Η προωθούμενη ανάπλαση στο Ελληνικό θέτει το ερώτημα ποσες ευκαιρίες έχασε η χωρα για πραγματική ανάπτυξη και ποιός την εμπόδιζε;
Δημοσιευθηκε σε λιγο διαφορετικη εκδοση στην Καθημερινη.
Η συνύπαρξη των ανθρώπων σε κοινωνίες πάντα προκαλούσε συγκρούση μεταξύ της ατομικής ελευθερίας και της ανάγκης για αμοιβαίες παραχωρήσεις, για κανόνες. Όσο πιο πολιτισμένη γίνεται μια κοινωνία, τόσο μεγαλύτερη δυστυχία προκαλεί σε κάποιους πολίτες που περιορίζονται από τις κοινωνικές επιταγές, όπως έγραφε ήδη το 1929 ο Φρόυντ στο διάσημο Das Unbehagen in der Kultur (μεταφρασμένο ως Ο Πολιτισμός Πηγή Δυστυχίας).* Μια λιγότερο μελετημένη έκφανση αυτού του φαινομένου είναι η οικονομική ανάπτυξη και η ανεξήγητη δυστυχία που φαίνεται να φέρνει σε μερικούς συμπολίτες μας.
Πρόσφατα παραχωρήθηκε, ξεπερνώντας (οριστικά;) και τον σκόπελο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το αεροδρόμιο του Ελληνικού για ένα από τα μεγαλύτερα έργα στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Οι παραχωρησιούχοι υπόσχονται επένδυση 7-8 δις, που θα φέρει εργασία για 50.000 άτομα (σχεδόν το συνολικό εργατικό δυναμικό του Βόλου δηλαδή) και 1 εκατομμύριο νέους επισκέπτες για την Αθήνα. Συγκριτικά, το τελευταίο αυτόφωτο μνημείο μεγάλου βεληνεκούς που χτίστηκε στην πόλη (όχι π.χ. μουσείο επίδειξης περασμένων μεγαλείων), ο Παρθενώνας, έχει περίπου 2 εκ. επισκέπτες. Όσο προκλητικό και να ακούγεται, στο Ελληνικό χτίζουμε, τουριστικά μιλώντας (και αν ευσταθούν τα στοιχεία), μισό Παρθενώνα. Χωρίς μάλιστα να χρειαζόμαστε τα μεταλλεία του Λαυρίου.
Κιομως, ένα έργο τέτοιας σημασίας για την πόλη, αν όχι την χώρα, έπρεπε να περιμένει την βαθύτατη οικονομική κρίση για να γίνει.