Στις 03 Σεπτεμβρίου 2016, ένα πένθιμο του φθινοπώρου δείλι, πέθανε από καρκίνο των οστών ο Θάνος Ανεστόπουλος. Ποιητής, σκιτσογράφος, τραγουδιστής των Διάφανων Κρίνων, του συγκροτήματος που στοίχειωσε τα μετεφηβικά μας χρόνια. Τελείωσαν έτσι τραγικά οι μπίρες και τα ξενύχτια, τα τσιγάρα, τα μαύρα ρούχα, η πεισιθάνατη ποίηση, δάσος και ερημιά, αυτή ήταν η ψυχή του. Αφήνει πίσω τα τραγούδια του και έναν έφηβο γυιο.
Σκατά.
Άδειασε κι αυτό το μπουκάλι, Θάνο. Εμείς συνεχίζουμε, δεν κόβεται στα δυο η ζωή, είναι ήλιος και μαζί βροχή. Κιόμως, χαθήκαμε μακριά χωρίς εσένα, κάτι αφήνουμε πίσω, μείναμε λειψοί. Γιατί είσαι, και εσύ, ένας φίλος πού ‘φυγε νωρίς. Όσα είναι μακριά, μόνο αυτά μας ορίζουν.
Τα υπόλοιπα Κρίνα τον τίμησαν με ένα μουσικό μνημόσυνο στις 04 Δεκεμβρίου 2016 στο Academy επί της Πειραιώς. Δεν έχει μεγάλη σημασία να σας διηγηθώ πώς ήταν. Αν ο Παναγιώτης Μπερλής, εμφανώς αγχωμένος, στάθηκε στο ύψος της βαρειάς κληρονομιάς στα φωνητικά. Αν κλάψαμε στο “Αν το βρεις” και το “Καθετί που ανασαίνει”. Αν μας άρεσε το καινούργιο τραγούδι των Κρίνων “Ένας σωρός λευκά φτερά“. Αν τα σπάσαμε στην “Μουχλαλούδα” και στην “Κυριακή των Βαΐων”. Αν ο Αλκίνοος μάς συντάραξε στο “Βάλτε να πιούμε” και στις “Μνήμες του νερού”. Αν μετά από σχεδόν τρεις ώρες συναυλίας θέλαμε ακόμα να ακούσουμε τον “Τελευταίο Σταθμό” και το “Χρειάζομαι μέρες”. Αν προσπαθούμε να μαντέψουμε ποιο θα είναι το μέλλον των Κρίνων από δω και πέρα. Αν θα μπορέσουμε, όπως εκείνος, να ζήσουμε όση ζωή θελήσουμε να ζήσουμε.
Οι στίχοι του Θάνου και του Παντελή τώρα μας φαίνονται ανατριχιαστικά προφητικοί. Μιλούσαν για έρωτα και για θάνατο και, πράγμα παράξενο, μιλούν για θάνατο, ακόμη και όταν μιλούν για έρωτα. Μονάχα έχουν περάσει χίλια χρόνια από τότε που πρωτοάκουσα τις μαγικές μουσικές των Κρίνων, το μακρινό 1996. Εμείς βέβαια κομψευόμασταν τότε, στην ακμή της νιότης μας, να μελαγχολούμε και να υποκρινώμαστε τους καταραμένους. Δεν υποψιαζόμασταν ότι οι στίχοι αυτοί ήταν αληθινοί. Τα Κρίνα τραγουδούσαν για όλα αυτά που ζήσαμε, μόνοι με τους μόνους. Και τώρα μείναμε μόνοι σ’ αυτήν την πόλη. Και θα είναι σαν κάποιος που ποτέ του δεν υπήρξε αυτός που τόσο αγάπησε τον κόσμο. Μέχρι να γίνη και η δική του απώλεια συνήθειά μας.
Σκατά. Δεν είμαι καλός με τις λέξεις.
Αλήθεια, τι μένει απ’ όλα αυτά;
Ίσως μόνο οι σκοτεινοί της νιότης μας χειμώνες.
Ίσως μόνο της ζωής μας τα εξαίσια φεγγάρια.
Ξαναδιαβάστε εδώ και τον αποχαιρετισμό του Κωνσταντίνου.