Υπέρ της ελευθερίας ψευδομαρτυρίας

Σύμφωνα με το άρ. 224 παρ. 1 και 2 ΠΚ

1. Όποιος ως διάδικος σε πολιτική δίκη δίνει εν γνώσει του ψευδή όρκο, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. 2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος, ενώ εξετάζεται ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση ή αναφέρεται στον όρκο που έχει δώσει, καταθέτει εν γνώσει του ψέματα ή αρνείται ή αποκρύπτει την αλήθεια.

Η διάταξη εισάγει ένα από τα πλέον κλασσικά αδικήματα, ένα αδίκημα που μαζί με τα αδελφάκια του, την ψευδή καταμήνυση και, κυρίως, την συκοφαντική δυσφήμηση, κάνει τα πινάκια των δικαστηρίων να στενάζουν, ένα αδίκημα που υπάρχει ήδη από την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης. Οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδῆ ενετείλατο ο αυστηρός Θεός στην Ενάτη Εντολή και έκτοτε πράγματι η ψευδορκία έχει διατελέσει ένα αυτονόητο έγκλημα περί την απονομή της δικαιοσύνης.

Δεν είναι τάχα αυτονόητα όλα αυτά;

Όχι, δεν είναι.

Τι θα γινόταν τάχα αν καταργούσαμε το αδίκημα της ψευδορκίας; Θα σταματούσε η Γη να περιφέρεται γύρω από τον Ήλιο; Θα διακινδύνευε σοβαρά η απονομή της δικαιοσύνης στην χώρα μας;

Όχι.

Read moreΥπέρ της ελευθερίας ψευδομαρτυρίας

Περί ασέμνων, μέρος Β

Όπως είπαμε στο προηγούμενο επεισόδιο, η έννοια του ασέμνου, μια αόριστη νομική έννοια, ανήκει στις ούτως ειπείν αοριστότερες εκ των αορίστων νομικών εννοιών και ως εκ τούτου μας ταλαιπωρεί. Η αοριστία της έχει εκφραστή στο διάσημο σχόλιο του Δικαστή Στιούαρτ στην υπόθεση Jacobellis κατά Οχάιο, πίσω από το οποίο κρύβεται μια αλήθεια:

I shall not today attempt further to define the kinds of material I understand to be embraced within that shorthand description; and perhaps I could never succeed in intelligibly doing so. But I know it when I see it, and the motion picture involved in this case is not that.

Potter Stewart
Potter Stewart

Read moreΠερί ασέμνων, μέρος Β

Περί εγκωμιασμού κακουργήματος σύντομος ερμηνεία

Το άρ. 185 ΠΚ προβλέπει τα εξής:

Όποιος εγκωμιάζει δημόσια και με οποιονδήποτε τρόπο έγκλημα που διαπράχθηκε και έτσι εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών.

Την διάταξη αυτή θεωρεί αναγκαία ο Λίβος, Ο αξιόποινος εγκωμιασμός κακουργήματος, ΠοινΧρ ΜΖ/723-733. Εγώ πάλι την θεωρώ εξοβελιστέα.

Το άρ. 185 ΠΚ προστατεύει γενικά την δημόσια τάξη, ενώ ειδικώτερα και σύμφωνα με μια παλαιά ήδη άποψη προστατεύει την κοινή πεποίθηση περί της υποχρεωτικότητας των νόμων (ΑιτΕκθΣχΠΚ 1933, σελ. 304).

Ωστόσο, η διατήρηση του άρ. 185 ΠΚ στην ελληνική έννομη τάξη δεν υπαγορεύεται πλέον από κάποια αξιόλογη σκοπιμότητα, αλλ’ αντιθέτως, η ύπαρξή του δημιουργεί αξιολογικές αντινομίες με μεταγενέστερες αντιλήψεις του ποινικού νομοθέτη, όπως είναι το ανέγκλητο της απλής συνέργειας σε εγκληματική οργάνωση υπό την μορφή της ψυχικής συνδρομής, εφόσον δεν επιδιώκεται οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος (άρ. 187 παρ. 4 in fine ΠΚ). Ερωτάται συνεπώς: πώς είναι δυνατόν ο ίδιος ποινικός νομοθέτης που σέβεται τόσο την ελευθερία της έκφρασης και μάλιστα της ενεργού και δραστήριας πολιτικής και ιδεολογικής δέσμευσης, ώστε να θεωρή ανέγκλητη την πράξη όσων παρέχουν απλή ψυχική συνδρομή σε συγκρότηση ή συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, να εγκαλή τους ίδιους ανθρώπους για εγκωμιασμό των κακουργημάτων που τυχόν διαπράττει η εγκληματική οργάνωση; Πέραν τούτου, την “κοινή πεποίθηση περί της υποχρεωτικότητας των νόμων” προσβάλλει και στον “ψυχολογικό αναπροσανατολισμό των προσδοκιών των πολιτών” (Λίβος, ΠοινΧρ ΜΖ/726) συντελεί πολύ περισσότερο από την εξύμνηση, τον εγκωμιασμό κ.λπ. του κακουργήματος η ίδια η τέλεση της κακουργηματικής πράξης, θα ήταν όμως παράδοξη η εισαγωγή ενός ειδικού εγκλήματος που θα συντροφεύη την τέλεση κάθε κακουργήματος και θα επιβουλεύεται δήθεν την δημόσια τάξη. Συμπερασματικώς και παρά την σοβαρή ερμηνευτική προσπάθεια του Λίβου, η διατήρηση του άρ. 185 ΠΚ απηχεί παρωχημένες αντιλήψεις σχετικά με την σχέση του πολίτη με τους νόμους και ως εκ τούτου πρέπει να καταργηθή.

Read moreΠερί εγκωμιασμού κακουργήματος σύντομος ερμηνεία

Υπέρ της ελευθερίας ανθρώπινης αναπαραγωγικής κλωνοποίησης

Σύμφωνα με το άρ. 26 Ν. 3305/2005:

Όποιος κατά παράβαση των άρ. 1455 ΑΚ και 2 παρ. 3 του παρόντος προβαίνει σε αναπαραγωγική κλωνοποίηση…, τιμωρείται με ποινή κάθειρξης μέχρι δεκαπέντε (15) ετών.

Η διάταξη αυτή τιμωρεί σε βαθμό κακουργήματος της αναπαραγωγική κλωνοποίηση, ανάγοντάς την μάλιστα σε κακούργημα βαρύτερο της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, της σωματεμπορίας και της κλοπής.

Διαφωνώ. Η αναπαραγωγική κλωνοποίηση, μακράν του να αποτελή κατ’ ουσίαν έγκλημα, βλαπτικό κάποιου εννόμου αγαθού, συνιστά, ακόμη και ηθικά, μια πράξη που με κανένα τρόπο δεν είναι επίμεμπτη.

Και ιδού γιατί:

Η κλωνοποίηση διακρίνεται συνήθως σε αναπαραγωγική και σε θεραπευτική. Η πρώτη έχει ως σκοπό την δημιουργία ενός νέου ανθρώπου, ενώ η δεύτερη την δημιουργία απλώς ενός σώματος (από το οποίο εν συνεχεία θα μπορέσουν να αφαιρεθούν όσα όργανα κριθούν χρήσιμα για μεταμόσχευση) ή απλώς κάποιων οργάνων μόνο.

Η τεχνική της κλωνοποίησης είναι κοινή και στις δυο περιπτώσεις και είναι πολύ απλή στην σύλληψή της: από ένα σωματικό κύτταρο του κλωνοποιούμενου δότη αφαιρείται ο πυρήνας, που περιέχει τον γονότυπό του. Ο πυρήνας αυτός εν συνεχεία εισάγεται σε ένα ωοκύτταρο, ήτοι σε ένα απύρηνο ωάριο. Εδώ το απύρηνο ωάριο λειτουργεί ουσιαστικά μόνο ως όχημα του μελλοντικού εμβρύου, το οποίο προγραμματίζεται αποκλειστικά από τον πυρήνα. Το νέο κύτταρο συντήκεται με την βοήθεια ηλεκτρικού ερεθισμού και εν συνεχεία ο ζυγώτης εμφυτεύεται σε κάποια κυοφόρο μητέρα. Το έμβρυο που θα γεννηθή θα αντλή το γενετικό του υλικό μόνο από τον δότη του πυρήνα του (είτε άνδρα είτε γυναίκα). Ο κλώνος έχει ένα μόνο βιολογικό γονέα.

[Παρένθεση: επειδή το μιτοχονδριακό DNA του κυτταροπλάσματος μεταβιβάζεται μητρογραμμικά μέσω των μιτοχονδρίων του ωαρίου και όχι μέσω του πυρήνα του (υπενθυμίζω ότι τα μεν δεν αφαιρούνται, ο δε αφαιρείται), ο κλώνος δεν ταυτίζεται 100% με τον κλωνοποιούμενο.]

Read moreΥπέρ της ελευθερίας ανθρώπινης αναπαραγωγικής κλωνοποίησης

Περί πωλήσεως των αδειών διαμονής

[Όσα ακολουθούν δεν αφορούν τους πρόσφυγες. Για αυτούς, τα έχει πει ωραία ο Θαλυς εδώ].

Μεταφέρω στα καθ’ ημάς την πρόταση του Γκάρυ Μπέκερ, όπως διατυπώθηκε σε αυτό εδώ το άρθρο. Με τις ευχαριστίες μου στον Θαλυς που μου το υπέδειξε.

Gary Becker
Gary Becker

Γνωρίζουμε ότι η διαφορά ευημερίας δημιουργεί μεταναστευτικές ροές, μέχρι να εξισωθή τουλάχιστον η ευημερία στα δύο δοχεία, τον τόπο προέλευσης και τον τόπο προορισμού. Μπορούμε να αποδεχθούμε ότι αυτό ισχύει σαν νόμος της φύσης, σχεδόν όσο και η δημιουργία των ανέμων από τις διαφορές της ατμοσφαιρικής πίεσης. Το μέγεθος του ανέμου αυτού εξαρτάται βέβαια από πολλά πράγματα, ιδίως την τεχνολογία των μεταφορών, την οικονομική κατάσταση στις χώρες προέλευσης κλπ. Αλλά θα υπάρχη.

Αν δεν επιθυμούμε μια πολιτική ανοιχτών συνόρων (που ισοδυναμεί με πολιτική ανοιχτών συνόρων σε επίπεδο ΕΕ, άρα είναι αδιανόητη), πρέπει κάπως να επιχειρήσουμε να ελέγξουμε την ροή, προς όφελος δικό μας και των μεταναστών. Μέχρι τώρα, το παροιμιωδώς ανίκανο ελληνικό κράτος απλώς 1. απαγόρευε κατ’ ουσίαν την νόμιμη μετανάστευση (βασικά απαιτώντας υπερπολύπλοκη γραφειοκρατία), και 2. ανεχόταν, σε κυμαινόμενο κάθε φορά βαθμό, την λαθρομετανάστευση (επιχειρώντας περιοδικές νομιμοποιήσεις ή με τον θεσμό της άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους κλπ). Έκανε δηλαδή ακριβώς το αντίθετο από αυτό που κάθε ευνομούμενο κράτος οφείλει: ανελέητες απαγορεύσεις, ήπια εφαρμοζόμενες. Όταν κλείνεις τα μάτια στο πρόβλημα και δεν ενεργείς μακροπρόθεσμα, αυτά συμβαίνουν.

Ένα δεδομένο του προβλήματος που δεν έχει προσεχθή είναι ότι οι μετανάστες της δεκαετίας του 2000 και εξής, κυρίως εκ της ινδικής υποηπείρου και των πέριξ, έχουν πληρώσει πολλά λεφτά για να έρθουν εδώ. Η μετανάστευση συνιστά για αυτούς μια τεράστια επένδυση ζωής, που δεν πρόκειται φυσικά να επιτρέψουν την απαξίωσή της, όσο περνά από το χέρι τους. Όμως όλοι αυτοί οι πόροι καταλήγουν στον υπόκοσμο των διακινητών, επειδή ακριβώς η αγορά της μετανάστευσης είναι, χάριτι του ελληνικού κράτους, παράνομη. Όταν η ζήτηση υπερβαίνει κατά πολύ την προσφορά, η αγορά θα κινηθή να την καλύψη, νομίμως ή παρανόμως.

Εκείνο που πρέπει να γίνη είναι η νομιμοποίηση της αγοράς μετανάστευσης. Όπως και σε άλλους τομείς (νεφρά, αφροδίσια, ναρκωτικά), τα πλεονεκτήματα που θα προκύψουν θα υπερκαλύψουν κατά πολύ τα όποια μειονεκτήματα, διότι η αξιοποίηση του μηχανισμού της τιμής επιτρέπει την κατά πολύ ικανοποιητικώτερη λειτουργία της αγοράς. Και ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος νομιμοποίησης είναι ο εκπλειστηριασμός αδειών διαμονής.

Read moreΠερί πωλήσεως των αδειών διαμονής

Περί αιμοδοσίας Ι

Τρία ζητήματα περί αιμοδοσίας υπάρχουν, θέλω να θίξω σήμερα εκείνο που είναι το πιο σοβαρό και ταυτόχρονα το πιο αποσιωπημένο.

Σύμφωνα με το άρ. 13 Ν. 3402/2005:

Όποιος προβαίνει σε συναλλαγή με οικονομικό όφελος, που αφορά το αίμα, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και με χρηματική ποινή μέχρι τριακόσιες χιλιάδες ευρώ, εκτός εάν προβλέπεται βαρύτερη ποινή από άλλη διάταξη.

[300.000 ευρώ; Καλά, ληγμένα παίρνει ο Έλλην νομοθέτης;]

Το άρ. 1 του ίδιου νόμου προβλέπει:

1. Η οργάνωση της αιμοδοσίας στην Ελλάδα βασίζεται στο θεσμό της εθελοντικής, μη αμειβόμενης προσφοράς αίματος.
2. Το προσφερόμενο αίμα διατίθεται δωρεάν.
3. Κάθε συναλλαγή, με οικονομικό όφελος, που αφορά το αίμα, απαγορεύεται.

Παρόμοια, σχεδόν επί λέξει, ήταν και η προϊσχύσασα διάταξη του άρ. 1 Ν. 1820/1988. Τα πράγματα όμως δεν ήταν πάντοτε έτσι: το άρ. 1 Ν.Δ. 4026/1959 ώριζε μεν ότι “Η οργάνωσις της αιμοδοσίας εν Ελλάδι στηρίζεται επί του θεσμού της εθελοντικής δωρεάν προσφοράς του αίματος”, ωστόσο πολύ σοφά συνέχιζε λέγοντας “Κατ’ εξαίρεσιν και εφ’ όσον το ούτω προσφερόμενον αίμα δεν επαρκεί διά την κάλυψιν των συνήθων ή εκτάκτων αναγκών επιτρέπεται και η επ’ αμοιβή προσφορά αυτού”.

Διαβάζουμε στην Αιτιολογική Έκθεση του νόμου:

Η σύγχρονη πρακτική μετάγγισης αίματος βασίζεται στις αρχές των εθελοντικών υπηρεσιών των δοτών, της ανωνυμίας τόσο του δότη όσο και του αποδέκτη, της γενναιοδωρίας του δότη και της έλλειψης κέρδους για τα κέντρα που εμπλέκονται στις υπηρεσίες μετάγγισης αίματος. Λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα, προκειμένου να παρέχονται σε όλους τους ενδεχόμενους δότες αίματος ή συστατικών αίματος εχέγγυα σχετικά με τον εμπιστευτικό χαρακτήρα κάθε πληροφορίας που αφορά την υγεία και που παρέχεται στο εγκεκριμένο προσωπικό με τα αποτελέσματα του ελέγχου της αιμοδοσίας τους, καθώς και με οποιαδήποτε στοιχεία μελλοντικής ανιχνευσιμότητας της αιμοδοσίας τους.
Η εθελοντική και μη αμειβόμενη αιμοδοσία θεωρείται παράγων ο οποίος μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη υψηλών προτύπων ασφαλείας για το αίμα και τα συστατικά του αίματος και, συνεπώς, στην προστασία της ανθρώπινης υγείας. Πρέπει να υποστηρίζονται οι προσπάθειες που καταβάλλει στον τομέα αυτό το Συμβούλιο της Ευρώπης και να λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ενθάρρυνση της εθελοντικής και μη αμειβόμενης αιμοδοσίας, θεσπίζοντας κατάλληλα μέτρα και πρωτοβουλίες και εξασφαλίζοντας ότι οι δότες χαίρουν μεγαλύτερης δημόσιας αναγνώρισης, αυξάνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο και την αυτάρκεια.

Καταρχάς, διακρίνουμε την εθελοντική από την μη αμειβόμενη αιμοδοσία. Το αντίθετο της εθελοντικής είναι η καταναγκαστική αιμοδοσία, η οποία προφανώς είναι αδιανόητη.

[Αδιανόητη; Έστω ότι ο Α αιμορραγεί ακατάσχετα. Έστω ότι μόνο ο παρακείμενος Β έχει την σπάνια ομάδα αίματος του Α Και έστω ότι ο Β αρνείται να δώση το αίμα του. Ο Β επιτίθεται διά παραλείψεως στον Α, διότι διαπράττει το έγκλημα της παραλείψεως λυτρώσεως από κινδύνου ζωής του άρ. 307 ΠΚ. Αν ο Γ διενεργήση αιμοληψία επί του Β υπέρ του Α, τριταμύνεται υπέρ του Α. Αχά.]

Εδώ μας απασχολεί το άλλο σκέλος της σύζευξης, το μη αμειβόμενο της αιμοδοσίας. Το σκέλος αυτό παρουσιάζεται ως αυτονόητο από την Αιτιολογική Έκθεση, και πράγματι είναι για πολλούς ανθρώπους, όσους ας πούμε βρίσκονται στην ίδια κατάσταση αναστοχαστικής ισορροπίας από την μέρα που γεννήθηκαν.

Το ζήτημα εμφανώς είναι συγγενές με το ζήτημα της αγοράς νεφρού, οπότε επιβάλλεται να παραπέμψω σε όσα ήδη έχουμε πει. Εδώ υπάρχει μάλιστα το πρόσθετο στοιχείο ότι ο αιμοδότης δεν υφίσταται μόνιμη βλάβη οποιουδήπτε είδους, η βλάβη μάλιστα την οποία υφίσταται είναι ολοφάνερα ελαφρά (και όχι επικίνδυνη ή βαρεία). Το αίμα, ως τμήμα του σώματός του, ανήκει στον ίδιο τον αιμοδότη, μετά τον αποχωρισμό του από τον οργανισμό του, και όχι ασφαλώς στον Υπουργό Υγείας. Ούτε τίθεται εδώ θέμα εκμετάλλευσης του αιμοδότη, όπως θεωρείται ότι τίθεται στην παράλληλη περίπτωση του νεφρού. Και από την άλλη μεριά του ζυγού, το διακύβευμα παραμένει τεράστιο: μια ανθρώπινη ζωή εν κινδύνω.

Blutspende

Read moreΠερί αιμοδοσίας Ι

Η αγορά νεφρού

Ναι, καλά διαβάστε, η αγορά νεφρού, τα έχουμε πει αυτά τα πράγματα στο παρελθόν, ώρα να τα δούμε και λίγο πιο εκ του σύνεγγυς, στην πρακτική τους εφαρμογή.

Έστω λοιπόν ότι νομιμοποιείται η πώληση νεφρών. Η αναμενόμενη συνέπεια είναι οικονομικώς μία: αύξηση της προσφοράς, διότι κάποιοι που κωλύονταν από την νομική απαγόρευση να εισέλθουν στην αγορά τώρα θα το πράξουν. Ως προς την τιμή, δεν είναι απολύτως βέβαιο προς τα πού θα κινηθή, διότι η αύξηση της προσφοράς ενδεικνύει μεν μείωση της τιμής, ίσως όμως η τιμή τελικά αυξηθή ανάλογα ή και πιο πολύ λόγω αυξημένης ζήτησης από νεφροπαθείς οι οποίοι προηγουμένως δίσταζαν να αγοράσουν νεφρά λόγω της απαγόρευσης.

Ένα το κρατούμενο λοιπόν και σπουδαίο: περισσότερα μοσχεύματα ίσον περισσότεροι νεφροπαθείς που θα ζήσουν πολλά και ευτυχισμένα εύβια χρόνια.

Read moreΗ αγορά νεφρού