Υπέρ της ελευθερίας ψευδομαρτυρίας

Σύμφωνα με το άρ. 224 παρ. 1 και 2 ΠΚ

1. Όποιος ως διάδικος σε πολιτική δίκη δίνει εν γνώσει του ψευδή όρκο, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. 2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος, ενώ εξετάζεται ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση ή αναφέρεται στον όρκο που έχει δώσει, καταθέτει εν γνώσει του ψέματα ή αρνείται ή αποκρύπτει την αλήθεια.

Η διάταξη εισάγει ένα από τα πλέον κλασσικά αδικήματα, ένα αδίκημα που μαζί με τα αδελφάκια του, την ψευδή καταμήνυση και, κυρίως, την συκοφαντική δυσφήμηση, κάνει τα πινάκια των δικαστηρίων να στενάζουν, ένα αδίκημα που υπάρχει ήδη από την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης. Οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδῆ ενετείλατο ο αυστηρός Θεός στην Ενάτη Εντολή και έκτοτε πράγματι η ψευδορκία έχει διατελέσει ένα αυτονόητο έγκλημα περί την απονομή της δικαιοσύνης.

Δεν είναι τάχα αυτονόητα όλα αυτά;

Όχι, δεν είναι.

Τι θα γινόταν τάχα αν καταργούσαμε το αδίκημα της ψευδορκίας; Θα σταματούσε η Γη να περιφέρεται γύρω από τον Ήλιο; Θα διακινδύνευε σοβαρά η απονομή της δικαιοσύνης στην χώρα μας;

Όχι.

Σύμφωνα με το άρ. 218 ΚΠΔ (και άλλες, παρόμοιου περιεχομένου διατάξεις)

Κάθε μάρτυρας οφείλει, πριν εξετασθεί στο ακροατήριο, να ορκιστεί δημόσια. Προς τούτο ερωτάται, αν προτιμά να δώσει θρησκευτικό ή πολιτικό όρκο.

Η όλη αντιδικία ως προς αυτήν την διάταξη περιορίζεται στο περιεχόμενο του όρκου. Οι τάχαμου προοδευτικοί θέλουνε να καταργήσουν εντελώς τον θρησκευτικό τύπο του όρκου, κι ας προσφέρεται παράλληλα και πολιτικός τύπος, οι τάχαμου συντηρητικοί ανατριχιάζουν στην σκέψη ότι μπορεί να βγη ο Θεός από τις αίθουσες των ακροατηρίων και έτσι παίζουνε μπαλίτσα εδώ και χρόνια μεταξύ τους και νά’χαμε να λέγαμε και τα λοιπά. Έχουμε εισπράξει και μια καταδίκη από Στρασβούργο μεριά σχετικώς.

Κανείς δεν σκέφτηκε όμως ότι οι γόρδιοι δεσμοί κόβονται.

Προσέξτε τώρα τι προβλέπει το άρ. 221 ΚΠΔ:

Χωρίς όρκο εξετάζονται στην ανάκριση και στην κύρια διαδικασία όσοι: […] δ) επιδιώκουν ως πολιτικώς ενάγοντες στο ποινικό δικαστήριο απαιτήσεις για αποζημίωση, καθώς και οι αστικώς υπεύθυνοι σύμφωνα με τα άρθρο 89 κ.ε. ε) δικαιούνται χρηματική αμοιβή για την καταμήνυση.

Ο νόμος δηλαδή αφήνει άνορκους ακριβώς όσους εμπλέκονται πιο πολύ προσωπικά στην ερευνώμενη υπόθεση, άρα γνωρίζουν πιο πολλά κατά τεκμήριο και από αυτούς συνεπώς ακριβώς περιμένει το δικαστήριο να μάθη την αλήθεια! Αλλά αν έπρεπε να ορκίζουμε όσους καταθέτουν πραγματικά περιστατικά κρίσιμα για την ανεύρεση της αλήθειας, τότε κατ’ εξοχήν θα έπρεπε να ορκίζωνται όσοι έχουν προσωπικό συμφέρον από την ετυμηγορία του δικαστηρίου. Είναι δε συνηθέστατο σε αδικήματα με προσωπική αντιδικία να μην ορκίζεται κανένας: δεν υπάρχει τρίτος μάρτυρας, ο δε πολιτικώς ενάγων δεν ορκίζεται κατ’ άρ. 221 ΚΠΔ, ο δε κατηγορούμενος ομοίως δεν ορκίζεται κατ’ άρ. 366 ΚΠΔ (που δεν προβλέπει όρκιση του κατηγορουμένου). Κιόμως, δικαιοσύνη απονέμεται μια χαρά και σε αυτές τις περιπτώσεις!

Πράγματι, τίποτε δεν θα άλλαζε ούτε στην θεωρία ούτε στην πράξη, αν καταργείτο το άρ. 224 ΚΠΔ, καθώς και το άρ. 116 ΚΠολΔ, που ορίζει ότι

1. Οι διάδικοι, οι νόμιμοι αντιπρόσωποι και οι πληρεξούσιοί τους οφείλουν να τηρούν τους κανόνες των χρηστών ηθών και της καλής πίστης, να αποφεύγουν ενέργειες που φανερά οδηγούν στην παρέλκυση της δίκης, να εκθέτουν τα πραγματικά γεγονότα που αναφέρονται στην υπόθεση, έτσι ακριβώς όπως τα γνωρίζουν με πληρότητα και σύμφωνα με την αλήθεια, αποφεύγοντας διφορούμενες και ασαφείς εκφράσεις.

Στις ποινικές δίκες κάθε διάδικος έχει το δικαίωμα ούτως ή άλλως να εξετάση τον μάρτυρα και να του υποβάλη κάθε ερώτηση χρήσιμη προς διευκρίνιση της αλήθειας κατ’ άρ. 357 και 358 ΚΠΔ (και άρ. 234 ΚΠολΔ για τις πολιτικές δίκες).

Τα διαβάζω και γελάω. Όλοι ξέρουν φυσικά ότι στην πράξη τίποτε από αυτά δεν τηρείται. Όλοι, μα όλοι λένε ανερυθρίαστα ψέματα, ειδικά υπό την έννοια της απόκρυψης της συνόλης αλήθειας, και δεν κουνιέται φύλλο. Η ψευδορκία, ενώ ανήκει στα αυτεπαγγέλτως διωκόμενα εγκλήματα, σπανίως διώκεται πραγματικά αυτεπαγγέλτως, αλλά σχεδόν πάντα μετά από μήνυση του θιγομένου, συνήθως κάποιου αστικού αντιδίκου. Αυτές οι δευτερογενείς μηνύσεις, μηνύσεις που δημιουργούνται εντός και από το ίδιο το δικαστικό σύστημα, επιβαρύνουν εξαιρετικά με τις ατελείωτες αντιδικίες τους την λειτουργία του. Από όλες τις πραγματικά διαπραττόμενες ψευδορκίες αμφιβάλλω αν διώκεται έστω το 1%, διότι διαφορετικά δεν θα είχαμε άλλη δουλειά να κάνουμε στις ζωάρες μας. Όλα αυτά είναι φυσικά γνωστά στους δικαστές, οι οποίοι για τον λόγο αυτό αντιμετωπίζουν τους μάρτυρες που φέρνουν οι διάδικοι με το σύστημα του μπαινάκη και του βγαινάκη, εκτός αν μαρτυρούν εις βάρος εκείνου ο οποίος τους κλήτευσε, ενώ σημασία δίνουν κυρίως στους ειδικούς μάρτυρες και σε όσους δεν έχουν κανένα συμφέρον από την έκβαση της δίκης, π.χ. αστυνομικούς. Ο μάρτυς είναι το ασθενέστερο αποδεικτικό μέσο, γνωστά πράγματα αυτά.

Αν λοιπόν απαλλάσσαμε τους μάρτυρες από την υποχρέωση αληθείας και από την συναφή υποχρέωση του όρκου, οι μάρτυρες πάλι ψέματα θα λέγανε στην μεγάλη πλειοψηφία τους, όπως και τώρα, και πάλι οι δικαστές δεν θα τους πολυπρόσεχαν, όπως και τώρα. Σε τίποτα δεν θα βλαπτόταν η απονομή της δικαιοσύνης, γιατί ποτέ και κανένας μάρτυρας δεν είπε την αλήθεια, μόνο την αλήθεια και όλη την αλήθεια ενώπιον ενός Δικαστηρίου, επειδή έδωσε τον όρκο του μάρτυρα. Ομολογουμένως, ο φόβος της δίωξης επί ψευδορκία ασκεί κάποια ανασταλτική δύναμη, αλλά δεν πρέπει να υπερβάλλουμε. Ο δικαστής συνεκτιμά ελεύθερα την κατάθεση του μάρτυρα, χωρίς να την θεωρή αληθή, επειδή ωρκίστηκε.

Υπάρχουν όμως πολλά πράγματα που θα κέρδιζε η απονομή της δικαιοσύνης. Πρώτα και κύρια, θα απαλλασσόταν από έναν ορυμαγδό μηνύσεων επί ψευδορκία. Θα απέμεναν ασφαλώς οι συναφείς εγκλήσεις για συκοφαντική δυσφήμηση, αλλά το κέρδος δεν είναι και λίγο (και θα πούμε άλλη φορά πώς θα γλυτώσουμε τις πιο πολλές και από αυτές τις σαχλαμάρες). Επιπλέον, θα γλυτώναμε από την άχαρι διαμάχη ορκοδοτών και ορκομάχων. Κι αυτό μού αρέσει ακόμη πιο πολύ.

8 thoughts on “Υπέρ της ελευθερίας ψευδομαρτυρίας”

  1. Αν λοιπόν απαλλάσσαμε τους μάρτυρες από την υποχρέωση αληθείας και από την συναφή υποχρέωση του όρκου, οι μάρτυρες πάλι ψέματα θα λέγανε στην μεγάλη πλειοψηφία τους, όπως και τώρα, και πάλι οι δικαστές δεν θα τους πολυπρόσεχαν, όπως και τώρα. Σε τίποτα δεν θα βλαπτόταν η απονομή της δικαιοσύνης, γιατί ποτέ και κανένας μάρτυρας δεν είπε την αλήθεια, μόνο την αλήθεια και όλη την αλήθεια ενώπιον ενός Δικαστηρίου, επειδή έδωσε τον όρκο του μάρτυρα.

    Our findings across experimental designs suggest the robust presence of unconditional cheaters and non-cheaters, with the honesty of the remaining individuals being particularly susceptible to monitoring and intrinsic lying costs.

    https://www.sciencedirect.com/science/article/abs/pii/S0167487014000798

    σημασία δίνουν κυρίως στους ειδικούς μάρτυρες και σε όσους δεν έχουν κανένα συμφέρον από την έκβαση της δίκης, π.χ. αστυνομικούς.

    Περαιτέρω αύξηση παρουσίασαν τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής στα εκλογικά τμήματα της Αθήνας όπου ψήφισαν μαζικά αστυνομικοί.

    https://www.tovima.gr/2015/09/21/politics/astynomikoi-oi-pio-fanatikoi-ypostiriktes-tis-xrysis-aygis/

    Reply
  2. θοδωρη εισαι σιγουρος οτι τα lying costs ειναι ιδια για Ελληνες και ΓερμανοΔανους;

    Reply
    • Δεν έχω ιδέα πόσο είναι το εσωτερικό κόστος της ψευδομαρτυρίας. Απουσία δεδομένων και εκκινώντας από την Δηπεσιο αρχή “people are people” η H0 μας πρέπει να είναι ότι δεν διαφέρουν.

      Αυτό όμως είναι δευτερεύον. Η ουσία είναι ότι: α) η υπόμνηση της ηθικής υποχρέωσης να λέμε την αλήθεια *έχει* αποτέλεσμα σε κάποιους ανθρώπους. Ο όρκος είναι ακριβώς μια τέτοια υπόμνηση. Άρα μόνο σίγουρο δεν είναι ότι τίποτα δεν θα αλλάξει κι όλα θα είναι όπως πριν.

      β) Η πιθανότητα ψεύδους δεν εξαρτάται μόνο από την άμεση ωφέλεια του μάρτυρα από την υπόθεση, αλλά κι από την έμμεση ωφέλεια που λαμβάνει. Ένας ρατσιστής για παράδειγμα μπορεί να πει ψέματα ή να παραλείψει στοιχεία που βελτιώνουν την θέση ενός αλλοδαπού, όχι επειδή έχει κάτι να κερδίσει από το αποτέλεσμα της δικής, αλλά επειδή δεν του αρέσουν οι ξένοι. Ομοίως ένας ακροαριστερός όταν ο κατηγορούμενος δεν είναι του χώρου. Ή ένας αστυνομικός όταν στην υπόθεση εμπλέκεται άλλος αστυνομικός.

      Συμπερασματικά, ο όρκος είναι μια μηδενικού κόστους παρέμβαση που σύμφωνα με την βιβλιογραφία μειώνει κατά τι τις ψευδείς μαρτυρίες. Αντί για την κατάργηση της, θα πρότεινα να κάνουν οι εισαγγελείς την δουλειά τους, αρχειοθετώντας μηνύσεις, και, επί τη ευκαιρία, να περάσουν ένα σεμινάριο για την ψυχολογία και την συμπεριφορά των μαρτύρων οι δικαστές.

      Reply
  3. Το δικαστήριο έχει εξουσία να επιβάλλη (ασήμαντες) ποινές τάξεως στους θορυβοποιούς. Αρκεί να προβλεφθή ότι θα επιβάλλωνται (σημαντικές) χρηματικές ποινές τάξεως στους ψευδομάρτυρες, εισπρακτέες επιτόπου.

    Reply
  4. Το επιχείρημα περί διοικητικού κόστους είναι δυνατό. Θα ήταν πολύ πιο πειστικό αν υπήρχε έστω και στοιχειώδης κοστολόγηση μιας (τέτοιου τύπου) δίκης από την πλευρά των δικαστηρίων/ ελληνικού δημοσίου/ φορολογούμενου. Κοστ-μπένεφιτ, ρεγκιουλατόρι ίμπακτ ασέσμεντ, πως το λένε.
    (Φαντάζομαι, η “ιδιωτική” κοστολόγηση ως αμοιβές δικηγόρων είναι πιο εύκολο να προσεγγιστεί και αποτελεί και τιμή βάσης για την αντίδραση σε τυχόν προσπάθεια αλλαγής -αν και η δημόσια συζήτηση θα λάμβανε τα χαρακτηριστικά των σχολίων επί της ανάρτησης).
    Τι συμπεράσματα να έβγαιναν άραγε αν η λογική του συντάκτη εφαρμοζόταν και σε πιο περίπλοκες προβλέψεις -ακόμα και του συντάγματος; Π.Χ. Αν το Δημόσιο έχει ανά πάσα στιγμή 10.000 ανοικτές υποθέσεις στα δικαστήρια για “δασικά ανομήματα” τι λογαριασμός βγαίνει για το Άρθρο 24; Αν στο άμεσο κόστος (λειτουργίας δικαστηρίων) προσέθετε κάποιος και το κόστος ευκαιρίας (δικαστικών ή άλλων δημ. υπαλλήλων);
    Δεν είναι απλώς οικονομοτεχνικό.

    Reply
    • Τι συμπεράσματα να έβγαιναν άραγε αν η λογική του συντάκτη εφαρμοζόταν και σε πιο περίπλοκες προβλέψεις -ακόμα και του συντάγματος; Π.Χ. Αν το Δημόσιο έχει ανά πάσα στιγμή 10.000 ανοικτές υποθέσεις στα δικαστήρια για “δασικά ανομήματα” τι λογαριασμός βγαίνει για το Άρθρο 24; Αν στο άμεσο κόστος (λειτουργίας δικαστηρίων) προσέθετε κάποιος και το κόστος ευκαιρίας (δικαστικών ή άλλων δημ. υπαλλήλων);
      Δεν είναι απλώς οικονομοτεχνικό.

      Η διαφορά είναι η εξής (και καταρχάς προφανώς και δεν θεωρώ ότι, αν το δημόσιο διεκδικεί σε 10.000 περιπτώσεις κάποια έκταση ή την θεωρεί δασική, έχει και δίκιο κιόλας): στην ψευδορκία, αν η απόφαση δεν βασιστή σε αυτήν, αν δηλαδή το δικαστήριο παραβλέψη τα ψεύδη, η απονομή της δικαιοσύνης δεν υπέστη καμία βλάβη. Κάποιος μάρτυρας είπε δηλαδή πέντε σαχλαμάρες που τον είχαν δασκαλέψει και τέλος. Γιατί να γεννάμε ξανά και ξανά νέες δίκες;

      Reply
  5. Ένας άλλος τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος θα ήταν η τροποποίηση του άρ. 224 ΠΚ, εις τρόπον ώστε αντί για έγκλημα αφηρημένης διακινδύνευσης της δικαιοσύνης να καταστρωθή ως έγκλημα αποτελέσματος, και μάλιστα ως έγκλημα βλάβης. Με άλλα λόγια, η ψευδορκία να τιμωρήται μόνο εφόσον υπήρξε αιτιώδης για μια εσφαλμένη δικαστική απόφαση, όχι όμως εάν απέμεινε χωρίς καμιά επιρροή στον μόρφωση της δικανικής κρίσης.

    Και πάλι όμως θα απέμενε το [μάλλον θεωρητικό] αξιόποινο της απόπειρας.

    Reply

Leave a Comment