Σύμφωνα με το άρ. 17 Ν. 3500/2006
Η ποινική δίωξη για τα εγκλήματα των άρθρων 6, 7, 9 και 10 ασκείται αυτεπαγγέλτως,
τα δε ως άνω άρθρα έχουν ως τίτλο “Ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη”, “Ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή”, “Ενδοοικογενειακή προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας” και “Παρακώλυση απονομής της δικαιοσύνης” αντίστοιχα. Το νόημα είναι ότι σε μια σειρά ελαφρών πλημμελημάτων του Ποινικού Κώδικα, τα οποία γενικώς τιμωρούνται κατ’ έγκλησιν, η δίωξη χωρεί εδώ κατ’ εξαίρεσιν αυτεπαγγέλτως, για σκοπούς πληρέστερης προστασίας των οικείων εννόμων αγαθών.
Και έχει πράγματι κάποιο νόημα η ρύθμιση. Πολλές φορές τα θύματα παρόμοιων πράξεων δεν έχουν το θάρρος της καταγγελίας, δεν βρίσκουν την ψυχική αντοχή να συρθούν μέχρι το αστυνομικό τμήμα, δεν έχουν την οικονομική ανεξαρτησία να καταφύγουν σε ένα δικηγόρο. [Για τους ίδιους λόγους όμως δεν θα ζητήση και διαζύγιο η σύζυγος. Μήπως όμως τότε να εισαγάγουμε και αυτεπάγγελτη διαδικασία διαζυγίου; Ας μην βάζω ιδέες!]
Σε κάποιες περιπτώσεις λοιπόν πράγματι η αυτεπάγγελτη δίωξη έχει νόημα, αν και μια δίκη όπου το θύμα θα αρνήται την κατηγορία δεν έχει και πολλές πιθανότητες επιτυχίας.
Είναι τα πράγματα όμως πάντα έτσι;
Ας σκεφτούμε με βάση ένα απλό παράδειγμα:
Ο Θανάσης ρίχνει μια σφαλιάρα στην Στέλλα, επειδή έβαλε πολύ αλάτι στις φακές, η Στέλλα τρέχει στην μάννα της, εκείνη παίρνει το τμήμα, ο Θανάσης διανυκτερεύει στο κρατητήριο, το πρωί περνάει αυτόφωρο. Καλώς ως εδώ. Το πρωί όμως που ξημέρωσε ο Θεός, το ζευγάρι τα είχε βρει πια, η Στέλλα συγχώρεσε, ο Θανάσης τής πήρε λουλούδια, όχι, δεν θα το ξανακάνη ποτέ, ορκίζεται στα παιδιά του. Η Στέλλα καταθέτει στο δικαστήριο ότι τον θέλει πίσω και να θεωρηθή λήξαν το επεισόδιο, ανακαλεί την έγκληση. Όχι, λέει ο Άτεγκτος Οικογενειοδίκης. Θα καταδικαστή, κι ας μην θέλη το θύμα της πράξης του. Αναγκαστικά η γυναίκα αλλάζει την κατάθεσή της στο εφετείο: δεν την σκαμπίλισε ο αντρούλης της, μόνο, να, γκρίνιαξε λιγάκι, εδώ που τα λέμε λύσσα τις είχε κάνει τις φακές, αλλά περασμένα ξεχασμένα, κάνανε και ένα παιδάκι από τότε, παλιές ιστορίες. Όχι, λέει ο Άτεγκτος Εισαγγελεύς. Να εξαχθούν αντίγραφα της δικογραφίας και να διαβιβασθούν για άσκηση ποινικής δίωξης εις βάρος της μάρτυρος για ψευδορκία! Ο Θανάσης καταδικάζεται τελεσίδικα πια.
Η Στέλλα, την οποία υποτίθεται θέλει να προστατεύση η διάταξη, βρέθηκε με ένα άντρα καταδικασμένο παρά την θέλησή της (και παρά την θέλησή του φυσικά).
Σαν δεν θέλει όμως η νύφη κι ο γαμπρός, γιατί να γίνεται αυτό που θέλει ο νομοπεθερός;
Το σφάλμα έγκειται, όπως και σε άλλες διατάξεις, όπως η κλοπή, στην προστασία ενός ατομικού εννόμου αγαθού παρά και μάλιστα ενάντια στην βούληση του φορέως του. Η ορθή λύση είναι η κατ’ έγκλησιν δίωξη όλων των εγκλημάτων που στρέφονται κατά αποκλειστικά ατομικών εννόμων αγαθών, τουλάχιστον των πλημμελημάτων. Διότι αντικείμενο προστασίας των ποινικών διατάξεων δεν είναι μεμονωμένα σπαράγματα, δίκην πλίνθων, λίθων, κεράμων ατάκτως ερριμμένων, ασύνδετα μεταξύ τους και προστατευόμενα ποινικά καθ’ εαυτά, αλλά ότι νοηματοδοτούνται από τον άνθρωπο κοινωνό του δικαίου που είναι φορέας τους, προς την προστασία του οποίου υποχρεούται πρωταρχικώς το ποινικό δίκαιο. Συνεπώς, το έννομο αγαθό των ποινικών διατάξεων δεν είναι το αφηρημένο είδωλο της υγείας ή της τιμής ή της προσωπικής ελευθερίας κ.τ.τ., αλλά η ζώσα, αναπτυσσόμενη και μεταβαλλόμενη σχέση του φορέως τους με αυτές.
Αυτό πράγματι συμβαίνει στον Ποινικό Κώδικα σε πολύ μεγάλη έκταση (π.χ. εξύβριση, δυσφήμηση, παράνομη κατακράτηση, παράνομη βία, προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας). Όπου δεν συμβαίνει, παρατηρούνται στην πράξη κωμικοτραγικά φαινόμενα, όταν δηλαδή το θύμα αρχικά καταμηνύει, αλλά αργότερα το μετανιώνει (και όποιος δεν έχει επαφή με την πράξη δεν καταλαβαίνει πόσο συχνά γίνεται αυτό): ο μηνυτής αλλάζει την κατάθεσή του, δεν παρίσταται ως πολιτικώς ενάγων, τα μασάει στο ακροατήριο και τελικά το δικαστήριο απαλλάσσει μετά από μια διαδικασία εξευτελιστική των θεσμών “ελλείψει δόλου” τάχα. Η αιτιολογία αυτή μάλιστα στην πράξη έχει φτάσει να σημαίνη “ξέρω ότι το έκανες, αλλά σου την χαρίζω και να μην σε ξαναδώ μπροστά μου”.
Φυσικά η μεταβολή γνώμης του μηνυτή όχι σπάνια συνδέεται με διαπραγματεύσεις, εξαγορές, εκβιασμούς, αποζημιώσεις κάτω από το τραπέζι. Αλλά δεν υπάρχει τίποτε κακό σε αυτό. Πρόκειται για ιδιωτικά δικαιώματα που εβλάβησαν, για ατομικά έννομα αγαθά που εθίγησαν και η προσβολή τους φυσικά και γεννά αξιώσεις αποζημίωσης. Εκείνο που οδηγεί σε ψευδομαρτυρίες και σε γελοιοποίηση της δικαιοσύνης δεν είναι η συναλλαγή των μερών σχετικά με το ιστορικό συμβάν που αποτελεί τον πυρήνα της ποινικής δίκης, είναι η ανωφελής και κηδεμονιστική εμμονή του Έλληνα νομοθέτη να προστατεύη ατομικά έννομα αγαθά, όταν και ο ίδιος ο φορέας του δεν επιθυμεί την προστασία τους.
Είναι λοιπόν αδιάφορο αν η μεταστροφή της Στέλλας οφείλεται στα παρακάλια του Θανάση, στην σκέψη των παιδιών της, στον άβουλο χαρακτήρα της ή στον πανδαμάτορα χρόνο (θα ενδιέφερε μόνο αν ωφειλόταν σε απειλή ή βία. Αλλά αυτά ήδη τιμωρούνται και ούτως ή άλλως η βούληση που σχηματίζεται υπό την επήρεια αυτών των ελαττωμάτων δεν λαμβάνεται υπόψιν). Στην πραγματικότητα, δεν έχει παρά ελάχιστη σημασία αν η απόφαση διαθέσεως του εννόμου αγαθού από τον φορέα του δίδεται προ (: συναίνεση) ή μετά την τέλεση της πράξης (: ανάκληση της έγκλησης).
Οι μόνες διέξοδοι που προέβλεψε ο νομοθέτης περιέχονται στο άρ. 11-12 Ν. 3500/2006:
άρ. 11
1. Στα πλημμελήματα ενδοοικογενειακής βίας ο αρμόδιος για την άσκηση ποινικής δίωξης εισαγγελέας διερευνά τη δυνατότητα διαμεσολάβησης κατά τη διαδικασία των επόμενων άρθρων.
2. Προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας ποινικής διαμεσολάβησης είναι η υποβολή ανεπιφύλακτης δήλωσης εκ μέρους του προσώπου στο οποίο αποδίδεται η τέλεση του εγκλήματος, ότι είναι πρόθυμο σωρευτικά:
α) να υποσχεθεί ότι δεν θα τελέσει στο μέλλον οποιαδήποτε πράξη ενδοοικογενειακής βίας (λόγος τιμής) και ότι, σε περίπτωση συνοίκησης, δέχεται να μείνει εκτός οικογενειακής κατοικίας για εύλογο χρονικό διάστημα, εάν το προτείνει το θύμα. Για την υπόσχεση αυτή συντάσσεται έκθεση κατά τα άρθρα 148 επ. του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
β) να παρακολουθήσει ειδικό συμβουλευτικό – θεραπευτικό πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας σε δημόσιο φορέα [μα πού αλλού!], σε όποιον τόπο και για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται τούτο αναγκαίο από τους αρμόδιους θεραπευτές. Ο υπεύθυνος του προγράμματος πιστοποιεί την ολοκλήρωση της παρακολούθησης του. Το σχετικό πιστοποιητικό επισυνάπτεται στο φάκελο της δικογραφίας. Αναφέρονται δε σε αυτό, αναλυτικά, το αντικείμενο του συμβουλευτικού – θεραπευτικού προγράμματος και ο αριθμός των συνεδριών που παρακολούθησε ο ενδιαφερόμενος.
γ) να άρει ή να αποκαταστήσει, εφόσον είναι δυνατόν, αμέσως τις συνέπειες που προκλήθηκαν από την πράξη και να καταβάλει εύλογη χρηματική ικανοποίηση στον παθόντα.άρ. 12
1. Αν σε βάρος του υπαιτίου κινηθεί η διαδικασία των άρθρων 417 επ. του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας [δηλαδή του αυτοφώρου], ποινική διαμεσολάβηση επιτρέπεται μόνον εφόσον το δικαστήριο αναβάλει την εκδίκαση της υπόθεσης κατά τις διατάξεις του άρθρου 423 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Στην περίπτωση αυτή, η σχετική διαδικασία χωρεί κατά τις παραγράφους 3 έως 6 του παρόντος άρθρου. Το δικαστήριο που αναβάλλει την εκδίκαση της υπόθεσης, κατά το πρώτο εδάφιο, εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν συντρέχει περίπτωση να επιβληθούν στον υπαίτιο περιοριστικοί όροι κατά το άρθρο 18 του παρόντος νόμου.
2. Αν σε βάρος του φερόμενου ως δράστη ενεργείται προκαταρκτική εξέταση, ο εισαγγελέας, πριν από κάθε άλλη ενέργεια:
α) μπορεί να διατάσσει τη διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης στο φερόμενο ως θύμα, προκειμένου να ερευνηθεί η βασιμότητα της καταγγελίας για την σε βάρος του τέλεση της πράξεως,
β) εξετάζει ο ίδιος κάθε μάρτυρα που προτείνεται, καθώς και τα πρόσωπα της οικογένειας ή παραγγέλλει την εξέταση αυτών από τους αρμόδιους ανακριτικούς υπαλλήλους, και
γ) καλεί το πρόσωπο στο οποίο αποδίδεται η τέλεση της πράξεως να παράσχει στον ίδιο ή στον αρμόδιο ανακριτικό υπάλληλο εξηγήσεις υπό τους όρους του άρθρου 31 παρ. 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
3. Αν ο παρέχων εξηγήσεις δεν υποβάλει ο ίδιος, ή μέσω του συνηγόρου του, την κατά την παρ. 2 του άρθρου 11 δήλωση περί ποινικής διαμεσολάβησης, καλείται, προς τούτο, από τον αρμόδιο εισαγγελέα. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να λάβει προθεσμία τριών ημερών για να απαντήσει.
4. Αν η απάντηση του παρέχοντος εξηγήσεις είναι αρνητική ή αυτός δεν απαντήσει, κινείται η ποινική διαδικασία κατά τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αν η απάντηση του παρέχοντος εξηγήσεις είναι θετική, ο εισαγγελέας ενημερώνει τον παθόντα ή τον συνήγορο του για την κατά τα ανωτέρω δήλωση του ενδιαφερομένου και, αν υποβληθεί σχετικό αίτημα, παρέχεται στον παθόντα προθεσμία, το πολύ τριών ημερών, για να δηλώσει αν δέχεται τη διαμεσολάβηση.
5. Αν η απάντηση του παθόντος είναι αρνητική ή αυτός δεν απαντήσει ή δεν επέλθει συμφωνία ως προς τους όρους της περίπτωσης α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 11, κινείται η ποινική διαδικασία κατά τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αν η απάντηση του παθόντος είναι θετική, ο εισαγγελέας με διάταξη του θέτει τη δικογραφία σε ειδικό αρχείο της εισαγγελίας. Κατά της διατάξεως αυτής δεν χωρεί προσφυγή.
6. Αν τα πρόσωπα στα οποία αποδίδεται η τέλεση της πράξης είναι περισσότερα, για την έναρξη της διαδικασίας ποινικής διαμεσολάβησης απαιτείται μεταξύ τους συμφωνία. Το ίδιο ισχύει και αν η φερόμενη ως τελεσθείσα πράξη αφορά περισσότερα θύματα. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία κατά τα προηγούμενα εδάφια, η διαμεσολάβηση δεν είναι δυνατή.
7. Η συμφωνία των διαδίκων μερών για την κατά την παρ. 2 του άρθρου 11 του παρόντος έναρξη της διαδικασίας ποινικής διαμεσολάβησης μπορεί να υποβληθεί στον αρμόδιο εισαγγελέα και με σχετικό πρακτικό εκ μέρους των συνηγόρων τους.
Ο Αθανάσιος ο Βαρύχειρ δεν θα καταδικαστή λοιπόν, μόνο όμως αν η Στέλλα αλλάξη γνώμη πριν την άσκηση της ποινικής δίωξης ή και μετά, με ταυτόχρονη υποβολή του όμως στην διαδικασία της ποινικής διαμεσολάβησης. Στην περίπτωση αυτή, όταν το αντρόγυνο έχει συμφιλιωθή δηλαδή, εικάζω ότι είναι πιθανόν το αντρόγυνο να προτιμά την εκδίκαση, προκειμένου να επιτευχθή αθώωση “ελλείψει δόλου”, παρά να αναγκάζεται να προσφεύγη στον Εισαγγελέα Ενδοοικογενειακής Βίας δίκην Μπαμπαστρούμφ. Γιατι έτσι απλώς θα πολλαπλασιαστή η γραφειοκρατία.
Αυτός όμως δεν είναι και ο λόγος ύπαρξής της;
Έκανα μερικές μικρές διορθώσεις μετά την δημοσίευση χάρη στις παρατηρήσεις ενός καλού φίλου. Η ουσία λίγο αλλάζει.
Συγχαρητήρια.
Μια σφαλιάρα στη γυναίκα δεν είναι κακοποίηση.
Οι μανάδες μας έτρωγαν ξύλο από τους πατεράδες μας και γίναμε καλύτεροι άνθρωποι.
Όσο για τις φωνές,. αυτές εμπίπτουν στην “συναισθηματική κακοποίηση”, η οποία είναι μια εφεύρεση σοσιαλιζόντων ψυχολόγων για να επιτρέπουν στους ανεύθυνους να αποδίδουν τις προσωπικές τους αποτυχίες στους γονείς τους,
Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την προπαρασκευή του εν λόγω νόμου οι φεμινιστικές οργανώσεις πίεζαν προς την κατεύθυνση της απάλειψης του όρου “ενδοοικογενειακή” (βία) και της αντικατάστασής του από τον όρο “ενδοσυζυγική” (βία), έτσι ώστε να αφορά μόνον στις συζύγους (η σχετική πληροφορία είναι ασφαλέστατη). …Τα παιδάκια όμως;
Και η ποινική αξίωση της πολιτείας;
Αυτό με τους εκβιασμούς δίπλα στις εξαγορές και τις αποζημιώσεις ήθελες και το προσέθεσες ή πρόκειται περί τσαπατσουλιάς; Από περιέργεια ρωτώ, διότι η πάγια τακτική σου να μην αναγνωρίζεις διαβαθμίσεις βούλησης καθώς και την ανάγκη προστασίας των αδύναμων μερών σε μία σχέση/δικαιοπραξία/whatever δε νομίζω ότι θεραπεύεται όσο κι αν επιχειρηματολογήσω. Οπότε. ίσως η συνέπεια στις ηθικά δύσπεπτες υπεραπλουστεύσεις να σώζει κάπως την τοποθέτηση: τι εξαγορά τι εκβιασμός ρε πιαδί μου – ιδιωτικά νταραβέρια και τα δύο και τη δικαιοσύνη άστη να κουρεύεται. Το δόγμα να ‘ναι καλά. Τώρα, ποιο δόγμα είναι ένα άλλο θέμα. Ένα που δεν ξέρω εγώ που έχω την κακή συνήθεια να αναζητώ την πρώτη ύλη για κάτι τέτοια στα βιβλία και που λέει ότι ένα θύμα βίας που εκβιάζεται για να μην ζητήσει την τιμωρία του δράστη δεν υφίσταται κάτι κακό. Μάλλον γι’ αυτό δεν το βρίσκω: αυτά δεν γράφονται.
ΥΓ: Κάποιος που εκβιάζεται για να αποσύρει ή να ανασκευάσει την κατηγορία που κατέθεσε στις αρχές, δεν επιθυμεί την προστασία του ατομικού εννόμου αγαθού που θίχτηκε; Και μάλιστα κατά τρόπο ηθικά και νομικά σημαντικό; Μάλλον όπως το θύμα που ακούει το κλασικό ‘τα λεφτά σου ή τη ζωή σου’ και προτιμά τη ζωή του. Προφανώς και θέλει να δώσει τα λεφτά του εκείνη την στιγμή αλλά το δίλημμα του το έθεσε, αδικώντας τον, ο δράστης. Το ίδιο ισχύει και με το ‘πες τα αλλιώς στη δίκη γιατί θα σε σαπίσω/ σου πάρω τα παιδιά/whatever’: το θύμα αναγκάζεται να επιλέξει λόγω της άδικης συμπεριφοράς του δράστη. Ελλείψει αυτής, θα ήθελε και τα παιδιά/σωματική ακεραιότητα/whatever και το δικαίωμα να αναφέρεται στις αρχές όπως της γουστάρει όταν την κακοποιούν.
ΥΓ2: Νεοφιλελεύθερε, τόσο ακριβές και περιεκτικό ψευδώνυμο δεν έχω ματαδεί στην αΜ. Τα συγχαρητήριά μου.
Κωνσταντίνε, δυστυχώς, οι σοσιαλίζουσες ανησυχίες τους και η υπερβολική τους ευαισθησία τους οδήγησαν στο να με λογοκρίνουν.
Οι απόψεις μου όμως θα δικαιωθούν.
Είδατε τι ξύλο τρώνε οι νεοφιλελεύθεροι; Είδατε τις φάπες στον Χατζηδάκη; Έτσι, «ενδοοικογενειακή βία» θέλετε εσείς οι πολιτικοί και δήθεν ιντελιγγέντσια για να σταματήσετε να αναπαράγεστε εις βάρος του λαού.
δοκιμή
ένα δύο ένα δύο.. δοκιμή δοκιμή.. ένα δύο.. δοκιμή..
Ετοιμάζεστε να κατεβάσετε τον στρατό να διαλύσει τη συγκέντρωση, κύριε Αναγνωστόπουλε;
Κωνσταντίνε,
Εγώ όμως έγραψα:
Σε ποιο σημείο παράτησες την βαρετή ανάγνωση της άποψης του άλλου και άρχισες να γράφης την ενθουσιώδη απάντησή σου κατά του φανταστικού σου συζητητή;
Και ναι, υπάρχουν εκβιασμοί κατά την συνήθη της λέξεως έννοια (όχι εκβιάσεις!) που κανένα νομικό ενδιαφέρον δεν έχουν. Αν ο Θανάσης πη “ή ανακαλείς την έγκληση ή αυτοκτονώ”, ασκεί κάποιου είδους συναισθηματικό εκβιασμό στην Στέλλα, αλλά νομικά εμένα δεν μου καίγεται καρφί.
Άλλος ο Αθανάσιος άλλος ο δυνάμει αυτοκτόνος Θανάσης;
Πρέπει να υπάρξει και αυτάπαγγελτος νόμος για την δίωξη μπάτσων και πολιτικών που ασκούν αστική βία στον εργάτη.
Παρεμπιπτόντως, κριτική στον Ν. 3500/2006 έχει ασκήσει και η Συμεωνίδου,
Καθηγήτρια στο ΑΠΘ, σε άρθρο της στην Ποινική Δικαιοσύνη 2006, 1013,
επιχειρηματολογώντας όμως από την σκοπιά της προστασίας του θεσμού της
οικογένειας από άκαιρες και απρόσκλητες παρεμβάσεις τρίτων.
Ένα παράδειγμα ακόμα, βασισμένο σε σκέψεις της Συμεωνίδου:
Ο Θανάσης αυτήν την φορά λέει στην Στέλλα “θα σου μετρησω τα παΐδια ένα ένα!”. Ο ευαίσθητος, φεμινιστής και ολίγον κουτσομπόλης γείτονας τηλεφωνεί αμέσως στην Αστυνομία για να καταγγείλη την ενδοοικογενειακή απειλή. Το έγκλημα της απειλής βέβαια απαιτεί να προκλήθηκε τρόμος και ανησυχία στον απειλούμενο (και γιαυτό ακριβώς διώκεται κατ’ έγκλησιν!), αλλά η ευαισθησία και ο φεμινισμός δεν κολλάνε σε κάτι τέτοιες λεπτομέρειες και ο γείτονας καταγγέλλει ότι η Στέλλα ένιωσε τρόμο και ανησυχία. Το λοιπόν, στο Αυτόφωρο ο Θανάσης αρνείται ότι εκστόμισε το οτιδήποτε, η δε Στέλλα, που δεν είναι καμιά γκομενίτσα, δηλώνει ότι έτσι είναι ο Θανάσης, γαβγίζει αλλά δεν δαγκώνει. Το Δικαστήριο υποχρεωτικά θα αθωώση, αν όχι λόγω αμφιβολιών ως προς τα πραγματικά περιστατικά, τότε οπωσδήποτε επειδή δεν προκλήθηκε τρόμος και ανησυχία στην φερόμενη ως παθούσα (που δεν υποστηρίζει όμως ότι είναι παθούσα!).
Απλώς θα έχουν απασχοληθεί μερικοί αστυνομικοί, γραμματείς και δικαστικοί, θα έχουν ταλαιπωρηθή περιμένοντας στα δικαστήρια ο Θανάσης και η Στέλλα, αλλά τι αξία έχουν αυτά όταν ο ευαίσθητος και φεμινιστής γείτονας θα έχη επιτελέσει το καθήκον του;
Ενδοοικογενειακή βία ή ταξική διαμάχη; Το ερώτημα είναι η Στέλλα τι ψηφίζει. Αν ψηφίζει ορθώς δεν έχουμε κανένα λόγο για πολιτική συναίνεση, παρά μόνο μανιχαϊστική περάτωση.