(δημοσιεύτηκε στο Βήμα Ιδεών 2 Οκτ. 2010)
Αρίστος Δοξιάδης
Για να ξαναμπεί η οικονομία σε τροχιά σταθερής ανάπτυξης, μισό με ένα εκατομμύριο άνθρωποι θα πρέπει να αλλάξουν δουλειά – το 10% με 20% του εργατικού δυναμικού. Δεν αρκεί να δουλεύουν πιο παραγωγικά, πιο έντιμα, πιο έξυπνα, πιο πολύ. Πρέπει να δουλεύουν σε άλλο αντικείμενο. Οι δουλειές που αναγκαστικά θα χαθούν θα είναι στους διεθνώς ‘μη-εμπορεύσιμους’ κλάδους (non-tradable), αυτούς που εξυπηρετούν αποκλειστικά τους κατοίκους της χώρας και δεν υπόκεινται σε διεθνή ανταγωνισμό: π.χ. λιανικό εμπόριο, δικηγόροι, δημόσια διοίκηση, κατασκευές στα αστικά κεντρα. Οι νέες δουλειές θα πρέπει να είναι στους ‘εμπορεύσιμους΄ κλάδους: γεωργία, μεταποίηση, τουρισμός και άλλες εξωστρεφείς υπηρεσίες, εμπορεύσιμη τεχνολογία, προσφορά κατοικίας για ξένους.
Ποιοί και πώς θα δημιουργήσουν τις νέες δουλειές; Ας μην περιμένουμε πολλά από τις μεγάλες και οργανωμένες επιχειρήσεις. Λιγότερο από 400 χιλιάδες εργαζόμενοι (το 8% του εργατικού δυναμικού) απασχολείται σε εταιρίες με πάνω από 250 απασχολούμενους, και πολλοί από αυτούς είναι είναι σε μη-εμπορεύσιμους κλάδους. Στην καλύτερη δυνατή περίπτωση οι μεγάλες εταιρίες, υφιστάμενες και νέες, μπορούν να προσθέσουν άλλες 100 χιλιάδες θέσεις εργασίας σε πέντε με δέκα χρόνια.
Η μεγάλη προσαρμογή πρέπει να έρθει, όπως πάντα στην Ελλάδα, από τις μικρές και τις οικογενειακές μονάδες. Τη συνταγή της αναδιάρθρωσης δεν μπορούμε να την αντιγράψουμε από πουθενά, γιατί το πλήθος και η σημασία των μικρο-επιχειρήσεων εδώ δεν έχει αντίστοιχο αλλού — ο κοινωνιολόγος Colin Crouch λέει πως όταν πρωτοείδε στατιστικές για το μέγεθος των επιχειρήσεων στην Ελλάδα νόμισε οτι είχε πάρει λανθασμένα στοιχεία, γιατί ήταν τόσο διαφορετικά από όλες τις άλλες χώρες της Ευρώπης. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να φανταστούμε ένα δικό μας μοντέλο: με ποιό τρόπο και με ποιές κοινωνικές επιπτώσεις μπορούν να αλλάξουν δραστηριότητα εκατοντάδες χιλιάδες μικροεργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι και απολυμένοι;
Τα στοιχεία που θα βοηθήσουν πολλούς να ξεκινήσουν νέες δουλειές δεν τα βρίσκεις εύκολα στις δυτικές χώρες. Είναι η πολυέργεια, η περιουσία και η εμπορικότητα. Πολυέργεια: τα νοικοκυριά έχουν μάθει να αναζητούν διαφορετικές πηγές εισοδήματος, στο μικρεμπόριο, σε ενοίκια, μισθούς, χωράφια. Δεν εξειδικεύονται, και δεν μένουν στα ίδια από γενιά σε γενιά. Περιουσία: διεθνείς μελέτες έχουν δείξει οτι ο πιο σημαντικός παράγοντας για να αποφασίσει κάποιος να κάνει νέα δική δουλειά είναι να έχει μια, έστω και μικρή, περιουσία, π.χ. δικό του σπίτι χωρίς χρέος, ή κάποια πρόσοδο. Εμπορικότητα: ο καθε αυτοαπασχολούμενος έχει μάθει να χειρίζεται εισπράξεις και πληρωμές, πράγμα καθόλου γνώριμο στους μισθωτούς καριέρας. Δεν είναι λοιπόν τόσο απίθανο ένας φιλόλογος φροντιστηρίου να περάσει στον τουρισμό, ή ένας μηχανικός να γυρίσει στο πατρικό χωράφι και να δοκιμάσει νέες καλλιέργειες. ‘Η τρείς νέοι τεχνικοί να σχεδιάσουν ψηφιακές εφαρμογές για την παγκόσμια αγορά.
Η μικρή κλίμακα είναι μειονέκτημα σε πολλούς κλάδους, αλλά η τεχνολογία έχει αυξήσει θεαματικά τις δυνατότητες του κάθε επαγγελματία να πληροφορείται για νέες τεχνικές και πηγές προμήθειας, και να πληροφορεί τους δυνητικούς πελάτες για την ποιότητα και την εξειδίκευσή του. Δεν θα είναι εκεί το μεγάλο πρόβλημα. Τα δύο μέγιστα προβλήματα θα είναι τα εμπόδια της γραφειοκρατίας, και η ανασφάλεια.
Η γραφειοκρατία εμποδίζει την πολυέργεια, και δεν ευνοεί τους πειραματισμούς και τις δουλειές που δεν καταλαβαίνει. Παράδειγμα: προσπαθεί να διαχωρίσει τον τουρισμό (rooms to let) από την ενοικίαση σπιτιών. Κι όμως ένα από τα καλύτερα στοιχεία του τουριστικού μας προϊόντος θα μπορούσαν να είναι οι βραχυχρόνιες ενοικιάσεις σπιτιών σε ξένους, για το οποίο μάλιστα οι επενδύσεις έχουν ήδη γίνει από τα νοικοκυριά, αρχικά για ίδια χρήση. Αλλά η γραφειοκρατία ουσιαστικά τις απαγορεύει, είτε από μια παρωχημένη τάση για ταξινόμηση και έλεγχο, είτε για να προστατεύσει τους ‘επιχειρηματίες’ απέναντι στους ιδιώτες. Αυτή όμως η περιχαράκωση είναι που πρέπει να καταρηγθεί, αν είναι να αναπτύξουμε νέες πηγές εισοδημάτων.
Με παρόμοιο τρόπο έπνιξε στις απάγορεύσεις και στις ασάφειες του νόμου ένα ενδιαφέρον εγχώριο επιχειρηματικό μοντέλο, τα internet café, όπου μαζεύονται μαθητές και παίζουν διαδικτυακά παιγνίδια περιπέτειας. Παρόλα τα μεγάλα ωφέλη για τα παιδιά, που εκεί αναπτύσσουν σύνθετες ικανότητες και πνεύμα συνεργασίας (ότι δηλαδή δεν κάνει το ελληνικό σχολείο), η στάση του κράτους ήταν καχυποψία, μήπως από πίσω κρύβεται τζόγος. Το μοντέλο ήταν πρωτότυπο σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Αντί αυτό να είναι πλεονέκτημα, αποδείχτηκε μειονέκτημα γιατί οι επιχειρηματίες δεν μπορούσαν να υπερασπιστούν τη δουλειά τους επικαλούμενοι την ευρωπαϊκή πρακτική.
Οι δουλειές δεν θα έρθουν έτοιμες και καλοσχεδιασμένες, με χωροθετημένες επενδύσεις και στελέχη πλήρους απασχόλησης. Δεν θα μπορούν να προδιαγραφούν με υπουργικές αποφάσεις και εγκυκλίους. Θα έρθουν με δοκιμές και αποτυχίες, συχνά θα ξεκινούν σε σπίτια και σε υπόστεγα, βράδια και σαββατοκύριακα, και μερικές φορές δεν θα μοιάζουν με κανένα ξένο πρότυπο. Αν το κράτος επιμείνει στην αδειοδότηση όπως ισχύει σήμερα, θα τις πνίξει. Τρείς όροι θα έπρεπε να επαρκούν: να πληρώνουν φόρους, να ασφαλίζουν τους εργαζόμενους και να μη βλάπτουν το περιβάλλον.
Σε αυτή τη μεγάλη προσαρμογή θα υπάρχει πόνος και ανασφάλεια, όχι μόνο μέχρι να στηθούν οι νέες δουλειές, αλλά και μετά. Γιατί σε αντίθεση με τους μη-εμπορεύσιμους κλάδους, αυτές οι δραστηριότητες θα υποκείνται στο διεθνή ανταγωνισμό και το κράτος δεν θα μπορεί να τις προστατεύσει με νόμους. Πολλοί θα αποτύχουν και θα φτωχύνουν. Αλλοι θα αλλάξουν πολλές δουλειές, και θα κατασκευάσουν τις ‘αυτοσχέδιες βιογραφίες’ της δεύτερης νεωτερικότητας που περιγράφει ο Ulrich Beck. Η οικογενειακή αλληλεγγύη και η μικροιδιοκτησία θα προστατέψουν πολλούς από την απόλυτη ένδεια και την κοινωνική απομόνωση που παρατηρούνται στις δυτικές κοινωνίες. Αλλά όχι όλους, και όχι ικανοποιητικά.
Είναι κρίσιμο λοιπόν να μετασχηματιστεί το σύστημα κοινωνικής προστασίας, με δύο στόχους: να υποστηρίζει την πολυέργεια, και να καλύπτει κατά προτεραιότητα τους φτωχότερους. Δηλαδή, κυρίως: να ενωθούν τα ασφαλιστικά ταμεία, να καταργηθεί η προνομιακή μεταχείριση των επιστημόνων και των ΔΕΚΟ, και να ενισχυθούν οι πόροι για τους άνεργους.
Σημαντική, τέλος, θα είναι η αφήγηση που θα κυριαρχήσει. Αυτές οι νέες εξωστρεφείς μικροεπιχειρήσεις δεν θα έχουν την επίσημη ευλογία που έχει ένα φαρμακείο, δεν θα θεωρούνται ‘λειτούργημα’, δεν θα έχουν τη σιγουριά του δημοσίου, ούτε την αίγλη της καριέρας σε μια μεγάλη εταιρία, ούτε θα αντιγράφουν πετυχημένα μοντέλα από το Business Week. Θα είναι αυτοσχέδιες, και θα φαίνονται πρόχειρες, μυστήριες, βαλκανικές. Μόνοι τους οι ιδρυτές θα πρέπει να βρούν την αφήγηση που θα δώσει νόημα, περηφάνεια και διάρκεια σε αυτό που κάνουν. Ας μην τους υποτιμάμε οι υπόλοιποι. Γιατί αυτοί θα μας ξελασπώσουν.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Ο Σωτήρης διάβασε το κείμενο και μου έγραψε: «…θα ηθελα λιγη περισσοτερη αιτιολογηση για την πρωτη παραγραφο. Γιατι θα χαθουν τοσες θεσεις? Γιατι πρεπει να βρεθουν στα tradables?». Εχει δίκιο οτι πρέπει να αιτιολογηθεί. Εμένα μού φαίνεται προφανές (όχι κατ’ ανάγκη οι αριθμοί, αλλά η γενική ιδέα). Αλλά μπορεί να σκέφτομαι λάθος, και θέλω την άποψη των οικονομολόγων της παρέας.
Εχω κατά νου το εξής απλό μοντέλο:
Η δομή της ζήτησης (τα καταναλωτικά και κοινωνικά πρότυπα) επιβάλλει κάποιες αναλογίες ανάμεσα σε tradables και non-tradables (δεν μπορούμε να έχουμε λίγα τρόφιμα και πολλά σχολεία). Οχι εντελώς σταθερές (τα μπουζούκια μπορούν να αντικαταστήσουν τα Cayenne), αλλά περίπου.
Η χρήση tradables ισούται με την παραγωγή tradables συν το έλλειμμα στο εξωτερικό ισογύζιο (appropriately defined). Αν το ισοζύγιο πρέπει να ισοσκελιστεί (επειδή δεν μας δανείζουν, και δεν έρχονται επενδυτικά κεφάλαια), τότε για να διατηρηθεί το βιοτικό επίπεδο (δομή κατανάλωσης) και οι επενδύσεις (σε εισαγόμενο εξοπλισμό) θα πρέπει να παράξουμε εδώ τόσα tradables όσα χρειάζονται για να πληρώσουμε για τις αντίστοιχες εισαγωγές (ή/και να τις υποκαταστήσουμε). Αρα πρέπει να μεταφερθούν πόροι (άνθρωποι και άλλοι) στις αντίστοιχες δραστηριότητες. Αυτοί θα χαθούν από τους non-tradable κλάδους (δεν υπολογίζω τους άνεργους εδώ ως χωριστή δεξαμενή πόρων– πολλοί από αυτούς είναι άνεργοι ήδη εξαιτίας της διαδικασίας που περιγράφω. Και πάντως μετράνε σε αυτούς που «θα αλλάξουν δουλειά»). Ο τρόπος που θα χαθούν οι θέσεις εργασίας στο non-tradable τομέα θα είναι πιθανότατα μέσω μείωσης της ζήτησης.
Τώρα, σχετικά με τους αριθμούς, δηλαδή το «10% – 20% του εργατικού δυναμικού»: Εδώ μαντεύω, δεν στηρίζομαι σε προσεκτικό υπολογισμό. Πολύ απλά και μπακάλικα: το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ήταν, πριν την κρίση, κοντά στο 15% του ΑΕΠ. Με την ηρωϊκή υπόθεση οτι μια μονάδα εργασίας παράγει κατά μέσο όρο ίσης αξίας προϊόν και στους δύο τομείς, τότε για να ισοσκελιστεί το ισοζύγιο χωρίς απώλεια ΑΕΠ, πρέπει να προστεθεί στον tradable τομέα ένα 15% του εργατικού δυναμικού.
Φυσικά, υπάρχουν second order effects (e.g. substitution) που μπορεί να μετριάσουν αυτά τα μεγέθη. Αλλά νομίζω οτι η βασική ιδέα ισχύει.
Μου φάνηκε πολύ καλή η σύνδεση με γενικότερο thesis που έχεις δημιουργήσει. Για την πρώτη παράγραφο και επεξήγηση, η δική μου αρχική σκέψη είναι πως ακούγεται λογικό – θα περιμένω βέβαια να ακούσω και εγώ την γνώμη κάποιων περισσότερο “ειδικών”. Κάποιες από τις κρυμμένες υποθέσεις που προσδιορίζουν το μέγεθος της προσαρμογής έχουν να κάνουν με ελαστικότητες και μετατοπίσεις προσφοράς και ζήτησης σε συνθήκες γενικής ισορροπίας – αλλά θα εστιάσω σε ένα βασικό θέμα, του labor productivity growth σε tradables (Τ) vs nontradables (Ν). Δεν έχω δει πρόσφατα στοιχεία για το θέμα των productivity differentials, αλλά μέχρι πρόσφατα υποψιάζομαι πως ήταν αρκετά μεγάλα (σύμφωνα και με τον ορισμό των T-N φυσικά.) Λές “Για να ξαναμπεί η οικονομία σε τροχιά σταθερής ανάπτυξης…” – αυτό υποψιάζομαι βασίζεται σε αυτά τα differentials – ή μάλλον στο απόλυτο μέγεθος του ρυθμού μεγέθυνσης των Τ. Τι περιμένουμε όμως να συμβεί από εδώ και στο εξής σε αυτό το επίπεδο; Και πως οι θεσμοί που αποτελούν το θεμέλιο της οικονομικής μας οργάνωσης θα επηρρεάσουν την αύξηση της παραγωγικότητας του εργατικού δυναμικού;
Μου θύμισες και το πρόσφατο ποστ του Rodrik περί structural change και growth – και την αντίστροφη λατινοαμερικάνικη πορεία από αυτήν που μάλλον φαντάζεσαι για την Ελλάδα (πολύ ενδιαφέρουσα και η πηγή του Rodrik). Αναρωτιέμαι αν σύμφωνα με αυτά που γράφεις, αυτό το σοκ προσφοράς μπορεί να ειδωθεί ως μια μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα! Δηλαδή, η ανάγκη μιας ισορροπημένης ικανοποιησης κάποιων βασικών αναγκών μπορεί να οδηγήσει (μακροπρόθεσμα) σε growth inducing structural change με μετατόπιση εργαζομένως από τομέα σε τομέα… βραχυπρόθεσμα απ’όσο καταλαβαίνω, ενδιαφερόμαστε κυρίως για την διατήρηση του ΑΕΠ στα ίδια επίπεδα.
Αγαπητέ Αρίστο,
Παρακαλουθώ με ενδιαφέρον τα διάφορα άρθρα σου στα οποία υποστηρίζεις την βασική θέση, ότι δηλαδή η επόμενη ανάπτυξη που έχει ανάγκη ο τόπος θα πρέπει να βασιστεί (σχεδόν υποχρεωτικά) στην “μικρή” επιχειρηματικότητα.
Η θέση αυτή έχει ισχυρά επιχειρήματα στην ανάλυση της σημερινής Ελληνικής πραγματικότητας, αλλά και της εν γένει Ελληνικής ιδιοσυγκρασίας. Θυμίζει επίσης αντίστοιχη ισχυρή επιχειρηματολογία που παρουσιάζει ο Hernado de Soto αναφερόμενος στην ΛατινοΑμερικάνικη κυρίως εμπειρία.
Χωρίς να συγκρούομαι με την λογική σου, παραθέτω τις παρακάτω αντιρρήσεις:
– Η σημερινή πραγματικότητα είναι ότι οι μικρές επιχειρήσεις θεσμικά ενισχύονται με κάθε τρόπο, μέσω της σχεδόν φορολογικής ασυλίας που απολαμβάνουν (λόγω αδυναμίας ελέγχων) και της εν γένει παραβατικότητας τους σε πολλούς τομείς. Με ποιο τρόπο θα ενισχύονταν και άλλο? Η Ελληνική εμπειρία είναι ότι το συνολικό σύστημα (νόμοι, φόροι, κοινή γνώμη κλπ) αποθαρρύνει την μεγέθυνση επιχειρήσεων. Αν αυτό δεν αλλάξει, δεν μπορεί να ενισχυθεί η “μικρή” επιχειρηματικότητα, αφού θα της απαγορεύεται εσαεί να ονειρευτεί να μεγαλώσει, ακυρώνοντας στην πράξη το κίνητρο του “οράματος” που είναι σημαντικό στην επιχειρηματική κουλτούρα..
– Αναφερόμενοι στον ψυχισμό των νεοελλήνων, που τους οδηγεί στην πολυπραγμοσύνη, ο βασικός σκοπός είναι να υποστηριχθεί ένα υψηλό επίπεδο διαβίωσης και δαπανών, πολύ υψηλότερο από τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Αυτές όμως οι χώρες είναι αυτές που καλούμαστε να ανταγωνιστούμε σε tradable προϊόντα και υπηρεσίες. Πως θα το καταφέρουμε επιμένοντας στο μοντέλο των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, αφού αυτές θα έχουν σαν “κοστολογική βάση” την απαίτηση υψηλότερου βιοτικού επιπέδου για τους φορείς της (τους μικροεπιχειρηματίες) από τους αντίστοιχους ανταγωνιστές μας?
Μάλλον αντφατικό μου ακούγετα,ι στην γενικότητά του βεβαίως.
Εδώ ας σημειώσουμε ότι το επιχείρημα αυτό δεν ισχύει σε άλλες χώρες (π.χ. Λατινική Αμερική κλπ) για τις οποίες επιχειρηατολογεί αντίστοιχα ο Hernado de Soto. Σε αυτές η μικροεπιχειματικότητα είναι η μόνη σανίδα σωτηρίας σε έναν ωκεανό δυστυχίας και φτώχειας.
Χωρίς να θέλω να αρνηθώ την αξία των επιχειρημάτων, είμαι διστακτικός να δώσω καθοριστική αξία στην μικροεπιχειρματικότητα σαν λύση για την μελλοντική ανάπτυξη. Στην δική μου λογική αυτό που κυρίως χρειαζόμαστε είναι ανατροπή της λατρείας του μικρού μεγέθους, έμφαση με κάθε τρόπο στην δυνατότητα των υπαρχόντων επιχειρήσεων να μεγαλώσουν, νέες μεγάλες επενδύσεις σε tradable προϊόντα και υπηρεσίες, εισαγωγή ξένων “υποδειγμάτων” στην όλη δομή του συστήματος μας (δηλ. να παραχωρήσουμε τομείς και αξίες αλλά και δομές στην ξένη τεχνογνωσία). Με άλλα λόγια: η λύση θα έρθει (αν έρθει, δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος) από “έξω”.
Ωστόσο παραδέχομαι την πολιτική “αξία” των επιχειρημάτων σου, αφού ταιριάζουν με τα γενικά αντανακλαστικά της κοινής γνώμης.
Αϊβαλιώτης Αριστοτέλης
Αριστοτέλη, νομίζω οτι αν βάλουμε κάτω ένα μενού μεταρρυθμίσεων, εσύ και εγώ και ο Κώστας και άλλοι σοβαροί άνθρωποι θα συμφωνήσουμε στο 90% αυτών. Το μενού όμως είναι μεγάλο, και τίθεται ζήτημα προτεραιοτήτων. Η δική μου έγνοια, που γράφω για τη μικρή επιχειρηματικότητα, είναι οτι οι μεταρρυθμίσεις που θα βοηθήσουν αυτήν να γίνει πιο ανταγωνιστική δεν βρίσκονται ψηλά στη συνείδηση των πολιτικών και των opinion makers: είτε γιατί σε μιά δυτική οικονομία δεν θα ήταν τόσο σημαντικές αφού ‘ατμομηχανή’ είναι οι μεγάλοι, είτε γιατί οι μικροεπιχειρήσεις δεν σπουδάζονται στα business schools, είτε επειδή το ΔΝΤ δίνει έμφαση σε άλλης μορφής απελευθέρωση, είτε γιά χίλιους δυό λόγους (ο DeSoto με βόηθησε πολύ να τα δώ αυτά).
Συμφωνώ οτι οι μικρές επιχειρήσεις ‘ενισχύονται’ θεσμικά μέσω της ανομίας (το έχω γράψει, εξάλλου). Ταυτόχρονα όμως εμποδίζονται με πολλούς τρόπους να γίνουν διεθνώς ανταγωνιστικές, αλλά και να διερευνήσουν νέα μοντέλα δουλειάς. Οι δε γραφειοκρατικές ρυθμίσεις δίνουν κίνητρο στους μικρεπιχειρηματίες και αυτοαπασχολούμενους να στραφούν σε προστατευμένα και non-tradable επαγγέλματα.
Αυτά που θα ήθελα να αλλάξουν δεν είναι πάντα προφανή. Παράδειγμα, η διάκριση ανάμεσα σε επιχειρηματική/τουριστική ενοικίαση σπιτιών και σε ιδιωτική (που αναφέρω). Ή, ότι στη συζήτηση για την απελευθέρωση των μεταφορών αγνοήθηκε το πρόβλημα της διάκρισης ανάμεσα σε φορτηγά Ι.Χ. και Δ.Χ., που απαγορεύει σε κάποιους επαγγελματίες να έχουν ένα δεύτερο εισόδημα ως μεταφορείς.
Δεν υποτιμώ τη σημασία των μεγάλων μονάδων, και συμφωνώ με σχεδόν όλα τα μέτρα που θα προσελκύσουν ξένες επενδύσεις, ή θα επιτρέψουν στους δυναμικούς μικρούς να μεγαλώσουν. Χωρίς μεγάλες μονάδες είναι βέβαιο οτι θα είμαστε εκτός ανταγωνισμού σε πάρα πολλούς τομείς.
Εχω όμως κατά νου αυτό που ονομάζουν μερικοί ‘θεσμικό συγκριτικό πλεονέκτημα’: η ιδέα οτι η θέση μιας τοπικής οικονομίας στο παγκόσμιο σύστημα ορίζεται (ενμέρει) από τους θεσμούς, που επηρεάζουν τη συγκριτική ανταγωνιστικότητα των business models. Π.χ. οτι οι θεσμοί της αγοράς εργασίας, της εκπαίδευσης, και της κεφαλαιγοράς στη Γερμανία ευνοούν την βιομηχανία αυτοκινήτων και την βήμα-βήμα (incremental) καινοτομία, ενώ στη Αμερική την πληροφορική και την ανατρεπτική τεχνολογία. Οι πετυχημένες οικονομίες έχουν ένα πλέγμα θεσμών που αλληλοσυμπληρώνονται για να στηρίξουν συγκεκριμένα ανταγωνιστικά business models. Τις ιδέες αυτές τις έχει αναπτύξει η σχολή Varieties of Capitalism, π.χ. αυτό, αυτό, αυτό και αυτό) και με άλλο τρόπο ο Dani Rodrik.
Αντίθετα, έχουν πρόβλημα οι χώρες όπου οι θεσμοί δεν ευνοούν συγκεκριμένα business models να γίνουν διεθνώς ανταγωνιστικά, και αντί να αλληλοσυμπληρώνονται σχετικά με έναν τέτοιο στόχο, αλληλοακυρώνονται.
Αν ισχύουν τέτοιοι μηχανισμοί, και νομίζω οτι ισχύουν, ποιό είναι το θεσμικό συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας και σε τι δραστηριότητες μας οδηγεί; Και ποιές μεταρρυθμίσεις θα οδηγήσουν σε θεσμούς που αλληλοσυμπληρώνονται γύρω από αυτό το πλεονέκτημα; Αυτό προσπαθώ να διερευνήσω.
Αγαπητέ Αρίστο,
Συμφωνώ με την αναζήτηση του θεσμικού συγκριτικού πλεονεκτήματος της χώρας μας. Σε μία τέτοια συζήτηση όλα όσα αναφέρεις έχουν αξία.
Η δική μου ανησυχία έγκειται σε αυτό που αναφέρεις στην αρχή της απάντησης σου, δηλαδή στο ζήτημα των προτεραιοτήτων. Εκεί φοβάμαι ότι μία έμφαση στην ανάπτυξη της μικρο-επιχειρηματικότητας (όπου ήδη πιστεύω ότι έχουμε υπεραρκετή ) θα ακουστεί ευχάριστα στα αυτιά των πολιτικών μας, με αποτέλεσμα να φτιάξουμε άλλον ένα μύθο (δίπλα ας πούμε στην “πράσινη ανάπτυξη”) για να ξορκίσουμε την μίζερη πραγματικότητα μας. Το πολιτικό κατεστημένο (εκφράζοντας άλλωστε την κοινή γνώμη) άλλο που δεν θέλει για να αποφύγει να κάνει εκείνες τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται ο τόπος για να γίνουν γρήγορα νέες επενδύσεις. Νέες, μεγάλες επενδύσεις θα γίνουν μόνο αν φτιάξουμε ένα θεσμικό περιβάλλον που να επιβραβεύει την μεγέθυνση, αυτό πιστεύω ότι είναι η σημερινή προτεραιότητα.
Κατά τα άλλα,συμφωνώ μέ όλα όσα προτείνεις που μπορούν να ενισχύσουν και την μικρο-επιχειρηματικότητα, αρκεί η πρώτη προτεραιότητα να μην δοθεί εκεί.
Και βέβαια συζητάμε λες και μπορεί να γίνει κάτι. Το μεγάλο εμπόδιο είναι ότι η πολιτική τάξη έχει αυτοακυρωθεί. Το χαμηλό επίπεδο των ανθρώπων, η έλλειψη ηγεσίας, η θρησκευτική σχεδόν αναζήτηση συναινέσεων, το κουβάρι των νόμων και των συνταγματικών “φρένων”, προεξοφλούν την αδυναμία χάραξης οποιασδήποτε στρατηγικής. Ίσως αυτά αλλάξουν μετά από την επερχόμενη, σίγουρη, καταστροφή.
Πολυ ενδιαφερον και καλογραμμενο το κειμενο οπως παντα Αριστο. Ιδιαιτερα μου αρεσε αυτη η παρατηρηση
Εχουμε που εχουμε μια συντηρητικη και οπισθοδρομικη γραφειοκρατια, βαλε και καχυποψια προς την επιχειρηματικοτητα και μια παραδοση συντεχνιακων περορισμων και γενικης ανελευθεριας (στην Ελλαδα, in dubio pro απαγορευσης) και βλεπεις ποσο δυσκολο ειναι νεες ιδεες και μεθοδοι να πανε καλα.
Θα κολλησω ομως λιγο στα τεχνικα της υποσημειωσης, αφου ξεκαθαρισω οτι δεν ειμαι ειδικος σε Μακρο και Μεγεθυνση/Αναπτυξη:
λες οτι το εμπορικο ισοζυγιο πρεπει να ισοσκελιστει γιατι κοβονται οι κεφαλαικαες εισροες (που χρηματοδοτουσαν το εμπορικο ελλειμμα).
Απο την μια η μειωση του δημοσιονομικου ελλειματος σημαινει λιγοτερο εξωτερικο δανεισμο και λιγοτερες εισροες. Απο την αλλη εχουμε και μειωση των διατραπεζικων εισροων κεφαλαιων (απο γαλλογερμανικες τραπεζες πχ), η οποια ομως θεωρω οτι δεν θα ειναι ιδιαιτερα μεγαλη γιατι ο ελληνικος ιδιωτικος δανεισμος παραμενει χαμηλος με δυτικοευρωπαϊκα προτυπα. Αυτο τι σημαινει τελικα, οτι το εμπορικο μας ελλειμμα θα πεσει καπου στο πες (εντελως μπακαλιστικα) 4% του ΑΕΠ. Συμφωνα με τον Εκονομιστ ηδη για το 2010 το εμπορικο ελλειμμα προβλεπεται καπου στο 6%. Αρα μιλαμε για μια υποχωρηση των εισαγωγων/αυξηση των εξαγωγων κατα 2% του ΑΕΠ ή περιπου 6 δις. Ακομα και αν οι εξαγωγες δεν μπορουν να ανεβουν (που νομιζω ηδη ανεβαινουν λογω αυξημενης εξωστρεφειας και ισως καποιας μικρης μειωσης του μισθολογικου κοστους) θα πρεπει να πεσουν οι εξαγωγες κατα 6 δις.
Μια μειωση των εισαγωγων αυτοκινητων κατα 100 χιλιαδες κομματια (απο τα 300.000 που ειναι συνηθως) επι πες 20.000 ευρω το καθενα βγαινει στα 2 δις. Θα ειναι τοσο τραγικο αν απλα μεωθει η καταναλωση μας τετοιων προϊοντων κατα ενα τετοιο ποσοστο?
Παρεπιμπτοντως το ΑΕΠ (Υ) αυξανεται οταν πεφτουν οι εισαγωγες (θυμιζω Y=C+I+G+X-IM), απο την αλλη βεβαια η μειωση των εισαγωγων (ΙΜ) συμβαινει λογω μειωσης των δημοσιων δαπανων (G), που μειωνουν το ΑΕΠ.
Αυτα για αρχη, προσπαθω να παρω την γνωμη και ειδικοτερων απο μενα, αλλα χρειαζεται να μεταφρασω τα επιχειρηματα στα αγγλικα και παιρνει λιγη ωρα. Η βασικη ερωτηση νομιζω ειναι:
Εστω οτι η Ελλαδα κανει εμπαργκο στην Πορσε και οι εισαγωγες Cayenne πεφτουν στο 0. Τι συμβαινει στο ΑΕΠ μας?
Aristo,
η δική μου ένσταση έγκειται στο εξής. Αμφιβάλλω ότι ο οποιοσδήποτε μπορεί να ξέρει τι μοντέλο ανάπτυξης χρειάζεται η Ελλάδα Αν είναι τόσο δύσκολο για έναν μάνατζερ να εντοπίσει ποιές είναι οι καλύτερες μορφές επένδυσης η οργάνωσης για μια επιχείρηση, πόσο εφικτό είναι να μπορεί κάποιος να εντοπίσει τις καλύτερες μορφές επένδυσης η οργάνωσης για μια ολόκληρη οικονομία? Συμφωνώ μαζί σου ότι το κράτος οφείλει να μειώσει την γραφειοκρατία, να είναι λιγότερο δύσπιστο στην ιδιωτική πρωτοβουλία, κ.ο.κ. Διαφωνώ ότι αυτό πρέπει να γίνει στα πλαίσια κάποιου “κεντρικού σχεδίου”. Η δική μου άποψη είναι η εξής.
1)Το κράτος πρέπει να επενδύσει σε αυτά τα πράγματα στα οποία υπάρχουν λεγόμενες εξωτερικότητες και άρα η ιδιωτική επένδυση είναι χαμηλότερη από την κοινωνικά επιθυμητή. Και αναφέρομαι σε υποδομές, παιδεία, έρευνα και ανάπτυξη (R&D).
2) Το κράτος πρέπει να αναδιοργανωθεί ώστε η ποιότητα των παρεχόμενων από αυτό υπηρεσιών ανά ευρώ να αυξηθεί (με άλλα λόγια να γίνει πιο παραγωγικό). Αυτό σημαίνει πολλά και διάφορα μεταξύ των οποίων περισσότερη αξιοκρατία με διαφανείς μεθόδους αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, μεγαλύτερη χρήση τεχνολογίας, και θεσμικές αλλαγές (π.χ. αναμόρφωση του τρόπου λειτουργίας των κρατικών πανεπιστημίων, κατάργηση της επετηρίδας κ.ο.κ.).
3) Άρση των εμποδίων στο επιχειρείν. Αυτό σημαίνει μείωση του κόστους για τις επιχειρήσεις (π.χ. με μείωση της γραφειοκρατίας) αλλά και άρση νομικών αποκλεισμών (π.χ. άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων, αναθεώρηση του άρθρου 16 για την ανώτατη παιδεία, κ.α.).
Με άλλα λόγια αυτό που χρειάζεται είναι να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον το οποίο θα προάγει τη δημιουργικότητα και θα ενισχύει την πρωτοβουλία. Από εκεί και πέρα το που θα οδηγηθούμε θα το καθορίσουν οι επιλογές του κάθε πολίτη, ο οποίος μπορεί πολύ πιο εύκολα να ανακαλύψει σε ποιο κλάδο παραγωγής είναι καλύτερα να δραστηριοποιηθεί, και πώς να παράξει το συγκεκριμένο αγαθό ή υπηρεσία.
Κώστα, με καταπλήσσεις! Σου φάνηκε από το κείμενο μου οτι είμαι υπέρ κάποιου κεντρικού σχεδίου;
Προβλέπω οτι οι νέες δουλειές που θα αντικαταστήσουν όσες χάνονται από την κρίση θα είναι σε πιο εκτεθειμένους κλάδους σε διεθνή ανταγωνισμό, ότι αυτές μάλλον δεν θε είναι από μεγάλες εταιρίες, και άρα ότι το θεσμικό πλαίσιο (με την ευρύτερη έννοια)πρέπει να μην εμποδίζει και ει δυνατόν να ευνοεί τον πειραματισμό και την ευελιξία των μικρών. Κανένα σχεδιασμό που προσπαθεί να επιλέξει winners. Και καμμία απαγόρευση επιχειρηματικών μοντέλων.
Αλλά θα ήθελα τη γνώμη σου για το αν η μετατόπιση από non-tradables σε tradables είναι αναγκαία συνθήκη για να αρχίσει πάλι να αυξάνεται σταθερά το ΑΕΠ.
Αρίστο,
συγνώμη αν παρανόησα τα γραφόμενά σου. Από την άλλη, η πρόταση “η μετατόπιση από non-tradables σε tradables είναι αναγκαία συνθήκη” εμένα μου χτυπάει σαν σχέδιο για την οικονομία. Γενικά κάθε πρόταση “πρέπει να συμβεί το Α, το Β, το Γ” που υποννοεί ότι κάποιος μπορεί να προβλέψει τις συνθήκες που είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη της οικονομίας γεννάει και τον πειρασμό να επιταχυνθεί η ικανοποίηση των συνθηκών αυτών μέσω συγκεκριμένων πολιτικών.
Η δική μου ειλικρινή απάντηση στο ερώτημά σου είναι, “δεν έχω ιδέα”. Όταν δίνω την ίδια απάντηση σε συγγενείς μου λένε “καλά, τόσους πόρους αφιερώσαμε να σε σπουδάσουμε, τσάμπα πήγαν?” για να ανταπαντήσω ότι έμαθα κάτι πολύ σημαντικό, το μέγεθος της άγνοιάς μου (κατά το Σωκρατικό “εν οιδα οτι ουδεν οιδα”). Συχνά οι οικονομολόγοι, ενώ θα έπρεπε ως “ειδικοί” να είμαστε πιο προσεκτικοί, πέφτουμε στον ίδιο πειρασμό που πέφτει και ο απλός πολίτης, να νομίζουμε ότι μπορούμε να προβλέψουμε τι μορφή θα έχει η παραγωγή στη μέλλον, ποιες είναι οι συνθήκες για την επίτευξη ταχείας ανάπτυξης, κ.ο.κ. Η δική μου ενασχόληση με το αντικείμενο με έκανε πολύ πιο μετριοπαθή. Υπάρχουν ελάχιστα πράγματα για τα οποία μπορώ να πω με σχετική βεβαιότητα ότι αποτελούν προϋποθέσεις (χαμηλός αλλά θετικός πληθωρισμός, κοινωνική ειρήνη, και μερικά άλλα). Για τα υπόλοιπα νομίζω ότι οι επιχειρηματίες θα δουν ποιές είναι οι πιο επικερδείς δραστηριότητες, θα πειραματιστούν και εκ του αποτελέσματος θα φανεί αν το μέλλον βρίσκεται στα tradables ή όχι. Δε νομίζω ότι πρόβλεψη είναι εφικτή-τουλάχιστον εγώ αδυνατώ να την κάνω.
Αρίστο, να προσθέσω ότι σε τηλεφωνική συζήτηση με τον Μάικωλ καταλήξαμε ότι δεν ξέρουμε καλά-καλά τι είναι tradeable. Βλέποντας να έρχονται Έλληνες για ψώνια στις ΗΠΑ και να φεύγουν με γεμάτες βαλίτσες τι να πιστέψω, είναι το λιανικό εμπόριο tradeable ή όχι? Βλέποντας τα Αμερικανικά πανεπιστήμια να γεμίζουν με ξένους φοιτητές το ίδιο ερώτημα μου γεννάται για την παιδεία. Και τέλος, ούτε που ξέρω τι θα είναι tradable στο μέλλον. Πίστευε κανείς Αμερικανός ότι όταν θα έπαιρνε τηλέφωνο να ρωτήσει για την πιστωτική του κάρτα θα μίλαγε με άτομο στην Ινδία? Ποιες υπηρεσίες που είναι σχετικά non-radeable σήμερα θα είναι tradeable στο μελλον? Όπως είπε και κάποιος (η φράση έχει διάφορους υποψήφιους πατέρες) “Prediction is very difficult, especially about the future!”
Ας πουμε, αυτη η πτωση εισαγωγων θα πρεπει να μας προβληματιζει ή να μας χαροποιει?
Χαχα! Εξαρτάται αν οφείλεται σε μείωση εισοδήματος ή σε αύξηση ή σε αντικατάσταση. Elementary welfare economics, my dear Watson.
χεχε εγω παντως δεν πολυσυμπαθω τον ωφελιμισμο που κρυβεται πισω απο απλοϊκη welfare analysis σε ενα τετοιο ζητημα. Ακομα και λογω μειωμενου εισοδηματος να περικοβεται η καταναλωση νεοπλουτιστικων αχρηστων αγαθων, κερδισμενοι βγαινουμε :)
και κινηματα επιστροφης στα ελληνικα προϊοντα (με το ζορι, ασχετως τιμης ή ποιοτητας?!) φερνει η κριση. Καλα που ειμαστε στην ΕΕ, αλλιωτικα θα ειχαν ηδη κλεισει τα συνορα.
Μειωση εμπορικου ελλειμματος κατα 45% σχεδον και ενδιαφεροντα στοιχεια για τους διαφορους εθνικους λογαριασμους.