Υπέρ των Μονομελών Εφετείων Κακουργημάτων

Πριν από λίγους μήνες έκανα μια προφορική παρέμβαση στο 11ο συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Ποινικού Δικαίου, όπου τάχθηκα υπέρ της ίδρυσης Εφετείων Κακουργημάτων μονομελούς σύνθεσης σε μια ειδική μορφή τους. Είχα αρχίσει να την γράφω για να την καταθέσω στα πρακτικά του συνεδρίου, αλλά στην πορεία βαρέθηκα, όπως κάνω συνήθως. Τώρα που η ίδρυση Μονομελών Εφετείων είναι επί θύραις, το καταθέτω εδώ, πλαγιογραμμίζοντας κάποια σχόλια για την καλύτερη κατανόηση:

Ένας τρόπος με τον οποίο θα μπορούσαν να εξοικονομηθούν πολύτιμες δικαστικές δυνάμεις, παράλληλα όμως όχι απλώς να μην διακινδυνεύση η ομαλή διεξαγωγή της συζήτησης στο ακροατήριο, αλλά αντιθέτως να ανυψωθή το επίπεδό της και να μειωθούν οι αντιδικίες και οι λεκτικές αψιμαχίες μεταξύ συνηγόρων και διευθύνοντος την συζήτηση, θα ήταν ο εξής:

Ιδρύονται Μονομελή και, στον δεύτερο βαθμό, Τριμελή Εφετεία Κακουργημάτων (ενώ τώρα δικάζουμε με Τριμελή και Πενταμελή. Σημειωτέον, παλιά είχαμε Πενταμελή και Επταμελή Εφετεία! Αδιανόητο σήμερα).

Είναι κοινό μυστικό ότι μεγάλο τμήμα των υποθέσεων που δικάζονται σε πρώτο βαθμό από τα Εφετεία Κακουργημάτων είναι αποδεικτικώς κατά το μάλλον ή ήττον απλές, ιδίως εκείνες στις οποίες έχει προηγηθή αστυνομική προανάκριση (κοινώς: όταν ο δράστης έχει συλληφθή επ’ αυτοφώρω). Θεωρώ ότι, στον πρώτο βαθμό της δικαιοδοσίας, ένας Πρόεδρος Εφετών διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρία και ορθοκρισία, ώστε να φέρη εις πέρας το έργο αυτό. Στον δεύτερο βαθμό δε, η πολυτελής σύνθεση του Πενταμελούς Εφετείου μπορεί αβλαβώς να αντικατασταθή με τριμελή σύνθεση, πολλώ δε μάλλον που εξαρχής η ανάγκη ύπαρξης πενταμελούς συνθέσεως υπαγορευόταν από το τριμελές της πρωτοβάθμιας σύνθεσης, ώστε η πρώτη να είναι ανώτερη της δεύτερης (δηλαδή: αφού στον πρώτο βαθμό είναι τρεις, στον δεύτερο πρέπει να είναι περισσότεροι, αφού θα είναι ομοιόβαθμοι ούτως ή άλλως). Με αυτόν τον τρόπο, θαρρώ πως ολοκληρώνεται η μετάβαση στην απλοποίηση που άρχισε ήδη με την αντικατάσταση του σχήματος Πενταμελή-Επταμελή Εφετεία από το παρόν σχήμα Τριμελών και Πενταμελών Εφετείων.

Τα επιχειρήματα υπέρ της μονομελούς συνθέσεως είναι γνωστά και τετριμμένα (Το βασικό, πέραν του οικονομικού εν ευρεία εννοία, είναι ότι η μονομελής συνθεση βασικά αυξάνει το αίσθημα ευθύνης του δικαστή, καθώς από αυτόν εξαρτάται το παν). Θα ήθελα μόνο να προσθέσω ό,τι είναι πασίγνωστο από την δικαστηριακή πράξη, ότι δηλαδή οι σύνεδροι εφέτες συνήθως ακολουθούν τον προεδρεύοντα, συχνότατα δεν συμμετέχουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην συζήτηση στο ακροατήριο και εν γένει όχι σπάνια δίνουν λαβή σε σχόλια ότι η παρουσία τους είναι διακοσμητική (και λίγα λέω…).

Η μονομελής σύνθεση ενός τόσο σοβαρού δικαστηρίου ασφαλώς συνεφέλκεται και κάποια μειονεκτήματα, τα οποία δεν μπορούμε να παραβλέψουμε. Για τον λόγο αυτό προτείνω και την εξής παράλληλη καινοτομία, που, ασφαλώς δεν είναι δική μου (βλ. Ανδρουλάκη, Θεμελιώδεις έννοιες, σελ. 147, με παραπομπή στον Eb. Schmidt):

Εισαγωγή του θεσμού του διευθύνοντος την συζήτηση δικαστή, σε αντίθεση με τον κρίνοντα.

Με τον τρόπο αυτό ελπίζω ότι αντισταθμίζονται οι όποιες αδυναμίες της μονομελούς συνθέσεως. Η εξοικονόμηση παραμένει σημαντική, ανερχόμενη σε 1/3 στον πρώτο βαθμό και 1/5 στον δεύτερο βαθμό, πράγμα που ασφαλώς επιτρέπει την συγκρότηση περισσοτέρων ακροατηρίων και την συνακόλουθη εκδίκαση περισσοτέρων υποθέσεων (αν βρεθούν βέβαια και εισαγγελείς, γραμματείς και αίθουσες…). Από την άλλη μεριά όμως, η εισαγωγή ενός θεσμού, ο οποίος θα ήταν άλλως πολυτελής, επιτρέπει αφενός μεν τον πλήρη έλεγχο των διαδραματιζόμενων στο ακροατήριο εξ επόψεως πρακτικής, αφετέρου δε την ουσιώδη ανύψωση του επιπέδου της συζήτησης. Πράγματι, η παρεισαγωγή ενός πρόσθετου δικαστικού λειτουργού ανάμεσα στον συνήγορο και στον κρίνοντα δικαστή θα συμβάλη αποφασιστικά στην αποφόρτιση της κατάστασης, στον περιορισμό έως εκμηδενίσεως τυχόν αντεγκλήσεων, εντάσεων κ.λπ., ενώ η πρακτική επικουρία που θα προσφέρη ο Εφέτης διευθύνων την συζήτηση στον κρίνοντα Πρόεδρο Εφετών θα αποβεί καθοριστική για την νηφάλια και ισορροπημένη κρίση του (Ο διευθύνων την συζήτηση διεκπεραιώνει πολλά οιονεί διοικητικά καθήκοντα επ’ ακροατηρίου, τα οποία είναι πρώτον χρονοβόρα και δεύτερον οχληρά: φέρτε τους κρατούμενους, πού είναι ο διερμηνέας;, να κληθή ένας από την εισαγγελία, να κρατηθή η υπόθεση, πού είναι ο συνήγορος υπεράσπισης;, κύριε κατηγορούμενε, έχετε συνήγορο ή να σας διορίσουμε;, κύριε γραμματέα, έχετε τον κατάλογο της εβδομάδας; κ.λπ. Όλα αυτά δημιουργούν άγχος, εκνευρισμό, αντιπαραθέσεις. Καλύτερα να τα φορτώσουμε σε ένα τρίτο πρόσωπο και όχι στον δικαστή που θα κρίνη).

Ασφαλώς κάποια σημεία της πρότασης αυτής μένουν να διευκρινιστούν, όπως π.χ. ενώπιον τίνος θα ασκήται το δικαίωμα προσφυγής των διαδίκων, πώς ακριβώς θα κατανέμεται μεταξύ τους η ουσιαστική και η τυπική διεύθυνση της συζήτησης ή ποιοι και πόσοι από αυτούς τους δύο δικαστικούς λειτουργούς θα έχουν λάβει πρότερη γνώση της δικογραφίας. Αλλά το γενικό περίγραμμα νομίζω πως ικανοποιεί.

2 thoughts on “Υπέρ των Μονομελών Εφετείων Κακουργημάτων”

  1. η μονομελής συνθεση βασικά αυξάνει το αίσθημα ευθύνης του δικαστή, καθώς από αυτόν εξαρτάται το παν

    ενδιαφερουσα θεωρια και μοντελοποιησιμη. Τοχει αναλυσει κανεις σε βαθος αυτο?

    Reply
    • Εμ, είμαστε δικηγόροι :-)

      Στις πολυμελείς συνθέσεις σχεδόν πάντα τα μέλη ακολουθούν τον Πρόεδρο, ακόμη και αν διατυπώνουν αμφιβολίες ή αντιρρήσεις στην διάσκεψη. Ο Πρόεδρος παίρνει την απόφαση επάνω του.

      Εκείνο που σίγουρα μειώνει την υπευθυνότητα είναι ο δεύτερος βαθμός δικαιοδοσίας. Αν δεν υπήρχε η έφεση, οι δικαστές θα δίκαζαν όπως και όσο θα ωδηγούσε ο οδηγός στο υποθετικό αυτοκίνητο όπου από το τιμόνι προεξέχει μια λόγχη προς το στήθος του. :-)

      Reply

Leave a Comment