Ηθική και πολιτική

Αφορμή για την μικρή παρέμβαση που ακολουθεί αποτέλεσε το άρθρο του Πάσχου Μανδραβέλη στην “Καθημερινή” της 12/1/2008 με τίτλο “Ηθικολογία αντί αποτελεσματικότητας”. Είναι προφανές, λοιπόν, ότι για την καλύτερη κατανόηση όσων ακολουθούν προαπαιτείται η ανάγνωση του εν λόγω άρθρου στο οποίο παραπέμπω αμέσως παραπάνω (έναν κλικ στον τίτλο θα σας οδηγήσει εκεί). Ξεκαθαρίζω εκ των προτέρων το εξής: δεν έχω λόγο να μην εκτιμώ τον κ. Μανδραβέλη όσο δε διεκδικεί παρά το στάτους ενός καλού δημοσιογράφου – έστω σχολιογράφου. Η έντονη διαφωνία μου με τα όσα γράφει στο συγκεκριμένο άρθρο έγκειται πρωτίστως στην ουσία του αυτή καθ’ αυτή και ακολούθως στην αναπάντεχη προχειρότητα της εν λόγω προσέγγισης.

Πριν από οτιδήποτε άλλο, νιώθω υποχρεωμένος να επαναλάβω κάτι που λέω τόσο συχνά ώστε να έχω καταντήσει κουραστικός: όταν χρησιμοποιούμε έννοιες με αφηρημένο και ενδεχομένως κανονιστικό περιεχόμενο είναι απολύτως απαραίτητο να τις ορίζουμε. Συζητώντας, λοιπόν, την “ηθικολογία” στο πλαίσιο του άρθρου πελαγοδρομούμε από την ηθική στην ηθικότητα και από την ηθικότητα στην “ηθικολογία”, όπως ορθά, κατά τη γνώμη μου, παρατήρησε ένας σχολιαστής του κειμένου. Από την πρώτη κιόλας φράση μεταφέρεται η συζήτηση στην ηθική και την απαίτηση να είναι οι κυβερνώντες ηθικοί. Γιατί αυτή η απαίτηση είναι ενοχλητική ή και “οπισθοδρομική”/”συντηρητική” όμως; Η έννοια ηθική συνήθως ορίζεται με δύο τρόπους: 1) τον περιγραφικό, για να δηλώσει έναν κώδικα συμπεριφοράς και 2) τον κανονιστικό, για να περιγράψει έναν κώδικα συμπεριφοράς τον οποίο, υπό ορισμένες (πιθανότατα φυσιολογικές) συνθήκες, όλοι οι λογικοί (rational) άνθρωποι θα ασπάζονταν (εδώ περισσότερες εξηγήσεις με πολύ απλά λόγια). Την πρώτη περίπτωση τη γνωρίζουμε όλοι: λέμε, για παράδειγμα, ότι “η χριστιανική ηθική ορίζει αυτό” ή ότι “η δική μου προσωπική ηθική επαναστατεί με κάτι τέτοια”. Στη δεύτερη περίπτωση περιλαμβάνονται ηθικοί κανόνες όπως το “είναι ανήθικο να φονεύσεις έναν αθώο”: κανείς λογικός άνθρωπος δε θα υποστήριζε ποτέ το αντίθετο. Η ηθική ως απλή περιγραφή κανόνων συμεπριφοράς δεν μας ενδιαφέρει καθώς κανείς δε θα απαιτούσε ποτέ από έναν πολιτικό να συμπεριφέρεται ηθικά αν δεν πίστευε ότι αυτή η ηθική είναι πράγματι μία που δεν μπορεί κανείς να απορρίψει με επιχειρήματα. Αυτό σημαίνει ότι απομακρυνόμαστε αυτόματα από την “ηθικολογία” της Α ή της Β κοινωνικής ομάδας. Άρα, η απαίτηση για ηθική λειτουργία των κυβερνώντων δεν συνεπάγεται απαίτηση για διαιώνιση της “κατεστημένης λειτουργίας” – κάθε άλλο. Σε αυτό θα επανέλθω προς το τέλος του παρόντος.

Το εν λόγω μπέρδεμα -η παλινδρόμηση, δηλαδή, από την μία έννοια στην άλλη χωρίς σαφή αντίληψη της κάθε μίας εξ αυτών- έχει ολέθρια αποτελέσματα στην συνάφεια του άρθρου. Αρχικά, διολισθαίνουμε στον ηθικό σχετικισμό λέγοντας πως το κάθετι είναι ή μπορεί να θεωρηθεί ανήθικο. Αυτό δε διαρκεί για πολύ καθώς πιο κάτω επανερχόμαστε στον, κατ΄εμέ, ορθό δρόμο μιλώντας για “πραγματικές ή φανταστικές ανηθικότητες”. Το παράδειγμα των απολύσεων στην Ολυμπιακή ως παράδειγμα “ανήθικης συμπεριφοράς” που θα απέκλειε την επιθυμητή εξυγίανση είναι ατυχές ακριβώς επειδή στηρίζεται στην αντίληψη ότι όλα όσα έχει κανείς κατακτήσει και χάνει, κάθε “ξεβόλεμα” εν ολίγοις, είναι άδικο. Το να αδικείς είναι, φυσικά, σε κάποιες αλλά όχι όλες τις περιπτώσεις ανήθικο, αλλά αυτή είναι μία ορολογική συνέπεια που δεν απαιτώ από αυτού του είδους τα γραπτά. Αν, τελος πάντων, δεχθούμε ότι αυτό το ξεβόλεμα θα ήταν ανήθικο λόγω της αδικίας του, σκοντάφτουμε στην περιγραφική αντίληψη της ηθικής που δεν μας ενδιαφέρει: αν οι εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα θεωρούν ότι είναι ηθικό να κατασπαταλώνται τα χρήματα όλων των υπολοίπων για να απολαμβάνουν εκείνοι το προνόμιο της μονιμότητας και της οκνηρίας, κάνουν απλά λάθος. Τηρουμένων των αναλογιών, τα κεκτημένα τους αδικούν πολλούς και, σε πολλές περιπτώσεις, είναι αδίκως κτηθέντα ούτως ή άλλως.

Read moreΗθική και πολιτική