Ρε φίλε, πάνε 3 τόσα χρόνια από τις τελευταίες μου καινούργιες λέξεις!
δυσάγαθο: Στα Οικονομικά μιλάμε για τα αγαθά, για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες δηλαδή από τα οποία σε γενικές γραμμές θα θέλαμε περισσότερο παρά λιγώτερο, επειδή υποκειμενικώς παράγουν ωφέλεια. Πέραν του σημείου του κόρου όμως τα αγαθά τρέπονται αίφνης σε δυσάγαθα, όπως είναι άλλωστε εξαρχής τα σκουπίδια, τα κόπρανα και τα ψηφοδέλτια της ΧΑ: κάτι από το οποίο προτιμάμε το λιγώτερο παρά το περισσότερο, κάτι για το οποίο θα πληρώναμε για να μην το έχουμε παρά για να το έχουμε.
Βέβαια, όλα αυτά θα μπορούσαμε απλώς να τα πούμε κακά. Η ονομασία “δυσάγαθα” όμως παρουσιάζει τα εξής πλεονεκτήματα: α) δηλώνει μέσω του δυσ- το ακριβώς αντίθετο του αγαθού, β) περιέχει το αγαθό, υπενθυμίζοντας ότι ουδέν κακόν αμιγές καλού και ότι τι είναι αγαθό και τι όχι κρίνεται υποκειμενικά κάθε φορά, και φυσικά γ) εμπλουτίζει την Υπερτρισχιλιετή με μία ακόμη λέξη.
Πρέπει επίσης να αποδώσουμε την διάκριση απόλυτης και σχετικής φτώχειας με κάποιο τρόπο. Για να το κάνουμε αυτό, θα διαβάσουμε δυο στίχους από τον Πλούτο του Αριστοφάνη, εκεί όπου λέει (στ. 552-554):
πτωχοῦ μὲν γὰρ βίος, ὃν σὺ λέγεις, ζῆν ἐστιν μηδὲν ἔχοντα:
τοῦ δὲ πένητος ζῆν φειδόμενον καὶ τοῖς ἔργοις προς έχοντα,
περιγίγνεσθαι δ᾽ αὐτῷ μηδέν, μὴ μέντοι μηδ᾽ ἐπιλείπειν.
Και άρα, θα πούμε πενία την σχετική φτώχεια και πτωχεία την απόλυτη φτώχεια, έννοιες που υπάγονται και οι δύο στο γένος της ανέχειας. Οι αντίστοιχοι όροι για τους ανθρώπους είναι οι πένητες, οι πτωχοί και ανεχείς.