Περί δημοσιοποιήσεως ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων επί ποινικής διώξεως ΙΙ

Συνεχίζω εδώ από το προηγούμενο.

Διερωτώμασταν λοιπόν ποια είναι τα σχετικά με την ποινική δίωξη στοιχεία, των οποίων η δημοσίευση επιτρέπεται με εισαγγελική διάταξη. Υποστηρίζω ότι σαφώς μεταξύ αυτών όμως πρέπει να περιλάβουμε και την εικόνα του κατηγορουμένου. Γιατί αλήθεια, τι επιτρέπει αποτελεσματικώτερη ταυτοποίηση του δράστη και ακριβέστερη απόδοση της ευθύνης από την σύνδεσή της με ένα πρόσωπο; Γνωρίζουμε οι ίδιοι πολλούς ανθρώπους κατ’ όψιν, κανένα όμως από την διεύθυνση και το όνομά του [όλα αυτά βέβαια υπό την προϋπόθεση ότι η δημοσίευση της φωτογραφίας θα υπείκη στην αρχή της αναλογικότητας, π.χ. δεν θα τελήται για ελαφρά πλημμελήματα ούτε θα διαιωνίζεται χρονικά].

Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται και η ερμηνεία που προκύπτει από τα, όχι πολύ διαφωτιστικά πάντως, Πρακτικά της Βουλής. Εκεί, ο εισηγούμενος Υπουργός Σ. Χατζηγάκης καθορίζει ως εξής την λειτουργία της εν λόγω τροποποίησης (σελ. 2518, παρομοίως και στην σελ. 2529):

Βγάζει τις μάσκες από κοινούς εγκληματίες και προστατεύει την κοινωνία με τις διατάξεις τις οποίες περιέχει

Η διάταξη λοιπόν κατά την εισήγησή της φαίνεται σαφώς να περιελάμβανε την δημοσίευση και των φωτογραφιών των κατηγορουμένων. Κατά την γνώμη μου περισσότερη σαφήνεια στο σημείο αυτό δεν θα έβλαπτε καθόλου, ίσα ίσα.

Παρατηρώ όμως ότι, ενώ επί χρόνια δημοσιεύονται από την ΕΛΑΣ οι φωτογραφίες διαφόρων κατηγορουμένων, κανείς μέχρι τώρα δεν είχε αντιδράσει κατά τον τρόπο αυτό. Λογικά όμως το ζήτημα δεν έχει διαφορά νομικώς: αν είναι παράνομη η δημοσίευση των φωτογραφιών των εκδιδομένων, τότε είναι και αυτών ή αυτών των κατηγορουμένων. Αν είναι “διαπόμπευση” το ένα, τότε είναι και το άλλο.

Read moreΠερί δημοσιοποιήσεως ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων επί ποινικής διώξεως ΙΙ

Η εμπορική διαφωνία ως σωματεμπορία

Μετά την ανακάθαρση του ΙΣΤ΄ Κεφαλαίου του Ποινικού Κώδικα (τότε “Εγκλήματα κατά των Ηθών”) από τον Γεώργιο-Αλέξανδρο Μαγκάκη με τον Ν. 1419/1984 βρισκόμαστε σήμερα, 25 χρόνια μετά, ενώπιον της επέλασης ενός Νέου Ηθικισμού: μην πηγαίνετε στις πουτάνες, γιατί είναι όλες κακόμοιρα θύματα, μην βλέπετε τσόντες, γιατί είναι άρρωστο, οι έφηβοι απαγορεύεται να έχουν γενετήσια δραστηριότητα με ενηλίκους, γιατί αυτό είναι παιδοφιλία.

Έχω θίξει και στο παρελθόν μερικές πλευρές του φαινομένου. Να μια ακόμη:

Σύμφωνα με το άρ. 351 παρ. 2 και ΠΚ “Με την ποινή της προηγούμενης παραγράφου [κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων έως πενήντα χιλιάδων ευρώ] τιμωρείται ο υπαίτιος αν, για να πετύχει τον ίδιο σκοπό, αποσπά τη συναίνεση προσώπου με την χρήση απατηλών μέσων ή το παρασύρει, εκμεταλλευόμενος την ευάλωτη θέση του με υποσχέσεις, δώρα, πληρωμές ή παροχή άλλων ωφελημάτων”.

Η διάταξη αυτή περιέχεται στο περί σωματεμπορίας άρθρο. Η παρ. 1 περιέχει την τυπική περιγραφή της σωματεμπορίας: “Οποιος με την χρήση βίας, απειλής ή άλλου εξαναγκαστικού μέσου ή την επιβολή ή κατάχρηση εξουσίας προσλαμβάνει, μεταφέρει ή προωθεί εντός ή εκτός της επικράτειας, κατακρατεί, υποθάλπει, παραδίδει με ή χωρίς αντάλλαγμα σε άλλον ή παραλαμβάνει από άλλον πρόσωπο με σκοπό να προβεί ο ίδιος ή άλλος στη γενετήσια εκμετάλλευσή του, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων έως πενήντα χιλιάδων ευρώ”.

Μάλιστα. Αυτό είναι έγκλημα. Μπορεί να έχη νομοτεχνικά προβλήματα, μπορεί να τιμωρή περισσότερο την κοινωνική λειτουργία και την προσωπικότητα παρά την πράξη, αλλά, αν μη τι άλλο, αντιλαμβάνομαι πλήρως το άδικο που τυποποιεί.

Read moreΗ εμπορική διαφωνία ως σωματεμπορία

Laissez foutre!

Το αρχαιότερο επάγγελμα, η πορνεία, η επ’ αμοιβῄ έκδοση ή όπως αλλιώς το αποκαλέσουμε κατά πολιτικήν ευπρέπειαν λαθροβιοί στην σημερινή Ελλάδα σε ένα ιδιότυπο καθεστώς μεταξύ νομιμοφανούς παρανομίας και ημιπαράνομης νομιμότητας. Η πορνεία είναι μεν νόμιμη, οι προϋποθέσεις όμως που της επιβάλλονται αρμόζουν περισσότερο σε μια κοινωνικώς επιβλαβή συμπεριφορά που κατ’ ανοχήν επιτρέπεται και καλύτερα θα ήταν να μην υπήρχε καθόλου παρά σε αυτό που πράγματι είναι, προσφορά ερωτικών υπηρεσιών μεταξύ συναινούντων υποκειμένων, όπου κάθε ηθική αξιολόγηση εκ μέρους του κράτους περιττεύει. Επιχειρηματολογώ συνεπώς ότι η ισχύουσα κρατική ρύθμιση είναι υποκριτική, διότι, ενῴ ισχυρίζεται ότι εκλαμβάνει την πορνεία ως μια οποιαδήποτε οικονομική δραστηριότητα, στην πραγματικότητα, αφορμώμενη όχι λίγο από παλαιού τύπου ηθικισμό, επιχειρεί να την περιορίσῃ με κάθε είδους περιττούς διοικητικούς περιορισμούς και να θέσῃ τον πληθυσμό των συγκεκριμένων επαγγελματιών υπό έλεγχο, με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για το δικαίωμά τους να εργάζωνται και για την διαφθορά των αρμόδιων ελεγκτικών οργάνων. Στα επόμενα σχολιάζω κάποιους από αυτούς τους περιορισμούς και επιχειρώ να εξαγάγω τα σχετικά συμπεράσματα.

Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο είναι ο Ν. 2734/1999 (ΦΕΚ Α-161) περί εκδιδόμενων επ’ αμοιβῄ προσώπων. Μερικά από τα περιεχόμενα του νόμου αυτού που με προβληματίζουν είναι τα ακόλουθα:
Στο κατά τ’ άλλα λογικό άρ. 1 προβλέπεται ότι για να μπορέσῃ κάποιο πρόσωπο, συνήθως γυναίκα, να ασκήσῃ το συγκεκριμένο επάγγελμα πρέπει να είναι άγαμη, χήρα ή διαζευγμένη. Δεν πρόκειται για κανένα πολύ σημαντικό προαπαιτούμενο από πρακτική άποψη, αλλά νομίζω το διέπει ένας αδικαιολόγητος ηθικισμός: αν κάποια δεν ενδιαφέρεται για τον γάμο της αρκετά, ώστε να προτιμᾴ να είναι πόρνη ή, πολύ περισσότερο, συναινῄ ο άντρας της, δεν είναι δουλειά του κράτους να προμαχῄ υπέρ ενός γάμου ήδη νεκρού ή, εν πάσῃ περιπτώσει, ανορθόδοξου. Όποιου το δικαίωμα σε αποκλειστική γενετήσια συνάφεια προσβάλλεται, ας υποβάλῃ αγωγή διαζυγίου.

Στο άρ. 2 του νόμου προβλέπεται

Read moreLaissez foutre!