Αφορμή για την παρούσα ανάρτηση μου έδωσε ο σχολιασμός που ακολούθησε αυτό το άρθρο του Σωτήρη Γεωργανά. Σκοπός μου είναι να εκθέσω κάποιες σκέψεις σχετικά με την αύξηση της ανισοκατανομής εισοδήματος που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες. Θα ξεκινήσω με ένα υποθετικό, αριθμητικό παράδειγμα, το οποίο στη συνέχεια θα γενικεύσω παραθέτοντας κάποιους προβληματισμούς.
Ας υποθέσουμε ότι σε μια πόλη κατοικούν 200 άτομα τα οποία πάνε θέατρο μια φορά το μήνα. Από αυτούς οι 140 είναι λάτρεις του θεάτρου, και άρα είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν παραπάνω για μια παράσταση. Ας υποθέσουμε επίσης ότι στην πόλη υπάρχουν δύο θίασοι, του Χατζή και του Χρήστου. Ο θίασος του Χατζή είναι καλύτερος, και έτσι οι θεατρόφιλοι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν μέχρι 50 ευρώ για μια παράστασή του και μόνο 30 ευρώ για μια παράσταση του Χρήστου. Οι υπόλοιποι 60 είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν 30 ευρώ για μια παράσταση του Χατζή και 20 ευρώ για μια παράσταση του Χρήστου. Πώς θα κατανεμηθεί το εισόδημα μεταξύ των δυο θιάσων? Ο θίασος Χατζή ξέρει ότι για να προσελκύσει και τους 200 θεατές θα πρέπει να βάλει είσοδο το πολύ 30 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή τα μηνιαία του έσοδα θα είναι 6.000 ευρώ (200 επί 30). Αν όμως επικεντρωθεί στους θεατρόφιλους, τότε μπορεί με είσοδο 50 ευρώ να κερδίσει 7.000 ευρώ το μήνα (140 επί 50). Αν ο θίασος Χατζή επιλέξει την πιο κερδοφόρα επιλογή τότε οι υπόλοιποι θα πάνε στον θίασο Χρήστου, ο οποίος χρεώνοντας την ανώτατη δυνατή είσοδο θα βγάλει 1.200 ευρώ το μήνα (60 επί 20). Ένα σημαντικό στοιχείο είναι ότι η θεατρική αγορά δεν είναι ανταγωνιστική. Ο θίασος Χατζή έχει ένα ταλέντο το οποίο ο θίασος Χρήστου δεν μπορεί να μιμηθεί. Αυτό του δίνει σε ένα βαθμό μονοπωλιακή δύναμη.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι ο θίασος Χατζή μπορεί να αναμεταδώσει την παράσταση έναντι πληρωμής με το λεγόμενο σύστημα pay per view, με ελάχιστο οριακό κόστος. Επειδή οι κάτοικοι προτιμούν να δουν την παράσταση ζωντανά, είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν μόνο 15 ευρώ για να δουν την παράσταση μέσω τηλεόρασης. Πώς μπορεί ο θίασος Χατζή να αυξήσει τις πωλήσεις του? Χρεώνοντας 48 ευρώ για την είσοδο και 14 ευρώ για την αναμετάδοση. Οι θεατρόφιλοι, που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν μέχρι 50 ευρώ, αν πάνε στην παράσταση έχουν επιπλέον όφελος 2 ευρώ (50-48) ενώ αν μείνουν σπίτι και πληρώσουν 14 ευρώ θα έχουν επιπλέον όφελος 1 ευρώ (15-14). Άρα θα πάνε στην παράσταση και ο θίασος Χατζή θα βγάλει 6.720 ευρώ (140 επί 48). Αν οι μη θεατρόφιλοι δουν από την τηλεόραση την παράσταση του Χατζή θα έχουν επιπλέον όφελος 1 ευρώ (15-14) ενώ αν πάνε στην παράσταση του Χρήστου θα έχουν μηδενικό επιπλέον όφελος (20-20). Άρα θα επιλέξουν το pay per view και ο θίασος Χατζή θα βγάλει επιπλέον 840 ευρώ (60 επί 14). Το μηνιαίο εισόδημά του θα ανέβει δηλαδή από 7.000 σε 7.560 ευρώ, ενώ ο θίασος Χρήστου θα μείνει χωρίς πελάτες. Ενδεχομένως, ως αποτέλεσμα, ο θίασος Χρήστου να προβεί σε μείωση τιμών. Το ερώτημα είναι, ωστόσο, κατά πόσο το κόστος του επιτρέπει να το κάνει. Το σίγουρο είναι ότι, μέσω της νέας τεχνολογίας, ο καλύτερος θίασος αποκτά μεγαλύτερη δυνατότητα να μονοπωλήσει την αγορά, εις βάρος του δεύτερου.
Αν και το παράδειγμα είναι υπεραπλουστευτικό, δεν είναι δύσκολο να δούμε πώς σχετίζεται με την πραγματικότητα. Η σύγχρονη τεχνολογία δίνει τη δυνατότητα στον ποδοσφαιρόφιλο να δει παιχνίδια της Αγγλικής Premier League μεσω της τηλεόρασης με χαμηλό κόστος, αντί να πάει στο γήπεδο για να δει παιχνίδια της Ελληνικής Σούπερ Λίμπας Λίγκας. Του επιτρέπει να δει τον Τζωρτζ Κλούνεϋ αντί να πάει στο θέατρο να δει τον Κώστα Καζάκο. Του επιτρέπει να μαγειρεύσει στο σπίτι με τον Γκόρντον Ράμσεϋ αντί να φάει στο μαγειρείο του κυρ-Μανώλη. Τα παραδείγματα είναι πολλά, αλλά η ουσία είναι η ίδια. Στίς σημερινές κοινωνίες είναι πολύ πιο εύκολο για μια μικρή ομάδα υπεραστέρων να εκμεταλευτει το σύνολο της αγοράς αφήνοντας τους δευτερό-τριτους στο περιθώριο. Ο νικητής τα παίρνει όλα! Είναι δε σημαντικό ότι η αύξηση στην ανισοκατανομή δεν έχει να κάνει με τις σχετικές δεξιότητες των εμπλεκομένων μερών. Ο θίασος Χατζή είναι το ίδιο καλύτερος από το θίασο Χρήστου και ο Ράμσευ το ίδιο καλύτερος σεφ σε σχέση με τον κυρ-Μανωλη. Αυτό που άλλαξε, λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης, είναι η δομή της αγοράς. Ο πρώτος έχει πλέον τη δυνατότητα να προσφέρει ένα φθηνότερο υποκατάστατο στις υπηρεσίες που παρέχει ο δεύτερος. Επιπλέον, λόγω της μονοπωλιακής του θέσης, έχει τη δυνατότητα να αντλήσει την πλειοψηφία των οικονομικων ωφελειών που προκύπτουν. Το ερώτημα είναι αν η αύξηση αυτης της ανισοκαταναμής επιφέρει τουλάχιστον κάποιο κοινωνικό όφελος.
Όσοι απεχθάνονται την κρατική παρέμβαση υποστηρίζουν ότι η αύξηση της ανισοκαταναμής είναι θετική για το κοινωνικό σύνολο. Όταν η αμοιβή για τον καλύτερο είναι υψηλότερη, οι πολίτες έχουν το κίνητρο να επενδύσουν περισσότερο στην απόκτηση σχετικών δεξιοτήτων, κάτι που είναι επωφελές για την κοινωνία. Υπάρχει όμως και ο αντίλογος. Πρώτον, κάτι τέτοιο δεν ισχύει απαραίτητα. Είναι γεγονός ότι αυτός που κερδίζει την κούρσα αμοίβεται καλύτερα. Αυτός όμως που δεν την κερδίζει αμοίβεται πλέον χειρότερα. Αν η πιθανότητα να κερδίσει κανείς είναι εξαιρετικά μικρή, τότε η αναμενόμενη αμοιβή θα μειωθεί και αυτό θα απομακρύνει πολίτες από το να επενδύσουν σε αυτό το επάγγελμα αντί για ένα στον οποίο ο νικητής μοιράζεται το βραβείο με τους άλλους συμμετέχοντες.
Βεβαίως, σειρά μελετών δείχνουν ότι οι άνθρωποι έχουν την τάση να υπερεκτιμούν τις ικανότητές τους, οπότε ίσως περισσότεροι πράγματι στραφούν προς αυτά τα επαγγέλματα. Αν όμως η επιπλέον επένδυση είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας των ατόμων να εκτιμήσουν σωστά τις πιθανότητες επιτυχίας τους, τότε η επιλογή τους είναι κοινωνικά ζημιογόνος. Για παράδειγμα, αν οι νέοι θαμπωθούν από τις απολαβές του Κλούνεϋ ή του Ρονάλντο και υπερεκτιμήσουν τις πιθανότητες να γίνουν κορυφαίοι ηθοποιοί ή ποδοσφαιριστές, τότε ίσως στραφούν στο θέατρο ή το ποδόσφαιρο αντί π.χ. για την ιατρική, στην οποία ο καλύτερος δεν μπορεί να θεραπεύσει την πλειοψηφία των ασθενών. Η αύξηση της επένδυσης στις απαραίτητες δεξιότητες ίσως οδηγήσει σε μια οριακή βελτίωση του θεάτρου ή του ποδοσφαίρου, όμως δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η βελτίωση αυτή είναι κοινωνικά τόσο σημαντική ώστε να αντισταθμίσει τη μείωση στον αριθμό των ιατρών. Αντί να έχουμε λίγους υψηλά αμοιβόμενους εξαιρετικούς ηθοποιούς και πολλούς φτωχούς επίδοξους ηθοποιούς, ίσως θα ήταν καλύτερο αν κάποιοι από αυτούς είχαν επιλέξει την ιατρική έστω και αν οι καλύτεροι ηθοποιοί ήταν λιγότερο εξαιρετικοί.
Τρίτον, υπάρχει το ερώτημα αν οι επιδόσεις είναι αποτέλεσμα επένδυσης ή ταλέντου. Είμαι σίγουρος ότι πολλά παιδιά έχουν αφιερώσει στην προπόνηση χρόνο αντίστοιχο ή και περισσότερο από αυτόν που αφιέρωσε ο Μάικλ Τζόρνταν στα νιάτα του, χωρίς όμως να μπορέσουν να αποδώσουν το ίδιο στο παρκέ. Άλλοι ίσως αφιέρωσαν περισσότερο χρόνο από τον Κλούνεϋ στην ηθοποιία, αλλά δεν είχαν το ταλέντο, τη γοητεία, ή τις διασυνδέσεις του. Αν η πρωτιά σε έναν κλάδο είναι περισσότερο θέμα τύχης και λιγότερο θέμα προσπάθειας, αλλά κανείς δεν ξέρει εξ αρχής αν η τύχη είναι με το μέρος του, τότε μέρος της επένδυσης στην απόκτηση δεξιοτήτων είναι απλά χάσιμο παραγωγικού χρόνου.
Τέλος, υπάρχει το πρόβλημα της ίδιας της ανισοκατανομής. Σε έναν κόσμο όπου μια μικρή μερίδα υπεραστέρων συγκεντρώνει την πλειοψηφία του εισοδήματος, μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού ίσως δυσκολευτεί να επενδύσει στη διατροφή και την εκπαίδευση των ίδιων και των παιδιών τους, διαιωνιζοντας έτσι ή και οξύνοντας την οικονομική ανισότητα στο μέλλον.
Για να μην παρεξηγηθώ, δεν ισχυρίζομαι ότι κάθε μορφής ανισοκατανομή είναι κακή και ότι το κράτος θα πρέπει να την αμβλύνει πλήρως μέσω αναδιανομής του εισοδήματος. Αυτό που ισχυρίζομαι είναι ότι, αντίστοιχα, κάθε μορφής ανισοκατανομή δεν είναι απαραίτητα και καλή. Σε ένα βαθμό, η αναδιανομή του εισοδήματος ίσως να είναι θεμιτή όχι μόνο από ηθικής απόψεως αλλά και οικονομικής. Άρα, η αύξηση της οικονομικής ανισότητας τις τελευταίες δεκαετίες θα πρέπει τουλάχιστον να μας προβληματίσει.
Πολύ ενδιαφέρον άρθρο και προβληματική.
Σε τι διαφέρουν τα παραδείγματά σου από το εξής:
Κάποια στιγμή φτάνει στα Καλάβρυτα, μετά την Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και τα Τρίκαλα, η αλυσίδα βιβλιοπωλείων “Το ευπώλητο”, που προσφέρει πιο πολλούς τίτλους, καλύτερες τιμές, ποικιλία μεταχειρισμένων κ.λπ. Ως συνέπεια, το ένα και μοναδικό βιβλιοπωλείο (-χαρτοπωλείο-φωτοτυπείο-καφενείο-προποτζίδκο) των Καλαβρύτων κλείνει. Ο ιδιοκτήτης του μένει στους πέντε δρόμους, ενώ η αλυσίδα μεγαλώνει τα κέρδη της.
Ωραία, κιέπειτα;
Θέλω να πω, στα παραδείγματα με το θέατρο ή το ποδόσφαιρο είναι σαφές ότι το ένα προϊόν είναι ανώτερο του άλλου, και ανώτερο όχι κατά τύχη, αλλά ως αποτέλεσμα προσπάθειας, επένδυσης κ.λπ. Απλώς το ήσσον προϊόν επιζούσε τόσα χρόνια στις πλάτες των καταναλωτών, εκμεταλλευόμενο ουσιαστικά την έλλειψη τεχνολογίας. Μόλις εμφανίστηκε η τεχνολογία που αντισταθμίζει π.χ. την απόσταση, το ήσσον προϊόν εξαφανίζεται, σαν τα μαστίγια των ιπποκόμων.
Πρέπει να οροθετήσουμε καλύτερα τις δύο περιπτώσεις.
Αθανάσιε, πολύ καλή η ερώτησή σου. Ας τις οριοθετήσουμε λοιπόν.
Το πρώτο ζήτημα είναι αν ο ιδιοκτήτης του τοπικού βιβλιοπωλείου ή ένας άλλος επίδοξος ιδιοκτήτης μπορεί να μάθει πώς “Το Ευπώλητο” κατάφερε να προσφέρει πιο πολλούς τίτλους φθηνότερα και να το μιμηθεί. Αίσθησή μου είναι ότι κάτι τέτοιο είναι σχετικά εφικτό, οπότε τα μαγαζιά θα μοιραστούν την αγορά προσφέροντας λίγο-πολύ το ίδιο προϊόν. Από την άλλη θεωρώ ανέφικτο ο Βύντρα να γίνει Σέρτζιο Ράμος ή ο Καζάκος να γίνει Τζακ Νίκολσον μέσω προσπάθειας. Στη μια περίπτωση το πλεονέκτημα βασίζεται σε επιχειρηματική πρακτική που μπορεί να αναπαραχθεί, στην άλλη οφείλεται σε ταλέντο που δεν αναπαράγεται εύκολα.
Το δεύτερο ζήτημα είναι ότι στο παράδειγμά μου ο πρώτος δεν προσφέρει καλύτερο προϊόν. Προσφέρει χειρότερο. Κοίτα πόσο είναι διατεθειμένος ο κόσμος να πληρώσει! Ο θεατής προτιμά να δει τον Χρήστο ζωντανά παρά τον Χατζή μέσω τηλεόρασης. Απλώς η τεχνολογία επιτρέπει στον Χατζή να προσφέρει το υποδεέστερο προϊόν τόσο φθηνότερα, που ο κόσμος στρέφεται σε αυτό.
Το τρίτο, και σημαντικότερο, είναι ότι για να ανοίξει “Το ευπώλητο” στα Καλάβρυτα πρέπει να προσλάβει κόσμο. Δε μπορεί να εξυπηρετήσει τον κόσμο των Καλαβρύτων από το μαγαζί της Νέας Υόρκης. Για να προσλάβει όμως τον κόσμο αυτό πρέπει να τον πληρώσει καλύτερα από ότι αμοιβόταν στην προηγούμενη εργασία του. Άρα ο ιδιοκτήτης της αλυσίδας μοιράζεται τα οικονομικά οφέλη από το επιχειρηματικό του πλάνο με μια μερίδα παραγωγών. Στο παράδειγμά μου ο θίασος δεν χρειάζεται να ανεβάσει ξεχωριστή παράσταση για τους μη θεατρόφιλους. Σερβίρει την ίδια παράσταση με διαφορετικό τρόπο και καρπώνεται όλα τα οφέλη.
σωστα, βλ και την σχετικη βιβλιογραφια
The Optimal Allocation of Prizes in Contests
Κατα τα αλλα ωραιο το σχολιο του θαναση και καλες οι απαντησεις του Κωστα. Θα προσθεσω οτι με την επεκταση των αλυσιδων συνηθως δεν εχουμε εκρηκτικα εφφεκτ στο εισοδημα των ανθρωπων. Οκ, ερχεται η αλυσιδα, πεφτει ισως λιγο το εισοδημα αυτου που ειχε το παλιο μαγαζι, ισως και ανεβαινει το εισοδημα των υπαλληλων κτλ Ενω η υπαρξη του Μπολτ (βλ το παραδειγμα στο κειμενο μου) εχει πραγματικα εκρηκτικο αποτελεσμα, αν εξαφανιζοταν ο Μπολτ, ο Μπλεηκ θα εβγαζε πολλα εκατομμυρια παραπανω!
Εν τελει βεβαια, και οι μεγαλες αλυσιδες εχουν ενιοτε χαρακτηρα μονοπωλιου τυπου ο πρωτος τα παιρνει ολα, και δεν θα μου φαινοταν περιεργο να φορολογουνται διαφορετικα απο επιχειρησεις που δεν εχουν αυτο το χαρακτηριστικο.