Σχετικά με το θέμα της ανάρτησης, διαβάστε το βιβλίο του Άλκη Δερβιτσιώτη, Αναπλ. Καθηγητή Συνταγματικού στο ΔΠΘ, Η ίδρυση ναού ως συνιστώσα της θρησκευτικής ελευθερίας, 2010.
Σύμφωνα με το άρ. 27 Ν. 3467/2006:
Για την ίδρυση, ανέγερση ή λειτουργία ναού ή ευκτήριου οίκου οποιουδήποτε δόγματος ή θρησκείας, πλην της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος, δεν απαιτείται άδεια ή γνώμη της οικείας εκκλησιαστικής αρχής της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος. Κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει με τρόπο διαφορετικό το ίδιο θέμα, καταργείται, [άρθρο 1 του α.ν. 1363/1938 (ΦΕΚ 305 Α’), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του α.ν. 1672/1939 (ΦΕΚ 123 Α’), άρθρο 41 του α.ν. 1369/1938 (ΦΕΚ 317 Α’)].
Η αίτηση για τη χορήγηση άδειας ιδρύσεως, ανεγέρσεως ή λειτουργίας ναού οποιουδήποτε δόγματος ή θρησκείας, πλην της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος, υποβάλλεται απευθείας στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και όχι προς την οικεία εκκλησιαστική αρχή. Κάθε διάταξη που ρυθμίζει με τρόπο διαφορετικό το ίδιο θέμα καταργείται [άρθρο 1 του β.δ. 20.5/2.6.1939 (ΦΕΚ 220 Α’)].
Με το άρθρο αυτό, και με την υπογραφή της Μαριέττας Γιαννάκου, δόθηκε τέλος σε μια χαζή νομική διαμάχη καμιά πενηνταριά χρόνων. Το προηγούμενο νομικό καθεστώς, καθεστώς μεταξικής προελεύσεως και ιδεολογίας, απαιτούσε την γνώμη του επιχώριου Μητροπολίτη. Στην πορεία των ετών η νομολογία είχε θεωρήσει την γνώμη αυτή ως απλή και όχι ως σύμφωνη (: στην πρώτη περίπτωση το Υπουργείο την λαμβάνει υπόψιν, αλλά μπορεί να αποφασίση και διαφορετικά, στην δεύτερη όμως για την ανέγερση η γνώμη έπρεπε υποχρεωτικά να είναι θετική), στην δε σημαντική ΟλομΑΠ 20/2001 είχε μειοψηφήσει ο Στέφανος Ματθίας, Πρόεδρος τότε του Αρείου Πάγου, θεωρώντας ότι κάθε σύστημα προληπτικού ελέγχου και διοικητικής άδειας είναι αντισυνταγματικό. Η ουσία του προβλήματος όμως παρέμενε: για να ασκήσουν την θρησκευτική τους ελευθερία κάτοικοι μη χριστιανοί ορθόδοξοι, έπρεπε να ακουστή ο Ορθόδοξος επίσκοπος. Ανήκουστα πράγματα. Τελικά, μια κυβέρνηση του μεσαίου χώρου έφερε ό,τι δεν έφεραν 20 χρόνια σοσιαλισμού.
Αλλά, σαν να ‘χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια κι οι καημοί του κόσμου… Ο κρατικός λύκος κι αν εγέρασε, δεν άλλαξε την γνώμη του. Για την “ίδρυση, ανέγερση ή λειτουργία ναού ή ευκτήριου οίκου οποιουδήποτε δόγματος ή θρησκείας, πλην της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος” δεν απαιτείται μια απλή πολεοδομικη άδεια, όοοοοοοοοοοοοχι, πρέπει να αδειοδοτήση πρώτα το Υπουργείο αν ο πασαένας θα έχη την εκκλησιά του.
Το οποίο Υπουργείο υποτίθεται ότι ελέγχει τρία τινά:
α) ότι η θρησκεία δεν ασκεί προσηλυτισμό (και για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, “προσηλυτισμός” δεν είναι απλώς η θρησκευτική ενημέρωση ή διδασκαλία, αλλά, όπως λέει το άρ. 4 παρ. 2 α.ν. 1363/1938, μεταξικό και αυτό, ενδιαφερόταν πολύ για την σωτηρία της ψυχής του ο Εθνικός Κυβερνήτης, “Προσηλυτισμός ιδία είναι η διά πάσης φύσεως παροχών ή δι’ υποσχέσεως τοιούτων ή άλλης ηθικής ή υλικής περιθάλψεως, διά μέσων απατηλών, διά καταχρήσεως της απειρίας ή εμπιστοσύνης ή δι’ εκμεταλλεύσεως της ανάγκης, της πνευματικής αδυναμίας ή κουφότητος άμεσος ή έμμεσος προσπάθεια προς διείσδυσιν εις την θρησκευτικήν συνείδησιν ετεροδόξων επι σκοπώ μεταβολής του περιεχομένου αυτής” και, ναι, είναι και σύμφωνο με την ΕΣΔΑ έχει αποφανθή το Στρασβούργο),
β) ότι η λατρεία δεν αντίκειται στα χρηστά ήθη, δεν τηγανίζουν βρέφη ας πούμε ή ότι δεν τα βαφτίζουν κιόλας, σύμφωνα με κάποιους Αθεϊστανούς, και
γ) ότι η θρησκεία είναι “γνωστή”. Γνωστή δεν σημαίνει γνωστή στις Αρχές, εγκεκριμένη, ανεγνωρισμένη, διάσημη ή κάτι τέτοιο, αλλά φανερή, με γνωστά δόγματα, προσβάσιμη στον καθένα. Προφανώς άπαξ γνωστή, για πάντα γνωστή, οπότε το πιο λογικό θα ήταν η υποχρέωση για αδειοδότηση να αφορά μόνο τις καινούργιες θρησκείες ή εν πάση περιπτώσει όσες για πρώτη φορά θέλουν να ανοίξουν κατάστημα. Αν μη τι άλλο, έτσι αποφεύγεται και η μομφή της διάκρισης υπέρ της επικρατούσας θρησκείας, γιατί τότε η διάταξη θα είναι ευνοϊκή για όλες εκείνες τις θρησκείες που θα έχουν ήδη κριθή γνωστές, πράγμα όχι παράλογο, αν σκεφτούμε ότι η ιδιότητα της “θρησκείας” έχει αρκετές ευμενείς έννομες συνέπειες.
Το πρόβλημα είναι ότι προληπτικός έλεγχος δεν προβλέπεται πουθενά σε συνταγματικό επίπεδο. Οποιαδήποτε κύρωση μόνο κατασταλτική μπορεί να είναι λοιπόν, η δε καλοπροαίρετη διάταξη πάσχει σχεδόν τόσα συνταγματικά προβλήματα όσα και η προκάτοχός της. Στον αγύριστο λοιπόν.
Μιας και μπήκαν τα πράγματα όμως στο γραφειοκρατικό αυλάκι, η επιστροφή δεν ήταν εύκολη. Με τα άρ. 1 και 2 Ν. 3512/2006 προβλέφθηκαν τα εξής:
Ιδρύεται Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.), μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με την επωνυμία «Διοικούσα Επιτροπή Ισλαμικού Τεμένους Αθηνών», που εδρεύει στα όρια του Δήμου Αθηναίων, εποπτεύεται από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, μη υπαγόμενο στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Σκοπός του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου «Διοικούσα Επιτροπή Ισλαμικού Τεμένους Αθηνών» είναι η διοίκηση, διαχείριση και συντήρηση του Ισλαμικού Τεμένους που θα ανεγερθεί στα όρια του Δήμου Αθηναίων για την κάλυψη των θρησκευτικών αναγκών των μουσουλμάνων που διαβιούν στην Αττική.
Οι μουσουλμάνοι, λέει η Γιαννάκου πάλι, είναι άλλη οπώρα. Αυτοί δεν θα κάνουν αίτηση για να πάρουν άδεια και μετά να φτειάξουν το τζαμί τους, να ασκήσουν την θρησκευτική τους ελευθερία όμορφα κι ωραία σαν άνθρωποι του Θεού. Θα τους το χτίσουμε εμείς από την πολλή αγάπη και από την καλή μας την καρδιά. Και για να έχουμε και το κεφάλι μας ήσυχο, θα κάνουμε τον παπά τους δημόσιο υπάλληλο (χωρίς να τον λέμε δημόσιο υπάλληλο – άρ. 6 Ν. 3512/2006):
1. Στο ιδρυόμενο Τέμενος τοποθετείται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μουσουλμάνος θρησκευτικός λειτουργός (ιμάμης), μετά από εισήγηση του Δ.Σ., με θητεία δύο ετών, που μπορεί να ανανεωθεί. Οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του θρησκευτικού αυτού λειτουργού περιορίζονται στην ευθύνη για την εσωτερική λειτουργία του Τεμένους, έτσι ώστε να διευκολύνεται η ικανοποίηση των λατρευτικών αναγκών των πιστών. Ασκεί τα καθήκοντα αυτά και προσφέρει τις υπηρεσίες του προς τις θρησκευτικές κοινότητες στις οποίες έχει παραχωρηθεί το Τέμενος, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 4β του άρθρου 5, εφόσον τούτο ζητηθεί από αυτές.
2. Οι αποδοχές του μουσουλμάνου θρησκευτικού λειτουργού βαρύνουν εξ ολοκλήρου τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Όσο είδατε εσείς βέβαια την Γιαννάκου χανούμισσα, άλλο τόσο είδαν και οι μουσουλμάνοι τέμενος.
Καλά όλα αυτά πως ελέγχονται? Όλες οι θρησκείες δεν προσφέρουν κάποιας μορφής “ηθική περίθαλψη”? Αυτό σημαίνει πως άπαξ και ανήκεις σε ένα δόγμα ουσιαστικά απαγορεύεται να σε πλησιάσει ετερόδοξος εκτός κι αν εσύ έχεις πνευματικές αναζητήσεις?
Δεν θα έπρεπε αντ’αυτού να ελέγχεται η συμβατότητα της θρησκείας με τους νόμους του κράτους (πχ απαγορεύεται η ανέγερση ναού με βωμούς σε δόγματα που πρεσβεύεουν ανθρωποθυσίες)?
Υπάρχει κάποια σύνδεση της αίτησης ανέγερσης λατρευτικού χώρου με τον αριθμό των πιστών του συγκεκριμένου δόγματος? Ενα δόγμα πχ με τρεις πιστούς μπορεί να αιτηθεί ανέγερση ναού (οποιουδήποτε μεγέθους)?
Τρέχα γύρευε. Γιαυτό καταδικαστήκαμε και στην υπόθεση Κοκκινάκη. Τώρα ο νόμος αυτός απλώς δεν εφαρμόζεται. Αν τυχον εφαρμοστή, θα έχουμε ασφαλώς προβλήματα.
Ουσιαστικά αυτό είναι. Αλλά όχι μόνο: αναφέρονται για παράδειγμα σε μικρές θρησκευτικές ομάδες (“αιρέσεις”), όπου μπορεί να υπάρξουν φαινόμενα οικονομικής εκμετάλλευσης (Σαϊεντολογία;) ή ακόμη πλύσης εγκεφάλου και ομαδικών αυτοκτονιών.
Το θέμα ανέκυπτε μόνο υπό το παλαιό νομοθετικό καθεστώς, όταν ο επιχώριος Μητροπολίτης μπορεί να γνωμοδοτούσε αρνητικά με αυτήν την δικαιολογία. Δεν έχω πρόχειρη τώρα την νομολογία, αλλά είχε κριθή παλιά για πεντέξι Μεθοδιστές υπέρ τους.
Υπό την παρούσα ρύθμιση, δεν τίθεται τέτοιο θέμα.
Δηλαδή, οι (ημι)υπόγειοι χώροι λατρείας των μουσουλμάνων δεν έχουν/μπορούν να πάρουν άδεια; Γιατί;
Καλά, αυτοί ούτως ή άλλως για πολεοδομικούς λόγους φαντάζομαι.
Πλάκα πλάκα, στους ναούς προβλέπονται πυροσβεστικά μέτρα και τέτοια πράγματα; Θα έπρεπε.
Δεν ξέρω αν έχει υποβάλει κανείς μουσουλμάνος σχετική αίτηση στο ΥΠΕΠΘ (δεν ξέρω το τωρινό του αρκτικόλεξο ούτε θέλω να το μάθω!). Η ορθότερη ερμηνεία de lege lata είναι ότι δεν χρειάζονται καμία άδεια, γιατί αποτελεί δίδαγμα της κοινής πείρας ότι οι τρεις όροι (προσηλυτισμός, χρηστά ήθη, γνωστή θρησκεία) συντρέχουν.
Η γνώμη του οικείου Μητροπολίτη δεν υπήρξε ποτέ απλή, χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε η Συναγωγή των Χανίων που όταν αναστηλώθηκε υπήρξαν αντιδράσεις του Νομάρχη, (Συνασπισμός παρακαλώ) και Μητροπολίτη που απειλούσαν με “αυθόρμητες” λαϊκές κινητοποιήσεις ενάντια στους σιωνιστές. Τότε ο Μητροπολίτης είχε επικαλεσθεί και τον αριθμό των πιστών αλλά υποχώρησε μπροστά σε εξωτερικές πιέσεις.
Επίσης να υπενθυμίσω οτι το ΚΙΣ έχει ζητήσει επίσημα την μισθοδοσία των ραβίνων όσο καιρό συνεχίζεται η μισθοδοσία των ιερέων και των ιμάμηδων της Δυτ.Θράκης.
Ένας τέτοιος Μητροπολίτης θα έλεγε τα ίδια όπως και αν είχε ο νόμος. Καλύτερα λοιπόν να μην του δίνη πολλά πολλά.
Δεν μας είπες την γνώμη σου για την περιτομή!