Το 2015 απεβίωσαν 61.778 άρρενες και 59.405 γυναίκες (στοιχεία από ΕΛΣΤΑΤ). Το ίδιο έτος, το προσδόκιμο επιβίωσης στην γέννηση ήταν 78,3 των ανδρών και 83,6 των γυναικών, ήτοι το γυναικείο ήταν κατά 5,3 έτη υψηλότερο. Τούτο σημαίνει ότι οι άνδρες που γεννήθηκαν σε μια δεδομένη χρονιά ζουν αθροιστικά χονδρικά 300.000 χρόνια λιγώτερα από τις συνομήλικές τους γυναίκες (: περίπου 60.000 θάνατοι ανδρών επί 5 έτη).
[Αυτή είναι βέβαια μια προσέγγιση μόνο, διότι το προσδόκιμο επιβίωσης όσων πέθαναν το 2015 δεν είναι το προσδόκιμο όσων γεννήθηκαν το 2015, αλλά του δικού τους έτους γέννησής, που ήταν πολύ μικρότερο. Αντίστροφα, το προσδόκιμο του 2015 αφορά τους θανάτους της δεκαετίας του 2090 περίπου. Αλλά το νόημα είναι το ίδιο: είτε 50.000 άνδρες πεθάνουν μια δεδομένη χρονιά εκείνης της δεκαετίας είτε 70.000, πάντα θα υπολείπωνται των συνομηλίκων τους γυναικών κατά εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια].
Την ίδια ακριβώς ιστορία διηγούνται και άλλα στατιστικά στοιχεία. Έτσι, ενώ κατά την γέννηση τα αγοράκια είναι περισσότερα από τα κοριτσάκια (π.χ. το 2015 τα αγόρια ήταν το 106% των κοριτσιών που γεννήθηκαν, ήτοι 47.294 έναντι 44.553), σταδιακά η αναλογία αυτή υπέρ του αρσενικού φύλου αρχίζει να ανατρέπεται, παίρνοντας δραματικές διαστάσεις στην τρίτη και τέταρτη ηλικία. Έτσι, αρχικά οι γυναίκες εξισορροπούν αριθμητικά τους άνδρες στις ηλικίες 45-49 και, τέλος, στην απογραφή του 2011 το ποσοστό των γυναικών στην ηλικιακή ομάδα των +80 ετών ανέρχεται πλέον σε 60% επί του συνόλου (351.588 επί συνόλου 583.334). Ας μην αρχίσουμε καν τα ευφυολογήματα σχετικά με τις πολυπληθείς χήρες και τους συγκριτικά σπάνιους χήρους: αποτελεί δίδαγμα της κοινής πείρας όλων μας ότι οι γυναίκες ζουν αισθητά μακρότερες ζωές.