Περί των ηθικών αισθημάτων (VI.III.54)

Η μέριμνα για τη δική μας ευτυχία, μας συνιστά την αρετή της σύνεσης· η μέριμνα για την ευτυχία των άλλων ανθρώπων, τις αρετές της δικαιοσύνης και της ευεργεσίας – εκ των οποίων, η πρώτη μας συγκρατεί από το να βλάψουμε αυτή την ευτυχία, [ενώ] η άλλη μας προτρέπει να προάγουμε αυτή την ευτυχία [των άλλων ανθρώπων]. Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε μέριμνα, είτε για το ποια είναι ή ποια θα έπρεπε να είναι, ή ποια – σε μια συγκεκριμένη κατάσταση – θα ήταν, τα συναισθήματα των άλλων ανθρώπων, η πρώτη από τις τρεις αυτές αρετές αρχικά μας συνίσταται από τα εγωιστικά μας αισθήματα, οι άλλες δύο από καλοκάγαθα αισθήματά μας. Η μέριμνα για τα συναισθήματα των άλλων ανθρώπων, όμως, έρχεται στη συνέχεια τόσο για να επιβάλλει και να κατευθύνει την πρακτική όλων αυτών των αρετών· και [δεν υπήρξε] κανένας άνθρωπος που, κατά τη διάρκεια, είτε ολόκληρης της ζωής του, ή ενός σημαντικού μέρους της, διέσχισε σταθερά και ομοιόμορφα στα μονοπάτια της σύνεσης, της δικαιοσύνης, ή της ορθής ευεργεσίας, του οποίου η συμπεριφορά δεν κατευθύνθηκε κατά κύριο λόγο από το ενδιαφέρον για τα συναισθήματα του υποθετικού αμερόληπτου θεατή, του σπουδαίου “επιστήθιου συγκατοίκου”*, του μεγάλου δικαστή και κριτή της συμπεριφοράς. Αν κατά τη διάρκεια της ημέρας έχουμε παρεκλίνει σε τίποτα κατά κάποιο τρόπο από τους κανόνες που αυτός [ο αμερόληπτος θεατής] μας καθορίζει· αν έχουμε είτε υπερβεί ή χαλαρώσει την λιτότητα μας· αν έχουμε είτε υπερβεί ή χαλαρώσει στη δουλειά μας· εάν, λόγω πάθους ή απροσεξίας, έχουμε πλήξει καθ’ οιονδήποτε τρόπο το συμφέρον ή την ευτυχία του γείτονά μας· αν έχουμε παραμελήσει μια απλή και καλή ευκαιρία για την προώθηση αυτού του συμφέροντος και ευτυχίας· είναι ο “συγκάτοικος” ο οποίος, όταν βραδιάσει, μας καλεί να λογαριάσουμε όλες αυτές τις παραλείψεις και τις παραβιάσεις, και οι επιπλήξεις του συχνά μας κάνουν να κοκκινίζουμε ενδόμυχα τόσο για την αφρωσύνη και την απροσεξία μας ως προς την δική μας ευτυχία, και για ακόμα μεγαλύτερη αδιαφορία και απροσεξία, ίσως, ως προς εκείνη των άλλων ανθρώπων. –Άνταμ Σμιθ, Θεωρία των Ηθικών Αισθημάτων, VI.III.54 (Μετάφραση δική μου)

Read moreΠερί των ηθικών αισθημάτων (VI.III.54)

Τι είδους πολιτικούς θέλουμε;

Αναδημοσίευση στο σημερινό Βήμα Ιδεών. Για την βαρετή ορθογραφία εκεί και την φωτογραφία ευθύνεται η σύνταξη της εφημερίδας. Ευχαριστώ τον Λεκτοράτιο.

Τι είδους πολιτικούς θέλουμε; Ποιοι πολιτικοί θα μας ανασύρουν από το τέλμα; Ποιοι είναι εκείνοι που θα σκοτώσουν τον κακό δράκο του φραπεδόγαλου και του φακελλακίου; Πού στηρίζεται το γενικευμένο αίσθημα απογοήτευσης και απελπισίας έναντι του πολιτικού κόσμου της χώρας; Στο κάτω κάτω, εμείς δεν τους ψηφίσαμε όλους αυτούς; Εμείς που στον αναβρασμό της ρητορικής μας παλληκαροσύνης απαιτούμε να καή η Βουλή; Ώστε της Βουλής ημών εμπιπραμένης να άδωμεν πλέον ανεφέλως;

Πολλά τα ερωτηματικά και εξώκειλα. Επανέρχομαι στο εισαγωγικό ερώτημα: ποιος είναι ο ανθρωπολογικός και χαρακτηρολογικός τύπος του πολιτικού του 21ου αιώνα, του πολιτικού εκείνου που θα ανταποκριθή στα ήθη των καιρών;

Read moreΤι είδους πολιτικούς θέλουμε;

Μη ομόσαι όλως

Σύμφωνα με το άρ. 218 παρ. 1 ΚΠΔ

Κάθε μάρτυρας οφείλει, πριν εξεταστεί στο ακροατήριο, να ορκιστεί δημόσια, θέτοντας το δεξιό του χέρι του στο ιερό ευαγγέλιο, τον εξής όρκο: “Ορκίζομαι στο Θεό, να πω με ευσυνειδησία όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσω ούτε να αποκρύψω τίποτε”. Αν δεν τηρηθεί η διάταξη αυτή, η διαδικασία είναι άκυρη

.

Εξάλλου, σύμφωνα με το άρ. 220 παρ. 2 ΚΠΔ

Αν ο μάρτυρας πιστεύει σε θρησκεία που δεν επιτρέπει τον όρκο, καθώς και αν εκείνος που ανακρίνει ή το δικαστήριο πειστεί ύστερα από σχετική δήλωση του μάρτυρα ότι αυτός δεν πιστεύει σε καμία θρησκεία, ο όρκος που δίνεται είναι ο ακόλουθος: “Δηλώνω επικαλούμενος την τιμή μου και την συνείδησή μου ότι θα πω όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσω ούτε να αποκρύψω τίποτε

.

Read moreΜη ομόσαι όλως