Δημοσιευτηκε σε λιγο διαφορετικη εκδοση στην Καθημερινη
Άλλη μια εκλογική αναμέτρηση, άλλη μια αποτυχία των δημοσκοπήσεων, σωστά; Όχι ακριβώς. Τείνουμε να θυμόμαστε τις μεγάλες αποτυχίες πολύ περισσότερο απ’ότι θυμόμαστε τις περιπτώσεις που οι δημοσκόποι πέσανε αρκετά μέσα – στις προηγούμενες εκλογές οι δημοσκοπήσεις ήταν αρκετά εύστοχες. Αλλά η αλήθεια είναι ότι σε αυτή την περίπτωση η αστοχία είναι πολύ μεγάλη για να μείνει χωρίς ανάλυση. Και θεωρώ ότι από την ανάλυση προκύπτουν αναπόφευκτα προτάσεις για μεγαλύτερη διαφάνεια στον κλάδο των δημοσκοπήσεων.
Ας μου συγχωρεθεί εδώ ο προσωπικός τόνος, αλλά ως ερευνητής κοινωνικών επιστημών με σχεδόν δύο δεκαετίες πειραμάτων και ερευνών στην ανθρώπινη συμπεριφορά, πατάω σε δύο βάρκες: όπως όλοι κατανάλωσα με ενδιαφέρον το υλικό που μας προσέφεραν οι δημοσκοπικές εταιρείες, αλλά είμαι και στην πλευρά της παραγωγής ερευνών, ειδικά καθώς η ερευνητική μας ομάδα έτυχε να τρέξει ερωτηματολόγιο στην Ελλάδα αυτές τις μέρες σε δείγμα άνω των 1000 ατόμων.
Το πρώτο μέλημα μιας καλής έρευνας γνώμης είναι να διασφαλίσει ότι βρίσκει επαρκώς αντιπροσωπευτικό δείγμα. Χωρίς να μπω σε τεχνικές λεπτομέρειες, νομίζω σε αυτό είναι εξασκημένες οι δημοσκοπικές εταιρείες, κι εκτός ιδιαίτερα δύσκολων ομάδων πληθυσμού (άνω των 75 ή υπερπλούσιοι που είναι κλειστοί στην επικοινωνία) γνωρίζουν που να βρουν ανθρώπους. Στην δική μας έρευνα η κατανομή φύλου, ηλικίας και τόπου κατοικίας που συγκεντρώσαμε πλησίαζε αρκετά την επίσημη απογραφή πληθυσμού.
Το δεύτερο μέλημα είναι να απαντήσουν βέβαια οι άνθρωποι, και εδώ έρχεται πιθανό σφάλμα μέτρησης, γιατί μπορεί οι οπαδοί ενός κόμματος (όπως ισχυρίστηκε και ο Αλέξης Τσίπρας) να έχουν χαμηλότερη τάση να απαντούν σε έρευνες από τους οπαδούς άλλων κομμάτων.
Το τρίτο μέλημα είναι να απαντούν με ειλικρίνεια, ιδιαίτερα προβληματικό αν ένα κόμμα αντιμετωπίζει κοινωνικό στίγμα (όπως πχ τα νεοναζιστικά).
Τέταρτο και τελευταίο μέλημα είναι να κάνεις πληροφορημένες εικασίες ποιοι θα πάνε να ψηφίσουν! Στις ΗΠΑ π.χ. είναι γνωστό ότι συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού έχουν χαμηλότερη τάση να ψηφίζουν, και τείνουν επίσης να υποστηρίζουν συγκεκριμένο κόμμα. Οπότε σε μια αφελή δημοσκόπηση το κόμμα θα έβγαζε ποσοστό 50%, αλλά στην κάλπη μόνο 40%.
Για να αποφευχθούν όλα αυτά τα πιθανά σφάλματα, οι δημοσκόποι κάνουν στάθμιση του δείγματος. Δεν δείχνουν ως τελική εκτίμηση τα ακαθάριστα στοιχεία που βγάζει η έρευνα, αλλά τα προσαρμοσμένα, μετά από κατάλληλη ανάλυση.
Η εταιρεία Gallup π.χ., συνώνυμη των δημοσκοπήσεων, δηλώνει δημοσίως ότι έχει σειρά κριτηρίων για να θεωρήσει έναν ερωτώμενο πιθανό ψηφοφόρο. Αν δεν τα πληροί, βγαίνει από το δείγμα!
Στις πρόσφατες ελληνικές εκλογές υπήρξαν ιδιαιτερότητες. Οι ατυχείς δηλώσεις Κατρούγκαλου πιθανότατα αύξησαν το ρεύμα υπέρ της ΝΔ τις τελευταίες μέρες (στο δείγμα μας το ρεύμα αυτό είναι στατιστικά σημαντικό), ειδικά μεταξύ αναποφάσιστων. Αλλά πέρα από αυτό, είναι πολύ πιθανό οι δημοσκοπικές να έκαναν λάθη στάθμισης, με βασικό λόγο των φόβο των υπερβολικών αντιδράσεων. Θα προσπαθήσω να περιγράψω βήμα βήμα την διαδικασία σκέψης του ερευνητή σε τέτοιες περιστάσεις.
Για αρχή πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Για όλους ήταν έκπληξη η ψαλίδα ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ. Στην δική μας έρευνα βάλαμε τους συμμετέχοντες να μαντέψουν τα ποσοστά των κομμάτων, με χρηματικό έπαθλο! Οι εικασίες τους ήταν κάπου μεταξύ των δημοσκοπικών και του τελικού εκλογικού αποτελέσματος: περίπου 34% ΝΔ έναντι 28.3% ΣΥΡΙΖΑ. Οι διαφορές μεταξύ ψηφοφόρων διαφορετικών κομμάτων ήταν μέτριες: ο μέσος υποστηρικτής της ίδιας της ΝΔ περίμενε νίκη της με περίπου 38%, αλλά τον ΣΥΡΙΖΑ στο 27%! Οι δε οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ τον περίμεναν στο σχεδόν 34%.
Δεδομένου αυτού του κλίματος, ο αναλυτής δεδομένων μιας δημοσκόπησης βρισκόταν σε περίεργη θέση. Στο δικό μας δείγμα, ενώ δεν ήταν βασικός σκοπός της (μεθοδολογικής κατά βάση) έρευνας, ρωτήσαμε και πρόθεση ψήφου. Στα καθαρά δεδομένα, χωρίς στάθμιση ή αναγωγή, βρήκαμε 31.1% ΝΔ, 16,8% ΣΥΡΙΖΑ. Μα είναι δυνατόν, σχεδόν διπλάσιο ποσοστό για την ΝΔ; ΣΥΡΙΖΑ τόσο χαμηλά; Μήπως έγινε λάθος, κάποιο από τα σφάλματα που περιέγραψα άνω;
Κανένα δείγμα δεν είναι τέλειο, δηλαδή 100% αντιπροσωπευτικό του πληθυσμού. Είναι δύσκολο σε μια έρευνα να πετύχεις π.χ. πολλούς ανθρώπους μεγάλης ηλικίας. Μπορείς να σταθμίσεις για να διορθώσεις το σφάλμα, με το εξής πείραμα σκέψης: τι ποσοστά κομμάτων θα έβγαζε το δείγμα, αν οι άνθρωποι κάθε ηλικίας ήταν τόσοι, όσοι στον γενικό πληθυσμό; Η απάντηση στο δικό μας ήταν 36,6% ΝΔ, 16,2% ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα πιο τρομακτική η διαφορά!
Ένα άλλο προφανές ζήτημα είναι η δυσκολία να βρεθούν άτομα από κάθε γωνιά της χώρας. Πάλι, στάθμιση, προσαρμόζοντας το δείγμα σου στην απογραφή των ελληνικών περιφερειών: ΝΔ 30%, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ ακούνητος στο 16,6%.
Μισό λεπτό, υπάρχουν και αναποφάσιστοι. Τι θα ψηφίσουν; Η πιο ουδέτερη παραδοχή είναι ότι οι αναποφάσιστοι θα μοιραστούν όπως το σύνολο του δείγματος.
Ας τα βάλουμε όλα μαζί, σταθμίσεις και αναποφάσιστους, και τα ποσοστά που βγαίνουν είναι ΝΔ 41,02%, ΣΥΡΙΖΑ 20,2%. Τι θα κάνατε ως αναλυτές, αν βγάζατε αυτά τα ποσοστά πριν δείτε το αποτέλεσμα των εκλογών (40,79-20,07); Ακόμα και εμείς τρομάξαμε με αυτά τα νούμερα, κιας είμαστε πανεπιστημιακοί ερευνητές, με την δημοσκόπηση ως πάρεργο της έρευνας. Μήπως όντως οι οπαδοί ΣΥΡΙΖΑ κρυβόντουσαν;
Δεν γνωρίζω τι σταθμίσεις και φίλτρα έβαλε κάθε δημοσκόπος για να βγάλει τα αποτελέσματα που δημοσίευσε. Είναι όμως απολύτως ανθρώπινη η τάση να αμφισβητείσαι και ίσως και αυτολογοκρίνεσαι όταν το προϊόν μιας περίπλοκης ανάλυσης αποκλίνει από την συμβατική σοφία. Ειδικά στις μέρες μας, με σαφείς πιέσεις και απειλές ακόμα από κάποια κόμματα προς τους δημοσκόπους.
Η πρόταση μου για το ζήτημα είναι μάλλον απλή: α) αυξημένη διαφάνεια των δημοσκοπήσεων
Προφανώς η ακριβής συνταγή στάθμισης είναι πνευματική ιδιοκτησία των δημοσκόπων, αλλά γιατί να μην δημοσιεύουν τα αστάθμιστα δεδομένα, έστω με χρονοκαθυστέρηση; Γιατί όχι κάτι σαν το γράφημα 1 που παραθέτουμε;
β) αυξημένη αυτοσυγκράτηση της κοινωνίας
Κόμματα και οπαδοί πρέπει να σταματήσουν τις πιέσεις. Αν δεν τους αρέσει μια ανάλυση, ελεύθερη είναι η αγορά (και ελπίζω τα δεδομένα), ας κάνουν την δική τους. Και μεις ως καταναλωτές δημοσκοπήσεων, θα πρέπει να μάθουμε να κρίνουμε ιδέες και μεθόδους, όχι τα αποτελέσματα τους (τυχαία και με μικρό δείγμα). Αυτή άλλωστε είναι και μια γενική συνταγή: στην επιστήμη, όπως στα μαθηματικά του σχολείου, δίκιο δεν έχει όποιος είχε τα σωστά αποτελέσματα, ίσως κατά τύχη, αλλά όποιος δείχνει ότι σκέφτηκε σωστά για να τα βγάλει.
Σημείωση: δεδομένα και ανάλυση είναι στην διάθεση της εφημερίδας και ενδιαφερόμενων ερευνητών.