάποιο άλλο έννομο αγαθό το οποίο προσβάλλεται; Αποτελεί τέτοιο αγαθό η δημόσια τάξη, όπου έχει ενταχθή συστηματικά το άρ. 191 ΠΚ; Ας προσεγγίσουμε το ζήτημα με ένα παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι μερίδα του τύπου, έντυπου και ηλεκτρονικού, υποστηρίζει με ζέση ότι η χορηγούμενη στους καρκινοπαθείς χημειοθεραπεία επιταχύνει την επέλευση του θανάτου τους και ότι αντ’ αυτού πρέπει να καταναλώνουν κολοκύθια, τα οποία περιέχουν την θαυματουργό ουσία κολοκυνθίνη. Η κολοκυνθίνη, όπως ισχυρίζονται, θεραπεύει τάχιστα και αποτελεσματικά τον καρκίνο. Ως αποτέλεσμα αυτών των διαδόσεων, πολλοί καρκινοπαθείς εγκαταλείπουν την θεραπεία τους, με τραγικά για τους ίδιους αποτελέσματα, ενώ καταρρακώνεται το κύρος του ιατρικού επαγγέλματος και η εμπιστοσύνη των πολιτών στο σύστημα υγείας. Γίνεται νομίζω ευχερώς αντιληπτό ότι σε μια τέτοια περίσταση πράγματι διασαλεύεται η δημόσια τάξη στον ευαίσθητο μάλιστα χώρο της δημόσιας υγείας.
Σημειωτέον, πράγμα που νομίζω ότι δεν έχει γίνει αντιληπτό επαρκώς, ότι το άρ. 191 ΠΚ τιμωρεί υπό όρους τις ψευδείς «ειδήσεις» και μόνο. Ψευδής όμως (ή αληθής) είναι μόνο μία οντική πρόταση, που αναφέρεται στον εμπειρικό κόσμο των αισθήσεων, και όχι μια (απ)αξιολογική πρόταση, η οποία αντιθέτως δεν επιδέχεται αληθοτιμή. Πρόκειται για την γνωστή σε κάθε δημοσιογράφο διαφορά μεταξύ είδησης και σχολίου: τα γεγονότα είναι αυτά που είναι και πρέπει να γίνωνται σεβαστά, ο σχολιασμός τους μόνο είναι ελεύθερος. Η ελευθερία του λόγου καλύπτει λοιπόν, και μάλιστα απεριορίστως, το σχόλιο, την ιδέα, την γνώμη, την πεποίθηση, την άποψη. Δεν καλύπτει αντιθέτως άνευ ετέρου την διαστρέβλωση, την απόκρυψη, την παρασιώπηση και φυσικά το ευθύ ψεύδος των πραγματικών περιστατικών.
Σημαίνουν άραγε αυτά ότι η προτεινόμενη νέα διάταξη είναι απηλλαγμένη προβλημάτων; Όχι βέβαια, εντυπωσιάζει όμως το γεγονός ότι δεν γίνεται λόγος για αυτά. Δεν γίνεται π.χ. λόγος για την τιμώρηση της πράξεως ακόμη και εξ αμελείας, πράγμα το οποίο πρακτικά σημαίνει ότι το δικαστήριο θα καλείται να ελέγξει αν ο δημοσιογράφος ώφειλε και ηδύνατο να προβλέψη το ψεύδος, με άλλα λόγια αν έκανε καλά την δουλειά του, π.χ. αν διασταύρωσε επαρκώς τις πηγές του. Μια τέτοια τιμωρητική απειλή μπορεί πράγματι να θεωρηθή δυσανάλογη από φιλελεύθερη άποψη, ενόψει του ανασταλτικού αποτελέσματος που μπορεί να ασκήση στο δημοσιογραφικό επάγγελμα.
Ας επιστρέψουμε κλείνοντας στην υποθετική μας κολοκυνθίνη. Το παράδειγμα δεν είναι και τόσο υποθετικό. Πραγματικοί άνθρωποι έχουν διατυπώσει εν γνώσει τους παρόμοιους ψευδείς ισχυρισμούς, πωλώντας με το αζημίωτο το αντίστοιχο της θαυματουργού κολοκυνθίνης, και πραγματικοί άνθρωποι, που θα μπορούσαν να είχαν θεραπευθή, έχουν αποβιώσει. Οι πράξεις αυτές μέχρι τώρα διέφευγαν την ποινική καταστολή, κατά την ταπεινή μου γνώμη κακώς. Καιρός λοιπόν να αλλάξη αυτό.
Πριν λιγο καιρο ο Κουλός υποστηριξε στη Βουλη οτι σεν υπαρχουν μελετες που να αποδεικνυουν οτι οι εκτος ΜΕΘ εχουν μεγαλυτερη θνησιμοτητα απο covid σε σχεση με τους εντος. Αυτο ειναι κραυγαλεο ψευδος οπως μπορει να βεβαιωσει καθε ιατρος, και οπως κατανοει καθε νοημων ανθρωπος. Περαιτερω, σημερα ο Τυπος αναφερει οτι εδω και 6 μηνες εχει δημοσιευθει μελετη του Καθηγητη Τσιοδρα και συνεργατων, η οποια επιβεβαιωνει οτι οι βαρια ασθενεις με covid εχουν πολυ μεγαλες πιθανοτητες να αποβιωσουν αν δεν νοσηλευθουν σε ΜΕΘ, και προφανως πολλαπλασιες απο αυτους που θα νοσηλευθουν. Ο κ. Τσιοδρας ειναι ο βασικος συμβουλος της Πολιτείας σε θεματα covid, και ειναι βεβαιο οτι εχει ενημερωσει σχετικως, αρα τεκμαίρεται οτι ο Κουλός γνωριζε ως εκ της θεσεως του , αρα δεν μπορει να επικαλεστει αγνοια ή πλάνη. Ασθενεις μπορει να αρνηθουν να διασωληνωθουν, παρασυρθεντες απο τον Κουλό, και συνεπως να αποβιωσουν. Συνεπως ο Κουλός παραβιασε το αρθρο 191 ΠΚ, οπως ο ιδιος το τροποποιησε, και μαλλιστα συντρεχουν ολες οι επιβαρυντικες προϋποθεσεις που αυτο προβλεπει. Και επειδη κατα το Συνταγμα ολοι οι πολιτες ειναι ισοι απεναντι στον Νομο, ο Κουλός πρεπει να υποστει τις εννομες συνεπειες των πραξεων του.