Λίγες ημέρες πριν το αμερικανικό Ανώτατο Δικαστήριο δημοσίευσε την σημαντική απόφαση Δήμος Ελλάδος κατά Γκάλλογουεϊ κ.λπ..
Η Γκρης λοιπόν μόνο τυχαίο όνομα δεν έχει. Ωνομάστηκε έτσι προς τιμήν του εθνικοαπελευθερωτικού μας αγώνα, που μαινόταν το 1822, όταν ιδρύθηκε η πόλη αυτή στο άλλο ημισφαίριο. Συγκινητικό ε;
Στις μέρες μας η Γκρης απολαμβάνει τα δικά της δεκαπέντε λεπτά δημοσιότητας για ένα ζήτημα παρόμοιο και με δικά μας, εδώ στην αυθεντική Γραικία:
Οι συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου της υπερατλαντικής Ελλάδας εδώ και λίγα χρόνια αρχίζουν με νομοθετική προσευχή. Οι δημοτικοί σύμβουλοι καλούσαν κάθε φορά και από ένα παπά για να τους κάνη τον αγιασμό από ένα ιερέα για να απαγγείλη τις κατάλληλες προσευχές επί δημοτικώ συμβουλίω συνερχομένω. Και επειδή ήσαντε χριστιανοί, οι ιερείς ήταν προφανώς και αυτοί χριστιανοί.
Η πρακτική αυτή ενώχλησε κάποιους από τους πολίτες της Γκρης, που παρίσταντο ενόψει της συζήτησης κάποιου θέματος που τους αφορούσε. Εδώ την προσφυγή άσκησαν δύο γυναίκες, η Εβραία Γκάλλογουεϊ και η άθεη (ή μήπως Άθεη;) Στήβενς.
Οι προσφυγούσες θεώρησαν ότι η εν λόγω νομοθετική προσευχή (χαχαχααχχαα!) παραβίαζε την κρατική ουδετεροθρησκία και ότι μόνο μία προσευχή που δεν θα ήταν ομολογιακή και ως άλλος κόθορνος θα ταίριαζε σε όλους τους θρησκεύοντες θα μπορούσε να γίνη ανεκτή. Κάτι αποχρωματισμένο βρε παιδί μου, που να τους καλύπτη όλους.
Με άλλα λόγια, οι προσφυγούσες δίωκαν τον εξοβελισμό της άσκησης της θρησκευτικής ελευθερίας από την δημόσια σφαίρα: οι δημοτικοί σύμβουλοι μπορούν να εκφράζωνται θρησκευτικώς όπου θέλουν, εκτός από τα δημόσια κτήρια. Εκεί οφείλουν να αποστειρώνωνται, οι προσευχές τους να είναι πλαδαρές και μη ταυτοποιήσιμες (generic).
Ορθώς απαντά το δικαστήριο:
To hold that invocations must be non sectarian would force the legislatures sponsoring prayers and the courts deciding these cases to act as supervisors and censors of religious speech, thus involving government in religious matters to a far greater degree than is the case under the town’s current practice of neither editing nor approving prayers in advance nor criticizing their content after the fact
Η πλάκα είναι ότι, μόλις άρχισε η γκρίνια, το δημοτικό συμβούλιο το γύρισε στις πολυπολιτισμικές αμερικανιές: κάλεσαν και ένα ραββίνο, αλλά και μια Βικκανή μάγισσα (!), να βγάλουνε τους λόγους τους, να πούνε τα δικά τους.
Εν προκειμένω, για να λέμε το σωστό, το ουσιώδες ζήτημα είναι το εξής: πόσο μπιπ είναι κάποιος που θέλει να προσευχηθή για να του πάη καλά η συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου; Αφού μάλιστα έχει πει και την κοσμική προσευχή του, που στο Αμέρικα την λένε πλετζ οβ αλήτζιανς.
I pledge allegiance to the Flag of the United States of America, and to the Republic for which it stands, one Nation under God, indivisible, with liberty and justice for all.
Έχω διαπιστώσει βέβαια από επιτόπια εμπειρική έρευνα ότι οι ιθαγενείς έχουν παράδοξα έθιμα θρησκευτικής ελευθερίας. Αλλά, έλεος κάπου.
Οι προσφυγούσες πάντως δε φάνηκε να ενοχλούνται από την αναφορά στον Θεό που υπάρχει στο ως άνω Σύμβολο της Σημαίας. Εν πάση περιπτώσει.
Η απόφαση του δικαστηρίου ελήφθη με οριακή πλειοψηφία 5-4, όπου μάλιστα οι ιδεολογικές γραμμές ήταν απολύτως ευδιάκριτες και αναμενόμενες. Έτσι, οι 5 Καθολικοί (2 Ιταλοαμερικανοί, ένας Αφρικανός, 2 απλώς λευκοί. Αυτούς τους γράφουμε με μικρό, γιατί, αν τους γράψουμε με κεφαλαίο Λ, είμαστε ρατσιστές. Δεν υπάρχει στο δικαστήριο ούτε ένας WASP!) ψήφισαν υπέρ της νομοθετικής προσευχής (γράφω τον όρο “νομοθετική προσευχή” και γελάω!), ενώ οι 3 Εβραίοι κατά. Η τελευταία ένατη ψήφος προήλθε από την Σοτομαγιόρ, η οποία δεν ψήφισε ως Καθολική, αλλά ως μειονοτική Πορτορικανή περισσότερο, κατά της Ελλάδας. Οι ρεπουμπλικανοί με την πλειοψηφία, οι δημοκρατικοί με την μειοψηφία.
Παρενθετικά λοιπόν, δεν μπορώ να μην σχολιάσω ότι καλά τα επιχειρήματα, σπουδαίες οι σύμφωνες ή αποκλίνουσες γνώμες, επικές οι τοποθετήσεις των ανώτατων δικαστών, αλλά στην τελική ο καθένας ψήφισε την ομάδα του. Και δεν εννοώ το κόμμα του, εννοώ την εθνοτική του ταυτότητα. Υπάρχουν βέβαια επικαλύψεις και συγκρούσεις: ο Τόμας ψήφισε σαν πλειονοτικός Χριστιανός και όχι σαν μειονοτικός Μαύρος, η Σοτομαγιόρ, όπως είδαμε, το αντίστροφο. Δύσκολα αποφεύγω την σκέψη ότι η δικαστική κρίση όλων τους ανάγεται σε ένα σκοτεινό, εσωτερικό, ανορθολογικό αποφασιοκρατικό σημείο, το οποίο εκ των υστέρων επιχειρείται να εξορθολογιστή.
Οπότε, να μην χάσκουμε κιόλας με την νομική τους σοφία.
Σημειωθήτω εντόνως ότι νομολογιακά η απόφαση δεν αποκλίνει από την γραμμή που υπήρχε εδώ και 30 χρόνια. Πράγματι, το 1983 στην απόφαση Μαρς κατά Τσέιμπερς κρίθηκε ότι δεν είναι αντισυνταγματική η πρόσληψη ενός ιερέα για να απαγγέλλη την νομοθετική προσευχή (νάτο πάλι, χαχαχαχαχαχ!). Μάλιστα, το δικαστήριο χρησιμοποίησε τότε ένα ιστορικό επιχείρημα, όχι βαρέως νομικό:
(a) The practice of opening sessions of Congress with prayer has continued without interruption for almost 200 years, ever since the First Congress drafted the First Amendment, and a similar practice has been followed for more than a century in Nebraska and many other states. While historical patterns, standing alone, cannot justify contemporary violations of constitutional guarantees, historical evidence in the context of this case sheds light not only on what the drafters of the First Amendment intended the Establishment Clause to mean, but also on how they thought that Clause applied to the chaplaincy practice authorized by the First Congress. In applying the First Amendment to the states through the Fourteenth Amendment, it would be incongruous to interpret the Clause as imposing more stringent First Amendment limits on the states than the draftsmen imposed on the Federal Government. In light of the history, there can be no doubt that the practice of opening legislative sessions with prayer has become part of the fabric of our society. To invoke divine guidance on a public body entrusted with making the laws is not, in these circumstances, a violation of the Establishment Clause; it is simply a tolerable acknowledgment of beliefs widely held among the people of this country.
[Πώς αξιοποιείται αυτός ο επιχειρηματολογικός μίτος σε υποθέσεις όπως η περίφημη Λαούτσι επαφίεται στην έμφρονα κρίση του αναγνώστη. Ενθυμείσθε και την μνημειώδους λογοτεχνικότητας σύμφωνη γνώμη του δικαστή Βονέλλου. Διαβάστε την πάλι και διαπιστώστε ομοιότητες.]
Εδώ λειτουργεί προφανώς ένα πολύ ισχυρό επιχείρημα εκ του μείζονος: αν είναι σύμφωνη με το σύνταγμα ολόκληρη πρόσληψη και μισθοδοσία από τα λεφτά όλων των φορολογουμένων, προφανώς δεν βλάπτει η απλή πρόσκλησή του. Συνεπώς, η απόφαση δεν καινοτομεί και υπό αυτήν έννοια much ado about stare decisis.
Προτού σχολιάσω μερικά από τα επιμέρους επιχειρήματα της απόφασης, ας ακούσουμε και την βοξ πόπουλι των αναγνωστών μας:
Λοιπόν εγώ νομικός δεν είμαι, οπότε μπορεί να πέφτω σε νομική πλάνη. Όμως νομίζω ότι αν αποδεχόμαστε τις προσευχές και λοιπές θρησκευτικές τελετουργίες των δημόσιων λειτουργών στο χώρο και κατά τον χρόνο κατά τον οποίο ασκούν το δημόσιο λειτούργημά τους, ουσιαστικά τους επιτρέπουμε να απενδυθούν την ιδιότητά τους του δημόσιου λειτουργού. Παύουν να είναι αυτό που πρέπει να είναι εκείνη τη στιγμή, και αυτό ως πολίτης δεν μπορώ να το δεχτώ.
Γιατί το λέω αυτό;
Επειδή σκέφτομαι τον διευθυντή του Α Γυμνασίου Γλυκών Νερών, που αρνήθηκε πέρυσι να χορηγήσει απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών σε μαθητή (παρά το γεγονός ότι το δικαιούτο και παρά τα επανειλημμένα διαβήματα των γονέων του στις αρμόδιες αρχές) και ο οποίος, όταν του επισημάνθηκε ότι ο νόμος δίνει στο παιδί το δικαίωμα της απαλλαγής, δήλωσε ότι εκείνος “ακολουθεί το νόμο του Χριστού”. Σκέφτομαι ακόμη τον προϊστάμενό του, ο οποίος τον κάλυψε και δεν τον ανακάλεσε στην τάξη, και όλους τους αρμόδιους που ενεπλάκησαν, οι οποίοι τήρησαν σιγήν ιχθύος επί του θέματος.
Τέτοια περιστατικά δεν είναι μεμονωμένα ούτε ασήμαντα, και αν μπορούν να συμβαίνουν, είναι επειδή δεν έχουμε απλώς επιτρέψει να παρεισφρήσει ο “νόμος του θεού” στο χώρο των δημόσιων λειτουργημάτων αλλά το έχουμε επιβάλλει κιόλας (η προσευχή στα σχολεία είναι υποχρεωτική). Επειδή έχουμε επιτρέψει να θεωρείται η αφοσίωση στην θρησκευτικότητα ίση ή και ανώτερη προς την αφοσίωση στην πολιτεία. Και άντε για έναν απλό πολίτη (ή για έναν δημόσιο λειτουργό στην ιδιωτική του ζωή) να πεις ότι είναι προσωπική επιλογή. Αλλά για έναν δημόσιο λειτουργό την ώρα που εκτελεί τα καθήκοντά του ως τέτοιος, εγώ το θεωρώ απαράδεκτο.
Ίσως μοιάζει ότι η θρησκοληψία του ελληνικού δημοσίου δεν συγκρίνεται με την προσευχούλα του δημοτικού συμβουλίου των Γκρησιανών. Όμως εγώ ως δημότης θέλω ο δημοτικός σύμβουλος να βασίσει τις αποφάσεις του στις αρχές της πολιτείας, όχι στις αρχές της θρησκείας του. Και αυτό θέλω να αντικατοπτρίζεται σε όλες τις ενέργειές του ΚΑΤΑ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΧΩΡΟ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ.
Ας προσευχηθεί στην τουαλέτα βρε αδελφέ. :P
Πέρα από την προσευχή στην τουαλέτα, ας ρυθμίσουμε όμως τι θα φοράει(μαντίλες, σταυρουδάκια και τα τοιαύτα απαγορεύονται), πώς θα λέγεται(δεν είναι και πολύ ουδετερόθρησκο το Μοχάμαντ ή το Εμμανουήλ πχ κι αφού αποκλείουμε την ουδέτερη προσευχή, να αλλάξουμε τα ονόματα σε όλους τους Θεοδώρους), τι χρώμα θα έχουν τα ρούχα του(το πράσινο μπορεί να υποδηλώνει κρυφή στήριξη στο μουσουλμανισμό, απαπα).
Ναι, το τραβάω σε ad absurdum, γιατί εκεί πάει το πράμα αν δεν αποδεχόμαστε ότι έχουμε συμπολίτες μας που έχουν δικαιώμα στην έκφραση του θρησκευτικού τους συναισθήματος στο δημόσιο χώρο, στο μέτρο του επιτρεπτού.
Το να κάνει το σταυρό του ο δημοτικός σύμβουλος πριν την έναρξη της συνεδρίασης δεν είναι εκτός του μέτρου αυτού. Το να μου επιβάλει να κάνω τον σταυρό μου είναι. Κι όσο για την βάση των αποφάσεων του, εκλογές έχουμε, αν δεν μου αρέσει, δεν τον σταυρώνω(ουπς, υπόγεια αναφορά σε θρησκευτικό σύμβολο). Κι αν πιστεύω(ουπς, κι άλλη υπόγεια αναφορά σε θρησκεία) ότι παρανομεί, όπως ο εν λόγω διευθυντής, υπάρχουν και τα δικαστήρια να τον τιμωρήσουν. Όχι γιατί πιστεύει, αλλά γιατί δεν εφαρμόζει το νόμο της πολιτείας.
Αόρατη Μελάνη,
ελπίζω να σε καλύψουν οι απαντήσεις που θα δώσω στο δεύτερο μέρος του σχολιασμού αύριο-μεθαύριο.
Μέχρι τότε, θυμήθηκα το εξής: μπορεί πράγματι να μοιάζη γελοιογραφικό να απαιτήσουμε από κάποιον εκλεγμένο άρχονα να μεταβάλη το όνομά του για να μην ενοχλήση η τυχόν θρησκευτική του αναφορά τους ετερόθρησκους ή άθρησκους, αλλά υπάρχουν στην ιστορία παραδείγματα αλλαγής ονόματος για λόγους πολιτειακούς. O Άγγλος βασιλιάς Γεώργιος ΣΤ΄ ας πούμε λεγόταν εντός της οικογένειάς του Μπέρτι, που παραπέμπει στο πρώτο του όνομα, Αλβέρτος, αλλά επί τη αναρρήσει του στον θρόνο ωνομάστηκε Γεώργιος, επειδή ακουγόταν λιγώτερο γερμανικό.
Κατ’ αναλογίαν, ο Στεφανόπουλος θα μπορούσε να είχε υιοθετήση ένα πιο άχρωμο θρησκευτικά όνομα, Κλέαρχος ας πούμε.
Ουδετερόθρησκη βούληση να υπάρχη και όλα γίνονται.