Νόμπελ Οικονομικών 2010: Η θεωρία αναζήτησης

Το βραβείο της Κεντρικής Σουηδικής Τράπεζας στα Οικονομικά προς τιμήν του Άλφρεντ Νομπέλ για το 2010 απονεμήθηκε στους Diamond, Mortensen και Πισσαρίδη. Το εν λόγω βραβείο, γνωστότερο ως Νόμπελ Οικονομικών, αποτελεί την μεγαλύτερη τιμητική διάκριση για έναν οικονομολόγο και είναι η πρώτη φορά που ένα Νόμπελ στις επιστήμες απονέμεται σε ελληνόφωνο. Με αφορμή αυτό το γεγονός στο ακόλουθο κείμενο θα εξηγήσουμε τα μοντέλα αναζήτησης( search and matching models) για την διαμόρφωση των οποίων δόθηκε το φετινό βραβείο.

Στα κλασσικά οικονομικά έχουμε την προσφορά και τη ζήτηση. Στην αγορά εργασίας για παράδειγμα, υπάρχουν άνεργοι από τη μία και κενές θέσεις εργασίας από την άλλη. Ο μισθός που προσφέρεται στην αγορά καθορίζει πόσες θέσεις θα καλυφθούν και πόσοι θα βρουν δουλειά. Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, που ήταν ο βασικός τρόπος ανάλυσης των αγορών για δεκαετίες1 , αν υπήρχε ένας άνεργος και μια θέση εργασίας με μισθό που τον ικανοποιούσε, ο άνεργος θα έβρισκε τη θέση χωρίς κανένα κόστος και θα προσλαμβανόταν αμέσως. Οι τρεις βραβευθέντες, πατώντας στη δουλειά ενός άλλου νομπελίστα, του Stigler, δημιούργησαν ένα νέο πλαίσιο ανάλυσης της αγοράς εργασίας. Δεν αποδέχτηκαν τις προσλήψεις και τις απολύσεις ως γεγονότα που απλώς συμβαίνουν, αλλά προσπάθησαν να εξηγήσουν γιατί λαμβάνουν χώρα. Σε γενικές γραμμές και χωρίς να κουράζουμε με τεχνικές λεπτομέρειες το μοντέλο έχει ως εξής:

Ο εργαζόμενος αποκομίζει οφέλη τόσο από την περίοδο κατά την οποία εργάζεται, όσο και από αυτή κατά την οποία δεν εργάζεται. Στην πρώτη περίπτωση εισπράττει το μισθό του και μπορεί να απολαύσει σωρεία υλικών αγαθών και υπηρεσιών με αυτόν. Στη δεύτερη πιθανώς έχει κάποια εισοδήματα που δεν έχουν σχέση με την εργασία του ή του δίνονται ακριβώς επειδή δεν εργάζεται(επίδομα ανεργίας), ενώ έχει και περισσότερο ελεύθερο χρόνο, στον οποίο αποδίδει κάποια θετική αξία.

Από την άλλη οι επιχειρήσεις έχουν κενές θέσεις εργασίας, αλλά η αναζήτηση εργαζομένων έχει κόστος. Μπορεί για παράδειγμα να πρέπει να πληρώσει για την δημοσίευση των αγγελιών ή να απασχολήσει υπαλλήλους για να αξιολογήσουν το βιογραφικό των υποψηφίων ή να τους πάρουν συνέντευξη. Επιπλέον δεν είναι όλοι οι εργαζόμενοι εξίσου κατάλληλοι για όλες τις δουλειές, ούτε όλες οι δουλειές εξίσου επιθυμητές από όλους τους εργαζομένους.

Σε αυτό το υπόδειγμα, οι εργαζόμενοι θα μπουν στη διαδικασία εύρεσης εργασίας, μόνο αν το προσδοκώμενο όφελος από την εργασία τους είναι μεγαλύτερο από το προσδοκώμενο όφελος από την παραμονή τους στην ανεργία. Από την άλλη οι επιχειρήσεις θα προσφέρουν θέσεις εργασίας, μόνο αν κρίνουν ότι το όφελος από την πρόσληψη ενός επιπλέον εργαζομένου θα ξεπεράσει το κόστος από τη διαδικασία εύρεσης του εργαζομένου αυτού.

Τα σημαντικότερα συμπεράσματα από αυτή την ανάλυση είναι τα εξής:

  • Ένας επιπλέον άνεργος που αναζητά εργασία, αυξάνει τις πιθανότητες των επιχειρήσεων να βρουν κατάλληλους υπαλλήλους, άρα αυξάνει το προσδοκώμενο όφελος από την αναζήτηση του υπαλλήλου αυτού. Επομένως είναι πιο πιθανό μια επιχείρηση να δημιουργήσει μια θέση εργασίας.2 Σε καμμία περίπτωση αυτό δε σημαίνει ότι κάποιος είναι άνεργος επειδή δεν προσπαθεί αρκετά.
  • Χαμηλότερα επιδόματα ανεργίας, μπορεί να οδηγήσουν σε χαμηλότερη ανεργία. Μπορεί όμως να είναι επιθυμητά τα επιδόματα ανεργίας σε ανέργους με περισσότερα προσόντα να είναι πιο υψηλά, ώστε οι άνεργοι αυτοί να μην αποδέχονται δουλειές που θα μπορούσαν να κάνουν και όσοι έχουν λιγότερα προσόντα, αλλά να συνεχίζουν να αναζητούν δουλειές που ταιριάζουν περισσότερο με τις ικανότητες τους.
  • Μπορεί να υπάρχουν άνεργοι και ταυτόχρονα διαθέσιμες θέσεις εργασίας.
  • Λόγω του κόστους και της αβεβαιότητας που εμπεριέχει η διαδικασία αναζήτησης εργασίας από την πλευρά των εργαζομένων, είναι δυνατό υπάλληλοι με παρόμοια προσόντα και παραγωγικότητα, να αμείβονται με διαφορετικούς μισθούς σε διαφορετικές επιχειρήσεις.
  • Είναι δυνατό να δειχθεί ότι η ισορροπία που προκύπτει από την ελεύθερη αλληλεπίδραση των συμμετεχόντων στην αγορά δεν είναι πάντα η καλύτερη δυνατή, κάτι που σημαίνει ότι η κρατική παρέμβαση, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να την βελτιώσει.

Κατά τη γνώμη μου το σημαντικότερο στη δουλειά των βραβευθέντων είναι το ότι δεν αποδέχτηκαν την προσφορά και τη ζήτηση σε μια αγορά ως δεδομένες, αλλά προσπάθησαν να τις μοντελοποιήσουν. Έδωσαν ένα νέο αναλυτικό εργαλείο που έχει εφαρμογές όχι μόνο στην αγορά εργασίας, αλλά και στην ανάλυση του γάμου, στα χρηματοοικονομικά, στην αγορά κατοικίας, στην έρευνα σχετικά τους πραγματικούς οικονομικούς κύκλους, στα νομισματικά οικονομικά. Η συνεισφορά τους είναι θεμελιώδης και δεν περιορίζεται στα στενά πλαίσια των οικονομικών της εργασίας. Είναι δύσκολο λοιπόν να τους χαρακτηρίσουμε νεοκλασσικούς ή κεϋνσιανούς, ακριβώς γιατί διαφέρει η προσέγγιση τους επί της αρχής και από τους δύο. Στην πραγματικότητα η δουλειά τους, όπως χαρακτηριστικά γράφτηκε εδώ, “έχει καταντήσει αναχρονιστική την αντιπαράθεση Κεϋνσιανών εναντίον οποιουδήποτε”.

Ωραία αναδρομή στην ιστορία της θεωρίας αναζήτησης και στην δουλειά των τριών βραβευθέντων έκανε ο Glaeser στο μπλογκ του στους NY Times. Αναλυτικά αφιερώματα έγραψε σε χρόνο ρεκόρ ο Tyler Cowen στο μπλογκ Marginal Revolution, 1, 2,3. Πιο αναλυτική παρουσίαση, με περισσότερους τεχνικούς όρους, της δουλειάς για την οποία δόθηκε το βραβείο μπορείτε να διαβάσετε στο voxeu.org. Το μοντέλο των Πισσαρίδη και Μόρτενσεν αναλυτικά μπορείτε να το βρείτε εδώ.

Τα σημαντικότερα άρθρα των βραβευθέντων είναι τα:

Diamond P.A., 1982, Wage determination and efficiency in search equilibrium, Review of Economic Studies

Mortensen D and C.A. Pissarides, 1994, Job Creation and Destruction in the Theory of Unempoloyment, Review of Economic Studies

1. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι επί της αρχής και οι Κεϋνσιανοί και οι Νεοκλασσικοί αποδέχονταν αυτό το μηχανισμό. []
2. Φαινόμενο γνωστό ως εξωτερικότητα της αναζήτησης(search externality).[]

12 thoughts on “Νόμπελ Οικονομικών 2010: Η θεωρία αναζήτησης”

  1. Ενδιαφέρουσα ανάρτηση. Μία μόνον ερώτηση: όταν λες

    Είναι δυνατό να δειχθεί ότι η ισορροπία που προκύπτει από την ελεύθερη αλληλεπίδραση των συμμετεχόντων στην αγορά δεν είναι πάντα η καλύτερη δυνατή, κάτι που σημαίνει ότι η κρατική παρέμβαση, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να την βελτιώσει.

    ποιούς θεωρείς ενδεδειγμένους τρόπους κρατικής παρέμβασης: επιδότηση των επιχειρήσεων για την δημιουργία ή διατήρηση θέσεων εργασίας, παροχή φοροαπαλλαγών (όπως στο περίφημο fast-track);

    Reply
  2. Να ρωτήσω κάτι εντελώς άσχετο;  Γιατί ο Χριστόφορος Πισσαρίδης είναι ελληνόφων αλλά όχι έλλην; Ορισμένως είναι καβαφικώ τω λόγω ελληνικός…

    Reply
  3. Λεκτοράτιε:

    Ανάλογα με το πρόβλημα, επιδοτήσεις, θέσεις σταζ, σεμινάρια επιμόρφωσης, φοροαπαλλαγές(που είναι μια άλλη μορφή επιδοτήσεων), υψηλοτερα επιδοματα ανεργιας σε ανεργους με πολλα προσοντα, μπορεί να ήταν οι ενδεδειγμένες λύσεις.

    Κάτι που είναι σημαντικό και δεν ανέφερα στην ανάρτηση: Όσοι μένουν άνεργοι χάνουν μέρος των ικανοτήτων τους, όσο παραμένουν στην ανεργία. Το όφελος των επιχειρήσεων από την πρόσληψη ενός εργαζομένου μειώνεται και οι θέσεις εργασίας που θα δημιουργήσουν θα είναι λιγότερες. Στην θεωρία της αναζήτησης είναι δυνατόν μετά την κρίση, λόγω της απώλειας προσόντων από όσους έμειναν άνεργοι πολύ καιρό, να οδηγηθούμε σε μονιμα υψηλότερη ανεργία. Η λύση εδώ θα ήταν τα σταζ, τα σεμινάρια επιμόρφωσης ή και η επιδότηση των θέσεων εργασίας.

    Mερικές ενδιαφέρουσες δηλώσεις του Πισσαρίδη για το θέμα εδώ.

    Μύρωνα:

    Αλλού είδα ότι υπήρχε συζήτηση σχετικά με το αν πρέπει να χαρακτηριστεί Έλληνας, ελληνόφωνος, Κύπριος σκέτο, Ελληνοκύπριος. Για να αποφύγω μια συζήτηση σχετικά με το πώς επιθυμεί να αυτοπροσδιορίζεται ο Πισσαρίδης τον ανέφερα ως ελληνόφωνο, που νομίζω δεν αμφισβητείται.

    Reply
  4. Χμμμ, προσωπικά δε νομίζω ότι κατέστησε αναχρονιστική τη διάκριση μεταξύ Κεϋνσιανών και Νέων Κλασσικών. Το ερώτημα είναι, υπάρχει ανεργία που να μην είναι εθελούσια? Στο μοντέλου του άρθρου του 1994 οι Πισσαρίδης και Μορτενστεν εμφανίζουν κάθε άνεργο σαν να έχει επιλλέξει την ανεργία ζυγίζοντας το κόστος του χρόνου που χρειάζεται να βρει δουλιά με το κόστος μη αναζήτησης καλύτερης εργασίας που θα υποστεί μένοντας στη δουλιά (αλήθεια, πως δικαιολογείται η υπόθεση ότι δε μπορεί κάποιος να ψάξει για καλύτερη θέση όντας εργαζόμενος?) Ιδού οι δικές μου παρατηρήσεις που έγραψα και στο marginal revolution.

    1) To reproduce the negative correlation between the destruction rate and the creation rate during a recession an aggregate negative shock in the value of labor is required. This COULD be the result of an AD shock, even though it does not have to be. If it is not, however, then what could it be? RBC people who are willing to argue that the decline is the result of a decrease in overall productivity (negative technology shock) will have to identify the source of this shock and highlight its significance in reality.

    2) The increase of unemployment in the current recession, and pretty much every other, cannot be the result of “creative destruction” (a new distribution of values for the various jobs) as idiosynchratic shocks cause an increase in both job creation and job destruction, the exact opposite of what is being observed. This is what Krugman was trying to emphasize. But is this not what some Austrians have been arguing?

    3) No bizzare assumptions are made about the substitutability of leisure and no wage stickiness is assumed, but the model makes plenty of other bizarre assumptions, as I see it, to make up for the fact and generate plausible dynamics. For one, it is assumed that all jobs draw values from a distribution at the same frequency. Hence every job that receives a low value after a draw can bounce back when a new draw is made (and this possibility leads to labor hoarding). Now, is there any worker in textiles whose job has been outsourced or replaced by technology who thinks that in a future draw the value of that job is going to go back up, at least in the reasonable future? Secondly, what causes a job to be eliminated is the unwillingness of a worker to accept a wage below the opportunity cost of going back to the job market, which depends on overall labor market conditions. This is a very strange assumption that would hold only if people can fill jobs that require any skill (completely mobile among jobs). If, as seems more realistic to me, the skill of the individual is tied to the skill of the job then the opportunity cost of employment for the worker should be related not to the overall labor market conditions but to the conditions of the market for that particular skill. In this case, if a skill becomes less valuable so all jobs that require that skill are being eliminated then the person’s oportunity cost of employment should be equal to his utility of leisure because he can do no better by going into the job market. Therefore, the model would almost degenerate to a New Classical model, in that every worker whose job is destroyed by a new draw would become unemployed simply because they would rather sit on their behind doing nothing than accept a lower pay. Hmm, do we really believe that?

    Of course, it is likely that I am misreading the model, so I would welcome any corrections.

    Reply
  5. Κώστα:
     
    Την περίμενα τη διαφωνία σου :)  Έχω αυτή τη γνώμη γιατί αφενός καταργεί τον Walrasian Auctioneer και αφετέρου ενσωματώνει πολλές από τις ενοράσεις των Κευνσιανών και Νεοκλασσικών. Ακόμα είναι ενεργό πεδίο όμως, οπότε δεν είναι όλα λυμένα τέλεια.
     
    Το μοντέλα αυτά, που φυσικά δεν περιορίζονται σε ένα πέηπερ, περιλαμβάνουν πολλές μορφές ανεργίας.
     
    Υπάρχουν μοντέλα στα οποία κάποιος μπορεί να ψάξει για δουλειά ενώ ήδη εργάζεται. Δεν αλλάζει κάτι από τις βασικές ενοράσεις του μοντέλου. Ο ίδιος ο Πισσαρίδης το 94 δημοσίευσε μια άλλη εργασία που ενσωματώνει και on the job search.
     
    Παρατήρησε επίσης ότι ενδέχεται η αγορά να εκκαθαρίζει, αλλά αυτό να μην είναι το βέλτιστο αποτέλεσμα, δες εδώ για παράδειγμα όπου η αύξηση των επιδομάτων ανεργίας οδηγεί σε κατά Παρέτο βελτίωση, αν και είναι second best.
     
    Για το σχόλιο σου στην ΜΡ, μερικές επιλεκτικές παρατηρήσεις.
     
    1) Το μοντέλο δεν έχει μεγάλη ερμηνευτική ικανότητα. Υπάρχουν προσπάθειες να το διορθώσουν αυτό. Είδα το abstract αυτού του γουρκινγκ πέηπερ πρόσφατα, αλλά δεν το έχω διαβάσει.
     
    3) Η παραγωγικότητα των εργατών υποτίθεται ότι είναι σταθερή, ανάλογα με την δουλειά που θα βρουν. Άλλη αμοιβή θα έχει ένας δικηγόρος που βρήκε δουλειά σαν οικοδόμος και άλλη αν βρει δουλειά σε νομικό τμήμα μια επιχείρησης(υπάρχει ετερογένεια μεταξύ εργατών και επιχειρήσεων).Τώρα, αν κατάλαβα καλά την παρατήρηση σου, η μεταβολή στην παραγωγικότητα-που ουσιαστικά υποθέτεις-θα σου δώσει τις απαντήσεις σου.
     
    AA:
    Ευχαριστώ, δεν έχω ξεχάσει την παραγγελιά σου, έρχεται αρχές Νοέμβρη.
     
    Είδα δύο νέα κείμενα στην ελληνική ιστολογοσύνη που μιλάνε για το Νόμπελ. Το ένα του Πετρουλάκη που υπήρξε φοιτητής του Πισσαρίδη και το άλλο του Βαρουφάκη. Το δεύτερο κείμενο πέφτει σε αντιφάσεις στο κομμάτι που αναφέρεται στο φετινό νόμπελ και μου δίνει την αίσθηση ότι γράφτηκε μόνο και μόνο για να στηρίξει δεύτερο μέρος του κειμένου του, στο οποίο αναφέρει μερικά σημεία άξια προβληματισμού.

    Reply
    • Θεοδωρε,

      εχεις δίκιο σε οσα γράφεις στην πρώτη παράγραφο. Αυτό που προσπάθησα να πω είναι ότι το μοντέλο δεν νομίζω ότι καθιστά αναχρονιστική την αντιπαλότητα Κευνσιανών με τους Νέους Κλασσικούς, απλώς τη βάζει σε άλλη βάση, σίγουρα καλύτερη. Βέβαια αυτό εξαρτάται από το πώς “διαβάζει” κανείς τον Κέυνς. Αν “Κενσιανό” σημαίνει ότι κρατική παρέμβαση ενδεχόμενα να είναι βελτιωτική ή ότι η αγορά δεν εκκαθαρίζει τότε το συγκεκριμένο μοντέλο πράγματι έχει Κεϋνσιανά χαρακτηριστικά. Αν ωστόσο Κεϋνσιανό σημαίνει ακαμψία μισθών για λόγους που ο εργαζόμενος δεν ελέγχει (τουλάχιστον εγώ έτσι διαβάζω τον Κέυνς) τότε το μοντέλο δεν είναι Κευνσιανό. Αν θες δες π.χ. και το άρθρο των Blanchard and Gali (2010) στο American Economic Journal: Macroeconomics (vol.2, pp. 1-30). Με άλλα λόγια, το μοντέλο Ντάιμοντ-Μόρτενσεν-Πισσαρίδη μπορεί να χρημοποιηθεί τόσο με ακαμψία μισθών (με κατά την άποψή μου καλύτερα αποτελέσματα) όσο και χωρίς. Άρα το ερώτημα αν υπάρχει τέτοια ακαμψία παραμένει καίριο!

      Για το 3), αν καταλαβαίνω καλά την εξίσωση (10) στη σελίδα 401 του άρθρου του 1994 των Μορτενσεν-Πισσαρίδη, το δεύτερο μέρος τους αθροίσματος στη δεξιά μεριά λέει ότι αν η παραγωγικότητά του εργαζόμενου δεν επιτρέπει στον εργοδότη να τον πληρώσει αρκετά τότε με τη θέληση και των δύο μερών θα λυθεί η συνεργασία τους καθώς ο εργαζόμενος θα προτιμήσει να αναζητήσει καλύτερη τύχη βγαίνοντας στην αγορά εργασίας. Το δε όφελος από μια τέτοια αναζήτηση καινούργιας δουλιάς εξαρτάται από τον αριθμό των κενών θέσεων σε σχέση με τους άνεργους στην οικονομία. Αν δηλαδή υπάρχουν πολλές κενές θέσεις σε σχέση με τους ανέργους ο εργαζόμενος θα είναι λιγότερο πρόθυμος να δεχτεί μείωση αποδοχών και η λύση της συνεργασίας είναι πιο πιθανή. Η πρώτη διαφωνία μου είναι ότι η “ιστορία” του μοντέλου δεν συνάδει με την εμπειρία μου. Σε ελάχιστους απολυμένους δίνεται η δυνατότητα να συνεχίσουν να δουλεύουν με χαμηλότερο μισθό προκειμένου να κρατήσουν τη δουλιά τους. Η δεύτερη είναι ότι εξαρτάται για τι shock μιλάμε. Αν αυτό που προκάλεσε τη μείωση της παραγωγικότητας του συγκεκριμένου εργαζόμενου είναι ένα job-specific shock (το οποίο στο μοντέλο είναι και firm-specific shock διότι κάθε επιχείρηση έχει ένα μόνο εργαζόμενο) τότε πράγματι είναι πιθανό ο εργαζόμενος να μην δεχτεί μείωση και να πει φεύγω να βρω την τύχη μου αλλού. Αν όμως είναι sector-specific-shock αλλά όχι aggregate productivity shock, π.χ. στην παραγωγή αυτοκινήτων, ο εργαζόμενος στην αυτοκινητοβιομηχανία θα ενδιαφερθεί για τις συνθήκες στην συνολική αγορά εργασίας (π.χ. τον ενδιαφέρει ότι υπάρχει μεγάλη προσφορά θέσεων στον τομέα της υγείας) ή για τις συνθήκες στον τομέα του? Το πρώτο θα ίσχυε μόνο αν ο εργαζόμενος μπορεί να μεταπηδίσει εύκολα από έναν τομέα στον άλλο, Αν ισχύει το δεύτερο, όπως πιστεύω συμβαίνει καθώς οι δεξιότητες του εργαζόμενου είναι άμεσα συνδεδεμένες με την δουλιά που κάνει, τότε δεν θα έπρεπε να βλέπουμε ραγδαίες μειώσεις μισθών σε τομείς τις οικονομίας που πλήττονται λόγω π.χ. της τεχνολογικής αλλαγής ή του ανοίγματος στο διεθνές εμπόριο αντί για μαζικές απολύσεις. Εκτώς και αν υπάρχει ακαμψία μισθών που δεν επιτρέπει στους εργαζόμενους στον συγκεκριμένο τομέα να δεχτούν χαμηλότερους μισθούς παρόλο που οι προοπτικές εργασίας στον συγκεκριμένο τομέα (και άρα γενικότερα για αυτούς) είναι εξαιρετικά κακές. 

      Reply
  6. Ο περισσότερος κόσμος κατανοεί την αντιπαράθεση Κεϋνσιανών και μη με τον πρώτο τρόπο που περιέγραψες. Για τους σκοπούς ενός εκλαϊκευτικού και ενημερωτικού άρθρου, νομίζω ότι αυτή ήταν η σωστή προσέγγιση.
    Για το 3) μπορεί να είναι ένας συνδυασμός της ακαμψίας μισθών στον τομέα με την αλλαγή επαγγελματικού προσανατολισμού. Ένας μηχανικός στην GM αν δει ότι θα του γίνει μείωση μισθού μεγαλύτερη από ένα όριο, μπορεί να αποφασίσει να φύγει και να πάει να δουλέψει στις κατασκευές. Αντίστοιχα μια γυναικα που δούλευε σε μια βιοτεχνία ρούχων στην Ελλάδα, μπορεί να αποφασίσει να εργαστεί ως πωλήτρια. Επίσης οι μειώσεις στις απολαβές τους μπορεί να είναι αφανείς. Μπορεί να μειωνονται οι ασφαλιστικές εισφορές ή, μιλώντας για την Ελλάδα, να συμφωνήσει με τον εργοδότη να κολλάει λιγότερα ένσημα ή να δουλεύει (περισσότερες) υπερωρίες χωρίς να πληρώνεται.
    Δε διαφωνούμε επί της ουσίας. Το μοντέλο των Μ-Π ενσωματώνει τα χαρακτηριστικά των προηγούμενων και τα μελετάει σε ένα καλύτερο πλαίσιο. Aκόμα όμως υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, για να ταιριάξει καλύτερα με τα εμπειρικά δεδομένα. Το νόμπελ το πήραν περισσότερο για το θεωρητικό πλαίσιο που δημιούργησαν.
    ΥΓ. Θοδωρής καλέ. Δεν είμαι ο Κολοκοτρώνης :)

    Reply
    • Θοδωρή λοιπόν :)

      “Ο περισσότερος κόσμος κατανοεί την αντιπαράθεση Κεϋνσιανών και μη με τον πρώτο τρόπο που περιέγραψες”

      Χμμ, περιμένω παραπομπή στη δημοσκόπηση :) Ακόμα και να είναι έτσι ίσως να μην έπρεπε να είναι.

      Οι αφανείς μειώσεις τις οποίες περιγράφεις για την Ελλάδα είναι παράνομες. Άρα αμέσως έχουμε πιθανή ακαμψία. Οι απολυμένοι της GM δεν έφυγαν για να βρουν δουλιά στις κατασκευές. Απολύθηκαν παρά τη θέλησή τους και χωρίς να πέσει ο μισθός διότι η διαπραγμάτευση των μισθών γίνεται από τα συνδικάτα και όχι ξεχωριστά από τον κάθε εργαζόμενο. Δεύτερος λοιπόν λόγος ακαμψίας. Υποθέτεις δε ότι οι δεξιότητες του μηχανικού της GM είναι αντίστοιχες αυτών που απαιτούνται στις κατασευές. Επειδή έχω θείο μηχανικό σε εργοτάξια επέτρεψέ μου να σου πω ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Άσε που, όπως επισημαίνουν όσοι ασχολούνται με τα identity economics, το επάγγελμα που κάνει κανείς είναι μέρος της ταυτότητά του. Ο εργάτης της GM βλέπει τη δουλιά που κάνει σαν μέρος της προσωπικότητά του. Το ίδιο και ο οικοδόμος (όσοι έχουν συναναστραφεί με οικοδόμους το γνωρίζουν αυτό). Δεν πάει εύκολα να γίνει, π.χ. επιστάτης.

      Θεωρώ ότι από άποψη πολιτικής οικονομίας (και στο συγκεκριμένο σημείο έδωσε μεγάλη έμφαση ο Κέυνς στο General Theory) είναι πολύ σημαντικότερο το ερώτημα αν όσοι είναι άνεργοι το επιλλέγουν ή όχι, ειδικά εν μέσω μιας τόσο έντονης ύφεσης. Το ότι πολλές αγορές δεν εκκαθαρίζουν άμεσα (ότι παίρνει χρόνο στον εργαζόμενο να βρει την κατάλληλη θέση έστω και αν αυτή υπάρχει) το ήξερε όλος ο κόσμος (εκτώς ίσως από τους οικονομολόγους στον φανταστικό κόσμο των οποίων τα πάντα γίνονται μέσω του Walrasian auctioneer). Όταν λέω σε κάποιον μη οικονομολόγο ότι για αυτή τους τη συνεισφορά οι Μ-Π κέρδισαν το Νόμπελ νομίζουν ότι τους κάνω πλάκα. Άρα σε μεγάλο βαθμό συμφωνώ με τον Βαρουφάκη, αν και όχι με την ένταση της κριτικής του.

      Συμφωνούμε λοιπόν επί της ουσίας αλλά…για να υπάρξει βελτίωση πρέπει να ξεφύγουμε από τη λογική ότι οι μισθοί και οι εργασιακές σχέσεις είναι ποτέλεσμα ιδιωτικής διαπραγμάτευσης με βάση ένα αυστηρό cost-benefit analysis όπου τα κυρίαρχα στοιχεία είναι οι προτιμήσεις του εγαζόμενου για σχόλη και το οριακό προϊόν της εργασίας. Νομίζω ότι το κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον (η δύναμη των συνδικάτων, οι κοινωνικές αντιλήψεις για το τι είναι “δίκαιο”, η ύπαρξη προγραμμάτων που επιτρέπουν σε έναν εργαζόμενο να αποκτήσει νέες δεξιότητες και το πόσο κοινωνικά αποδεκτό είναι κάτι τέτοιο) πρέπει να ενσωματωθούν επιτέλους στην ανάλυση. Για αυτό και προτιμώ την κατεύθυνση που δίνουν στο μοντέλο Μ-Π οι Μπλάνσαρντ και Γκαλι στο άρθρο που ανέφερα στο προηγούμενο σχόλιο.

      Reply
  7. Νομίζω ότι το κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον (η δύναμη των συνδικάτων, οι κοινωνικές αντιλήψεις για το τι είναι “δίκαιο”, η ύπαρξη προγραμμάτων που επιτρέπουν σε έναν εργαζόμενο να αποκτήσει νέες δεξιότητες και το πόσο κοινωνικά αποδεκτό είναι κάτι τέτοιο) πρέπει να ενσωματωθούν επιτέλους στην ανάλυση

    ελπίζω να το εννοούσες αυτό και για τις μεταρυθμίσεις που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα το τελευταίο χρόνο, που είσαι τόσο πολύ φάν.

    Reply
  8. Kώστα στόχος μου ήταν να δείξω ότι μπορεί να συνυπάρχουν και τα δύο φαινόμενα. Το παράδειγμα με τις κατασκευές δεν είναι τόσο καλό, εκείνο μου ήρθε όταν έγραφα. Τώρα θα έλεγα ότι μπορεί να πάνε σε έναν κοντινό κλάδο, αυτό των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή να μετακομίσουν σε άλλη πολιτεία και να απασχοληθούν σε άλλα εργοστάσια. Αυτό χωρίς να αρνούμαι ότι υπάρχει και πρόβλημα ακαμψίας μισθών.
     
    Στην αρχική μου απάντηση είχα συμπεριλάβει μια διατύπωση που θεώρησα πολύ φιλόδοξη και την παρέλειψα. Είχα γράψει ότι κατά κάποιον τρόπο και με τις κατάλληλες τροποποιήσεις το μοντέλο των Μ-Π μπορεί να θεωρηθεί ότι περιγράφει τα θεσμικό πλαίσιο και τα εμπόδια που αυτό θέτει στην αναζήτηση εργασίας.
     
    Σε κάποιον που δεν ξέρει μπορεί να φανεί περίεργος ο λόγος που δόθηκε το Νόμπελ, αν ήταν τόσο εύκολο όμως γιατί δεν το είχε κάνει κανείς άλλος τόσα χρόνια; Επιπλέον οι πιο καινοτόμες ιδέες μπορεί να φαίνονται πολύ απλές μετά τη διατύπωση τους. Το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Συμφωνώ με την ενσωμάτωση των εννοιών που αναφέρεις στο μοντέλο, αν τα έκαναν όλα αυτά οι ΔΜΠ δεν θα έφτανε ένα Νόμπελ όμως :D
     
    Με προβληματίζει έντονα ο ισχυρισμός του Βαρουφάκη ότι θεωρούσαν αδύνατη μια κρίση παρόμοια με τη σημερινή. Δεν μπορώ να καταλάβω από πού εξάγει αυτό το συμπέρασμα και είναι κρίσιμο για την βασιμότητα αρκετών συλλογισμών του.

    Reply
    • Θοδωρή,

      πρώτα από όλα να πω ότι τα σχόλιά μου δεν αφορούν την ποιότητα της ανάρτησής σου την οποία βρίσκω υψηλή, και με την οποία γενικά δε διαφωνώ εκτώς ίσως από το το συνιστά “Κεϋνσιανό”.

      Για τον συγκεκριμένο ισχυρισμό του Βαρουφάκη έχω και εγώ τα ίδια ερωτηματικά.

      Μια ένσταση για αυτό που έγραψες “Επιπλέον οι πιο καινοτόμες ιδέες μπορεί να φαίνονται πολύ απλές μετά τη διατύπωση τους.”
      Δε νομίζω ότι η ιδέα τους ήταν καινοτόμος. Αρκετοί οικονομολόγοι έλεγαν αυτό που καταλαβαίνει ο περισσότερος κόσμος, ότι υπάρχει κόστος στη διαδικασία ταιριάσματος θέσεων εργασίας με τους εργαζόμενους, και ασκούσαν κριτική στην θεώρηση ότι η εκκαθάριση της αγοράς γίνεται αυτόματα η οποία ήταν χαρακτηριστικό πολλών μοντέλων. Άλλωστε κρατικά γραφεία ευρέσεως εργασίας υπήρχαν πολύ πριν το άρθρο των ΔΜΠ προφανώς για κάποιο λόγο (διακίνηση της πληροφορίας). Αυτό που οι ΔΜΠ έκαναν είναι να βρουν έναν τρόπο να “μοντελοποιήσουν” το κόστος. Και για αυτό κέρδισαν το Νόμπελ. Ωστόσο εύλογα γεννιέται το ερώτημα που θέτει έμμεσα ο Βαρουφάκης, αν η απονομή του Νόμπελ αντικατροπτίζει την αξία της συνεισφοράς ή τις αδυναμίες της οικονομικής επιστήμης, και συγκεκριμένα ότι ιδέες αξιόλογες, ίσως και κοινότοπες, αγνοούνται συστηματικά από τους οικονομολόγους διότι δεν εκφράζονται με ποσοτικό-μαθηματικό τρόπο μέχρι ακριβώς να βρεθεί κάποιος να τις εκφράσει έτσι (κερδίζοντας το Νόμπελ?).

      Και αυτό δεν αφορά μόνο το συγκεκριμένο τομέα. Πόσοι αλήθεια από τα νέα παιδιά που ασχολούνται με την ενδογενή μεγέθυνση (endogenous growth) έχουν διαβάσει Nathan Rosenberg, Paul David, ή Brian Arthur? Όλοι ξέρουν το άρθρο του Πωλ Ρόμερ (1990) που ουσιαστικά πήρε αυτές τις ιδέες και τις έβαλλε σε ένα elegant είναι η αλήθεια μοντέλο. Αν πάρει για αυτό ο Ρόμερ (του οποίου το όνομα παίζει) το Νόμπελ θα είναι δείγμα της συνεισφοράς του ή της αδυναμίας του τρόπου με τον οποίο διεξάγεται η οικονομική έρευνα?

      Ακόμα και Νομπελίστες οικονομολόγοι, όπως ο Άκερλοφ και ο Σόλοου ασκούν κριτική στην προσέγγίση των σύγχρονων οικονομολόγων σε πολλά θέματα, όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να δημοσιεύσει κανείς εργασία αν η συμπεριφορά των agents στο μοντέλο δεν προκύπτει ως αποτέλεσμα μεγιστοποίησης μιας συνάρτησης (με η χωρίς νοητικούς περιορισμους). Και όμως, αυτό που αναγνωρίζουν μέχρι και οι πρωτοετείς φοιτητές μου, ότι δεν κάθονται στην αρχή κάθε μήνα να προκαθορίσουν πως μπορούν να διαιρέσουν τη συνολική τους δαπάνη μεταξύ ενός συνόλου χιλιάδων προϊόντων και υπηρεσιών με βάση χιλιάδες λόγους οριακών υποκαταστάσεων και σχετικών τιμών, αγνοείται από τους οικονομολόγους οι οποίοι συνεχίζουν να υποθέτουν ότι αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο οι καταναλωτές των μοντέλων τους καθορίσουν τις δαπάνες τους, επειδή απλούστατα η υπόθεση αυτή απλοποιεί τα μαθηματικά και τους επιτρέπει να δουλέψουν το μοντέλο.

      Reply

Leave a Comment