Περί εγκωμιασμού κακουργήματος σύντομος ερμηνεία

Το άρ. 185 ΠΚ προβλέπει τα εξής:

Όποιος εγκωμιάζει δημόσια και με οποιονδήποτε τρόπο έγκλημα που διαπράχθηκε και έτσι εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών.

Την διάταξη αυτή θεωρεί αναγκαία ο Λίβος, Ο αξιόποινος εγκωμιασμός κακουργήματος, ΠοινΧρ ΜΖ/723-733. Εγώ πάλι την θεωρώ εξοβελιστέα.

Το άρ. 185 ΠΚ προστατεύει γενικά την δημόσια τάξη, ενώ ειδικώτερα και σύμφωνα με μια παλαιά ήδη άποψη προστατεύει την κοινή πεποίθηση περί της υποχρεωτικότητας των νόμων (ΑιτΕκθΣχΠΚ 1933, σελ. 304).

Ωστόσο, η διατήρηση του άρ. 185 ΠΚ στην ελληνική έννομη τάξη δεν υπαγορεύεται πλέον από κάποια αξιόλογη σκοπιμότητα, αλλ’ αντιθέτως, η ύπαρξή του δημιουργεί αξιολογικές αντινομίες με μεταγενέστερες αντιλήψεις του ποινικού νομοθέτη, όπως είναι το ανέγκλητο της απλής συνέργειας σε εγκληματική οργάνωση υπό την μορφή της ψυχικής συνδρομής, εφόσον δεν επιδιώκεται οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος (άρ. 187 παρ. 4 in fine ΠΚ). Ερωτάται συνεπώς: πώς είναι δυνατόν ο ίδιος ποινικός νομοθέτης που σέβεται τόσο την ελευθερία της έκφρασης και μάλιστα της ενεργού και δραστήριας πολιτικής και ιδεολογικής δέσμευσης, ώστε να θεωρή ανέγκλητη την πράξη όσων παρέχουν απλή ψυχική συνδρομή σε συγκρότηση ή συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, να εγκαλή τους ίδιους ανθρώπους για εγκωμιασμό των κακουργημάτων που τυχόν διαπράττει η εγκληματική οργάνωση; Πέραν τούτου, την “κοινή πεποίθηση περί της υποχρεωτικότητας των νόμων” προσβάλλει και στον “ψυχολογικό αναπροσανατολισμό των προσδοκιών των πολιτών” (Λίβος, ΠοινΧρ ΜΖ/726) συντελεί πολύ περισσότερο από την εξύμνηση, τον εγκωμιασμό κ.λπ. του κακουργήματος η ίδια η τέλεση της κακουργηματικής πράξης, θα ήταν όμως παράδοξη η εισαγωγή ενός ειδικού εγκλήματος που θα συντροφεύη την τέλεση κάθε κακουργήματος και θα επιβουλεύεται δήθεν την δημόσια τάξη. Συμπερασματικώς και παρά την σοβαρή ερμηνευτική προσπάθεια του Λίβου, η διατήρηση του άρ. 185 ΠΚ απηχεί παρωχημένες αντιλήψεις σχετικά με την σχέση του πολίτη με τους νόμους και ως εκ τούτου πρέπει να καταργηθή.

Περαιτέρω, η φράση “εκθέτει σε κίνδυνο” αναφέρεται σε προκληθέντα υπαρκτό κίνδυνο της δημοσίας τάξεως και συνεπώς πρόκειται έγκλημα αποτελέσματος και μάλιστα έγκλημα συγκεκριμένης διακινδύνευσης. Κατά συνέπεια, το αποτέλεσμα του κινδύνου της δημοσίας τάξεως πρέπει να καταλογίζεται αντικειμενικά στην πράξη του εγκωμιασμού, προκειμένου να στοιχειοθετηθή το έγκλημα αντικειμενικώς. Άνευ κινδύνου που παρήχθη για την δημόσια τάξη εξαιτίας του εγκωμιασμού έγκλημα δεν υπάρχει.

Ως “εγκωμιασμός” τώρα θεωρείται “πάσα ενέργεια διά της οποίας εξαίρεται διαπραχθέν κακούργημα και ο δράστης αυτού” (ΓνωμΕισΑΠ 2/1984 (Α. Βερνάρδος) ΠοινΧρ ΛΔ/328). Ο Άρειος Πάγος έχει δογματίσει ειδικότερα ότι “Εγκωμιασμό εγκλήματος που διαπράχθηκε συνιστά και μόνη η προβολή δημόσια του δράστη του εγκλήματος, όταν γίνεται με πρόθεση να εξυμνηθεί ο δράστης και με γνώση ότι τέτοια ενέργεια εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη, δηλαδή την ειρηνική και ήρεμη συνύπαρξη των πολιτών υπό την κυριαρχία του κράτους δικαίου” (ΑΠ 11/1987). Ο εγκωμιασμός αναφέρεται αποκλειστικά στο διαπραχθέν κακούργημα, πράγμα που σημαίνει ότι η άσκηση κριτικής, οσοδήποτε έντονης, στον κυρωτικό κανόνα δικαίου ή η αμφισβήτηση του κύρους ή της σκοπιμότητας του πρωτεύοντος κανόνα δεν ισοδυναμεί άνευ ετέρου και με εγκωμιασμό τυχόν διαπραχθέντος κακουργήματος. Γενικότερα, δεν συνιστά εγκωμιασμό υπό την έννοια του νόμου η νομική υπεράσπιση της πράξης (προβολή λόγων άρσεως του αδίκου κ.τ.τ.), ακόμη και όταν γίνεται από την σκοπιά ενός εκ πεποιθήσεως εγκληματία. Επιπλέον, καταρχάς δεν συνιστά εγκωμιασμό η απλή αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του εγκωμιασμού τρίτων προσώπων, ιδίως στο πλαίσιο άσκησης του δημοσιογραφικού επαγγέλματος.

Σωστά λοιπόν κρίθηκε ότι δεν ετέλεσαν το έγκλημα οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι ως εκδότης, διευθυντής και αρθρογράφος καθημερινής εφημερίδας δημοσίευσαν τις απόψεις που υποστήριζαν πριν και κατά την διάρκεια της επταετίας πρόσωπα της δημόσιας ζωής, που αργότερα κατά την άποψη των κατηγορουμένων μετέβαλαν πολιτική στάση (ΤριμΕφΑθ 397/1982 (απόφ.) ΠοινΧρ ΛΓ/321, με εισαγγελική πρόταση Α. Φάκου). Ομοίως δεν ετέλεσε το έγκλημα ο κατηγορούμενος, ο οποίος είπε δημόσια την φράση “ο Μπ. ήταν κλέφτης και γι’ αυτό του γάμησαν τη μάνα που τον πέταγε”, διότι είχε ως σκοπό την επανάληψη των όσα είχαν λεχθεί από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης σχετικά με τα αίτια και τους δράστες του εγκλήματος (ΣυμβΠλημΚαρδ 16/1990 Υπεράσπιση 1991, 915, με εισαγγελική πρόταση Ι. Μανίκα).

Επίσης, δεν αρκεί για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος ούτε η προσπάθεια δικαιολόγησης ούτε η προβολή ελαφρυντικών ούτε η ευμενής κριτική, αλλά ούτε και η απλή ευνοϊκή τοποθέτηση ή η έκφραση συμπάθειας ή και χαράς (“είναι πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι…”), ενώ κατά τον Μπουρόπουλο, σελ. 150, «Έπαινος απλούς ή επιδοκιμασία κακουργήματος, μη τελουμένου, αλλ’ αφηρημένως και κατά θεωρίαν εξεταζομένου, δεν εμπίπτει εις την έννοιαν της αξιοποίνου υπεραπολογίας») ή “η έκφρασις συμπαθείας ή η προφορά λόγων παρηγορητικών προς τον δράστην κακουργήματος κατά την διάρκειαν της δίκης ή μετά την έκδοσιν της καταδικαστικής δι’ αυτόν αποφάσεως ούτε το χειροκρότημα κατά την απαγγελίαν αθωωτικής αποφάσεως” (Μανωλεδάκης, Προστασία, σελ. 105).

Έτσι π.χ. ορθώς κρίθηκε ότι δεν τέλεσαν το έγκλημα οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι, ως καλεσμένοι τηλεοπτικής εκπομπής, προέβησαν σε ευμενή κριτική των εγκληματικών πράξεων που έλαβαν χώρα από νεαρά άτομα στον χώρο του Πολυτεχνείου στις 17.11.1995, χωρίς όμως να επιδιώξουν να προβάλουν ως άξιες τιμής τις πράξεις αυτές (ΤριμΠλημΑθ 34767/1996 (απόφ.) ΠοινΧρ ΜΖ/690). Πολύ περισσότερο, ο εγκωμιασμός ως έξαρση απαιτεί προσωπικό πάθος του δράστη, πλήρη ταύτιση και απουσία κάθε επιφύλαξης, κριτικής ή αποστασιοποίησης, ενέργεια που “τείνει εις το να παραστήση τον εγκληματίαν άξιον θαυμασμού και αίνων” (ΑιτΕκθΣχΠΚ 1933, σελ. 305). Ορθώς ο Μανωλεδάκης, Επιβουλή, β΄ έκδοση, σελ. 77, απαιτεί “εξύμνηση, εξύψωση, ηρωοποίηση πράξης και δράστη”. Για την αποδοχή εγκωμιασμού επιβάλλεται η συνολική αξιολόγηση της συμπεριφοράς του δράστη (λέξεις, φράσεις, επιτονισμός, στάση σώματος, χειρονομίες, αποδέκτης του μηνύματος, τόπος και χρόνος, συμφραζόμενα, λοιπές περιστάσεις κ.λπ.) και δεν επιτρέπεται η απομόνωση μιας φράσης, αλλά “το κοινωνικό νόημα που έχει η όλη του συμπεριφορά ως επικοινωνιακό ενέργημα” (Λίβος, ΠοινΧρ ΜΖ/732).

Ειδικώς, σε σχέση με την άρθρωση πολιτικού λόγου, κατά την ερμηνεία και εφαρμογή της διατάξεως πρέπει να ληφθεί υπόψιν η ιδιάζουσα ενισχυμένη προστασία της πολιτικής έκφρασης, σύμφωνα και με την νομολογία του ΕΔΔΑ. Σχετικώς, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει διατυπώσει την ορθή άποψη ότι “Η προώθηση της ελεύθερης πολιτικής διαβούλευσης είναι θεμελιώδες χαρακτηριστικό της δημοκρατικής κοινωνίας. Το Δικαστήριο προσνέμει υψηλότατη σημασία στην ελευθερία έκφρασης στο πλαίσιο της πολιτικής διαβούλευσης και θεωρεί ότι απαιτούνται εξαιρετικά ισχυροί λόγοι για να δικαιολογηθούν περιορισμοί στον πολιτικό λόγο. Αν επιτραπούν ευρείς περιορισμοί στον πολιτικό λόγο σε επιμέρους περιπτώσεις, θα θιγή αναμφίβολα γενικά ο σεβασμός προς την ελευθερία της έκφρασης στο υπό συζήτηση κράτος” (βλ. παρ. 83 της απόφασης Feldek κατά Σλοβακίας – 2001, αριθμ. προσφ. 29032/1995). Ειδικά στην προεκλογική περίοδο, η προστασία αυτή τυγχάνει ακόμη πιο αυξημένη: “Οι ελεύθερες εκλογές και η ελευθερία της έκφρασης, ειδικά η ελευθερία της πολιτικής διαβούλευσης, συναποτελούν τον θεμέλιο λίθο κάθε δημοκρατικού συστήματος. Τα δύο δικαιώματα συσχετίζονται και με την λειτουργία τους ενδυναμώνουν το ένα το άλλο… Για τον λόγο αυτό, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να επιτρέπεται η ελεύθερη κυκλοφορία απόψεων και πληροφορίας κάθε είδους κατά την προεκλογική περίοδο” (βλ. παρ. 42 της απόφασης Bowman κατά Ηνωμένου Βασιλείου – 1998, αριθμ. προσφ. 24839/1994).

Κατά τα λοιπά, ο εγκωμιασμός μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο, “οίον εν σοβαρά πολιτική συζητήσει, εν έργοις ιστορικοίς, ποιητικοίς, επιστημονικοίς” (ΑιτΕκθΣχΠΚ 1933, σελ. 305). Ο εγκωμιασμός μπορεί κατά μία άποψη να συνάγεται και από πράξεις του δράστη, όπως παροχή αμοιβής ή καταλύματος στον δράστη του κακουργήματος, υπόσχεση γάμου κ.τ.τ. Φαίνεται πάντως υπερβολική η παλαιότερη άποψη του Μανωλεδάκη, Προστασία, σελ. 105, ότι “η ανάρτησις της φωτογραφίας, εις μέγα μέγεθος, του δράστου κακουργήματος εις προθήκην καταστήματος ή φωτογραφείου, ευρισκομένου εν κεντρική οδώ” αρκεί για την πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος. Ορθότερο είναι να γίνει δεκτό ότι, σε αντίθεση με το άρ. 140 γερμΠΚ, όπου υπάρχουν δύο υπαλλαγές τέλεσης, της ανταμοιβής (belohnen) και της επιδοκιμασίας (billigen), η χρήση του ρήματος “εγκωμιάζω” στον ΠΚ παραπέμπει μόνο σε επικοινωνιακά ενεργήματα, σε λόγους ή πράξεις δηλαδή που έχουν κατά κύριο λόγο επικοινωνιακό σκοπό.

Δίχως αμφιβολία είναι δυσχερέστατη η οροθέτηση της τυποποιούμενης εγκληματικής συμπεριφοράς από την νόμιμη άσκηση του συνταγματικού δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρ. 14 παρ. 1 Συντ. Η επιφύλαξη νόμου που περιέχεται στην διάταξη αυτή δεν μπορεί να φθάνη μέχρι του σημείου της αναίρεσης του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης, πρέπει δηλαδή να διαφυλάσσεται πάντοτε ο πυρήνας του δικαιώματος ελεύθερος από κρατική παρέμβαση, και μάλιστα ποινική. Στην προκειμένη περίπτωση λοιπόν, η σύμφωνη με το Σύνταγμα ανάγνωση του άρ. 185 ΠΚ επιβάλλει την συστηματική και τελεολογική συρρίκνωση του πεδίου εφαρμογής του , προκειμένου να διασωθή η συμφωνία του με το Σύνταγμα, δηλαδή η ελευθερία έκφρασης ακόμη και (καλύτερα: ιδίως) εκείνου που συμφωνεί με ένα διαπραχθέν κακούργημα. Δικαιοπολιτικά πάντως περισσότερο ενδεδειγμένη φαίνεται η κατάργηση του άρ. 185 ΠΚ, διότι, καίτοι είναι πολύ περιωρισμένης πρακτικής χρησιμότητας, αποτελώντας έτσι περισσότερο δείγμα συμβολικής νομοθεσίας, δημιουργεί αδικαιολόγητη ένταση στην άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης και εγκυμονεί κινδύνους κατάχρησής του εναντίον πολιτικών αντιπάλων.

Χαρακτηριστική εν προκειμένω του πνεύματος μιας άλλης εποχής είναι η ακόλουθη περικοπή από την ΑιτΕκθΣχΠΚ 1933: “… ο τρόπος ούτος της ενεργείας είναι εξόχως επικίνδυνος διά την έννομον τάξιν και καταλληλότατος εις επηρεασμόν όλων των εξημμένων και των ημιμαθών, εκ των οποίων βρίθουσι πάντα τα στρώματα των νεωτέρων κοινωνιών. Και εφ’ όσον μεν διά του εγκωμιασμού επιζητείται η πρόκλησις ή διερέθισις ετέρων προς απομίμησιν του εγκληματίου και αποδεικνύεται η πρόθεσις αύτη, θα ήτο αρκετή η διάταξις του άρθρου 152 του Σχεδίου. Η απόδειξις όμως της τοιαύτης προθέσεως σπανίως θέλει επιτύχει, ιδίως εναντίον των πεπειραμένων δημεγερτών, οι οποίοι συνήθως θέλουσιν αρκεσθή εις τον εγκωμιασμόν, χωρίς να παράσχωσιν αποδείξεις περί των περαιτέρω προθέσεών των, ελπίζοντες και βασίμως ότι η ούτω περιωρισμένη ενέργειά των θέλει αφ’ εαυτής επιφέρει το κατά βάθος σκοπούμενον. Το αντιθέτως προτεινόμενον, ότι δηλ. η ενέργεια αύτη πρέπει να μείνη ατιμώρητος ως ελευθέρα έκφρασις γνώμης, δεν δύναται να γίνη δεκτόν, διότι και αυτήν την έκφρασιν γνώμης δύναται ο νόμος να περιορίση και να τιμωρήση, όταν αύτη αντιτίθεται εις τους σκοπούς του και εις τας διατάξεις του”.

Πάντως, το Τμήμα Διηυρυμένης Σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε στην υπόθεση Ζανά κατά Τουρκίας τον Νοέμβριο του 1997 (αριθμ. προσφ. 18954/1991) ότι δεν παραβίασε το άρ. 10 ΕΣΔΑ περί ελευθερίας της έκφρασης η καταδίκη σε ποινή φυλάκισης ενός έτους του αιτούντος μεταξύ άλλων και για εγκωμιασμό κακουργήματος (άρ. 312 τουρκΠΚ). Ο αιτών Μεχντί Ζανά, φυλακισμένος Κούρδος πολιτικός που υποστήριζε την ανεξαρτησία των Κούρδων με ειρηνικά μέσα, είχε δηλώσει σε συνέντευξή του τα εξής: “Υποστηρίζω το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα του PKK, από την άλλη μεριά δεν τάσσομαι υπέρ σφαγών. Ο καθένας μπορεί να κάνει λάθη και το ΡΚΚ σκοτώνει γυναίκες και παιδιά κατά λάθος” (“PKK’nın ulusal kurtuluş hareketini destekliyorum. Katliamlardan yana değiliz, yanlış şeyler her yerde olur. Kadın ve çocukları yanlışlıkla öldürüyorlar”).

Χαρακτηριστικό αφενός μεν του υπερβολικού εύρους της διάταξης, αφετέρου της περιοριστικής της ερμηνείας και εφαρμογής στην πράξη υπήρξε το βούλευμα ΣυμβΠλημμΧαλκ 345/1984 Δίκαιο και Πολιτική 8/1984, 462, με εισαγγελική πρόταση Ε. Ζαχαρή και παρατηρήσεις Λ. Μαργαρίτη. Στην περίπτωση εκείνη ο κατηγορούμενος επικόλλησε δώδεκα αφίσες σε στύλους της ΔΕΗ την επομένη της επετείου του πραξικοπήματος του 1967, με την οποία καλούσε τους συμπολίτες του να παρευρεθούν σε δημόσια πολιτική συγκέντρωση του προέδρου της νομαρχιακής επιτροπής της ΕΠΕΝ, κόμματος φίλα προσκειμένου στο καθεστώς της 21ης Απριλίου. Το κείμενο της πρόσκλησης χαρακτήριζε ως “αναμορφωτή” τον εγκάθειρκτο δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο, βάσιζε δε τον χαρακτηρισμό αυτό σε σειρά ισχυρισμών (“έκανε την Χαλκιδική αγνώριστη”, “σ’ έδωσε ψωμί και χόρτασες”, “σ’ έδωσε δουλειά και δούλεψες”, “σ’ έκανε δρόμους και δημόσια έργα”, “σ’ έκανε νοικοκύρη”, “είχες δραχμές με αξία στις τσέπες σου και ησυχία στο χωριό σου”). Το Συμβούλιο ορθώς απήλλαξε τον κατηγορούμενο, δεδομένου ότι κανένας κίνδυνος της δημοσίας τάξεως δεν προκλήθηκε (“όλοι οι κάτοικοι αντιμετώπισαν αδιάφορα το περιστατικό, το οποίο θεώρησαν ασήμαντο, και δεν ερεθίστηκε κανένας… οι νομοταγείς κάτοικοι του χωριού αντιμετώπισαν με αδιαφορία το περιεχόμενο του παραπάνω εντύπου”). Παρόμοια περίπτωση, αλλά με διαφορετική αντιμετώπιση είχε κρίνει το ΣυμβΠλημΤριπ 41/1981 ΠοινΧρ ΛΑ/500, με εισαγγελική πρόταση Α. Στεργιόπουλου και παρατηρήσεις Ά. Ψ.[αρούδα]-Μπεν.[άκη], όπου κρίθηκε ότι η ρίψη προκηρύξεων με την φωτογραφία καταδίκου για εσχάτη προδοσία πληροί την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Ειδικότερα, παραπέμφθηκε ο κατηγορούμενος, ο οποίος έριξε έντυπες προκηρύξεις με την φωτογραφία του Γεώργιου Παπαδόπουλου και τις λέξεις ΕΘΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΣ. Τελευταίο στην σειρά των υποθέσεων που κρίθηκαν σε σχέση με την απριλιανή δικτατορία υπήρξε το βούλευμα του ΣυμβΠλημΚοζ 87/1984 Αρμενόπουλος ΛΗ΄ [1984], 818, με εισαγγελική πρόταση Π. Ραπτόπουλου, με το οποίο κρίθηκε ορθώς ότι δεν ετέλεσαν το έγκλημα οι κατηγορούμενοι γεωργοί, οι οποίοι αναπαρήγαγαν σε μεγάλη ένταση στο κασσεττόφωνο ενός γεωργικού ελκυστήρα ομιλία του εγκάθειρκτου καταδικασθέντος για εσχάτη προδοσία πρώην δικτάτορα. Διαπιστώνεται συνεπώς ότι η βασική νομολογιακή λειτουργία του άρ. 185 ΠΚ έχει υπάρξει η δίωξη των οπαδών της απριλιανής δικτατορίας, πράγμα που δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις ενός σύγχρονου δικαιοκρατούμενου κράτους.

Επιπλέον, το αρχικό και επικρατούν κείμενο της διάταξης αναφερόταν σαφώς σε “διαπραχθέν κακούργημα” και όχι σε “έγκλημα”. Η λέξη “έγκλημα” αντικατέστησε ανεπίτρεπτα και καθ’ υπέρβασιν εξουσιοδοτήσεως το αρχικό κείμενο κατά την μεταφορά του Ποινικού Κώδικα στην δημοτική. Η δημοσίευση του νέου κειμένου με το π.δ. 283/1985 δεν επηρεάζει το ισχύον δίκαιο, δεδομένου ότι έργο της επιτροπής μεταγλώττισης του άρ. 36 παρ. 1 Ν. 1406/1983 ήταν η απλή μεταφορά του κειμένου και όχι η μεταβολή του. Κατά συνέπεια, αξιόποινος είναι ο εγκωμιασμός de lege lata μόνο των κακουργημάτων και όχι των πλημμελημάτων ή των πταισμάτων

Επίσης, η αναφορά σε “διαπραχθέν” κακούργημα σημαίνει ότι δεν απαγορεύεται ο εγκωμιασμός ορισμένου είδους κακουργημάτων (π.χ. «Εύγε σε όσους καλλιεργούν ινδική κάνναβη!»), η γενικόλογη αναφορά υπέρ της τέλεσης ορισμένου είδους κακουργημάτων («Τιμή και δόξα στις ληστείες τραπεζών!») ή, πολύ περισσότερο, η άσκηση κριτικής στο ισχύον δίκαιο, αλλά συγκεκριμένου διαπραχθέντος κακουργήματος. Εξάλλου, η διάταξη δεν καλύπτει και διαπραχθησόμενα κακουργήματα (Μανωλεδάκης, Προστασία, σελ. 106 = Επιβουλή, β΄ έκδοση, σελ. 80).

Με τον εγκωμιασμό του κακουργήματος δεν εξομοιώνεται αδιακρίτως ο εγκωμιασμός του δράστη του (μάλλον αντίθετη η κρατούσα άποψη) και, άρα, δεν αρκεί για την τέλεση του εγκλήματος, εκτός αν ο εγκωμιασμός του δράστη αναφέρεται και στο διαπραχθέν κακούργημα (“Να αγιάσει το χέρι του!” επί ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως). Πληρούν συνεπώς το συζητούμενο στοιχείο φράσεις όπως “Καλά του έκανε” (contra Μανωλεδάκης, Επιβουλή, β΄ έκδοση, σελ. 78, ΣυμβΠλημΚαρδ 20/1990 Υπεράσπιση 1991, 916, με εισαγγελική πρόταση Ε. Μότσιου και παρατηρήσεις Σ. Παύλου για την φράση “σκασίλα μας, καλά του έκαναν”), «sic semper tyrannis» για το θύμα ανθρωποκτονίας με πολιτικά κίνητρα ή “ο Θεός θα τον καλέση κοντά του στον Παράδεισο” για δράστη κακουργήματος με θρησκευτικά κίνητρα, ενδεχομένως ακόμη και χειροκρότημα και επευφημίες κατά την προσαγωγή κατηγορουμένου στον Ανακριτή ή στο Δικαστήριο, αν δεν έχουν απλώς το νόημα της ψυχικής συμπαράστασης στον κατηγορούμενο, αλλά της ανεπιφύλακτης επιδοκιμασίας της πράξης για την οποία κατηγορείται. Δεν το πληρούν όμως φράσεις όπως “Ήθελε και τα ‘παθε, πήγαινε γυρεύοντας” για το θύμα βιασμού, “έκανε το χρέος του” για τον δράστη οικογενειακής αντεκδίκησης ή “ο Θεός θα τον συγχωρήση”.

Αυτά τα ολίγα και τω Θεώ η δόξα. :-)

8 thoughts on “Περί εγκωμιασμού κακουργήματος σύντομος ερμηνεία”

  1. “Το Δικαστήριο προσνέμει υψηλότατη σημασία στην ελευθερία έκφρασης στο πλαίσιο της πολιτικής διαβούλευσης και θεωρεί ότι απαιτούνται εξαιρετικά ισχυροί λόγοι για να δικαιολογηθούν περιορισμοί στον πολιτικό λόγο. Αν επιτραπούν ευρείς περιορισμοί στον πολιτικό λόγο σε επιμέρους περιπτώσεις, θα θιγή αναμφίβολα γενικά ο σεβασμός προς την ελευθερία της έκφρασης στο υπό συζήτηση κράτος”

    Πώς συμβιβαζεται αυτο με την ανοχη σε “αντιρατσιστικους νομους” , νομους κατα του hatespeech (!) και αλλα τετοια περιεργα φρουτα που ευδοκιμουν στο νομικο οικοσυστημα της Ευρωπης;

    Ας συγκρινουμε τις φλυαρες και κενες περιεχομενου διακηρυξεις του Ευρωδικαστηριου με την απλη λακωνικη νομικη ρυθμιση μιας χωρας που οντως σεβεται την Ελευθερια του Λογου.

    Congress shall make no law……… abridging the freedom of speech, or of the press; or the right of the people peaceably to assemble, and to petition the Government for a redress of grievances.

    Συνταγμα των Ηνωμενων Πολιτειων, 1η τροπολογια.

    Το Κογκρεσο δεν θα περασει νομο που περιοριζει την Ελευθερια του Λογου. Τελεια και παυλα. Χωρις υποσημειωσεις, αστερισκους και “ναι μεν αλλα”. Απλο λακωνικο, ομορφο, πανισχυρο.

    Ας παμε ολοι μαζι να φιλησουμε τον κωλο των Αμερικανων…….

    Reply
  2. Καποιοι λοιπον εγραψαν στο Facebook “γεια στα χερια σας παιδια, καλα του κανατε του Παπαδημου, στειλτε και του Στουρναρα ενα φακελλο”.

    Ο Στουρναρας θιχτηκε, υπεβαλλε εαυτον στον κοπο να αλιευσει τις σχετικες αναρτησεις (αλλη δουλεια δεν εχουν εκει στην Τραπεζα της Ελλαδος;) και τις εστειλε στον……Υπουργο Δικαιοσυνης. Και η “Ανεξαρτητη Δικαιοσυνη” εσπευσε να σκορπισει ποινικες διωξεις δεξια και αριστερα.

    Οι Νομοι ομως πρεπει να ισχυουν το ιδιο για ολους. Δε γινεται να μπαγλαρωνει ο εισαγγελεας καποιους επειδη εγραψαν κατι στο Facebook και να μενει στο απυροβλητο το Indymedia, που ειναι ενας οιωνει εκπροσωπος Τυπου των πασης φυσεως ακροαριστερων τρομοκρατων.

    Και καποιοι θυμομαστε πολυ καλα ολους εκεινους τους δημοκραταρους αριστερους, να υποστηριζουν με παθος τη 17Ν.

    Reply
  3. Κατα τη γνωμη μου αυτο που υπεγραψε ο Παπαδημος με τους δανειστες ως υπευθυνος Πρωθυπουργος ισοδυναμει με ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ ΠΡΑΞΗ ΕΣΧΑΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ.

    Το αφηνω εδω, μη με μπαγλαρωσει και εμενα ο Στουρναρας. :)

    Μη χειτοτερα, Τουρκια του Ερντογαν γιναμε……….

    Reply
  4. Καλα τα λεει ο συντακτης, αλλα θα διαφωνησω στο εξης:

    Το προβλημα δεν ειναι το αρθρο 185ΠΚ, η οποιεσδηποτε αλλες νομικες διαταξεις, αλλα η καταχρηση τους για λογους πολιτικης σκοπιμοτητας, και η μετατροπη τους σε οπλα κατα των πολιτικων αντιπαλων.

    Καιωγια να μην ξεχνιομαστε Στουρναρας και Παπαδημος ηταν κορυφςια και επιφανη μελη της πριφημης συμμοριας Σημιτη που πρωτη επιδοθηκε στο ευγενες σπορ της πλαστογραφιας των στοιχειων το 1998-2000, για να μπουμε στην ΟΝΕ, με αποτελεσμα να υβριζομαστε ως λαος απατεωνων για τις δικες τους λογιστικες απατες. Ο Παπαδημος ηταν τοτε Διοικητης της ΤτΕ, και ο Στουρναρας Προεδρος του Συμβουλιου Οικονομικων Εμπειρογνωμωνων.

    Reply
  5. Επανερχομαι, με αφορμη το περιφημο αρθρο του εικονοκλαστη καθηγητη Στ.Καλυβα για τη δικτατορια.

    Διαπιστώνεται συνεπώς ότι η βασική νομολογιακή λειτουργία του άρ. 185 ΠΚ έχει υπάρξει η δίωξη των οπαδών της απριλιανής δικτατορίας,

    How interesting. Ειχε τους λογους του που νομοθετησε ετσι ο μεταπολιτευτικος νομοθετης. Διοτι η περιπτωση τγς απριλιανης δικρατοριας φερνει σε φοβερα δυσκολη θεση τους καθως πρεπει ιστορικους, ιδιως απο το 2010 που φαλιρισαμε. Πώς να παραδεχθουν οτι οι ελεεινοι δικτατορες παρεδωσαν δημοσιο χρεος 22 % του ΑΕΠ, και οτι επι των ημερων τους το οικονομικο θαυμα της περιοδου 1953-1973 εφθασε στο αποκορυφωμα του; Πώς να δικαιολογησουν τις εκθεσεις του ΔΝΤ της εποχης, που εσταζαν μελι για την ελληνικη οικονομια;

    Απο τα οσα διαβαζουμε στο αρθρο συμπεραινουμε οτι η βασικη αιτια της ιδεολογικης καταστολης των απριλιανων ειναι η ντροπη που φερνει στο μεταπολιτευτικο πολιτικο συστημα η συντριπτικη συγκριση με τη διαχειριση των συνταγματαρχων. (“σ’ εδωσε ψωμι και χορτασες, σ’ εδωσε δουλεια και δουλεψες, εκανε δρομους και δημοσια εργα” κλπ…….)

    Ειναι επισης κωμικος ο τροπος που οι δικαστες προσπαθησαν να διαχειριστουν τις τραγελαφικες καταστασεις που προκαλει αυτη η νομολογια. Αθωος ο κατηγορουμενος διοτι “οι νομοταγεις κάτοικοι αντιμετώπισαν αδιάφορα το περιστατικο και δεν ερεθίστηκε κανένας…” Δηλαδη αν οι κατοικοι “ερεθιζονταν”, μαζευονταν στη συγκεντρωση στην πλατεια του χωριου και ζητωκραυγαζαν τον Παπαδοπουλο, τοτε ο κατηγορουμενος θσ ηταν ενοχος;

    Αληθεια γιατι η διαταξη αφορουσε “διαπεαχθεντα” και οχι “διαπραχθησομενα”. Με βαση τη διαφαινομενη πολιτικη της σκοπιμοτητα θα αποτολμησω να μαντεψω: Για να τσιμπαει υους οπαδους των Απριλιανων οταν νοσταλγουν την 21η Απριλιου, αλλα οχι τους αριστερους, οταν ονειρευονται δικτατοριες του πτολεταριατου, καταληψη των χειμερινων ανακτορων και τα ρεστα.

    Reply
    • Ειχε τους λογους του που νομοθετησε ετσι ο μεταπολιτευτικος νομοθετης.

      Όχι, η διάταξη περιέχεται από το 1951 στον Ποινικό Κώδικα.

      Τα άλλα που λες δεν μπορώ να τα παρακολουθήσω.

      Reply
      • Τα άλλα που λες δεν μπορώ να τα παρακολουθήσω.

        Δεν πειραζει. Υποθετω ομως οτι συμφωνεις με τη ρηση του Ντεγκ Ξιαο Πιγκ:

        “Ασπρη γατα, μαυρη γατα, σημασια εχει να πιανει τα ποντικια”. :)))))

        Reply
  6. Τα ανωτερω δεν συνιστουν επιδοκιμασια του καθεστωτος της 21ης Απριλιου, του οποιου οι πρωταιτιοι καλως τιμωρηθηκαν. Οχι διοτι “κατελυσαν τη Δημοκρατια” (ποια;) αλλα διοτι εκαναν ή ανεχθηκαν πραγματα αδιανοητα για το Σωμα των Αξιωματικων: βασανιστηρια πολιτων, διωγμοι δημοκρατικων συναδελφων τους με εξοχη πολεμικη δραση κλπ.

    Reply

Leave a Comment