Με αφορμή μια απόφαση για τους λεωφορειόδρομους
Τα δύο μεγάλα ζητούμενα για την οικονομική ανάπτυξη στη χώρα μας είναι τα δημόσια αγαθά και οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. Μας λείπουν και τα δύο, γιατί είναι πολύ ισχνές οι κοινωνικές δυνάμεις που εργάζονται είτε για το ένα είτε για το άλλο.
Η δημόσια συγκοινωνία είναι κατ’ εξοχήν δημόσιο αγαθό, όπως και αν κατανοεί κάποιος τον πολύπαθο αυτόν όρο. Βελτιώνει την απόδοση του συνόλου των μετακινήσεων συγκριτικά με το αντίστοιχο ιδιωτικό αγαθό, το Ι.Χ. Είναι φιλική προς το περιβάλλον. Είναι αναδιανεμητική (ευνοεί περισσότερο τις λιγότερο εύπορους). Με τεχνικούς όρους είναι non-excludable και μέχρι ένα σημείο non-rivaled. Εχει οικονομίες κλίμακας και θετικές εξωτερικότητες. Σε όλο τον κόσμο και σε όλο σχεδόν το ιδεολογικό φάσμα, πολιτικοί και οικονομολόγοι συμφωνούν ότι η δημόσια συγκοινωνία αξίζει να ενισχύεται με δημόσιους πόρους – δηλαδή με δημόσιο χρήμα ή/και με προτεραιότητα στη χρήση του χώρου.
Είναι λοιπόν αξιοπερίεργο που είναι τόσο υποτονική η αντίδραση στην απόφαση Στυλιανίδη να επιτρέψει (με κάποιες προϋποθέσεις) την κίνηση των ταξί στους λεωφορειόδρομους στην Αθήνα. Οπως ήταν υποτονική και το 2007, όταν ο τότε υπουργός Μεταφορών Λιάπης την επέτρεψε στη Θεσσαλονίκη, με αποτέλεσμα η ταχύτητα των λεωφορείων να μειωθεί κατά 50%. Τα κίνητρα των κ. Λιάπη και Στυλιανίδη είναι προφανή: ικανοποιούν το αίτημα μιας πολυπληθούς συντεχνίας, και προσδοκούν σε εκλογικό ώφελος. Υπολόγισαν οτι το πολιτικό κόστος θα ήταν μικρό, και φαίνεται πως είχαν δίκιο.
Με εξαίρεση το Σύλλογο Συγκοινωνιολόγων, που τοποθετήθηκε έγκαιρα και σαφώς κατά του νέου μέτρου, το θέμα εντάχθηκε στη ρουτίνα της αντιπολίτευσης. Yπήρξαν κάποιες ανακοινώσεις από τα κόμματα. Αλλά, ούτε διαδηλώσεις, ούτε απεργίες, ούτε συζήτηση στη Βουλή, ούτε πρωτοσέλιδα. Ούτε καν πολλά σχόλια στη μπλογκόσφαιρα.
Γιατί τόσο μικρό ενδιαφέρον; Οι επιπτώσεις θα είναι μεγάλες, αυτό το καταλαβαίνει όποιος σκεφτεί λίγο και το ψάξει. Θα έχει αρνητική επίδραση σε εκατοντάδες χιλιάδες μετακινήσεις κάθε μέρα, και θα χειροτερέψει την ποιότητα ζωής για μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Αθήνας (όπως έγινε και στη Θεσσαλονίκη). Σίγουρα θα είναι χειρότερο για την πόλη από το να κοπούν τα δένδρα σε ένα οικόπεδο στην Κυψέλη ή ακόμα και σε δεκάδες οικόπεδα. Το θέμα δεν είναι μικρό. Αλλού λοιπόν βρίσκεται η εξήγηση.
Οι λεωφορειόδρομοι κινδυνεύουν επειδή βρίσκονται στην Ελλάδα και (α) δεν έχουν υπαλλήλους (β) δεν έχουν γείτονες (γ) δεν έχουν ιδιοκτήτες. Ετσι, δεν προκαλούν κανένα από τα συλλογικά ανακλαστικά που συνήθως βγάζουν τους Ελληνες στους δρόμους.