Το παρελθόν των Γερμανών ποινικολόγων

Στο επάγγελμα είμαι δικηγόρος, και ειδικώτερα ποινικολόγος. Ασχολήθηκα κάποια χρόνια της ζωής μου θεωρητικά με το ωραίο Ποινικό Δίκαιο, το κατεξοχήν δίκαιο, το φοβερό και αγαπημένο.

Στην Ελλάδα Ποινικό Δίκαιο ψωνίζουμε εδώ και σχεδόν 190 χρόνια από την Γερμανία. Αυτό εξηγείται ιστορικά: ο Ποινικός Νόμος, που προϋπήρξε του Ποινικού Κώδικα επί παραπάνω από ένα αιώνα, συνετάχθη (μέσα σε λιγώτερο από δυο χρόνια!) από τον διάσημο Γερμανό Καθηγητή Γεώργιο Λουδοβίκο Μάουρερ, μέλος της Αντιβασιλείας και Καθηγητή του Πανεπιστημίου του Μονάχου. Έκτοτε, οι Έλληνες πανεπιστημιακοί ποινικολόγοι, σχεδόν ανεξαίρετα, σπουδάζουν εις τας Γερμανίας και, τουλάχιστον, οπωσδήποτε γνωρίζουν γερμανικά. Πέρα όμως από την ιστορική εξήγηση, απετέλεσε ευτύχημα αυτή η πρόσδεση, γιατί, εκτός από αυτοκίνητα και λουκάνικα, οι Γερμανοί ξέρουν να παράγουν και Ποινικό Δίκαιο: χώρες τόσο διαφορετικές όσο η Αργεντινή, η Ν. Κορέα, η Τουρκία και η Ιαπωνία εισάγουν εδώ και δεκαετίες τους ποινικολογικούς τους θεσμούς από την Γερμανία. Και ο Ροξίν έχει συλλέξει 24 (!) επίτιμα διδακτορικά.

Συνεπώς, για όλους εμάς που μεγαλώσαμε επιστημονικά γερμανόπληκτοι έχει κάποια αξία να ξύσουμε λίγο την επιφάνεια των ποινικολογικών ιερών τεράτων του παρελθόντος. Και να δούμε τι θα βρούμε.

Ποιος ήξερε ας πούμε ότι ο διάσημος Ιωάννης Ερρίκος Ιέσεκ (1915-2009) υπήρξε λοχαγός της Βέρμαχτ, με πλούσια δράση στην Πολωνία, στην Γαλλία και στο Ανατολικό Μέτωπο, τιμημένος με τον Σταυρό των Ιπποτών; Μεταπολεμικά, δίδαξε Ποινικό Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο του Φρειβούργου μεταξύ 1954 και 1980, ενώ κατείχε και την επίζηλη θέση του Διευθυντή του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για το Αλλοδαπό και Διεθνές Ποινικό Δίκαιο στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Το διδακτικό του εγχειρίδιο, ένα από τα βασικά έργα της βιβλιογραφίας, βρίσκεται στην 5η έκδοση (1996), ενώ ο τιμητικός του τόμος εξεδόθη το 1985.

Και εντάξει, ας πούμε ότι ο Ιέσεκ ήταν απλώς ένας Γερμανός πατριώτης, που υπηρέτησε την πατρίδα του, όταν τον κάλεσε το καθήκον. Προκάτοχος του Ιέσεκ στην έδρα του Φρειβούργου υπήρξε ένας ακόμη διάσημος Καθηγητής, που πέθανε νέος σχετικά, ο Αδόλφος Σένκε (1908-1953). Σήμερα όλοι γνωρίζουν τον Σένκε ως ιδρυτή και πρώτο σχολιαστή, μέχρι την 6η έκδοσή του, του διασημότερου υπομνηματισμένου γερμανικού Ποινικού Κώδικα, του περίπυστου Schoenke-Schroeder. Πρόκειται για την ιερή βίβλο των ποινικολόγων, που βρίσκεται πλέον στην 29η έκδοση (2014). Προτού θεμελιώση όμως ο Σένκε μεταπολεμικά αυτό το έργο αναφοράς, έκανε και άλλα πράγματα. Παρότι διδάκτορας ενός Γερμανοεβραίου Καθηγητή, του Ιακώβου Γόλδσμιτ, ο Σένκε ανήκε στα SA και ενεγράφη από τους πρώτους στο εθικοσοσιαλιστικό κόμμα μετά την κατάληψη της εξουσίας (Μάχτεργκράιφουνγκ) το 1933. Ακολούθως, βρήκε όλες τις πόρτες ανοιχτές, συνέταξε την υφηγεσία του, κατέλαβε θέση Καθηγητή, έγινε Κοσμήτορας και, κυρίως, απέφυγε το μέτωπο. Όχι κι άσχημα.

Να καταλάβετε, όταν έγραφα το διδακτορικό ήταν στην 26η έκδοση.

Ένας από τους διασημότερους Γερμανούς μεταπολεμικούς ποινικολόγους, τακτικός καθηγητής στην επίζηλη έδρα του Μονάχου, υπήρξε ο Ρειγχάρτος Μάουραχ (1902-1976). Γερμανός της Κριμαίας ο ίδιος, με θητεία στα Πανεπιστήμια του Βρέσλαου και της Καινιξβέργης προπολεμικά, απέκτησε φήμη ειδικού στο δίκαιο της Ανατολικής Ευρώπης. Και ακολούθησε και αυτός το ρεύμα της εποχής του: ανάμεσα στην εργογραφία του βρίσκουμε την μελέτη Die Karaimen in der russischen Judengesetzgebung, Zeitschrift fuer Rassenkunde 10 (1939), 163-175. Όπου Καραΐτες είναι οι ταταρόφωνοι Εβραίοι της Κριμαίας. Σε άλλα νέα, τα εγχειρίδια του Μάουραχ, εν όλω τέσσερις τόμοι για το γενικό 1, 2 και το ειδικό μέρος του Ποινικού Κώδικα 1, 2, επανεκδίδονται και χαίρουν άκρας υγείας. Ο, πολύ σημαντικός, τιμητικός του τόμος εξεδόθη το 1972.

Μια άλλη σπουδαία μορφή υπήρξε ο Εδμούνδος Μέζγερ (1883-1962). Καθηγητής από το 1932 στο Μόναχο, την Πρωτεύουσα του Κινήματος, ο Μέζγερ αποτελεί παράδειγμα εθνικοσοσιαλιστή νομικού. Πάντα πρόθυμος να ερμηνεύση το άδικο ως “πράξη αντικείμενη στην εθνικοσοσιαλιστική κοσμοθεωρία”, συνεργάστηκε αρμονικά με εγκληματίες πολέμου όπως ο Φρανκ ή ο Χίμμλερ σε διάφορες νομοπαρασκευαστικές επιτροπές. Μεταπολεμικά, επανέλαβε την διδασκαλία του στο Μόναχο και παρέλαβε τον τιμητικό του τόμο το 1953.

Επόμενος στην εξέτασή μας έρχεται ο Εδουάρδος Δρέερ (1907-1996). Ο Δρέερ, μέλος του NSDAP από το 1937, υπηρέτησε ως Εισαγγελέας στην Δρέσδη, την Λειψία και κατά την διάρκεια του πολέμου στο Ίννσμπρουκ. Εκεί, ως Εισαγγελέας υπηρέτησε στο τοπικό Έκτακτο Δικαστήριο, ζητώντας την θανατική ποινή ακόμη και για ασήμαντες παραβάσεις. Μεταπολεμικά, υπηρέτησε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης μεταξύ 1951-1969, θέση από την οποία είχε καίρια συμβολή στην κατάστρωση του νέου Γενικού Μέρους του γερμανικού ΠΚ. Ο τιμητικός του τόμος εξεδόθη το 1977.

Συνοδοιπόροι στον ένα ή στον άλλο βαθμό υπήρξαν βέβαια πολλοί ακόμη. Από τον Ριχάρδο Λάνγκε (1906-1995), Καθηγητή στην Ιένα από το 1943, που υπήρξε μέλος του Κόμματος, τον Εδουάρδο Κόλραους (1874-1948), Καθηγητή στο Βερολίνο και μέλος του Συνδέσμου Εθνικοσοσιαλιστών Νομικών, τον αντισημίτη εγκληματολόγο Φραγκίσκο Έξνερ (1881-1947), τον σπουδαιότατο και διάσημο μεταπολεμικά Ιωάννη Βέλζελ (1904-1977), Καθηγητή στην Γοτίγγη προπολεμικά, ο οποίος υπερασπίστηκε την κατάργηση της απαγόρευσης της αναλογικής εφαρμογής ποινικού νόμου, τον πολύ σημαντικό δογματικό Γουλιέλμο Γάλλας (1903-1989) και τον διάσημο φιλόσοφο του Δικαίου Κάρολο Έγγις (1899-1990), που υπήρξε και αυτός μέλος του NSDAP. Η συνοδοιπορία με τους ναζί μοιάζει να υπήρξε η εξαίρεση, όχι ο κανόνας.

Περνάμε τώρα στους ποινικολόγους εκείνους που εκτέθηκαν περισσότερο και που μεταπολεμικά υπέστησαν κάποιες συνέπειες, υπήρξαν δε επί πολύ δακτυλοδεικτούμενοι. Πρώτον μεταξύ αυτών θα μνημονεύσω τον Φρειδερίκο Σάφφσταϊν (1905-2001). Ήδη το 1933 ο Σάφφσταϊν από κοινού με τον Δαμ δημοσιεύουν ένα σύντομο έργο με τον πολεμικό τίτλο Liberales oder autoritäres Strafrecht?. Η απάντησή που δίνουν οι δύο συγγραφείς στο δίλημμα δεν είναι καθόλου αυτή που θα θέλαμε. Από το 1935 ο Σάφφσταϊν διδάσκει στο Κίελο (και από το 1941 στο κατεχόμενο Στρασβούργο), γινόμενος ηγήτωρ της εθνικοσοσιαλιστικής “Σχολής του Κιέλου”. Η εθνικοσοσιαλιστική επανάσταση ευαγγελίζεται την αναμόρφωση του Ποινικού Δικαίου με την αποδέσμευσή του από τα φιλελεύθερα εχέγγυα του, όπως είναι η αρχή της νομιμότητας των εγκλημάτων και η συμπαρομαρτούσα απαγόρευση αναλογικής εφαρμογής των ποινικών νόμων. Στην θέση τους, ο Σάφφσταϊν αντιλαμβάνεται το έγκλημα (όχι ως προσβολή εννόμων αγαθών, αλλά) ως παράβαση καθήκοντος προς την εθνική κοινότητα, εξαίρει τον πολιτικό χαρακτήρα του Ποινικού Δικαίου, απεχθάνεται τις τυπικές εγγυήσεις του και επιμένει σε μορφές όπως ο εκ πεποιθήσεως εγκληματίας (και όχι εξίσου στην εγκληματική πράξη). Οι εθνικοσοσιαλιστές ποινικολόγοι αντικατέστησαν τα αυστηρά μεθοδολογικά εργαλεία του παραδεδομένου Ποινικού Δικαίου, που κατέστρωνε την Magna Charta του εγκληματία, από το δήθεν ουσιαστικό κριτήριο της αντίθεσης στο gesundes Volksempfinden. Ο Σάφφσταϊν μεταπολεμικά δίδαξε στην Γοτίγγη μεταξύ 1954-1969, χρημάτισε δε πρύτανις του Δικαίου Ανηλίκων (το εγχειρίδιο που συνέγραψε εκδίδεται ήδη σε 15η έκδοση του 2015). Ο τιμητικός του τόμος εξεδόθη το 1975.

Φρειδερίκος Σάφφσταϊν.

Επόμενος ο Γεώργιος Δαμ (1904-1963). Το άλτερ έγκο του Σάφφσταϊν, Καθηγητής και αυτός στο Κίελο, διαδέχθηκε τον εκδιωχθέντα Γερμανοεβραίο ποινικολόγο Ερμάννο Καντόροβιτς. Από την θέση εκείνη, προπαγάνδισε την αντικατάσταση του κράτους δικαίου από την αρχή του Φύρερ και υπηρέτησε και αυτός στο κατεχόμενο Στρασβούργο. Μεταπολεμικά, επέστρεψε στο Κίελο το 1955 ως Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου πλέον (!).

Ας μην παραλείψουμε και τον Ιωάννη Γεώργιο Βρουνς (1908-1994). Ο Βρουνς έγινε μέλος του NSDAP και των SS από το 1933 ήδη και ακολούθως σταδιοδρόμησε ως νομικός στα SS. Μετά από θητεία στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, υπηρέτησε στον πόλεμο στην ασφάλεια του Μονάχου ως δικαστής σε δικαστήριο των SS. Πράγμα που δεν τον εμπόδισε μεταπολεμικά να διδάξη επί 20ετία (1953-1973) στο Πανεπιστήμιο της Ερλάγγης, να διαπρέψη δε στον τομέα της επιμέτρησης των ποινών (άλλωστε είχε διατελέσει και δικαστής…). Παρέλαβε τον τιμητικό του τόμο το 1978, ενώ το εγχειρίδιό του κυκλοφορεί ήδη σε 3η έκδοση (2017).

Και μία λέξη για την άλλη πλευρά του νομίσματος. Εκτός από τους προμνημονευθέντες Γόλδσμιτ (1874-1940) και Καντόροβιτς (1877-1940), στα πανεπιστημιακά θύματα των εθνικοσοσιαλιστικών εκκαθαρίσεων ανήκει ως Εβραίος ο εγκληματολόγος Γουσταύος Ασαφεμβούργος (1866-1944) και ως σοσιαλδημοκράτης ο πολύς Γουσταύος Ράδβρουχ (1878-1949), εισηγητής του Τύπου του Ράδβρουχ.

Δεν θέλω να κάνω τον ήρωα, αλλά δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ φωναχτά όσα σκέφτομαι:

Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος μορφωμένος, ευφυής, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της εποχής του γενικώς, αλλά και τον συναδέλφων του ειδικώς, να συμμετέχη σε μια τέτοια κολοσσιαία αδικία;
Πώς είναι δυνατόν, στην καλύτερη περίπτωση, να συγγράφη κατά παραγγελίαν, προσαρμοζόμενος στις απαιτήσεις του ισχυρού της ημέρας;
Πώς είναι δυνατόν να σταματά να είναι συντηρητικός ή εθνικιστής και να μεταμορφώνεται σε ναζί;
Πώς είναι δυνατόν κατόπιν να προσαρμόζεται μονονυκτί στην ήττα των ιδεών του, να τις αποκηρύσση, μάλλον χαμηλόφωνα βέβαια, και να αρχίζη να γράφη περί κράτους δικαίου και εγγυητικής λειτουργίας του ποινικού δικαίου;
Πώς είναι δυνατόν μια ολόκληρη μικροκοινωνία συναδέλφων του να υποκρίνεται ότι τον πιστεύει ή, ακόμη περισσότερο, να πιστεύη σταλήθεια την μετάλλαξή του;
Πώς είναι δυνατόν όλοι αυτοί να ξεχνούν;

Από την άλλη μεριά, έχουμε δικαίωμα να κρίνουμε τα σφάλματα που έκανε κάποιος στα 25 ή στα 30 του τόσες δεκαετίες μετά;
Δεν έχει άραγε δικαίωμα στο λάθος ακόμη και ο επιστήμονας νομικός;
Δεν έχει το δικαίωμα στην μεταμέλεια;
Δεν έχει το δικαίωμα στην λήθη;

Leave a Comment