Παρατηρήσεις στον Ν. 4285/2014, μέρος Β΄

Συνεχίζω εδώ μετά το πρώτο μέρος με κάποιες σύντομες παρατηρήσεις στον Ν. 4285/2014.

Σύμφωνα με το άρ. 2:

Δημόσια επιδοκιμασία ή άρνηση εγκλημάτων
1. Όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή διά του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, επιδοκιμάζει, ευτελίζει ή κακόβουλα αρνείται την ύπαρξη ή τη σοβαρότητα εγκλημάτων γενοκτονιών, εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, του Ολοκαυτώματος και των εγκλημάτων του ναζισμού που έχουν αναγνωριστεί με αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων ή της Βουλής των Ελλήνων και η συμπεριφορά αυτή στρέφεται κατά ομάδας προσώπων ή μέλους της που προσδιορίζεται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία, όταν η συμπεριφορά αυτή εκδηλώνεται κατά τρόπο που μπορεί να υποκινήσει βία ή μίσος ή ενέχει απειλητικό ή υβριστικό χαρακτήρα κατά μίας τέτοιας ομάδας ή μέλους της, τιμωρείται με τις ποινές της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου.
2. Αν η πράξη της προηγούμενης παραγράφου τελέστηκε από δημόσιο λειτουργό ή υπάλληλο, κατά την άσκηση των ανατεθειμένων σε αυτόν καθηκόντων, επιβάλλεται φυλάκιση έξι (6) μηνών έως τριών (3) ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων έως είκοσι πέντε χιλιάδων (10.000 − 25.000) ευρώ.

Read moreΠαρατηρήσεις στον Ν. 4285/2014, μέρος Β΄

Παρατηρήσεις στον Ν. 4285/2014, μέρος Α΄

Τροποποιήθηκε επιτέλους, αφού κοιλοπόνησε μήνες και χρόνους, ο αγαπημένος μου αντιρατσιστικός Ν. 927/1979 με τον εν θέματι Ν. 4285/14 (ΦΕΚ Α 191).

Να γράψουμε δυο λόγια λοιπόν. Όχι πως ματαιοδοξώ ότι μπορώ να υποκαταστήσω την ερμηνευτική προσφορά των δύο ολόκληρων σελίδων της έκθεσης της επιστημονικής υπηρεσίας της Βουλής, που παραπέμπουν και σε ανύπαρκτη έκδοση του Ροξίν, αλλά τέλος πάντων. Ποιος είμαι εγώ τώρα.

Να δούμε λοιπόν λίγο ένα προς ένα τα άρθρα του νόμου.

Σύμφωνα με το άρ. 1:

Δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους
1. Όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία, κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή ενέχει απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων, τιμωρείται με φυλάκιση τριών (3) μηνών έως τριών (3) ετών και με χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι χιλιάδων (5.000 − 20.000) ευρώ.
2. Με τις ίδιες ποινές τιμωρείται όποιος με πρόθεση και με τα μέσα και τους τρόπους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, υποκινεί, προτρέπει, προκαλεί ή διεγείρει σε διάπραξη φθοράς ή βλάβης πραγμάτων, εφόσον αυτά χρησιμοποιούνταν από τις παραπάνω ομάδες ή πρόσωπα, κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη.
3. Αν η πρόκληση, προτροπή, διέγερση ή υποκίνηση των προηγούμενων παραγράφων είχε ως αποτέλεσμα την τέλεση εγκλήματος, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή δεκαπέντε έως τριάντα χιλιάδων (15.000−30.000) ευρώ. Σε περίπτωση επιβολής ποινής φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους, επιβάλλεται η αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων από ένα έως πέντε έτη.
4. Όποιος συγκροτεί ή συμμετέχει σε οργάνωση ή ένωση προσώπων οποιασδήποτε μορφής που επιδιώκει συστηματικά την τέλεση των πράξεων των παραγράφων 1 και 2, τιμωρείται με τις ποινές της παραγράφου 1, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
5. Αν η πράξη των προηγουμένων παραγράφων τελέστηκε από δημόσιο λειτουργό ή υπάλληλο, κατά την άσκηση των ανατεθειμένων σε αυτόν καθηκόντων, επιβάλλεται: α) στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 2, φυλάκιση έξι (6) μηνών έως τριών (3) ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων έως είκοσι πέντε χιλιάδων (10.000 − 25.000) ευρώ και β) στην περίπτωση της παραγράφου 3, φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή είκοσι πέντε χιλιάδων έως πενήντα χιλιάδων (25.000 − 50.000) ευρώ.

Read moreΠαρατηρήσεις στον Ν. 4285/2014, μέρος Α΄

Κατά του Ν. 927/1979 IV

Σύμφωνα με το άρ. 2 Ν. 927/1979 «Όστις δημοσίως, είτε προφορικώς είτε διά του τύπου ή διά γραπτών κειμένων ή εικονογραφήσεων ή παντός ετέρου μέσου, εκφράζει ιδέας προσβλητικάς κατά προσώπου ή ομάδος προσώπων λόγω της φυλετικής ή εθνικής καταγωγής των ή του θρησκεύματος, τιμωρείται με φυλάκισιν μέχρις ενός έτους ή χρηματικήν ποινήν ή και δι’ αμφοτέρων των ποινών τούτων».

Το έγκλημα του άρ. 2 δεν είναι παρά μια μορφή εξύβρισης, όπου αντικειμενικώς ο πυρήνας της εγκληματοποιούμενης συμπεριφοράς εντοπίζεται στην «έκφραση προσβλητικών ιδεών». Για να μνημονεύσω την νομολογία του ΕΔΔΑ, με την οποία, σαν με χρωματιστές χάντρες, εκστασιάζονται οι αδαείς ιθαγενείς, ως πάγια μείζων πρόταση χρησιμοποιείται το εξής ποιηματάκι: “the freedom of expression enshrined in Article 10 constitutes one of the essential foundations of a democratic society and one of the basic conditions for its progress and each individual’s self-fulfilment. Subject to paragraph 2, it is applicable not only to “information” or “ideas” that are favourably received or regarded as inoffensive or as a matter of indifference, but also to those that offend, shock or disturb”. Συμφωνώ απολύτως με την τοποθέτηση αυτή και την εφαρμόζω πάραυτα στην παρούσα περίσταση (το αν το ίδιο το ΕΔΔΑ βέβαια μένει πιστό στις ίδιες του τις διακηρύξεις είναι μια δακρύβρεχτη ιστορία για κάποια άλλη φορά): αν υπάρχουν κάποιες ιδέες που χρειάζονται προστασία, αν υπάρχουν ιδέες που κατ’ εξοχήν προστατεύονται από την ελευθερία της έκφρασης, αυτές είναι οι προσβλητικές ιδέες. Η απαγόρευση των προσβλητικών ιδεών είναι βαθύτατα προσβλητική για όλους μας. Ο άτεχνος νομοθέτης του Ν. 927/1979 δεν μπόρεσε καν (ή μήπως δεν θέλησε;) να διατυπώσῃ έτσι το κείμενο του νόμου, ώστε να απαγορεύσῃ τους προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, τις ύβρεις ή κάτι παρόμοιο. Όχι, τις ιδέες ήθελε να θέσῃ εκτός νόμου και ιδεοφύλακες ήθελε να διορίσῃ στο κεφάλι μας. Εδώ όμως ο νόμος υπερβαίνει κάθε ανεκτό όριο εγκληματοποίησης και πρέπει να υποβληθῄ σε σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία. Όχι οι ιδέες λοιπόν, όχι οι ιδεολογίες ή οι ιδεοληψίες, αλλά το πολύ πολύ οι εκφράσεις που προσβάλλουν την τιμή κάποιου μπορούν να απαγορευθούν.

Read moreΚατά του Ν. 927/1979 IV

Κατά του Ν. 927/1979 ΙΙΙ

Σύμφωνα με το άρ. 1 παρ. 2 Ν. 927/1979 «Διά των εν παρ. 1 ποινών [φυλάκισις μέχρι δύο ετών ή χρηματική ποινή ή και αμφότεραι αι ποιναί] τιμωρείται και όστις συνιστά ή συμμετέχει εις οργανώσεις, αι οποίαι επιδιώκουν ωργανωμένην προπαγάνδαν ή δραστηριότητας πάσης μορφής τεινούσας εις φυλετικάς διακρίσεις».

Συνεχίζοντας την περί του Ν. 927/1979 ερμηνευτική εποποιία, ασχολούμαι σήμερα με το έγκλημα του άρ. 1 παρ. 2.

Κατ’ ουσίαν το έγκλημα φαίνεται να είναι ειδικώτερη, προνομιούχος μορφή του εγκλήματος της συμμετοχής σε αθέμιτο σωματείο (άρ. 188 ΠΚ: «Όποιος συμμετέχει σε σωματείο του οποίου οι σκοποί αντιβαίνουν σε ποινικές διατάξεις, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών»). Πράγματι, αφενός μεν οι αντικειμενικές τους υποστάσεις σχεδόν ταυτίζονται, με την εξαίρεση της «σύστασης», η οποία δεν περιλαμβάνεται στο άρ. 188 ΠΚ, ενώ η οργανωμένη προπαγάνδα ή οι δραστηριότητες που τείνουν σε φυλετικές διακρίσεις συχνά θα αποτελούν, καλώς ή κακώς, υποπερίπτωση των «σκοπών που αντιβαίνουν σε ποινικές διατάξεις», αφετέρου δε οι ποινές του άρ. 1 παρ. 2 Ν. 927/1979, όπως κατά παραπομπή συνάγονται από την παρ. 1, είναι ελαφρότερες του άρ. 188 ΠΚ. Όταν δηλαδή η ωργανωμένη προπαγάνδα ή οι δραστηριότητες που τείνουν σε φυλετικές διακρίσεις είναι παράνομες, ιδίως βάσει του άρ. 1 παρ. 1 Ν. 927/1979, η συρροή των δύο εγκλημάτων είναι φαινομένη, καθώς εφαρμόζεται μόνο το ηπιώτερο άρ. 1 παρ. 2 Ν. 927/1979 λόγω ειδικότητας. Διερωτάται κανείς λοιπόν πώς ακριβώς υποτίθεται ότι προστατεύονται τα θύματα των φυλετικών διακρίσεων με την εισαγωγή ειδικής διάταξης που είναι όμως κατά βάσιν … ηπιώτερη. Ψιλά γράμματα.

Read moreΚατά του Ν. 927/1979 ΙΙΙ

Κατά του Ν. 927/1979 ΙΙ

Συνεχίζω σήμερα με την ερμηνεία του άρ. 1 Ν. 927/1979. Υπενθυμίζω ότι έχουν προηγηθή άλλες μία, δύο φλύαρες αναρτήσεις, οιονεί εισαγωγικές. Wir müssen die Juden ausrotten! Σύμφωνα με το άρ. 1 παρ. 1 Ν. 927/1979 «Όστις δημοσίως, είτε προφορικώς είτε διά του τύπου ή διά γραπτών κειμένων ή εικονογραφήσεων ή παντός ετέρου μέσου εκ προθέσεως … Read more Κατά του Ν. 927/1979 ΙΙ

Κατά του Ν. 927/1979 Ι

Με αφορμή την πρόσφατη αθώωση του Πλεύρη από το ΠεντΕφΚακ Αθηνών επιχειρώ ένα πρόχειρο (αρνητικό) σχολιασμό του Ν. 927/1979 «περί κολασμού πράξεων ή ενεργειών αποσκοπουσών εις φυλετικάς διακρίσεις», του γνωστού στα διαδικτυακά καφενεία ως αντιρατσιστικού. Είδαμε στο προηγούμενο ότι ο Ν. 927/1979 ψηφίστηκε καθ’ υπαγόρευσιν της Σύμβασης της Νέας Υόρκης/1966. Η επιλογή του διεθνούς νομοθέτη … Read more Κατά του Ν. 927/1979 Ι

Περί του ν.δ. 494/1970

Με το ν.δ. 494/1970 «Περί κυρώσεως της διεθνούς συμβάσεως περί καταργήσεως πάσης μορφής φυλετικών διακρίσεων» κυρώθηκε η υπ’ αριθμ. 9464 διεθνής σύμβαση, η οποία συνήφθη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ στις 07.03.1966 στην Νέα Υόρκη, ακολουθώντας τον οδό που χάραξε το ψήφισμα 1904/XVIII της Γενικής Συνέλευσης, και υιοθετήθηκε από την Γενική Συνέλευση με το ψήφισμα 2106/ΧΧ στις 21.12.1965. Κατ’ εκτέλεση της Σύμβασης ψηφίστηκε ο Ν. 927/1979, ο λεγόμενος αντιρατσιστικός, τον οποίο θα περιλάβω ερμηνευτικώς στο προσεχές μέλλον. Αλλά προτού φτάσουμε στον καρπό, ας ασχοληθούμε με τον σπόρο.

racism.jpg

Όλοι διαφορετικοί. Όλοι ίσοι. Όλοι ελεύθεροι.

Ως φυλετική διάκριση κατά την σύμβαση (άρ. 1 παρ. 1) νοείται «πάσα διάκριση, εξαίρεση, παρεμπόδιση ή προτίμηση βασιζομένη επί της φυλής, του χρώματος, της καταγωγής ή της εθνικής ή εθνολογικής [ethnic] προελεύσεως». Όπως είναι φανερό, ο ορισμός αυτός τυγχάνει στενότερος του άρ. 5 παρ. 2 εδ. α΄ Συντάγματος, καθώς δεν περιλαμβάνει την απαγόρευση διακρίσεων λόγω γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων. Οι κανόνες της σύμβασης δεν εφαρμόζονται για θέματα ιθαγενείας, πολιτικών δικαιωμάτων και αλλοδαπών (άρ. 1 παρ. 2-3), μια εξαίρεση που όσο περνάει ο καιρός μοιάζει απηρχαιωμένη, αν όχι νομικά, τουλάχιστον ηθικά. Στα άρ. 1 παρ. 4 και 2 παρ. 2 αναγνωρίζεται σε επίπεδο διεθνούς δικαίου η νομιμότητα των λεγόμενων «θετικών διακρίσεων», για τις οποίες θα μιλήσουμε κάποια άλλη φορά. Στο άρ. 3 καταδικάζεται ιδιαιτέρως η φυλετική απομόνωση (apartheid), ενώ το άρ. 5 περιλαμβάνει εκτεταμένο ενδεικτικό κατάλογο των δικαιωμάτων, των οποίων η απόλαυση οφείλει να εξασφαλιστή σε όλους χωρίς απαγορευμένες διακρίσεις.

Οι πιο ενδιαφέρουσες διατάξεις περιλαμβάνονται στο άρ. 4 της Σύμβασης. Η σύμβαση δεν περιλαμβάνει μεν διατάξεις ευθέως ποινικού ενδιαφέροντος, προβλέπει όμως στο άρ. 4 μία διεθνούς δικαίου υποχρέωση των συμβαλλομένων κρατών να απαγορεύσουν τις φυλετικές διακρίσεις με τα μέσα του Ποινικού Δικαίου, προκειμένου αυτές να λάβουν τέλος. Το ενδιαφέρον εν προκειμένω είναι ότι καλούνται τα κράτη να εισαγάγουν διατάξεις εσωτερικού δικαίου που θα καθιερώνουν άμεση τριτενέργεια, ποινικά μάλιστα προστατευόμενη, ενός αμυντικού συνταγματικού δικαιώματος. Δεδομένου ότι το άρ. 25 παρ. 1 εδ. γ΄ Συντ. ορίζει ότι «Τα δικαιώματα αυτά [Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου] ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν», χρειάζεται αιτιολόγηση γιατί προσιδιάζει εδώ η άμεση τριτενέργεια. Τι κοινό υπάρχει αλήθεια ανάμεσα στην σχέση δύο οποιωνδήποτε πολιτών αφενός, του πολίτη και του κράτους αφετέρου;

Read moreΠερί του ν.δ. 494/1970