1.
Στις εξόδους μας συχνά πυκνά πηγαίναμε σε στριπτιτζάδικα. Γεμάτη ήταν η πόλη, στριπτιτζάδικα με ανατολικές φανταρομάνες, που γέμιζαν κόσμο 19:00-21:00 με την ανοχή των αρχών. Μετά έμαθα για το τεράστιο πρόβλημα σωματεμπορίας που υπήρχε. Το βράδυ οι άλλοι έλεγαν ιστορίες.
Μια φορά που ήμουν στο πιο μεγάλο από αυτά, είχα πάρει μια μπίρα ή κάτι τέτοιο. Ήρθε μια κοπέλα να κερδίση χορό. Ή κάτι τέτοιο. Της είπα όχι, δεν ενδιαφέρομαι. Πήγε σε καναδυό άλλους, τίποτα. Βαρέθηκε.
Καθίσαμε λοιπόν και βλέπαμε τηλεόραση. Έπαιζε ένα ντοκυμαντέρ για καρχαρίες.
Αναλογιστήτε λίγο την εικόνα: στο ημίφως, οι καλοξυρισμένοι νεαροί, αδύνατοι και ηλιοψημένοι, καθισμένοι στα τραπέζια με το ποτό τους. Οι κοπέλες με τα απολύτως απαραίτητα, σαν σκοτεινές θεές της γονιμότητας.
Και σε μια τεράστια οθόνη, σαν να πετάνε από πάνω μας, οι καρχαρίες έπλεαν, κυρίαρχοι του κόσμου μας.
2.
Πρώτο επισκεπτήριο στο Κέντρο. Τι χαρά, τι χειμωνιάτικη λιακάδα! Η Ελληνίδα Μάνα είχε καταφθάσει με όλα τα καλούδια της σε τάπερ, έτοιμη για τις αναμνηστικές της φωτογραφίες και συγκινημένες αγκαλιές. Συνοδευόμενη συχνά από την τιμημένη Ελληνίδα Γκόμενα του Φαντάρου.
Άμα τη αναχωρήσει τους όμως, το στρατόπεδο έμοιαζε βομβαρδισμένο. Το πεντακάθαρο προαύλιό μας ήταν βρομερό και τρισάθλιο, γεμάτο πεταμένα χαρτάκια, αλουμινόχαρτα, αποτσίγαρα, κουτάκια και κάθε λογής σκουπίδια. Τι βρομολαός είμαστε ρε φίλε.
Και τώρα τι;
Και τώρα επιστροφή στην στρατιωτικοποίηση. Το διάλειμμα τελείωσε, τα κεφάλια μέσα. Αναλάβαμε σκούπες και φαράσια και στρωθήκαμε στην δουλειά.
Εκείνο λοιπόν που με εντυπωσίασε ήταν η ισχύς της μάζας. Πόσο γρήγορα το τέως πεντακάθαρο στρατόπεδό μας έγινε και πάλι πεντακάθαρο. Όλη αυτή η κόπρος των συγγενών και φίλων καθαρίστηκε και εκκαθαρίστηκε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Εκεί που συνδυό δεν περπατούν, συντρείς δεν κουβεντιάζουν, οι πενήντα και οι εκατό κάνουν θαύματα.
3.
Κακόμοιρες θηλυκές άνθρωποι, που δεν έχετε κάνει μια βραδινή βολή στην άχαρη ζωή σας.
Στην εξοχή οι ήχοι της πόλης είναι μακριά, το κρύο πιο έντονο, τα αστέρια λάμπουν. Πρηνής αγκαλιά με το όπλο σου, προσεγγίζεις σεβαστικά στο προσοφθάλμιο της διόπτρας. Εκείνη στο σκοτάδι σε κάνει κυρίαρχο. Αποκτάς μάτια εκεί που οι άλλοι μένουν τυφλοί τούς τ’ οφθαλμούς τό τε τζιτρία. Ο εκκωφαντικός πυροβολισμός γεννά μια γραμμή φωτιάς που σκίζει την νύχτα μόνο για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου.
Σηκώνεσαι και αντικρίζεις τον λαμπρό αστερισμό του Ωρίωνα να σε χαιρετά πάνω από το πεδίο βολής.
4.
Η δυσάρεστη είδηση κυκλοφόρησε στα γραφεία: η αδελφή ενός οπλίτη είχε πεθάνει, κάπου στο Άργος. Το 1ο γραφείο έπρεπε να βγάλη εισιτήρια τάχιστα, για να προλάβη τουλάχιστον ο συνάδελφος την κηδεία. Παγωμάρα.
Πώς αντιμετωπίζεις ψυχολογικά κάτι τέτοιο; Πώς αντέχεις ένα τέτοιο χτύπημα, πολλές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι σου; Γιατί να υπάρχη τόση δυστυχία στον κόσμο;
Ούτε χτύπημα κανένα υπήρξε ούτε καμιά δυστυχία. Κάποιος ξύπνιος φαντάρος πήγε κλαψουρισμένος στον ΑΥΔΜ και του πούλησε το παραμύθι. Σε κάποιον όμως έκοψε να τηλεφωνήση στην οικογένεια του στρατιώτη για διασταύρωση. Παγωμάρα.
Λεπτομέρεια: ο εν λόγω είχε σταλήθεια αδερφή. Ζωντανή όμως.
5.
Εκείνη την ημέρα η είδηση της ημέρας στο στρατόπεδο ήταν ένας τσακωμός μετά κλοτσοπατινάδας. Βασική αιτία του σκανδαλισμού ήταν ότι οι εμπλεκόμενοι ήταν οπλίτης αφενός και δόκιμος αφετέρου. Και πρόσθετη αιτία ότι ο δόκιμος τις είχε φάει.
Το γιατί και το πώς και το ποιος έφταιξε μικρή σημασία έχουν. Άλλωστε, σε τέτοιες περιπτώσεις η τρίχα γίνεται τριχιά. Σημαντικό είναι ότι όλοι μιλούσαν για αυτό και το σχολίαζαν και μυαλό για τίποτε άλλο δεν είχαν.
Μετά το γεύμα, προσκληθήκαμε σε έκτακτη συγκέντρωση μπροστά στα εστιατόρια. Διετάχθη να μην λείψη κανείς, πλην των σκοπών: κανείς γραφειοκράτωρ, κανένα φίδι της ορχήστρας μηδέ θαλαμάρχης μηδέ κωλυόμενος. Έπρεπε να είναι όλοι εκεί.
Όπου εμφανίστηκε ο Υπόδικας και μας μίλησα όμορφα και απλά: έγινε αυτό και αυτό. Έχετε δικαίωμα να ξέρετε, γιατί εδώ είμαστε όλοι μια οικογένεια. Θα εφαρμοστούν τα προβλεπόμενα. Και τώρα, πίσω στις δουλειές σας.
Μετά έμαθα ότι αυτό το λένε κράισις μάνατζμεντ.
6.
Την Μεγάλη Παρασκευή ήμουν άγημα. Μας πήρε ο δόκιμος, βάλαμε τα όπλα υπό μάλης και πήγαμε στην εκκλησία της ενορίας μας. Τιμητική φρουρά του επιταφίου.
Αντικειμενικά ήταν κουραστική υπηρεσία: δεν μπορείς να χαλαρώσης, να γελάσης, να μιλήσης. Στέκεις σοβαρός, οι εκκλησιαζόμενοι σε κοιτάζουν, τους κοιτάζεις κι εσύ. Αντιπροσωπεύεις έναν θεσμό για αυτούς, οπότε τα βλέμματα δεν είναι ισοδύναμα: εσύ δεν έχεις δικό σου πρόσωπο, αλλά ενδύεσαι το πρόσωπο του θεσμού. Πρέπει να στης καλώς. Και αυτό κάνεις. Έτσι πρέπει.
Δεν μπορώ να σας περιγράψω πόσο συγκινημένος ήμουν εκείνη την Μεγάλη Παρασκευή, την πένθιμη εκείνη ημέρα.
Οταν ημουν στο ΚΕΝ ακουσα και εγω για το “κωλαδικο” στην πολη. Αντιληφθηκαμε ολοι απο την πρωτη στιγμη οτι επροκειτο για ιδιοτυπους οικους ανοχης. Δεν πηγα.Μου κανει εντυπωση οτι ο χερ Αναγνωστοπουλος (κανει οτι) δεν καταλαβε αυτο που ολοι παιρναμε εξαρχης χαμπαρι: Γιατι να εδινε κανεις 50 ευρω για να μπανισει βυζι, αμα μπορουσε με με ελαχιστα παραπανω να….
Και συνηθως εκει κατεληγε το πραγμα απο οτι ακουγα……..
Σε οτι αφορα τη βολη. Ολοι ημασταν στρατιωτες εν καιρω ειρηνης. Το να γραφουμε για αυτο με υφος Οδυσσεα Ελυτη στο “Πορεια προς το μετωπο” εντυπωσιαζει τις γυναικες, αλλα προκαλει μαλλον μειδιαμα σε εμας τους υπολοιπους.
Σε οτι αφορα τον καυγα. Τις τρωει ΔΕΑ και δε γινεται εστω προανακριση (γιατι μαλλον αυτο συνεβη). Ενας απο τους δυο ή και οι δυονεπρεπε να παει Στρατοδικειο και ΣΦΑ. Αν δε γινεται τιποτα, ηωπειθαρχια ειναι ανυπαρκτη. Αλλα τοτε δεν ειναι Στρατος, αλλα παιδικη χαρα.
Πες και καμιά “καλή χρονιά” ρε ΝΦ, μας έχεις ταράξει στην γκρίνια!
καλη χρονια αθανασιακη (πως ειναι το υποκοριστικο του αθανασιος?)